13 Φεβ 2010

Ο νόμος περί Τύπου δεν εφαρμόζεται στα blogs 4

Ο νόμος περί Τύπου δεν εφαρμόζεται στα blogs

Η σχέση “εξαρτήσεως” δεν είναι απαραίτητο να πηγάζει από σύμβαση εργασίας, όπως γίνεται δεκτό, κατά την κρατούσα άποψη, για τους ελεύθερους δημοσιογράφους. Ως προστηθέντες μπορούν να θεωρηθούν οι συντάκτες, είτε συνδέονται με σύμβαση εργασίας είτε όχι, οι ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι, είτε εργάζονται επί παραγγελία είτε λαμβάνουν εντολές.

Η ευθύνη του διευθυντή προκύπτει από την ιδιότητά του ως οργάνου του νομικού προσώπου. Με εξαίρεση την περίπτωση του άρθρου μόνου του νόμου 1178/1981, ο διευθυντής δεν μπορεί να θεωρηθεί προστηθείς του ιδιοκτήτη, ούτε όμως και προστήσας. Η ευθύνη του προκύπτει από την ιδιότητά τους ως οργάνου του νομικού προσώπου επιφορτισμένου με την ευθύνη επιλογής, κατευθύνσεως και ελέγχου και εποπτείας του περιεχομένου του εντύπου. Ο διευθυντής διαθέτει ευρεία εξουσία λήψεως αποφάσεων. Τα σχετικά με τη σύνταξη της εφημερίδας καθήκοντά του, καθιστούν το διευθυντή υπεύθυνο όχι για την επιλογή των προσώπων αλλά για την επιλογή των κειμένων, τα οποία βεβαίως προέρχονται από ένα συγκεκριμένο συντάκτη, ο οποίος υπέχει προσωπική ευθύνη (Καράκωστας εκδ. 2003 Το Δίκαιο των ΜΜΕ, σελ. 287, 288).

Οι ως άνω όμως δικαιολογητικοί λόγοι που οδήγησαν στη θέσπιση των προαναφερόμενων διατάξεων δεν συντρέχουν στην περίπτωση των ιστολογίων, τα οποία δεν παρουσιάζουν επιχειρηματική διάρθρωση ενός παραδοσιακού εντύπου ούτε έχουν ιεραρχική δομή οργάνωσης ώστε να εμπίπτουν στις ρυθμίσεις τους, εκτός από τον παραγωγό και τον συντάκτη του επίμαχου κειμένου (εάν μπορεί να γίνει στο πρόσωπο του συντάκτη απόψεων, χρήστη – επισκέπτη του ιστολογίου ανάλογη εφαρμογή του συντάκτη ή του συντονιστή δημοσιογράφου) και ο ιδιοκτήτης, διαχειριστής και κάτοχος του ιστολογίου (εάν μπορεί να γίνει στο πρόσωπό του ανάλογη εφαρμογή του εκδότη ή διευθυντή έκδοσης), ως φορέας της μετάδοσης που προσφέρει στην υπηρεσία φιλοξενίας του επίμαχου σχολίου και απόψεως καθώς και ο προμηθευτής των υπηρεσιών του Διαδικτύου και ο ιδιοκτήτης του server, ήτοι εκείνοι που φιλοξενούν το επίμαχο ιστολόγιο και εκείνοι που παρέχουν πρόσβαση σε αυτό.

Έτσι πέραν της δυσχέρειας ως προς την ταυτιση των προσώπων που συμμετέχουν στη λειτουργία του ιστολογίου, είτε πρόκειται για τον κάτοχο και τον διαχειριστή αυτού, είτε για τους αναγνώστες του που συμμετέχουν αναγράφοντας σχόλια και απόψεις σε αυτό, μετ τα ως άνω πρόσωπα του ιδιοκτήτη, εκδότη, διευθυντή σύνταξης και συντάκτη του άρθρου μόνου του ν.1178/1981 ή τα πρόσωπα που, κατά τα ανωτέρω, αντιστοιχούν σε αυτούς όταν προκειται για τηλεοπτικούς ή ραδιοφωνικούς σταθμούς, σε κάθε περίπτωση η αποδοχή ότι υπάρχει πεδίο εφαρμογής του ως άνω άρθρου και στους φορείς παροχής των υπηρεσιών του διαδικτύου καθώς και στους κατόχους και διαχειριστές των ιστολογίων για καταγραφές των απόψεων των χρηστών αυτών, οι οποίες εξάλλου είναι κατά κανόνα ανώνυμες, δεν ανταποκρίνεται στο σκοπό και στον δικαιολογητικό λόγο της θέσπισης του ως άνω άρθρου, αφού στο ιστολόγιο δεν υπάρχει η, κατά τα προαναφερόμενα, σχέση εξάρτησης μεταξύ των ως άνω φορέων και του χρήστη που θα είναι και ο παραγωγός – συντάκτης του επίμαχου σχολίου, η δε τυχόν αντίθετη εκδοχή θα οδηγούσε αναπότρεπτα στο κοινωνικά αφόρητο αποτέλεσμα να ευθύνονται αντικειμενικά φορείς και μάλιστα με κίνδυνο καταβολής μεγάλων ποσών αποζημιώσεως, στο πρόσωπο των οποίων δεν συντρέχει οιοσδήποτε εκ των ως άνω δικαιολογητικών λόγων ευθύνης που οδήγησαν τον ιστορικό νομοθέτη στη θέσπιση του μοναδικού άρθρου του ν.1187/1981, αφου το πρόσωπο που θα ταυτίζεται με τον ιδιοκτήτη και φορέα της επιχειρήσεως δεν θα αποτελεί προστήσαντα του προσώπου που θα ταυτίζεται με τον συντάκτη ή τον εκδότη του επιλήψιμου στο ιστολόγιο κειμένου και, έτσι, η τυχόν ευθύνη του δεν θα είναι σύμφωνη με την αρχή της “επιχειρηματικής ευθύνης”, ως αυτή προεκτέθηκε, ενώ ούτε και στο πρόσωπο που θα ταυτίζεται με τον εκδότη θα συντρέχει ο δικαιολογητικός λόγος ευθύνης του, αφού λόγω της φύσεως και της λειτουργίας του ιστολογίου, ως αυτή μνημονεύθηκε ανωτέρω, αυτός στερείται της ουσιαστικής δυνατότητας επιλογής, ελέγχου και καθοδήγησης του προσώπου που θα ταυτίζεται με το συντάκτη του επιλήψιμου κειμένου, ως προς την άσκηση του δικαιώματος έκφρασής του. Και είναι μεν αληθές ότι εξεδόθη το ΠΔ 131/2003, το οποίο ενσωμάτωσε στο ημεδαπό δίκαιο την οδηγία 2000/31 για το ηλεκτρονικό εμπόριο και την κοινωνία της πληροφορίας, σύμφωνα με το οποίο ορίζεται μεταξύ άλλων (άρθρο 11) “Απλή μετάδοση 1.

Σε περίπτωση παροχής μιας υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας συνισταμένης στη μετάδοση πληροφοριών που παρέχει ο αποδέκτης της υπηρεσίας σε ένα δίκτυο επικοινωνιών ή στην παροχή πρόσβασης στο δίκτυο επικοινωνιών, δεν υφίσταται ευθύνη του φορέα παροχής υπηρεσιών όσον αφορά τις μεταδιδόμενες πληροφορίες, υπό τους όρους ότι ο φορέας παροχής υπηρεσιών:
α) δεν αποτελεί την αφετηρία μετάδοσης των πληροφοριών,
β) δεν επιλέγει τον αποδέκτη της μετάδοσης και
γ) δεν επιλέγει και δεν τροποποιεί τις μεταδιδόμενες πληροφορίες.

2. Οι δραστηριότητες μετάδοσης και παροχής πρόσβασης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν την αυτόματη, ενδιάμεση και προσωρινή αποθήκευση των μεταδιδόμενων πληροφοριών, στο βαθμό που η αποθήκευση εξυπηρετεί αποκλειστικά την πραγματοποίηση της μετάδοσης στο δίκτυο επικοινωνιών και η διάρκειά της δεν υπερβαίνει το χρόνο που είναι ευλόγως απαραίτητος για τη μετάδοση.

3. Το παρόν άρθρο δεν θίγει την δυνατότητα να επιβληθεί δικαστικά ή διοικητικά στον φορέα παροχής υπηρεσιών η παύση ή η πρόληψη της παράβασης.”, (άρθρο 13) “Φιλοξενία 1. Σε περίπτωση παροχής μια υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας συνισταμένης στην αποθήκευση πληροφοριών παρεχομένων από ένα αποδέκτη υπηρεσίας, δεν υφίσταται ευθύνη του φορέα παροχής της υπηρεσίας για τις πληροφορίες που αποθηκεύονται μετά από αίτηση αποδέκτη της υπηρεσίας, υπό τους όρους ότι: (α) ο φορέας παροχής της υπηρεσίας δεν γνωρίζει πραγματικά ότι πρόκειται για παράνομη δραστηριότητα ή πληροφορία ή (β) ο φορέας παροχής της υπηρεσίας, μόλις αντιληφθεί τα προαναφερθέντα, αποσύρει ταχέως τις πληροφορίες ή καθιστά την πρόσβαση σε αυτές αδύνατη. 2.

Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται όταν ο αποδέκτης της υπηρεσίας ενεργεί υπό την εξουσία ή υπό τον έλεγχο του φορέα παροχής της υπηρεσίας. 3. Το παρόν άρθρο δεν θίγει την δυνατότητα να επιβληθεί δικαστικά ή διοικητικά στο φορέα παροχής υπηρεσιών η παύση ή η πρόληψη της παράβασης”, (άρθρο 14 παρ. 1) “Απουσία γενικής υποχρέωσης ελέγχου 1. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών δεν έχουν για την παροχή των υπηρεσιών που αναφέρονται στα άρθρα 10, 11 και 12 του παρόντος γενική υποχρέωση ελέγχου των πληροφοριών που μεταδίδουν ή αποθηκεύουν ούτε γενική υποχρέωση δραστήριας αναζήτησης γεγονότων ή περιστάσεων που δείχνουν ότι πρόκειται για παράνομες δραστηριότητες.”

Ωστόσο, από το ως άνω ΠΔ προκύπτει εμφανώς ότι μεταξύ αφενός του εντύπου και ηλεκτρονικού τύπου και των ΜΜΕ και αφετέρου του ιστολογίου, στο οποίο απουσιάζει παντελώς η επιχειρηματική διάρθρωση, η οποία υφίσταται στις ιστοσελίδες των εφημερίδων, των περιοδικών, των ραδιοφωνικών και των τηλεοπτικών σταθμών που λειτουργούν και προορίζονται ως μέσο διακίνησης πληροφοριών, υφίσταται ουσιώδης διαφορά, αφού εάν από το συνδυασμό των ως άνω άρθρων γίνει αποδεκτό ότι η εφαρμογή του νόμου περί τύπου τίθεται ουσιαστικά εκποδών για τον ιδιοκτήτη, διαχειριστή και κάτοχο του ιστολογίου καθώς και για την εταιρία που φιλοξενεί αυτόν στους υπολογιστές της, υπό την έννοια ότι για αυτούς θα αίρεται η οποιαδήποτε ευθύνη, τότε ουσιαστικά η εφαρμογή των διατάξεων περί τύπου θα περιορίζεται μόνο για τον τυχόν επωνύμως συντάξαντα το επιλήψιμο κείμενο ή άποψη χρήστη σε βάρος του οποίου και θα απειλείται η επιβολή των ως άνω υπέρογκων ποσών χρηματικών αποζημιώσεων που ορίζονται στο άρθρο του ν.1178/1981, οι οποίες ναι μεν καθορίστηκαν από τον ιστορικό νομοθέτη στα ως άνω ελάχιστα όρια εξαιτίας του μεγέθους της προσβολής που, θεωρητικά, υφίσταται ο θιγόμενος λογω του χρησιμοποιούμενου εκ μέρους του υπαιτίου μέσου, πλην όμως είναι προφανές ότι κατά τον καθορισμό τους ελήφθη υπόψη και το γεγονός της εις ολόκληρον αντικειμενικής ευθύνης του ιδιοκτήτη, υπό το πρίσμα ότι αυτός ο οικονομικά ισχυρότερος θα έχει τη δυνατότητα να καλύψει τα ως άνω ποσά, προς αποτροπή της δημιουργίας αφόρητων συνεπειών προς τον συντάξαντα, προϋπόθεση που ουδόλως θα συντρέχει στην περίπτωση των ιστολογίων.

Έτσι θα οδηγηθούμε και πάλι σε ένα κοινωνικά αφόρητο αποτέλεσμα να εφαρμοστεί ο νόμος περί τύπου με τις υπέρογκες αποζημιώσεις σε έναν απλό πολίτη που είτε ως διαχειριστής και κάτοχος του ιστολογίου είτε ως χρήστης εξέφρασε την άποψή του σε αυτό και μάλιστα δίχως να αποσκοπεί στη διάδοσή της και ο οποίος, κατά κανόνα, ουδόλως θα έχει την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθεί στην καταβολή των ως άνω ποσών και ούτε θα βρίσκεται υπό την αιγίδα άλλου, οικονομικά ισχυρότερου και αντικειμενικά ευθυνόμενου, ως προς την κάλυψη του ως άνω ποσού για λογαριασμό του.

Εξάλλου, ακόμα και στην περίπτωση αυτή που είτε ο τυχόν επώνυμος κάτοχος ή διαχειριστής του ιστολογίου, ο οποίος κατά κανόνα θα είναι ένας απλός πολίτης που ουδεμία σχέση έχει με τη δημοσιογραφία, είτε πολύ περισσότερο, ο επωνύμως συντάξας το επίμαχο σχόλιο ή άποψη πολίτης εναχθούν σύμφωνα με τις διατάξεις περί τύπου είναι μάλλον αδύνατο να τύχουν της προστασίας που τυγχάνουν οι φορείς του τύπου και των μέσων μαζικής ενημέρωσης σε αντίστοιχες περιπτώσεις, επικαλούμενοι την ένσταση δικαιολογημένου ενδιαφέροντος υπό την έννοια της εκ μέρους τους εκπλήρωσης της κοινωνικής αποστολής του τύπου αφού είναι ιδιαιτέρως δυσχερές να αναγνωριστεί σε έναν απλό πολίτη, ως είναι ο κάτοχος και διαχειριστής του ιστολογίου και πολύ δε περισσότερο ο επισκέπτης αυτού, ότι αυτός, κατά τη σύνταξη της απόψεως του, σχολίου του και της επίμαχης κρίσης του επιτελούσε το κοινωνικό έργο και την αποστολή του τύπου που είναι η ενημέρωση της κοινής γνώμης, αποστολή που ίεναι δύσκολο να γίνει αποδεκτό ότι επιτελεί ένα άτομο που ούτε την ιδιότητα του δημοσιογράφου έχει αλλά που ούτε καν ασχολείται με αυτήν, έστω και ερασιτεχνικά.

Επομένως, η παραδοχή ότι στην προκειμένη περίπτωση υφίσταται βάση αναλογικής εφαρμοήγς των ως άνω περί τύπου διατάξεων και στα ιστολόγια δεν θα ανταποκρινόταν στην αρχή της εξισωτικής δικαιοσύνης και η λύση αυτή δεν θα εμφανιζόταν δίκαιη, αφού σταθμίζοντας τα δικαιολογημένα συμφέροντα αμφοτέρων των αντιμαχόμενων μερών παριστά μία άνιση κατανομή των συνδεόμενων με την κρινόμενη διαφορά βαρών και πλεονεκτημάτων, δεδομένου μάλιστα ότι ο θιγόμενος από το επίμαχο κείμενο δεν στερείται εννόμου προστασίας, αφού δύναται να προστατευθεί έναντι του υπαιτίου με τις κοινές διατάξεις (άρθρα 57, 59, 914, 932 ΑΚ) και κατά την τακτική διαδικασία, επιτυγχάνοντας ουσιαστικά παρόμοιο αποτέλεσμα.

Σημειώνεται δε ότι ένα επιπλέον επιχείρημα ότι μεταξύ αφενός του εντύπου και του ηλεκτρονικού τύπου και αφετέρου των ιστολογίων (blogs) υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές ώστε να μην υφίσταται βάση αναλογίας δύναται να συναχθεί και από την έκθεση της Β' Διεύθυνσης επιστημονικών μελετών του τμήματος νομοτεχνικής επεξεργασίας σχεδίων και προάτσεων νόμων που εξεδόθη επί του νομοσχεδίου που αφορούσε τη ρύθμιση θεμάτων δημοσκόπησης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το τότε σχέδιο νόμου, το οποίο τελικά ψηφίστηκε οπότε και δημοσιεύθηκε ο υπ' αρ. 3603/8.8.2007 (ΦΕΚ 188/8.8.2007) νόμος για τη “Ρύθμιση θεμάτων δημοσκόπησης”, στο άρθρο 1 με τίτλο “Πεδίο εφαρμογής” ορίζεται ότι “1.

Στις διατάξεις του παρόντος νόμου υπάγονται οι δημοσκοπήσεις, οι οποίες διενεργούνται από οποιονδήποτε φορέα ή επιχείρηση για τη διερεύνηση των τάσεων της κοινής γνώμης και έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με κοινοβουλευτικές εκλογές, δημοψηφίσματα, εκλογές για την ανάδειξη αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, νομαρχιακές, δημοτικές και κοινοτικές εκλογές, ανεξαρτήτως του χρόνου διενέργειάς του. Αν οι ως άνω δημοσκοπήσεις δεν δημοσιοποιούνται στον έντυπο ή ηλεκτρονικό τύπο, διενεργούνται χωρίς να υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.......”.


Την απόφαση του δικαστηρίου την βρήκαμε στις 9.1.10 στο http://elawyer.blogspot.com/