27 Σεπ 2012

«Το Λούβρο στη Θεσσαλονίκη» από τον Οκτώβριο

Θεσσαλονίκη 

Έργα από το Λούβρο θα ταξιδέψουν για πρώτη φορά στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στη Θεσσαλονίκη, με αφορμή την επέτειο από τα 100 χρόνια της απελευθέρωσής της. Θα πλαισιώσουν, μάλιστα, όχι μία αλλά πέντε εκθέσεις, καθώς θα αποτελούν τα κεντρικά εκθέματα στα ισάριθμα μουσεία της Θεσσαλονίκης, τη γνωστή «Κίνηση των 5Μ».

Οι εκθέσεις στα πέντε μουσεία (Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών, Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης) πραγματοποιούνται υπό τον γενικό τίτλο «Το Λούβρο στη Θεσσαλονίκη».

Αποτελούν το αντίδωρο του γαλλικού μουσείου για τη μεγάλη έκθεση «Στο Βασίλειο του Μεγάλου Αλεξάνδρου: η Αρχαία Μακεδονία», που παρουσιάστηκε από τον Οκτώβριο 2011 ως τον Ιανουάριο 2012 στο Λούβρο με εκθέματα από συλλογές Εφορειών Αρχαιοτήτων και μουσεία της Μακεδονίας.

Τα εγκαίνια των εκθέσεων θα πραγματοποιηθούν το τριήμερο από τις 12 ως τις 14 Οκτωβρίου, παρουσία του διευθυντή του Λούβρου Henri Loyrette.

Δύο από τις εκθέσεις, συμπεριλαμβάνονται αρχαιότητες.

Η πρώτη έχει τίτλο «Η Λειψανοθήκη του Αληθούς Σταυρού» και θα παρουσιαστεί στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού από τις 12 Οκτωβρίου 2012 ως τις 17 Ιανουαρίου 2013.

Η δεύτερη θα παρουσιαστεί στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης και έχει τίτλο «Από τον Πλάτωνα έως τον Βολταίρο και τον Κοραή. Η Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία και ο Διαφωτισμός». Θα έχει την ίδια διάρκεια με την προηγούμενη, δηλαδή ως τις 17 Ιανουαρίου 2013, ωστόσο η έκθεση με τα ελληνικά μόνο έργα θα συνεχιστεί ως τις 15 Μαΐου 2013.

Οι υπόλοιπες εκθέσεις που θα ξεκινήσουν τον Οκτώβριο με εκθέματα από το Λούβρο είναι οι εξής:
«Ευρώπη και Ελληνικοί Μύθοι: 16ος-19ος αιώνας» στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών. Η πρόσληψη των αρχαιοελληνικών μύθων από τις δυτικές-ούς παρουσιάζεται μέσα από 81 έργα μεγάλων δημιουργών, όπως του Ραφαήλ, του Ρούμπενς και του Ρέμπραντ.

«Το Μουσείο μέσα στο Μουσείο» στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Δύο φωτογράφοι, ο Ιταλός Mimmo Jodice και ο Γάλλος Jean Christophe Ballot παρουσιάζουν ασπρόμαυρες φωτογραφίες από την πορεία της 10ετούς ανακαίνισης του Λούβρου.

Nan Goldin «Scopophilia» στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Φωτογραφίες έξι γλυπτών και πινάκων από τη συλλογή του Λούβρου, που τράβηξε η καλλιτέχνις Ναν Γκόλντιν, «συνομιλούν» με έργα της από τη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του '70.



Την είδηση την βρήκαμε στις 26.9.12 στην http://news.in.gr/culture/article/?aid=1231214816 Rebrandt πορτραίτο της Rosalba Peale

18 Σεπ 2012

Το Συνταγματικό Δικαστήριο συνεχίζει την απόφαση για το γάμο των λεσβιών αυτή την εβδομάδα


Το Συνταγματικό Δικαστήριο αναλαμβάνει αυτή την εβδομάδα τη συζήτηση αντίθεσης του Λαϊκού Κόμματος στο γάμο των λεσβιών, η οποία διακόπηκε τον περασμένο Ιούλιο για την ανακαίνιση του οργανισμού. Η σύσκεψη της παρουσίασης παρασκευάζεται από τον δικαστή Pablo Perez Tremps που περιέχεται στην ημερήσια διάταξη της ολομέλειας η οποία αρχίζει το πρωί της Τρίτης, αλλά ακριβώς αυτές τις μέρες οι δικαστίνες-ές πρόκειται να παραστούν στην τελετή έναρξης της Δικαστικής Χρονιάς, υπό την προεδρία του βασιλιά στο Παλάτι του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έτσι ώστε να έχουν το χρόνο να συζητήσουν εις βάθος τις παρουσιάσεις. 

Η συμφωνία μπορεί να επιτευχθεί μέσα στον Οκτώβριο, καθώς οι συζητήσεις βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο και όλες οι οι δικαστίνες-ές γνωρίζουν καλά το θέμα. Κατ 'αρχήν, παρά την ενσωμάτωση του δικαστή για την συντηρητική παράταξη, θεωρητικά ο συσχετισμός δυνάμεων σε 7-5 υπέρ της προοδευτικής πλευράς μειώνεται σε 7-4 με τον αποκλεισμό από τις συζητήσεις του δικαστή Francisco Hernando. Ως εκ τούτου, αναμένεται ότι η παρουσίαση του Perez Tremps, ευνοϊκώς, να υποστηρίξει πως η ονομασία "γάμος" μεταξύ λεσβιακών ζευγαριών μπορεί να προχωρήσει. 

Ωστόσο, πηγές αναφέρουν ότι οι συζητήσεις μπορεί να καθυστερήσουν ανάλογα με το βαθμό της έντασης με την οποία οι νέες δικαστίνες-ές θα επαναπροσδιορίσουν τη συζήτηση. Συγκεκριμένα, είναι γνωστή η αντίθεση στο γάμο των λεσβιών του δικαστή Andrew Ollero, μέλος της Opus Dei, η οποία μπορεί να επικουρείται από τον Juan José González Rivas, ο οποίος έχει επίσης εκφράσει πολύ έντονες θρησκευτικές αντιθέσεις. Από την προοδευτική πλευρά είναι πιθανό ότι η ειδική στο Οικογενειακό Δίκαιο, η δικαστίνα Encarnación Roca, θέλει να αφήσει το σημάδι της στο τελικό κείμενο της απόφασης. 

Το κείμενο του Συνταγματικού Δικαστηρίου σχετικά με το γάμο των λεσβιών θα τερματίσει την αβεβαιότητα σχετικά με τη νομοθεσία που επέτρεψε σε 20.000 Lbtiq να γιορτάσουν το γάμο τις στην Ισπανία από τον Ιούλιο 2005 όπου αναμορφώθηκε το άρθρο 44 του Αστικού Κώδικα, στο οποίο προστέθηκε ένα δεύτερο εδάφιο όπου διατύπωνε ότι «ο γάμος θα έχει τις ίδιες απαιτήσεις και τις επιπτώσεις όταν τα δύο μέρη είναι λεσβίες ή ετερό". 

Το Λαϊκό Κόμμα άσκησε έφεση θεωρώντας πως ο νόμος που τροποποίησε τον αστικό κώδικα είναι αντισυνταγματικός αφού παραβιάζει έως και επτά άρθρα του Συντάγματος, αν και η έφεση εστιάζει κυρίως στην παραβίαση του άρθρου 32 του Συντάγματος θεωρώντας πως "δεν σέβεται το συνταγματικό ορισμό του γάμου ως ένωση μιας γυναίκας και ενός άνδρα". 

Επτά χρόνια μετά την προσφυγή που κατατέθηκε στο δικαστήριο και πρόσφατα ανακαινισμένο, το Συνταγματικό Δικαστήριο αντιμετωπίζει μια από τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις του σοσιαλιστή Rodríguez Zapatero για την οποία δεν δυσανασχετούν μερικές από τις κύριες ηγέτιδες-ες του Λαϊκού Κόμματος, συμπεριλαμβανομένου του νυν Υπουργού Δικαιοσύνης Alberto Ruiz-Gallardón. Ο τελαυταίος έγινε προφανές πως δεν είδε καμία αντισυνταγματικότητα στην τροπολογία που ψηφίστηκε από το Σοσιαλιστικό κόμμα. 


Την είδηση την βρήκαμε στις 16.912 και την μεταφράσαμε από την εφημερίδα El Pais στην http://politica.elpais.com/politica/2012/09/16/actualidad/1347823089_069840.html

17 Σεπ 2012

Σεμινάρια για τον εντοπισμό... Lbtiq παιδιών στη Μαλαισία

Η κυβέρνηση της Μαλαισίας άρχισε να οργανώνει σεμινάρια με στόχο να βοηθήσει τις δασκάλες-ους και τις-τους γονείς να εντοπίζουν ενδείξεις λεσβιακότητας, αμφισεξουαλικότητας στα παιδιά, γεγονός που υπογραμμίζει την άνοδο του θρησκευτικού συντηρητισμού στη χώρα, η πλειονότητα των κατοίκων της οποίας είναι μουσουλμάνες-οι.

Μέχρι στιγμής το Ίδρυμα Δασκάλων της Μαλαισίας έχει οργανώσει 10 σεμινάρια σ' όλη τη χώρα. Η συμμετοχή στο τελευταίο, την περασμένη Τετάρτη, έφτασε τα 1.500 άτομα, δήλωσε εκπρόσωπος του Ιδρύματος.

"Είναι ένα πολυθρησκευτικό και πολυπολιτισμικό γεγονός, στο κάτω-κάτω όλες οι θρησκείες είναι βασικά εναντίον αυτού του τύπου της συμπεριφοράς", δήλωσε ο αξιωματούχος.

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είχε ανακοινώσει το Μάρτιο πως εργάζεται για να περιορίσει το "πρόβλημα" της λεσβιακότητας, τρανσεξουαλικότητας ιδιαίτερα μεταξύ των μουσουλμανίδων-ων που αποτελούν πάνω από το 60% των 29 εκατομμυρίων κατοίκων της Μαλαισίας.

Σύμφωνα με έντυπα που διανεμήθηκαν σε ένα πρόσφατο σεμινάριο, στις ενδείξεις λεσβιακότητας, αμφισεξουαλικότητας στα κορίτσια οι λεπτομέρειες είναι λιγότερο σαφείς. Οι έφηβες με λεσβιακές, αμφισεξουαλικές τάσεις δεν συμπαθούν τους άνδρες και τις αρέσει να κάνουν παρέα και να κοιμούνται συντροφιά με γυναίκες, αναφέρεται στα δημοσιεύματα.

Για τα αγόρια, περιλαμβάνονται οι προτιμήσεις τους στα στενά ρούχα με φωτεινά χρώματα και στις μεγάλες τσάντες, ανέφεραν δημοσιεύματα τοπικών μέσων ενημέρωσης.

Η Μαλαισία αποδοκιμάζει το στοματικό και το Lbtiq σεξ, θεωρώντας ότι αντιβαίνουν στη φυσική τάξη. Βάσει της νομοθεσίας, οι παραβάτιδες-ες μπορεί να τιμωρηθούν με κάθειρξη ως 20 ετών, με ραβδισμό ή με επιβολή προστίμου.


Την είδηση την βρήκαμε στις 14.9.12 από την nooz.gr στην http://www.nooz.gr/woman/seminaria-gia-ton-entopismo-omofulofilon-paidion

16 Σεπ 2012

Νέα έκδοση του ΟΗΕ: Γεννιόμαστε Ελεύθερες και Ίσες


Το Γραφείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ κυκλοφόρησε μια νέα έκδοση για τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα τρανς φύλου στο διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Καθορίζει την πηγή και το πεδίο εφαρμογής ορισμένων εκ των βασικών νομικών υποχρεώσεων όπου οι χώρες πρέπει να προστατεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα των λεσβιών, των αμφισεξουαλικών και των τρανς (ΛΑΤ). Το 60-σέλιδο βιβλίο έχει σχεδιαστεί ως ένα εργαλείο για τις χώρες, για να τις βοηθήσει να κατανοήσουν καλύτερα τη φύση των υποχρεώσεών τις και τα βήματα που απαιτούνται για την επίτευξή τους, καθώς και για ακτιβίστριες της κοινωνίας των πολιτισών, των υπερασπιστριών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και άλλων που επιδιώκουν να λογοδοτούν οι κυβερνήσεις για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων του διεθνούς δικαίου.

Στο πρόλογο της για την έκδοση, η Ύπατη Αρμόστρια Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Navi Pillay γράφει: "Το γεγονός-υπόθεση-συνθήκη-χαρακτήρας-περίπτωση για την επέκταση των ίδιων δικαιωμάτων στις Lbtiq, όπως εκείνα που απολαμβάνουν όλες οι άλλες δεν είναι ούτε ριζοσπαστική ούτε περίπλοκη. Βασίζεται σε δύο θεμελιώδεις αρχές που διέπουν το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων: την ισότητα και την μη διάκριση. Οι πρώτες λέξεις της Οικουμενικής Διακήρυξης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι κατηγορηματική: «Όλες οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθερες και ίσες στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα».

Για σχεδόν δύο δεκαετίες, οι φορείς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι ειδικές εισηγήτριες και άλλες εξειδικευμένες που ορίζονται από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η προκάτοχός του έχουν τεκμηριώσει εκτεταμένες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Lbtiq. Οι αναφερόμενες παραβιάσεις περιλαμβάνουν δολοφονίες, βιασμούς και σωματικές επιθέσεις, βασανιστήρια, αυθαίρετη κράτηση, άρνηση των δικαιωμάτων του συνέρχεσθαι, της έκφρασης και της πληροφόρησης, και των διακρίσεων στον τομέα της απασχόλησης, της υγείας, της εκπαίδευσης και της πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες. Σε κάθε περίπτωση, τα θύματα που εμπλέκονται και γίνονται στόχος είτε επειδή είναι, ή επειδή υποτίθεται ότι είναι, λεσβίες, αμφισεξουαλικές και τρανς. Πολλάκις, η απλή αντίληψη για τη λεσβιακή ή τρανς ταυτότητα είναι αρκετή για να τις βάλει σε κίνδυνο.

Το βιβλίο επικεντρώνεται σε πέντε βασικές υποχρεώσεις όπου η εθνική δράση είναι πλέον επιτακτική ανάγκη - από την προστασία των ανθρώπων από την λεσβοφοβική βία, στην πρόληψη των βασανιστηρίων, στην αποποινικοποίηση της λεσβιακότητας, στην απαγόρευση των διακρίσεων, και στη διασφάλιση της ελευθερίας της έκφρασης, του συνεταιρίζεσθαι και του συνέρχεσθαι ειρηνικώς για όλες τις Lbtiq. Για κάθε μία, η βάση της υποχρέωσης της χώρας στο διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων εξηγείται με αναφορά στο σημαντικό σώμα των αποφάσεων, συστάσεων και οδηγιών που εκδίδονται από τους μηχανισμούς ανθρωπίνων δικαιώματα των Ηνωμένων Εθνών. Το βιβλίο περιλαμβάνει επίσης παραδείγματα δράσεων που μπορούν να ληφθούν σε εθνικό επίπεδο ώστε να παράξουν νόμους, πολιτικές και πρακτικές στη γραμμή των ισχύοντων διεθνών προτύπων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Τις τελευταίες χρονιές, πολλές χώρες έχουν κάνει μια αποφασιστική προσπάθεια ενίσχυσης της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε κάθε μία από αυτές τις περιοχές. Μια σειρά νέων νόμων έχουν εγκριθεί - συμπεριλαμβανομένων των νόμων που απαγορεύουν τις διακρίσεις, τιμωρούν τα λεσβοφοβικά εγκλήματα μίσους, αναγνωρίζουν τις λεσβιακές, αμφισεξουαλικές σχέσεις, και καθιστούν ευκολότερο οι transgender να αποκτήσουν επίσημα έγγραφα που αντανακλούν προτιμώμενο φύλο τις. Έχουν αναπτυχθεί προγράμματα κατάρτισης για την αστυνομία, το προσωπικό των φυλακών, τις κοινωνικές λειτουργούς, το διδακτικό και άλλο προσωπικό, και έχουν πρωτοβουλίες κατά του εκφοβισμού που έχουν εφαρμοστεί σε πολλά σχολεία.

Κατά τις προσεχείς χρονιές, πολύ περισσότερα πρέπει να γίνουν για την αντιμετώπιση των προκαταλήψεων και την προστασία των Lbtiq από τη βία και τις διακρίσεις σε όλες τις χώρες. Το Γραφείο της Ύπατης Αρμόστριας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ελπίζει ότι αυτή η έκδοση θα συμβάλει προς το σκοπό αυτό, παρέχοντας ένα πρακτικό εργαλείο για όλες όσες εργάζονται για την αλλαγή - είτε από την πλευρά των Ηνωμένων Εθνών, των περιφερειακών οργανώσεων, κυβερνήσεων, εθνικών φορέων ανθρωπίνων δικαιωμάτων είτε από την κοινωνία των πολιτισών.


Την είδηση την βρήακμε στις 14.9.12 και την μεταφράσαμε από την ιστοσελίδα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ στην http://www.ohchr.org/EN/NewsEvents/Pages/BornFreeAndEqual.aspx

Θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων 1

Διαδικασία : 2011/0129(COD)

Διαδρομή του εγγράφου: A7-0244/2012

Κείμενα που κατατέθηκαν: A7-0244/2012

Συζήτηση: PV 11/09/2012 - 21, CRE 11/09/2012 - 21

Ψηφοφορία: PV 12/09/2012 - 7.1
Αιτιολογήσεις ψήφου


Κείμενα που εγκρίθηκαν: P7_TA(2012)0327

ΕΚΘΕΣΗ

18 Ιουλίου 2012

PE 480.616v02-00, A7-0244/2012

σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων

(COM(2011)0275 – C7-0127/2011 – 2011/0129(COD))

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας

Εισηγήτριες: Teresa Jiménez-Becerril Barrio, Antonyia Parvanova

(Kοινές συνεδριάσεις επιτροπών - Άρθρο 51 του Κανονισμού)


ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ


σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων

(COM(2011)0275 – C7-0127/2011 – 2011/0129(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0275),

– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 82 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0127/2011),

– έχοντας υπόψη το άρθρο 294, παράγραφος 3, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 7ης Δεκεμβρίου 2011(1),

­- έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών της 16ης Δεκεμβρίου 2012(2),

– έχοντας υπόψη τη δέσμευση της-του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 14ης Ιουνίου 2012, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

– έχοντας υπόψη τις κοινές συνεδριάσεις της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Κανονισμού,

– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0244/2012),

1. εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα εθνικά κοινοβούλια.

ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ(3)*

ΣΕ ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ

----

ΟΔΗΓΙΑ 2012/…/EE ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 82 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(4)1,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (5) 2,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία 3

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:



Για βρεθείτε στο δεύτερο μέρος πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήακμε στις 14.9.12 από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+REPORT+A7-2012-0244+0+DOC+XML+V0//EL

Θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων 2

(1) Η Ένωση θέτει ως στόχο τη διατήρηση και την ανάπτυξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ακρογωνιαίος λίθος του οποίου είναι η αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων σε αστικές και ποινικές υποθέσεις.

(2) Η Ένωση έχει αναλάβει δέσμευση όσον αφορά την προστασία των θυμάτων εγκληματικών πράξεων και τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων και έχει εγκρίνει την απόφαση-πλαίσιο 2001/220/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 15 Μαρτίου 2001, σχετικά με το καθεστώς των θυμάτων στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας (6). Στο πλαίσιο του προγράμματος της Στοκχόλμης με τίτλο Μια ανοικτή και ασφαλής Ευρώπη που εξυπηρετεί και προστατεύει τις πολίτισες-ες (7),το οποίο εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κατά τη σύνοδό του στις 10 και 11 Δεκεμβρίου 2009, η Επιτροπή και οι χώρες μέλη εκλήθησαν να εξετάσουν τρόπους βελτίωσης της νομοθεσίας και μέτρα πρακτικής υποστήριξης για την προστασία των θυμάτων, με προτεραιότητα στην παροχή προσοχής, υποστήριξης και αναγνώρισης σε όλα τα θύματα και ιδίως στα θύματα της τρομοκρατίας.

(2α) Στο άρθρο 82 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) προβλέπεται η θέσπιση ελάχιστων κανόνων εφαρμοστέων στις χώρες μέλη προκειμένου να διευκολυνθεί η αμοιβαία αναγνώριση δικαστικών αποφάσεων και διαταγών, καθώς και η αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις που έχουν διασυνοριακή διάσταση. Το άρθρο 82 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ αναφέρεται στα «δικαιώματα των θυμάτων εγκληματικών πράξεων» ως έναν από τους τομείς στους οποίους είναι δυνατόν να θεσπιστούν ελάχιστοι κανόνες.

(2β) Το Συμβούλιο, στο ψήφισμά του της 10ης Ιουνίου 2011 σχετικά με έναν χάρτη οδηγιών για την ενίσχυση των δικαιωμάτων και της προστασίας των θυμάτων, ιδίως σε ποινικές διαδικασίες (8), δήλωσε ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα σε επίπεδο Ένωσης προκειμένου να ενισχυθούν τα δικαιώματα, η στήριξη και η προστασία των θυμάτων εγκληματικών πράξεων. Για αυτόν τον σκοπό, και σύμφωνα με το εν λόγω ψήφισμα, η παρούσα οδηγία έχει ως στόχο την αναθεώρηση και συμπλήρωση των αρχών που ορίζονται στην απόφαση πλαίσιο 2001/220/ΔΕΥ καθώς και να λάβει περαιτέρω μέτρα όσον αφορά το επίπεδο προστασίας των θυμάτων στην επικράτεια της Ένωσης, ιδίως μέσα στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας.

(3) Το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών κάλεσε τις χώρες μέλη να βελτιώσουν τις εθνικές νομοθεσίες και πολιτικές τους εναντίον κάθε μορφής βίας κατά των γυναικών (9) και να αναλάβουν δράσεις για την αντιμετώπιση των αιτιών της βίας κατά των γυναικών, ιδίως με την εφαρμογή προληπτικών μέτρων, και επίσης κάλεσε την Ένωση να διασφαλίσει το δικαίωμα όλων των θυμάτων βίας στη συνδρομή και την υποστήριξη.

(3a) Στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Απριλίου 2011 σχετικά με τις προτεραιότητες και τα γενικά χαρακτηριστικά ενός νέου πλαισίου πολιτικής της ΕΕ για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών (10) προτείνεται στρατηγική καταπολέμησης της βίας κατά των γυναικών, της ενδοοικογενειακής βίας και του ακρωτηριασμού των γυναικείων σεξουαλικών οργάνων, η οποία θα αποτελέσει τη βάση μελλοντικών νομοθετικών πράξεων ποινικού δικαίου κατά της βίας λόγω βιολογικού φύλου, περιλαμβανομένου του πλαισίου για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών (πολιτική, πρόληψη, προστασία, δίωξη, μέριμνα και συνεργασία) το οποίο θα ακολουθήσει σχέδιο δράσης της ΕΕ. Οι διεθνείς πράξεις που διέπουν τον παρόντα τομέα περιλαμβάνουν τη Σύμβαση του 1979 των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (CEDAW), τις συστάσεις και αποφάσεις της επιτροπής CEDAW, και τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας, η οποία εκδόθηκε στις 7 Απριλίου 2011.

(3β) Η οδηγία 2011/99/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, περί της ευρωπαϊκής εντολής προστασίας (11) [και ο κανονισμός (EΕ) αριθ. …/2012 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις (12) ] θεσπίζουν μηχανισμούς για την αμοιβαία αναγνώριση των μέτρων προστασίας μεταξύ των χωρών μελών. Η οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας (13) και η οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της (14) καλύπτουν τις ιδιαίτερες ανάγκες των συγκεκριμένων κατηγοριών θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και παιδικής πορνογραφίας και εμπορίας ανθρώπων.

(3γ) Η απόφαση πλαίσιο 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002 για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, αναγνωρίζει ότι η τρομοκρατία συνιστά μια από τις πιο σοβαρές παραβιάσεις των αρχών στις οποίες είναι θεμελιωμένη η Ένωση, συμπεριλαμβανομένων των αρχών της δημοκρατίας και της ελεύθερης άσκησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

(5) Οι εγκληματικές πράξεις συνιστούν προσβολή κατά του κοινωνικού ιστού, καθώς και παραβίαση των ατομικών δικαιωμάτων των θυμάτων. Επομένως, τα θύματα θα πρέπει να αναγνωρίζονται και να αντιμετωπίζονται με σεβασμό, ευαισθησία και επαγγελματισμό και χωρίς κανενός είδους διακρίσεις λόγω φυλής, χρώματος, εθνοτικής καταγωγής ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκευτικών πεποιθήσεων, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων ή φρονημάτων, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσιακής κατάστασης, καταβολών, αναπηρίας, ηλικίας, βιολογικού φύλου, έκφρασης ή ταυτότητας φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού, καθεστώτος διαμονής και κατάστασης υγείας. Σε όλες τις επαφές με τις αρμόδιες αρχές που ενεργούν στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας, και τις υπηρεσίες που έρχονται σε επαφή με τα θύματα, όπως υπηρεσίες υποστήριξης θυμάτων ή υπηρεσίες αποκατάστασης δικαιοσύνης, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η προσωπική κατάσταση και οι άμεσες ανάγκες των θυμάτων, καθώς και η ηλικία, το βιολογικό φύλο, η ενδεχόμενη αναπηρία και ο βαθμός ωριμότητάς τους, με πλήρη σεβασμό της σωματικής, νοητικής και ηθικής τους ακεραιότητας. Τα θύματα πρέπει να προστατεύονται από επακόλουθη και επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση και από εκφοβισμό, να δέχονται κατάλληλη υποστήριξη που να διευκολύνει την αποκατάστασή τους και να έχουν κατάλληλη πρόσβαση στις υπηρεσίες της δικαιοσύνης.

(5α) Η παρούσα οδηγία δεν ασχολείται με τους όρους διαμονής των θυμάτων εγκληματικών πράξεων στην επικράτεια των χωρών μελών. Οι χώρες μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι τα δικαιώματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία δεν εξαρτώνται από το νομικό καθεστώς διαμονής των θυμάτων στο έδαφός τους ή από την ιθαγένεια ή την εθνικότητα του θύματος. Η καταγγελία εγκλήματος και η συμμετοχή σε ποινική διαδικασία δεν δημιουργούν δικαιώματα όσον αφορά το καθεστώς διαμονής του θύματος.

(6) Η παρούσα οδηγία αποσκοπεί να τροποποιήσει και να επεκτείνει τις διατάξεις της απόφασης-πλαισίου 2001/220/ΔΕΥ. Δεδομένου ότι οι τροποποιήσεις που πρέπει να επέλθουν είναι ουσιαστικές ως προς τον αριθμό και τη φύση τους, η εν λόγω απόφαση-πλαίσιο θα πρέπει για λόγους σαφήνειας να αντικατασταθεί στο σύνολό της.

(7) Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από την Χάρτα Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, σκοπός της είναι να προάγει το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια, τη ζωή, τη σωματική και νοητική ακεραιότητα, την ελευθερία και την ασφάλεια, το δικαίωμα της μη διακριτικής μεταχείρισης, το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, την αρχή της ισότητας  γυναικών και ανδρών, το δικαίωμα ιδιοκτησίας, τα δικαιώματα των παιδιών, των ηλικιωμένων και των ατόμων με αναπηρία και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.

Για βρεθείτε στο τρίτο μέρος πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήακμε στις 14.9.12 από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+REPORT+A7-2012-0244+0+DOC+XML+V0//EL

Θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων 3

(8) Η παρούσα οδηγία ορίζει τους ελάχιστους κανόνες. Οι χώρες μέλη μπορούν να επεκτείνουν τα δικαιώματα που ορίζονται στην παρούσα οδηγία προκειμένου να παράσχουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας.

(8α) Τα δικαιώματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία δεν θίγουν τα δικαιώματα της δράστριας-η. Ο όρος «δράστρια-ης» χρησιμοποιείται με την επιφύλαξη του τεκμηρίου αθωότητας και αφορά τις ύποπτες-ους και τις κατηγορουμένες-ους όταν αναφέρεται σε στάδια πριν από την ενδεχόμενη ομολογία της ενοχής ή την καταδίκη. Καλύπτει πάντως επίσης την περίπτωση κατά την οποία ένα πρόσωπο έχει καταδικασθεί για τη διάπραξη εγκλήματος.

(8β) Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις αξιόποινες πράξεις που διαπράττονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ποινικές διαδικασίες που διεξάγονται στην Ένωση. Παρέχει δικαιώματα στα θύματα αξιόποινων πράξεων που έχουν διαπραχθεί σε τρίτες χώρες μόνο σε σχέση με ποινικές διαδικασίες που διεξάγονται στην Ένωση. Οι καταγγελίες προς αρμόδιες αρχές εκτός της Ένωσης, όπως πρεσβείες, δεν δημιουργούν υποχρεώσεις δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

(8γ) Κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, πρωταρχικό κριτήριο πρέπει να είναι το ύψιστο συμφέρον των παιδιών, σύμφωνα με την Χάρτα των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα των παιδιών. Τα παιδιά θύματα θα πρέπει να θεωρούνται και να αντιμετωπίζονται ως πλήρεις κάτοχοι των δικαιωμάτων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και θα πρέπει να δικαιούνται να ασκούν τα δικαιώματα αυτά κατά τρόπο ο οποίος να λαμβάνει υπόψη την ικανότητά τους να διαμορφώνουν τις δικές τους απόψεις.

(8δ) Κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, οι χώρες μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα θύματα με αναπηρίες απολαύουν πλήρως των δικαιωμάτων που προβλέπει η παρούσα οδηγία σε ίση βάση με τις λοιπές-ούς, μεταξύ άλλων διευκολύνοντας την πρόσβασή τις-τους στους χώρους διεξαγωγής της ποινικής διαδικασίας, καθώς και την πρόσβασή τις-τους στην ενημέρωση.

(8ε) Τα θύματα τρομοκρατίας έχουν υποστεί επιθέσεις των οποίων απώτερος σκοπός είναι να βλάψουν την κοινωνία. Ενδέχεται λοιπόν να χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή, υποστήριξη και κοινωνική αναγνώριση λόγω της ιδιάζουσας φύσης του εγκλήματος που διεπράχθη εις βάρος τις-τους. Τα θύματα τρομοκρατίας μπορεί να βρεθούν στο επίκεντρο της δημόσιας προσοχής και συχνά χρειάζονται κοινωνική αναγνώριση και σεβασμό στην αντιμετώπισή τις-τους από την κοινωνία. Οι χώρες μέλη θα πρέπει επομένως να αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στα θύματα τρομοκρατίας, και να προστατεύουν την αξιοπρέπεια και την ασφάλειά τις-τους.

(8στ) Η βία που στρέφεται κατά προσώπου λόγω βιολογικού φύλου, ταυτότητας ή έκφρασης του φύλου ή θίγει δυσανάλογα πρόσωπα συγκεκριμένου φύλου νοείται ως βία λόγω φύλου. Ενδέχεται να προκαλέσει σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονομική βλάβη ή ταλαιπωρία του θύματος. Η βία λόγω βιολογικού φύλου νοείται ως μορφή διάκρισης και ως παραβίαση των θεμελιωδών ελευθεριών του θύματος και περιλαμβάνει τις ακόλουθες μορφές βίας χωρίς να περιορίζεται σε αυτές: βία στο πλαίσιο στενών σχέσεων, σεξουαλική βία (συμπεριλαμβανομένων του βιασμού, της σεξουαλικής επίθεσης και της σεξουαλικής παρενόχλησης), εμπορία ανθρώπων και δουλεία και διάφορες μορφές βάρβαρων πρακτικών όπως οι αναγκαστικοί γάμοι, ο ακρωτηριασμός των σεξουαλικών οργάνων των γυναικών και τα λεγόμενα εγκλήματα "τιμής". Οι γυναίκες που υπήρξαν θύματα βίας λόγω φύλου και τα παιδιά τις συχνά απαιτούν ιδιαίτερη υποστήριξη και προστασία λόγω υψηλού κινδύνου επαναλαμβανόμενης θυματοποίησης και εκφοβισμού σε αυτού του είδους τα εγκλήματα.

(8ζ) Όταν η βία διαπράττεται στο πλαίσιο στενής σχέσης, δράστρια-ης είναι πρόσωπο το οποίο είναι ή υπήρξε σύζυγος ή συντρόφισα-ος του θύματος, ή είναι άλλο μέλος της οικογενείας της-του, ασχέτως αν μοιράζεται ή έχει μοιρασθεί την ίδια στέγη με το θύμα. Η βία αυτή μπορεί να καλύπτει σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονομική βία και να προξενεί σωματική ή ψυχική βλάβη, συγκινησιακή δοκιμασία ή οικονομική ζημία. Η βία στο πλαίσιο στενών σχέσεων αποτελεί σοβαρό και συχνά συγκεκαλυμμένο κοινωνικό πρόβλημα που μπορεί να προκαλεί συστηματικό ψυχολογικό και σωματικό τραυματισμό με σοβαρές συνέπειες διότι διαπράττεται από πρόσωπο το οποίο ευλόγως έχει την εμπιστοσύνη του θύματος. Τα θύματα βίας στο πλαίσιο στενών σχέσεων ενδέχεται επομένως να χρειάζονται ιδιαίτερα μέτρα προστασίας. Οι γυναίκες θίγονται δυσανάλογα από αυτή τη μορφή βίας και η κατάσταση μπορεί να είναι πιο σοβαρή αν η γυναίκα είναι εξαρτημένη από το δράστη οικονομικά, κοινωνικά ή όσον αφορά το δικαίωμα διαμονής της.

(9) Η ιδιότητα του θύματος θα πρέπει να αναγνωρίζεται ασχέτως του εντοπισμού, της σύλληψης, της δίωξης ή της καταδίκης της δράστριας-η καθώς και της οικογενειακής σχέσης μεταξύ δράστριας-η και θύματος. Μέλη της οικογενείας των θυμάτων ενδέχεται επίσης να βλάπτονται λόγω του εγκλήματος. Αυτό ισχύει ειδικότερα για τα μέλη της οικογενείας προσώπου του οποίου ο θάνατος προκλήθηκε άμεσα από εγκληματική ενέργεια. Επομένως, βάσει της παρούσας οδηγίας, δύνανται να τυγχάνουν προστασίας και τα έμμεσα θύματα. Ωστόσο, οι χώρες μέλη μέλη μπορούν να θεσπίζουν διαδικασίες για τον περιορισμό του αριθμού των μελών της οικογενείας του θύματος που μπορούν να επωφελούνται από τα δυνάμει της παρούσας οδηγίας δικαιώματα. Εφόσον το θύμα είναι παιδί, το ίδιο το παιδί ή η-ο δικαιούχος της γονικής μέριμνας εξ ονόματος του παιδιού θα πρέπει να δικαιούται να ασκεί τα δικαιώματα που παρέχει η παρούσα οδηγία εκτός αν αυτό δεν είναι προς το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις εθνικές διοικητικές διαδικασίες και διατυπώσεις για την επιβεβαίωση ενός προσώπου ως θύματος.

(9α) Ο ρόλος των θυμάτων στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης και η δυνατότητά τις-τους να συμμετέχουν ενεργά στην ποινική διαδικασία ποικίλλουν στις χώρες μέλη, αναλόγως του εθνικού συστήματος, καθορίζονται δε βάσει ενός εκ ακόλουθων κριτηρίων: το εθνικό σύστημα προβλέπει νομικό καθεστώς διαδίκου στη ποινική διαδικασία, το θύμα υπέχει νομική υποχρέωση ή καλείται να συμμετάσχει ενεργά στην ποινική διαδικασία, λ.χ. ως μάρτυρας, ή και το θύμα δικαιούται δυνάμει του εθνικού δικαίου να συμμετάσχει ενεργά στην ποινική διαδικασία και επιδιώκει την άσκηση του δικαιώματός της-του, όταν το εθνικό σύστημα δεν προβλέπει νομικό καθεστώς διαδίκου στην ποινική διαδικασία. Οι χώρες μέλη θα πρέπει να προσδιορίζουν ποιο από τα κριτήρια αυτά εφαρμόζεται για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής των δικαιωμάτων που προβλέπονται δυνάμει των άρθρων, όταν υπάρχουν αναφορές στο ρόλο του θύματος στο οικείο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης.

(9β) Οι πληροφορίες και συμβουλές που παρέχονται από τις δημόσιες αρχές, τις υπηρεσίες υποστήριξης θυμάτων ή τις υπηρεσίες αποκατάστασης δικαιοσύνης θα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να λαμβάνουν διάφορες μορφές, ώστε να γίνονται κατανοητές από το θύμα. Οι εν λόγω πληροφορίες και οι συμβουλές θα πρέπει να παρέχονται σε γλώσσα απλή και κατανοητή. Επίσης, θα πρέπει να εξασφαλίζεται ότι το ίδιο το θύμα μπορεί να γίνεται κατανοητό κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Ως προς αυτό, πρέπει να εξετάζεται εάν το θύμα γνωρίζει τη γλώσσα που χρησιμοποιείται για την παροχή πληροφοριών, η ηλικία της-του, η ωριμότητα, οι πνευματικές και συναισθηματικές της-του ικανότητες, το επίπεδο στοιχειώδους εκπαίδευσης και κάθε νοητική ή φυσική ανεπάρκεια, όπως για παράδειγμα σε σχέση με την όραση ή την ακοή. Θα πρέπει να λαμβάνονται ιδιαιτέρως υπόψη οι δυσκολίες κατανόησης ή επικοινωνίας που μπορεί να οφείλονται σε κάποιου είδους αναπηρία, όπως προβλήματα ακοής ή ομιλίας. Επίσης, κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ενδεχόμενες αδυναμίες επικοινωνίας του θύματος.

(9γ) Ο χρόνος υποβολής της καταγγελίας θα πρέπει να θεωρείται ότι εμπίπτει στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Αυτό περιλαμβάνει και τις περιπτώσεις αυτεπάγγελτης κίνησης της ποινικής διαδικασίας από τις αρχές συνεπεία εγκληματικής πράξης κατά του θύματος.

(9δ) Πληροφορίες για την επιστροφή των εξόδων μπορούν να παρέχονται, από τη στιγμή της πρώτης επαφής με αρμόδια αρχή, π.χ. σε φυλλάδιο που περιλαμβάνει τους βασικούς όρους. Οι χώρες μέλη δεν υποχρεούνται, σε αυτό το πρώιμο στάδιο της ποινικής διαδικασίας, να αποφασίσουν αν το εν λόγω θύμα πληροί τους όρους επιστροφής των εξόδων.

(9ε) Όταν τα θύματα καταγγέλλουν αξιόποινη πράξη, θα πρέπει να λαμβάνουν έγγραφη βεβαίωση της αστυνομίας, στο οποίο αναφέρονται τα βασικά στοιχεία του εγκλήματος, όπως το είδος του εγκλήματος, ο χρόνος και ο τόπος τέλεσης, η προκληθείσα ζημία και βλάβη κλπ. Η βεβαίωση θα πρέπει να αναφέρει αριθμό φακέλου και το χρόνο και τόπο καταγγελίας του εγκλήματος προκειμένου να χρησιμεύσει ενδεχομένως ως τεκμηρίωση της καταγγελίας, π.χ. σε σχέση με ασφαλιστικές αξιώσεις.

(9στ) Με την επιφύλαξη των κανόνων περί παραγραφής, η καθυστερημένη καταγγελία αξιόποινης πράξης λόγω φόβου αντιποίνων, ταπείνωσης ή στιγματισμού δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την άρνηση βεβαίωσης της καταγγελίας του θύματος.

(10) Κατά την παροχή πληροφοριών θα πρέπει να δίδονται επαρκείς λεπτομέρειες ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα θύματα αντιμετωπίζονται με σεβασμό και ότι είναι σε θέση να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις σχετικά με τη συμμετοχή τις-τους στη διαδικασία. Ως προς αυτό, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τις-τους παρέχονται πληροφορίες ώστε να γνωρίζουν την εκάστοτε κατάσταση κάθε διαδικασίας. Επίσης, είναι σημαντικό να παρέχονται στα θύματα πληροφορίες που τις-τους δίνουν τη δυνατότητα να αποφασίσουν κατά πόσο θα ζητήσουν να επανεξεταστεί απόφαση μη δίωξης. Εάν δεν απαιτείται ρητά, οι πληροφορίες που κοινοποιούνται στο θύμα μπορούν να παρασχεθούν προφορικά ή γραπτά, μεταξύ άλλων με ηλεκτρονικά μέσα.

(10α) Οι πληροφορίες προς το θύμα θα πρέπει να αποστέλλονται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση αλληλογραφίας ή στα ηλεκτρονικά στοιχεία επικοινωνίας που έχουν δοθεί στην αρμόδια αρχή από το θύμα. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, π.χ. λόγω του μεγάλου αριθμού θυμάτων σε μια υπόθεση, οι πληροφορίες μπορούν να παρέχονται μέσω του τύπου, μέσω της επίσημης ιστοσελίδας της αρμόδιας αρχής ή άλλου ανάλογου διαύλου επικοινωνίας.

(10β) Οι χώρες μέλη δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν πληροφορίες, όταν η αποκάλυψη των πληροφοριών θα μπορούσε να επηρεάσει τον ορθό χειρισμό μία υπόθεσης ή να βλάψει συγκεκριμένη υπόθεση ή συγκεκριμένο πρόσωπο, ή αν η χώρα μέλος θεωρεί ότι αντιβαίνει στα ουσιώδη συμφέροντα της εθνικής της ασφάλειας.

(10γ) Οι οικείες αρμόδιες αρχές θα πρέπει να μεριμνούν ώστε τα θύματα να λαμβάνουν ενημερωμένα στοιχεία επαφής προκειμένου να επικοινωνούν όσον αφορά την υπόθεσή τους, εκτός αν το θύμα έχει εκφράσει την επιθυμία να μη λαμβάνει τις πληροφορίες αυτές.

(10δ) Η αναφορά σε «απόφαση», στο πλαίσιο του δικαιώματος ενημέρωσης, μετάφρασης και διερμηνείας θα πρέπει να ερμηνεύεται μόνο ως αναφορά τη διαπίστωση της ενοχής ή την κατ’ άλλο τρόπο περάτωση της ποινικής διαδικασίας. Οι λόγοι της απόφασης αυτής μπορούν να γνωστοποιηθούν στο θύμα είτε μέσω αντίγραφου του εγγράφου το οποίο περικλείει την απόφαση είτε μέσω σύντομης περίληψής τους.

(10ε) Το δικαίωμα ενημέρωσης σχετικά με το χρόνο και τον τόπο διεξαγωγής δίκης συνεπεία καταγγελίας αξιόποινης πράξης κατά του θύματος ισχύει επίσης για την ενημέρωση σχετικά με το χρόνο και τον τόπο διεξαγωγής ακρόασης που αφορά έφεση ασκηθείσα κατά απόφασης στη συγκεκριμένη υπόθεση.

(10στ) Θα πρέπει να παρέχονται στα θύματα συγκεκριμένες πληροφορίες για την αποφυλάκιση ή την απόδραση της δράστριας-η εφόσον έχουν εκφράσει σχετική επιθυμία, τουλάχιστον όταν υπάρχει ενδεχόμενος ή διαπιστωμένος κίνδυνος βλάβης των θυμάτων, εκτός εάν υπάρχει διαπιστωμένος κίνδυνος βλάβης της δράστριας-η λόγω της κοινοποίησης των πληροφοριών. Όταν υπάρχει διαπιστωμένος κίνδυνος βλάβης της δράστριας-η λόγω της κοινοποίησης των πληροφοριών, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλους τους κινδύνους κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με τις ενδεδειγμένες ενέργειες. Η αναφορά σε «διαπιστωμένο κίνδυνο βλάβης των θυμάτων» θα πρέπει να καλύπτει παράγοντες όπως η σοβαρότητα ή η φύση του εγκλήματος και ο κίνδυνος αντιποίνων. Κατά συνέπεια, δεν θα πρέπει να ισχύει σε περιπτώσεις ησσόνων εγκλημάτων με μικρή πιθανότητα βλάβης του θύματος.

(10ζ) Τα θύματα θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με οιοδήποτε δικαίωμα έφεσης κατά απόφασης αποφυλάκισης της δράστριας-η, εφόσον προβλέπεται το δικαίωμα αυτό στο εθνικό δίκαιο.


Για να βρεθείτε στο τέταρτο μέρος πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήκαμε στις 14.9.12 από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+REPORT+A7-2012-0244+0+DOC+XML+V0//EL

Θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων 4

(12) Η δικαιοσύνη δεν μπορεί να αποδοθεί αποτελεσματικά εάν τα θύματα δεν μπορέσουν να εξηγήσουν με τον κατάλληλο τρόπο τις περιστάσεις του εγκλήματος που υπέστησαν και να καταθέσουν τα αποδεικτικά τις-τους στοιχεία με μορφή κατανοητή για τις αρμόδιες αρχές. Είναι επίσης σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι η μεταχείριση του θύματος γίνεται με σεβασμό και ότι μπορεί να διεκδικήσει τα δικαιώματά της-του. Συνεπώς θα πρέπει να προβλέπεται πάντα, σύμφωνα με το ρόλο του θύματος στο οικείο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, δωρεάν διερμηνεία κατά την εξέταση του θύματος και για την ενεργό συμμετοχή της-του στην ακροαματική διαδικασία. Όσον αφορά άλλες πτυχές της ποινικής διαδικασίας, η ανάγκη υπηρεσίας διερμηνείας και μετάφρασης μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με ειδικά θέματα, τον ρόλο του θύματος, τη συμμετοχή της-του στη διαδικασία και ορισμένα άλλα ειδικά δικαιώματα τα οποία απολαμβάνει. Στις περιπτώσεις αυτές, υπηρεσίες διερμηνείας και μετάφρασης πρέπει να παρέχονται μόνο στον βαθμό που απαιτείται προκειμένου τα θύματα να ασκήσουν τα δικαιώματά τις-τους.

(12α) Τα θύματα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να προσβάλλουν απόφαση με την οποία διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει ανάγκη μετάφρασης ή διερμηνείας, σύμφωνα με τις διαδικασίες του εθνικού δικαίου. Το δικαίωμα αυτό δεν συνεπάγεται υποχρέωση των χωρών μελών να προβλέπουν χωριστό μηχανισμό ή διαδικασία καταγγελιών για την προσβολή της εν λόγω απόφασης και δεν θα πρέπει να προκαλεί αδικαιολόγητη παράταση της ποινικής διαδικασίας. Αρκεί η εσωτερική επανεξέταση της απόφασης.

(12β) Το γεγονός ότι το θύμα ομιλεί μόνο μία γλώσσα, η οποία είναι σπάνια, δεν δικαιολογεί αφ΄εαυτού την απόφαση ότι η μετάφραση ή η διερμηνεία θα προκαλούσε αδικαιολόγητη παράταση της ποινικής διαδικασίας.

(13) Η υποστήριξη που παρέχεται πρέπει να είναι διαθέσιμη από τη στιγμή που οι αρχές αποκτούν επίγνωση για το θύμα και καθ’ όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας και για κατάλληλο χρονικό διάστημα μετά από τις διαδικασίες αυτές, σύμφωνα με τις ανάγκες του θύματος και τα δικαιώματα δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Η υποστήριξη πρέπει να παρέχεται με διάφορα μέσα, χωρίς υπερβολικές διατυπώσεις και με επαρκή γεωγραφική κατανομή, ώστε να δίδεται η δυνατότητα σε όλα τα θύματα να έχουν πρόσβαση σ'αυτές τις υπηρεσίες. Τα θύματα που έχουν υποστεί σημαντική βλάβη λόγω της σοβαρότητας του εγκλήματος ενδέχεται να χρειάζονται υπηρεσίες ιδιαίτερης υποστήριξης.

(13α) Όσες είναι εξαιρετικά ευάλωτες-οι ή ιδιαίτερα εκτεθειμένες-οι, όπως τα πρόσωπα κατά των οποίων ασκείται κατ’ επανάληψη βία στο πλαίσιο στενών σχέσεων, τα θύματα βίας λόγω βιολογικού φύλου ή τα πρόσωπα που έχουν πέσει θύματα άλλου είδους εγκλημάτων σε χώρα μέλος της οποίας δεν είναι υπήκοοι ή κάτοικοι, χρειάζονται ιδιαίτερη υποστήριξη και νομική προστασία. Οι υπηρεσίες ιδιαίτερης υποστήριξης θα πρέπει να βασίζονται σε ολοκληρωμένη και στοχευμένη προσέγγιση η οποία λαμβάνει υπόψη κυρίως τις ειδικές ανάγκες των θυμάτων, τη σοβαρότητα της βλάβης που υπέστησαν λόγω του εγκλήματος, καθώς και τη σχέση ανάμεσα στα θύματα, τις δράστριες-ες, τα παιδιά και το ευρύτερο περιβάλλον τις-τους. Βασικό καθήκον των υπηρεσιών αυτών και του προσωπικού τις, που έχουν καίριο ρόλο στην υποστήριξη των θυμάτων ώστε να συνέλθει από και να ξεπεράσει τη βλάβη ή το τραύμα που έχει πιθανώς υποστεί από την αξιόποινη πράξη, θα πρέπει να είναι η ενημέρωση των θυμάτων σχετικά με τα δικαιώματά τις-τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας και η συμβολή τις-τους ώστε τα θύματα να μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις σε ενθαρρυντικό περιβάλλον που τα αντιμετωπίζει με αξιοπρέπεια, σεβασμό και ευαισθησία. Η υποστήριξη που παρέχεται από τις ειδικές αυτές υπηρεσίες μπορεί να λαμβάνει διάφορες μορφές, μεταξύ άλλων την παροχή προστασίας και την ασφαλή στέγη, την άμεση ιατρική υποστήριξη, την παραπομπή σε ιατρική και ιατροδικαστική εξέταση για αποδεικτικά στοιχεία σε περιπτώσεις βιασμού και σεξουαλικής επίθεσης, την παροχή βραχυπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης ψυχολογικής υποστήριξης, μετατραυματικής περίθαλψης, νομικών συμβουλών, πρόσβασης σε υπηρεσίες συνηγορίας και ειδικών υπηρεσιών για τα παιδιά ως άμεσα ή έμμεσα θύματα. Οι υπηρεσίες υποστήριξης των θυμάτων δεν αναμένεται εξ ορισμού να παρέχουν οι ίδιες εκτενή ειδικευμένη και επαγγελματική εμπειρογνωμοσύνη. Οι υπηρεσίες υποστήριξης των θυμάτων θα πρέπει να βοηθούν τα θύματα, εφόσον απαιτείται, να χρησιμοποιούν τις υπάρχουσες επαγγελματικές υπηρεσίες υποστήριξης, λόγου χάρη ψυχολόγους.

(14) Μολονότι η παροχή υποστήριξης δεν πρέπει να εξαρτάται από την υποβολή καταγγελίας εκ μέρους θύματος σε αρμόδια αρχή, όπως στην αστυνομία, οι αρχές αυτές είναι συχνά οι πλέον κατάλληλες για να ενημερώσουν τα θύματα για τις δυνατότητες υποστήριξης. Για τον λόγο αυτόν, οι χώρες μέλη ενθαρρύνονται να δημιουργήσουν κατάλληλο πλαίσιο συνθηκών που να καθιστά δυνατή την παραπομπή των θυμάτων σε υπηρεσίες υποστήριξης, εξασφαλίζοντας κυρίως ότι μπορεί να τηρηθούν και τηρούνται οι απαιτήσεις προστασίας των δεδομένων. Θα πρέπει να αποφεύγονται οι επανειλημμένες παραπομπές.

(14α) Το δικαίωμα ακρόασης των θυμάτων θα πρέπει επίσης να θεωρείται ότι παρέχεται όταν τα θύματα έχουν τη δυνατότητα να καταθέσουν ή να δώσουν εξηγήσεις γραπτώς.

(14β) Το δικαίωμα ακρόασης των παιδιών θυμάτων κατά την ποινική διαδικασία δεν θα πρέπει να αποκλείεται μόνο και μόνο επειδή το θύμα είναι παιδί ή λόγω της ηλικίας του παιδιού.

(15) Το δικαίωμα επανεξέτασης της απόφασης για τη μη άσκηση δίωξης αφορά αποφάσεις εισαγγελέων και ανακριτών ή αρχών επιβολής του νόμου, όπως αστυνομικών, αλλά όχι αποφάσεις δικαστηρίων. Η επανεξέταση της απόφασης μη άσκησης δίωξης θα πρέπει να διενεργείται από διαφορετικό πρόσωπο ή αρχή από αυτήν που εξέδωσε την αρχική απόφαση, εκτός εάν η εν λόγω απόφαση εξεδόθη από την ανώτατη εισαγγελική αρχή, η απόφαση της οποίας δεν επιδέχεται επανεξέταση· στην περίπτωση αυτή, η επανεξέταση μπορεί να διενεργείται από την ίδια αρχή. Το δικαίωμα επανεξέτασης της απόφασης για τη μη άσκηση δίωξης δεν αφορά ειδικές διαδικασίες, όπως διαδικασίες κατά βουλευτίνων-ών ή μελών της κυβέρνησης, όσον αφορά την άσκηση των επίσημων καθηκόντων τις-τους.

(15α) Η απόφαση περάτωσης της διαδικασίας θα πρέπει να καλύπτει και περιπτώσεις κατά τις οποίες η εισαγγελία αποφασίζει να αποσύρει τις κατηγορίες ή να παύσει την ποινική δίωξη.

(15β) Η απόφαση της εισαγγελίας που έχει ως αποτέλεσμα εξωδικαστικό διακανονισμό και, ως εκ τούτου, την περάτωση της διαδικασίας δεν θα πρέπει να στερεί από τα θύματα το δικαίωμα επανεξέτασης της απόφασης της εισαγγελίας να μην ασκήσει δίωξη, εκτός αν με τον εξωδικαστικό διακανονισμό επιβάλλεται προειδοποίηση ή υποχρέωση.


Για να βρεθείτε στο πέμπτο μέρος πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήκαμε στις 14.9.12 από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+REPORT+A7-2012-0244+0+DOC+XML+V0//EL

Θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων 5

(16) Οι υπηρεσίες αποκατάστασης δικαιοσύνης, όπως η διαμεσολάβηση μεταξύ θύματος και δράστριας-η, οι ευρύτερες οικογενειακές συναντήσεις και οι κύκλοι καθορισμού της ποινής, μπορεί να ωφελήσουν σε μεγάλο βαθμό το θύμα, αλλά απαιτούν ορισμένες διασφαλίσεις προκειμένου να αποφευχθεί η περαιτέρω θυματοποίηση. Οι υπηρεσίες αυτές θα πρέπει να έχουν ως πρωταρχικό κριτήριο τα συμφέροντα και τις ανάγκες του θύματος, την αποκατάσταση της βλάβης που υπέστη και την πρόληψη άλλης βλάβης. Κατά την παραπομπή της υπόθεσης σε αποκατάσταση δικαιοσύνης και κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αποκατάστασης, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ορισμένοι παράγοντες όπως το είδος, η φύση και η σοβαρότητα του εγκλήματος, ο βαθμός του τραύματος που έχει προκληθεί, η κατ' επανάληψη παραβίαση της σωματικής, σεξουαλικής ή ψυχολογικής ακεραιότητας του θύματος, οι ανισορροπίες συσχετισμού δυνάμεων, η ηλικία, η ωριμότητα ή η νοητική ικανότητα του θύματος, οι οποίοι θα μπορούσαν να περιορίσουν ή να μειώσουν την ικανότητά της-του να κάνει συνειδητή επιλογή ή να έχουν αρνητικές επιπτώσεις για το θύμα. Οι ιδιωτικές διαδικασίες πρέπει γενικά να έχουν απόρρητο χαρακτήρα, πλην αντίθετης συμφωνίας των διαδίκων ή εκτός αν προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση στο εθνικό δίκαιο λόγω υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος. Ορισμένοι παράγοντες, όπως απειλές ή οιαδήποτε μορφή βίας κατά τη διάρκεια της διαδικασίας μπορεί να θεωρηθεί ότι πρέπει να γνωστοποιούνται για το κοινό συμφέρον.

(16α) Τα θύματα δεν πρέπει να αναμένεται ότι θα υποβάλλονται σε έξοδα για να συμμετάσχουν στη ποινική διαδικασία. Ωστόσο, όταν το πράττουν δεν πρέπει να προκαλούν περιττά έξοδα. Οι χώρες μέλη υποχρεούνται να καλύπτουν μόνο τα αναγκαία έξοδα, αλλά δεν υποχρεούνται να καλύπτουν τα δικαστικά έξοδα των θυμάτων. Οι χώρες μέλη μπορούν να επιβάλλουν όρους πληρωμής στο εθνικό δίκαιο, όπως προθεσμίες για την αίτηση επιστροφής εξόδων, τυποποιημένους συντελεστές για τα έξοδα διατροφής και μετακίνησης και μέγιστα ημερήσια ποσά για απώλεια εσόδων. Το δικαίωμα επιστροφής εξόδων στη ποινική διαδικασία δεν θα πρέπει να αφορά την περίπτωση κατά την οποία το θύμα έχει δώσει κατάθεση σχετικά με εγκληματική πράξη. Τα έξοδα πρέπει να αποδίδονται μόνο στο βαθμό που το θύμα υποχρεούται ή καλείται από τις αρμόδιες αρχές να παραστεί και να συμμετάσχει ενεργώς στη διαδικασία.

(16β) Τα αποδοτέα περιουσιακά στοιχεία τα οποία έχουν κατασχεθεί κατά την ποινική διαδικασία θα πρέπει να επιστρέφονται το ταχύτερο δυνατό στο θύμα του εγκλήματος, εκτός εάν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, όπως διαφορά σχετικά με την κυριότητα ή την κατοχή των περιουσιακών στοιχείων, ή εάν είναι παράνομα τα ίδια τα περιουσιακά στοιχεία. Η επιστροφή των περιουσιακών στοιχείων δεν θίγει τη νόμιμη φύλαξή τους για το σκοπό άλλων νομικών διαδικασιών.

(16γ) Το δικαίωμα απόφασης για τη χορήγηση αποζημίωσης από την δράστρια-η και η οικεία εφαρμοστέα διαδικασία θα πρέπει να ισχύουν και για τα θύματα που διαμένουν σε χώρα μέλος διαφορετικό της χώρας τέλεσης του εγκλήματος.

(16δ) Η υποχρέωση που προβλέπεται στην παρούσα οδηγία όσον αφορά τη διαβίβαση των καταγγελιών δεν θα πρέπει να θίγει την αρμοδιότητα των χωρών μελών να κινούν διαδικασίες ούτε τους κανόνες περί σύγκρουσης δικαιοδοσίας, μεταξύ άλλων όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών, που θεσπίζονται στην απόφαση-πλαίσιο 2009/948/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2009 για την πρόληψη και τον διακανονισμό συγκρούσεων δικαιοδοσίας σε ποινικές υποθέσεις(15).

(16ε) Εφόσον το θύμα έχει εγκαταλείψει το έδαφος της χώρας μέλους τέλεσης του εγκλήματος, η εν λόγω χώρα δεν υποχρεούται πλέον να παρέχει συνδρομή, υποστήριξη και προστασία εκτός αν αφορά άμεσα ποινική διαδικασία την οποία διεξάγει όσον αφορά το εν λόγω έγκλημα, όπως ειδικά μέτρα προστασίας κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας. Η χωρα μέλος κατοικίας του θύματος θα πρέπει να παρέχει την αναγκαία βοήθεια, υποστήριξη και προστασία για την αποκατάσταση του θύματος.

(16στ) Θα πρέπει να προβλέπονται μέτρα για τη διαφύλαξη της αξιοπρέπειας και την προστασία των θυμάτων και των μελών της οικογένειάς τις-τους από αντίποινα, εκφοβισμό, επανειλημμένη ή επακόλουθη θυματοποίηση, όπως ασφαλιστικά μέτρα, εντολές προστασίας ή περιοριστικά μέτρα.

(16ζ) Ο κίνδυνος να υποστεί το θύμα περαιτέρω θυματοποίηση είτε από την δράστρια-η είτε ως αποτέλεσμα της συμμετοχής της-του στην ποινική διαδικασία θα πρέπει να περιοριστεί με τη συντονισμένη εφαρμογή της διαδικασίας, έτσι ώστε η μεταχείριση των θυμάτων γίνεται με σεβασμό και να τις-τους παρέχεται η δυνατότητα να αναπτύξουν σχέσεις εμπιστοσύνης με τις αρχές. Η αλληλεπίδραση με τις αρχές θα πρέπει να είναι όσο το δυνατό ευκολότερη, να περιορίζεται ο αριθμός των μη αναγκαίων αλληλεπιδράσεων με το θύμα, παραδείγματος χάρη, με τη μαγνητοσκόπηση της εξέτασης, και να χορηγείται άδεια να χρησιμοποιηθεί κατά τη δικαστική διαδικασία. Για να αποφευχθεί η ταλαιπωρία του θύματος κατά τη διάρκεια της διαδικασίας και ιδίως ως αποτέλεσμα οπτικής επικοινωνίας με την δράστρια-η, την οικογένειά της-του, τις-τους συνεταίρους ή το κοινό, οι επαγγελματίες του κλάδου θα πρέπει να διαθέτουν ευρύ φάσμα μέτρων. Για το σκοπό αυτό, οι χώρες μέλη ενθαρρύνονται να λάβουν, ιδίως στα κτίρια των δικαστηρίων και στα αστυνομικά τμήματα, εφικτά και πρακτικά μέτρα ώστε να εξοπλισθούν οι εγκαταστάσεις με χωριστές εισόδους, χώρους αναμονής κλπ., για τα θύματα. Επιπλέον οι χώρες μέλη θα πρέπει να σχεδιάζουν, κατά το δυνατόν, τη διεξαγωγή της ποινικής διαδικασίας ούτως ώστε να αποφεύγονται οι επαφές μεταξύ της δράστριας-η και των θυμάτων και των μελών της οικογενείας τις-τους, παραδείγματος χάρη κλητεύοντας το θύμα και τη δράστρια-η σε ακροάσεις σε διαφορετική ώρα.

(16η) Η προστασία της ιδιωτικής ζωής του θύματος μπορεί να αποτελέσει σημαντικό μέσο για την πρόληψη επακόλουθης θυματοποίησης και μπορεί να επιτευχθεί χάρη σε μια σειρά μέτρων που συμπεριλαμβάνουν τη μη κοινολόγηση ή την περιορισμένη κοινολόγηση πληροφοριών σχετικά με την ταυτότητα και τον τόπο στον οποίον βρίσκεται το θύμα. Η προστασία αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική για τα θύματα παιδικής ηλικίας, κυρίως η μη κοινολόγηση του ονόματός τις-τους. Ενδέχεται ωστόσο σε ορισμένες έκτακτες περιπτώσεις να είναι προς όφελος του παιδιού η αποκάλυψη ή ακόμη και η ευρεία διάδοση πληροφοριών, π.χ. σε περίπτωση απαγωγής του παιδιού. Τα μέτρα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και της εικόνας των θυμάτων και των μελών της οικογενείας τις-τους θα πρέπει πάντοτε να συνάδουν με τα άρθρα 6 και 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών όσον αφορά το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και την ελευθερία της έκφρασης.

(17) Κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, ορισμένα θύματα είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένα στον κίνδυνο επακόλουθης και επαναλαμβανόμενης θυματοποίησης και εκφοβισμού από τη δράστρια-η. Ο κίνδυνος αυτός οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα προσωπικά χαρακτηριστικά του θύματος, στο είδος ή τη φύση του εγκλήματος και στις περιστάσεις τέλεσής του. Μόνο με την ταχύτερη δυνατή διεξαγωγή ατομικών αξιολογήσεων είναι δυνατόν να εντοπισθεί αποτελεσματικά ο εν λόγω κίνδυνος. Όλα τα θύματα θα πρέπει να υπάγονται σε αξιολόγηση προκειμένου να καθορίζεται αν κινδυνεύουν να υποστούν περαιτέρω θυματοποίηση και ποια συγκεκριμένα μέτρα προστασίας απαιτούνται.

(18) Στις ατομικές αξιολογήσεις θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα προσωπικά χαρακτηριστικά του θύματος όπως η ηλικία, το βιολογικό φύλο, και η ταυτότητα ή η έκφραση του φύλου, η εθνότητα, η φυλή, η θρησκεία, ο σεξουαλικός προσανατολισμός, η υγεία, η αναπηρία, το καθεστώς διαμονής, οι δυσκολίες επικοινωνίας, η σχέση με την δράστρια-η ή η εξάρτηση από αυτήν-όν, η προηγούμενη εμπειρία από εγκληματικές πράξεις, το είδος ή η φύση του εγκλήματος ή οι περιστάσεις του εγκλήματος όπως το έγκλημα μίσους ή το έγκλημα λόγω προκαταλήψεων ή έγκλημα που διαπράχθηκε με κίνητρο σχετικό με διάκριση, σεξουαλική βία, βία στο πλαίσιο στενών σχέσεων, όπου η δράστρια-ης ήταν σε θέση ισχύος, το γεγονός ότι η κατοικία του θύματος βρίσκεται σε συνοικία με μεγάλη εγκληματικότητα ή στην οποία κυκλοφορούν συμμορίες, ή το γεγονός ότι το θύμα είναι αλλοδαπή-ός.

(18α) Τα θύματα εμπορίας ανθρώπων, τρομοκρατίας, οργανωμένου εγκλήματος, βίας στο πλαίσιο στενών σχέσεων, σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης, βίας λόγω βιολογικού φύλου, εγκλημάτων μίσους, τα θύματα με αναπηρίες και τα παιδιά θύματα τείνουν να υφίστανται σε μεγάλο βαθμό επακόλουθη ή επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση ή εκφοβισμό. Θα πρέπει να αξιολογείται με ιδιαίτερη προσοχή αν τα θύματα αυτά κινδυνεύουν να υποστούν περαιτέρω θυματοποίηση και θα πρέπει να υπάρχει ισχυρό τεκμήριο ότι θα ωφεληθούν από τα ιδιαίτερα μέτρα προστασίας.

(19) Τα θύματα τα οποία έχουν κριθεί ευάλωτα στον κίνδυνο επακόλουθης και επαναλαμβανόμενης θυματοποίησης ή εκφοβισμού θα πρέπει να τυγχάνουν κατάλληλων μέτρων προστασίας κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας. Η ακριβής φύση αυτών των μέτρων θα πρέπει να καθορίζεται μέσω της ατομικής αξιολόγησης συνεκτιμώντας την επιθυμία του θύματος. Η εμβέλεια των μέτρων θα πρέπει να καθορίζεται με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της υπεράσπισης και σύμφωνα με τους κανόνες της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου. Οι ανησυχίες και οι φόβοι των θυμάτων σε σχέση με τη διαδικασία θα πρέπει να αποτελούν θεμελιώδη παράγοντα προκειμένου να προσδιοριστεί κατά πόσον χρειάζονται κάποιο ειδικό μέτρο.

(19α) Λόγω άμεσων επιχειρησιακών αναγκών και περιορισμών ενδέχεται να είναι αδύνατον να εξασφαλισθεί, λ.χ., ότι η εξέταση του θύματος θα διενεργείται πάντα από την ίδια-ο αστυνομικό· οι περιορισμοί αυτοί μπορεί να οφείλονται π.χ. σε ασθένεια, άδεια μητρότητας ή γονική άδεια. Εκτός αυτού, οι ειδικοί χώροι που προορίζονται για την εξέταση των θυμάτων μπορεί να μην είναι διαθέσιμοι λόγω ανακαίνισης, κλπ. Σε περίπτωση τέτοιων επιχειρησιακών ή πρακτικών περιορισμών, μπορεί να υπάρξουν περιπτώσεις στις οποίες είναι αδύνατη η εφαρμογή του ιδιαίτερου μέτρου που αποφασίσθηκε μετά από την ατομική αξιολόγηση.


Για να βρεθείτε στο έκτο μέρος πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήκαμε στις 14.9.12 από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+REPORT+A7-2012-0244+0+DOC+XML+V0//EL

Θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων 6

(23) Όταν, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, πρόκειται να οριστεί κηδεμόνας ή εκπρόσωπος για τα παιδιά, οι ρόλοι αυτοί μπορούν να επιτελούνται από το ίδιο πρόσωπο ή από νομικό πρόσωπο, ίδρυμα ή αρχή.

(24) Κάθε υπάλληλος που συμμετέχει σε ποινική διαδικασία η οποία-ος ενδέχεται να έλθει σε προσωπική επαφή με θύματα θα πρέπει να έχει πρόσβαση σε και να λαμβάνει κατάλληλη εκπαίδευση, ούτως ώστε να είναι σε θέση να αναγνωρίζει τα θύματα και τις ανάγκες τις-τους, και να τα αντιμετωπίζει με σύνεση, σεβασμό, επαγγελματισμό και χωρίς διακρίσεις, στο πλαίσιο τόσο της αρχικής όσο και της συνεχούς εκπαίδευσης, και σε βαθμό ανάλογο με την επαφή της-του με τα θύματα. Οι επαγγελματίες του κλάδου που ενδέχεται να συμμετέχουν στην ατομική αξιολόγηση για τον προσδιορισμό των συγκεκριμένων αναγκών προστασίας του θύματος και να κρίνουν αν το θύμα χρειάζεται ιδιαίτερα μέτρα προστασίας θα πρέπει να λαμβάνουν ειδική εκπαίδευση για τη διενέργεια της αξιολόγησης αυτής. Οι χώρες μέλη θα πρέπει να προβλέπουν την εν λόγω απαίτηση εκπαίδευσης για τις αστυνομικές υπηρεσίες και το προσωπικό των δικαστικών αρχών. Θα πρέπει επίσης να προτείνεται η εκπαίδευση για δικηγορίνες-ους, εισαγγελείς και δικαστίνες-ές και για τις-τους επαγγελματίες του κλάδου που παρέχουν υποστήριξη στα θύματα και υπηρεσίες αποκατάστασης δικαιοσύνης. Η εν λόγω απαίτηση θα πρέπει να περιλαμβάνει εκπαίδευση σχετικά με τις ειδικές υπηρεσίες στις οποίες θα πρέπει να παραπέμπονται τα θύματα ή εξειδικευμένη κατάρτιση όταν η εργασία τις-τους έχει ως επίκεντρο θύματα με ιδιαίτερες ανάγκες, και εξειδευμένη ψυχολογική εκπαίδευση ανάλογα με την περίπτωση. Η εκπαίδευση αυτή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη διάσταση του βιολογικού φύλου όταν χρειάζεται. Οι δράσεις των χωρών μελών για την εκπαίδευση θα πρέπει να συμπληρώνονται με κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών σύμφωνα με το ψήφισμα του Συμβουλίου της 10ης Ιουνίου 2011.

(25) Οι χώρες μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τη στενή συνεργασία με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτισών-ών και, κυρίως, με τις αναγνωρισμένες και ενεργές μη κυβερνητικές οργανώσεις που βοηθούν θύματα εγκληματικών πράξεων, ιδιαίτερα στο πλαίσιο πρωτοβουλιών για τη διαμόρφωση πολιτικών, εκστρατειών για τη βελτίωση της πληροφόρησης και της ευαισθητοποίησης, ερευνητικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων και στο πλαίσιο της κατάρτισης, καθώς και στο πλαίσιο της παρακολούθησης και της αξιολόγησης του αντικτύπου των μέτρων υποστήριξης και προστασίας θυμάτων εγκληματικών πράξεων. Για να αντιμετωπίζονται τα θύματα εγκληματικών πράξεων με την κατάλληλη προσοχή και για να λαμβάνουν την κατάλληλη υποστήριξη και προστασία, οι δημόσιες υπηρεσίες θα πρέπει να εργάζονται με συντονισμένο τρόπο και να έχουν συμμετοχή σε όλα τα επίπεδα της διοίκησης - σε επίπεδο Ένωσης και σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Θα πρέπει να παρέχεται βοήθεια στα θύματα ώστε να βρίσκουν και να απευθύνονται στις κατάλληλες αρχές προκειμένου να αποφεύγονται οι επανειλημμένες παραπομπές. Οι χώρες μέλη θα πρέπει να μελετήσουν την ανάπτυξη της παροχής πολλαπλών υπηρεσιών σύμφωνα με την αρχή του "μοναδικού σημείου πρόσβασης" ή της "μονοαπευθυντικής θυρίδας" για την αντιμετώπιση των πολλαπλών αναγκών των θυμάτων όταν εμπλέκονται στην ποινική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης λήψης πληροφοριών, υποστήριξης, βοήθειας, προστασίας και αποζημίωσης.

(25α) Προκειμένου να ενθαρρυνθούν και να διευκολυνθούν οι καταγγελίες και να μπορέσουν τα θύματα να σπάσουν τον κύκλο της επαναλαμβανόμενης θυματοποίησης, είναι απαραίτητο τα θύματα να έχουν στη διάθεσή τις-τους αξιόπιστες υπηρεσίες στήριξης και να είναι οι αρμόδιες αρχές διατεθειμένες να απαντήσουν στις καταγγελίες τις-τους με σεβασμό, προσοχή και με ισότιμο και επαγγελματικό τρόπο. Αυτό θα μπορούσε να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των θυμάτων στα συστήματα ποινικής δικαιοσύνης και να μειώσει τον αριθμό των μη καταγγελλόμενων εγκλημάτων. Οι επαγγελματίες του κλάδου οι οποίες-οι ως επί το πλείστον δέχονται καταγγελίες εγκλημάτων από μέρους των θυμάτων εκπαιδεύονται καταλλήλως για να διευκολύνουν την υποβολή της καταγγελίας, απαιτούνται δε μέτρα για την υποβολή καταγγελιών από μέρους τρίτων, συμπεριλαμβανομένων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτισών-ων. Θα πρέπει να είναι δυνατή η χρήση τεχνολογιών της επικοινωνίας, όπως το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, οι μαγνητοσκοπήσεις ή επιγραμμικά ηλεκτρονικά έντυπα για την υποβολή καταγγελιών.

(25β) Η συστηματική και κατάλληλη συλλογή δεδομένων αναγνωρίζεται ως βασικό στοιχείο της αποτελεσματικής χάραξης πολιτικών στον τομέα των δικαιωμάτων των θυμάτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Προκειμένου να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της εφαρμογής της οδηγίας, οι χώρες μέλη θα πρέπει να διαβιβάζουν στην Επιτροπή τα συναφή δεδομένα που σχετίζονται με την εφαρμογή εθνικών διαδικασιών στα θύματα εγκληματικών πράξεων, περιλαμβανομένων τουλάχιστον του αριθμού, του είδους ή της φύσης των καταγγελλόμενων εγκλημάτων και, εφόσον τα δεδομένα αυτά είναι γνωστά και διαθέσιμα, του αριθμού, της ηλικίας και του βιολογικού φύλου των θυμάτων. Τα συναφή στατιστικά δεδομένα μπορούν να περιλαμβάνουν δικαστικά δεδομένα τα οποία καταγράφουν οι δικαστικές αρχές και οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου και, κατά το μέτρο του δυνατού, διοικητικά δεδομένα που συγκεντρώνουν οι υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης και οι υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας, καθώς και οι δημόσιες και μη κυβερνητικές οργανώσεις υποστήριξης των θυμάτων, αποκαταστατικής δικαιοσύνης και άλλες οργανώσεις που ασχολούνται με τα θύματα εγκληματικών πράξεων. Τα δικαστικά δεδομένα μπορούν να περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τα καταγγελλόμενα εγκλήματα, τον αριθμό των διερευνώμενων υποθέσεων, των διώξεων και των σχετικών καταδικών. Τα διοικητικά δεδομένα ανά υπηρεσία μπορούν να περιλαμβάνουν, κατά το μέτρο του δυνατού, δεδομένα σχετικά με τον τρόπο χρήσης από τα θύματα των υπηρεσιών που παρέχονται από κυβερνητικούς φορείς και από δημόσιες και ιδιωτικές οργανώσεις υποστήριξης, όπως τον αριθμό των περιπτώσεων παραπομπής θυμάτων από την αστυνομία προς τις υπηρεσίες υποστήριξης και τον αριθμό των θυμάτων που ζητούν, λαμβάνουν και δεν λαμβάνουν υποστήριξη ή αποκατάσταση δικαιοσύνης.

(26) Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, συγκεκριμένα η θέσπιση ελάχιστων προτύπων για τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία των θυμάτων εγκληματικών πράξεων, δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά με τη μονομερή δράση των χωρών μελών, σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο, αλλά μπορεί αντιθέτως, λόγω της κλίμακας και των δυνητικών αποτελεσμάτων του, να επιτευχθεί καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίζει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο αυτό, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου.

(27) Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να προστατεύονται δυνάμει της απόφασης- πλαισίου 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2008, περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 28ης Ιανουαρίου 1981, για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα, την οποία έχουν επικυρώσει όλες οι χώρες μέλη.

(28) Η παρούσα οδηγία δεν θίγει διατάξεις μεγαλύτερης εμβέλειας που περιλαμβάνονται σε άλλες πράξεις της Ένωσης οι οποίες καλύπτουν με πιο στοχευμένο τρόπο τις ιδιαίτερες ανάγκες συγκεκριμένων θυμάτων, όπως τα θύματα εμπορίας ανθρώπων και τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και παιδικής πορνογραφίας.

(29) Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Πρωτοκόλλου για τη θέση της Αγγλίας και της Ιρλανδίας όσον αφορά το χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Αγγλία και η Ιρλανδία κοινοποίησαν την επιθυμία τους να μετάσχουν στην έκδοση και την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

(30) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας οδηγίας, και δεν δεσμεύεται από αυτή ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:


Για να βρεθείτε στο έβδομο μέρος πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήκαμε στις 14.9.12 από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+REPORT+A7-2012-0244+0+DOC+XML+V0//EL

Θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων 7

Κεφάλαιο 1

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1
Στόχοι

1. Στόχος της παρούσας οδηγίας είναι να εξασφαλίσει ότι τα θύματα εγκληματικών πράξεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 2, τυγχάνουν της δέουσας υποστήριξης και προστασίας και είναι ικανές-οι να συμμετέχουν στην ποινική διαδικασία.

Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα να αναγνωρίζονται και να αντιμετωπίζονται με σεβασμό, ευαισθησία, ατομική, επαγγελματική και αμερόληπτη προσέγγιση, σε κάθε επαφή με τις υπηρεσίες υποστήριξης θυμάτων ή τις υπηρεσίες αποκατάστασης δικαιοσύνης, ή οποιαδήποτε αρμόδια αρχή που ενεργεί στο πλαίσιο των ποινικών διαδικασιών. Τα δικαιώματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία ισχύουν για όλα τα θύματα χωρίς διακρίσεις, ασχέτως του καθεστώτος διαμονής τις-τους.

2. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε, όταν το θύμα είναι παιδί, πρωταρχικό κριτήριο κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας να είναι το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού το οποίο θα αξιολογείται σε ατομική βάση. Σε κάθε επικοινωνία υιοθετείται προσέγγιση με ευαισθησία προς το παιδί, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την ηλικία, την ωριμότητα και τις απόψεις, τις ανάγκες και τις ανησυχίες του παιδιού. Το παιδί και η-ο νόμιμος εκπρόσωπός της-του, εφόσον υπάρχει, ενημερώνεται για τυχόν μέτρα ή δικαιώματα που αφορούν συγκεκριμένα τα δικαιώματα του παιδιού.

Άρθρο 2
Ορισμοί

1. Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

(α) ως «θύματα» νοούνται:

(i) το φυσικό πρόσωπο το οποίο υπέστη ζημία, συμπεριλαμβανομένης σωματικής ή ψυχικής βλάβης, συγκινησιακής δοκιμασίας ή οικονομικής απώλειας, που προκαλείται απευθείας από αξιόποινη πράξη,

(ii) μέλη της οικογενείας προσώπου ο θάνατος της οποίας-ου προκλήθηκε απευθείας από αξιόποινη πράξη και τα οποία έχουν υποστεί ζημία εξ αυτής της αιτίας,

(β) ως «μέλη της οικογένειας» νοούνται η-ο σύζυγος, το πρόσωπο που ζει με το θύμα σε μια στενή δεσμευτική σχέση σε σταθερή και συνεχή βάση με κοινό νοικοκυριό, οι συγγενείς σε ευθεία γραμμή, οι αδελφές-οι και τα εξαρτώμενα από το θύμα πρόσωπα·

(ε) ως «υπηρεσίες αποκατάστασης δικαιοσύνης» νοούνται οποιεσδήποτε διαδικασίες μέσω των οποίων το θύμα και η δράστρια-ης μπορούν, εφόσον δώσουν την ελεύθερη συναίνεσή τις-τους, να συμμετάσχουν ενεργά στην επίλυση των ζητημάτων που απορρέουν από την αξιόποινη πράξη με τη βοήθεια αμερόληπτης τρίτης-ου.

(στ) «παιδί» κάθε πρόσωπο κάτω των 18 ετών,

2. Οι χώρες μέλη μπορούν να θεσπίζουν διαδικασίες :

(α) για να περιορίζουν τον αριθμό των μελών της οικογένειας που μπορούν να απολαύουν των δικαιωμάτων δυνάμει της παρούσας οδηγίας, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες περιστάσεις κάθε υπόθεσης· και

(β) στις υποθέσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο α) στοιχείο (ii), να καθορίζουν ποια μέλη της οικογένειας έχουν προτεραιότητα όσον αφορά την άσκηση των δικαιωμάτων δυνάμει της παρούσας οδηγίας.


Για να βρεθείτε στο όγδοο μέρος πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήκαμε στις 14.9.12 από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+REPORT+A7-2012-0244+0+DOC+XML+V0//EL

Θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων 8

Κεφάλαιο 2
ΠΑΡΟΧΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ


Άρθρο 2α
Δικαίωμα των θυμάτων να κατανοούν και να γίνονται κατανοητά

1. Οι χώρες μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να βοηθούν τα θύματα να κατανοούν και να γίνονται κατανοητά, από την πρώτη επαφή τις-τους και σε κάθε αναγκαία επικοινωνία τις-τους με τις αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας, καθώς και να κατανοούν τις πληροφορίες που παρέχονται από τις εν λόγω αρχές.

2. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε στην επικοινωνία με τα θύματα να χρησιμοποιείται γλώσσα απλή και κατανοητή, είτε προφορικά είτε γραπτά. Στις επικοινωνίες αυτές λαμβάνονται υπόψη τα προσωπικά χαρακτηριστικά του θύματος, συμπεριλαμβανομένης τυχόν αναπηρίας η οποία ενδεχομένως θίγει την ικανότητά τις-τους να κατανοούν ή να επικοινωνούν.

3. Οι χώρες μέλη επιτρέπουν στα θύματα να συνοδεύονται από πρόσωπο της επιλογής τις-τους κατά την πρώτη τις-τους επαφή με τις αρμόδιες αρχές, όταν το θύμα χρειάζεται βοήθεια για να κατανοήσει ή για να γίνει κατανοητό λόγω του αντίκτυπου του εγκλήματος, εκτός αν αυτό αντιβαίνει στα συμφέροντα του θύματος ή θα έβλαπτε την πορεία της διαδικασίας.


Άρθρο 3
Δικαίωμα λήψης πληροφοριών από την πρώτη επικοινωνία με αρμόδια αρχή

1. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε να παρέχονται στα θύματα οι ακόλουθες πληροφορίες, χωρίς περιττή καθυστέρηση, από την πρώτη τις-τους επαφή με την αρμόδια αρχή προκειμένου να είναι σε θέση να ασκήσουν τα δικαιώματά τις-τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας:

(α) το είδος της υποστήριξης που μπορούν να λάβουν και από ποια-ον, συμπεριλαμβανομένων κατά περίπτωση βασικών πληροφοριών σχετικά με την πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη, ειδική υποστήριξη όπως ψυχολογική βοήθεια, και εναλλακτική στέγαση.

(δ) διαδικασίες σχετικά με την υποβολή της καταγγελίας και ο ρόλος των θυμάτων στο πλαίσιο αυτών των διαδικασιών,

(ε) τρόπος και όροι παροχής προστασίας, συμπεριλαμβανομένων μέτρων προστασίας,

(στ) τρόπος και όροι παροχής νομικών συμβουλών, νομικής συνδρομής ή άλλου είδους συμβουλών,

(ζ) τρόπος και όροι υπό τους οποίους μπορούν να λάβουν αποζημίωση,

(ζα) τρόπος και όροι υπό τους οποίους δικαιούνται υπηρεσίες διερμηνείας και μετάφρασης

(η) εάν κατοικούν σε χώρα μέλος διαφορετικό εκείνου της τέλεσης του εγκλήματος, τυχόν ειδικά μέτρα, διαδικασίες ή ρυθμίσεις που υπάρχουν στη διάθεσή τις-τους για την προστασία των συμφερόντων τις-τους στη χώρα μέλος στην οποία γίνεται η επαφή,

(θ) τυχόν διαδικασίες υποβολής καταγγελιών σε περίπτωση που τα δικαιώματά τις-τους δεν γίνονται σεβαστά από την αρμόδια αρχή που ενεργεί στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας,

(ι) χρήσιμες πληροφορίες για λόγους επικοινωνίας σχετικά με την υπόθεσή τις-τους.

(ια) διαθέσιμες υπηρεσίες αποκατάστασης δικαιοσύνης.

(ιβ) τρόπος και όροι επιστροφής των εξόδων της συμμετοχής τις-τους στην ποινική διαδικασία.

2. Η έκταση ή ο βαθμός λεπτομέρειας των πληροφοριών αυτών μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με τις ιδιαίτερες ανάγκες και την προσωπική κατάσταση του θύματος και το είδος ή τη φύση του εγκλήματος. Μπορούν επίσης να παρέχονται πρόσθετες λεπτομέρειες σε μεταγενέστερα στάδια ανάλογα με τις ανάγκες του θύματος και τη χρησιμότητά τις-τους σε κάθε στάδιο της διαδικασίας.


Άρθρο 3α
Δικαίωμα των θυμάτων κατά την υποβολή καταγγελίας

1. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα να λαμβάνουν έγγραφο αποδεικτικό για κάθε επίσημη καταγγελία εγκλήματος προς αρμόδια αρχή της χώρας μέλους, στην οποία αναφέρονται τα βασικά στοιχεία του εγκλήματος.

2. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα που επιθυμούν να καταγγείλουν έγκλημα και δεν κατανοούν ή δεν ομιλούν τη γλώσσα της αρμόδιας αρχής, να είναι σε θέση να υποβάλλουν την καταγγελία σε γλώσσα την οποία κατανοούν ή να λαμβάνουν την αναγκαία γλωσσική βοήθεια.

3. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα, τα οποία δεν κατανοούν ή δεν ομιλούν τη γλώσσα της αρμόδιας αρχής, να λαμβάνουν, εφόσον το ζητήσουν, δωρεάν μετάφραση του έγγραφου αποδεικτικού της καταγγελίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1 σε γλώσσα την οποία κατανοούν.


Άρθρο 4
Δικαίωμα λήψης πληροφοριών σχετικά με την υπόθεσή τις-τους

1. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα να ενημερώνονται χωρίς περιττή καθυστέρηση σχετικά με το δικαίωμά τις-τους να λαμβάνουν, και ώστε να λαμβάνουν, εφόσον το ζητήσουν, τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την ποινική διαδικασία που κινήθηκε κατόπιν της υπ΄αυτών καταγγελίας του εγκλήματος το οποίο διεπράχθη εις βάρος τις-τους:

(α) οιαδήποτε απόφαση να μη συνεχισθεί ή να περατωθεί έρευνα ή να μην ασκηθεί δίωξη κατά της δράστριας-η,

(β) το χρόνο και τον τόπο διεξαγωγής της δίκης, και τη φύση των κατηγοριών.

1α. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα, σύμφωνα με το ρόλο τις-τους στο οικείο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, να ενημερώνονται χωρίς περιττή καθυστέρηση σχετικά με το δικαίωμά τις-τους να λαμβάνουν, και ώστε να λαμβάνουν, εφόσον το ζητήσουν, τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την ποινική διαδικασία που κινήθηκε κατόπιν της υπ' αυτών καταγγελίας του εγκλήματος το οποίο διεπράχθη εις βάρος τις-τους:

(α) οιαδήποτε οριστική απόφαση εκδοθείσα σε δίκη

(β) πληροφορίες που επιτρέπουν στο θύμα να γνωρίζει την κατάσταση σχετικά με την ποινική διαδικασία, εκτός από ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι δυνατόν να διαταραχθεί η ομαλή διεξαγωγή της υπόθεσης,


1β. Οι πληροφορίες που παρέχονται δυνάμει της παραγράφου 1 σημείο -α) και της παραγράφου 1α σημείο α) περιλαμβάνουν είτε τους λόγους είτε σύντομη περίληψη των λόγων της εν λόγω απόφασης εκτός αν πρόκειται για απόρρητη απόφαση ή απόφαση ενόρκων στην οποία δεν παρέχονται οι λόγοι σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

1γ. Η επιθυμία των θυμάτων να λάβουν ή όχι τις πληροφορίες δεσμεύει την αρμόδια αρχή εκτός αν η παροχή των πληροφοριών είναι υποχρεωτική λόγω του δικαιώματος ενεργού συμμετοχής του θύματος στην ποινική διαδικασία. Οι χώρες μέλη λαμβάνουν υπόψη ανά πάσα στιγμή κάθε μεταβολή της επιθυμίας των θυμάτων.

2. Οι χώρες μέλη εξασφαλίζουν ότι προσφέρεται στα θύματα η δυνατότητα να ενημερώνονται χωρίς περιττή καθυστέρηση, για την αποφυλάκιση ή την απόδραση της συλληφθήσας-ντος, προφυλακισθήσας-ντος, κατηγορουμένης-ου ή καταδικασθήσας-ντος για εγκληματική πράξη που τα αφορά. Επιπλέον, τα θύματα ενημερώνονται για τυχόν σχετικά μέτρα που αποφασίζονται για την προστασία τις-τους σε περίπτωση αποφυλάκισης ή απόδρασης.

3. Τα θύματα λαμβάνουν τις πληροφορίες της παραγράφου 2, εφόσον το ζητήσουν, τουλάχιστον στις περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχει ενδεχόμενος ή διαπιστωμένος κίνδυνος βλάβης των θυμάτων, εκτός εάν υπάρχει διαπιστωμένος κίνδυνος βλάβης της δράστριας-η λόγω της κοινοποίησης των πληροφοριών.


Άρθρο 6
Δικαίωμα διερμηνείας και μετάφρασης

1. Οι χώρες μέλη εξασφαλίζουν ότι στα θύματα που δεν κατανοούν ή δεν ομιλούν τη γλώσσα της οικείας ποινικής διαδικασίας παρέχεται, εφόσον το ζητήσουν, δωρεάν διερμηνεία, σύμφωνα με το ρόλο τις-τους στην ποινική διαδικασία στο οικείο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, τουλάχιστον κατά τη διάρκεια κάθε εξέτασης του θύματος στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας ενώπιον των ανακριτικών και δικαστικών αρχών, περιλαμβανομένων των αστυνομικών ανακρίσεων, καθώς και διερμηνεία για την ενεργό συμμετοχή τις-τους στην ακροαματική διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου και σε τυχόν αναγκαίες διαδικασίες ασφαλιστικών μέτρων.

3. Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της υπεράσπισης και σύμφωνα με τους κανόνες της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου, επιτρέπεται η χρήση τεχνολογίας επικοινωνιών όπως η τηλεδιάσκεψη, το τηλέφωνο ή το Διαδίκτυο, εκτός αν η προσωπική παρουσία της-του διερμηνέα είναι απαραίτητη προκειμένου τα θύματα να ασκούν δεόντως τα δικαιώματά τις-τους ή να κατανοούν τη διαδικασία.

4. Οι χώρες μέλη εξασφαλίζουν ότι θύματα που δεν κατανοούν ή που δεν ομιλούν τη γλώσσα της ποινικής διαδικασίας λαμβάνουν, σύμφωνα με το ρόλο τις-τους στο σχετικό σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, κατά την ποινική διαδικασία, εφόσον το ζητήσουν, δωρεάν μετάφραση, σε γλώσσα που κατανοούν τα θύματα, των πληροφοριών που είναι απαραίτητες προκειμένου τα θύματα να ασκήσουν τα δικαιώματά τις-τους στην ποινική διαδικασία, στον βαθμό που οι πληροφορίες αυτές τίθενται στη διάθεση των θυμάτων, τουλάχιστον κάθε απόφαση που περατώνει την ποινική διαδικασία που αφορά την αξιόποινη πράξη που υπέστη το θύμα και, κατόπιν αιτήσεως του θύματος, τους λόγους ή σύντομη περίληψη των λόγων έκδοσης αυτής της απόφασης, με εξαίρεση την περίπτωση απόρρητης απόφασης ή απόφασης ενόρκων για την οποία δεν παρέχονται οι λόγοι βάσει της εθνικής νομοθεσίας.

4α. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα, τα οποία δικαιούνται να ενημερώνονται ως προς το χρόνο και τον τόπο διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, και τα οποία δεν κατανοούν τη γλώσσα της αρμόδιας αρχής, να λαμβάνουν μετάφραση των πληροφοριών αυτών, εφόσον το ζητήσουν.

4β. Δεν υφίσταται απαίτηση μετάφρασης χωρίων ουσιωδών εγγράφων τα οποία δεν συμβάλλουν στην ενεργό συμμετοχή των θυμάτων στην ποινική διαδικασία. Τα θύματα μπορούν να υποβάλλουν αιτιολογημένη αίτηση για το χαρακτηρισμό εγγράφου ως ουσιώδους.

4γ. Κατ’ εξαίρεση από τους γενικούς κανόνες των παραγράφων 1, 3 και 4, η έγγραφη μετάφραση μπορεί να αντικατασταθεί από προφορική μετάφραση ή προφορική σύνοψη των ουσιωδών εγγράφων, υπό τον όρο ότι αυτή η προφορική μετάφραση ή προφορική σύνοψη δεν επηρεάζει τη διεξαγωγή δίκαιης δίκης.

5. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε η αρμόδια αρχή να αξιολογεί αν τα θύματα χρειάζονται μετάφραση και τη βοήθεια διερμηνείας σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4. Τα θύματα μπορούν να προσβάλλουν απόφαση για την μη παροχή μετάφρασης ή διερμηνείας. Οι δικονομικοί κανόνες καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.

5α. Η μετάφραση και η διερμηνεία, καθώς και η τυχόν προσβολή απόφασης για την μη παροχή μετάφρασης ή διερμηνείας δεν καθυστερεί αδικαιολόγητα την ποινική διαδικασία.


Άρθρο 7
Δικαίωμα πρόσβασης σε υπηρεσίες υποστήριξης των θυμάτων

1. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα, ανάλογα με τις ανάγκες τις-τους να έχουν πρόσβαση σε δωρεάν, εμπιστευτικές υπηρεσίες υποστήριξης οι οποίες ενεργούν προς το συμφέρον των θυμάτων πριν, κατά , και, για εύλογο χρονικό διάστημα, μετά από την ποινική διαδικασία. Τα μέλη της οικογένειας έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υποστήριξης θυμάτων, ανάλογα με τις ανάγκες τις-τους και με τη βαρύτητα της βλάβης που υπέστησαν λόγω της εγκληματικής πράξης που διεπράχθη εις βάρος του θύματος.

2. Οι χώρες μέλη διευκολύνουν την παραπομπή των θυμάτων, από την αρχή στην οποία κατατέθηκε η καταγγελία και από άλλες σχετικές υπηρεσίες, σε υπηρεσίες υποστήριξης.

3. Οι χώρες μέλη λαμβάνουν μέτρα για την πρόβλεψη δωρεάν και εμπιστευτικών υπηρεσιών ειδικής υποστήριξης εκτός από τις υπηρεσίες γενικής υποστήριξης των θυμάτων, ή ως αναπόσπαστο τμήμα τους, ή με τη δυνατότητα των οργανώσεων υποστήριξης των θυμάτων να απευθύνονται σε επαγγελματικές υπηρεσίες που παρέχουν ειδική υποστήριξη. Τα θύματα και τα μέλη της οικογενείας τις-τους έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες αυτές ανάλογα με τις ειδικές τις-τους ανάγκες, όσον αφορά δε τα μέλη της οικογενείας, ανάλογα και με τη βαρύτητα της βλάβης που υπέστησαν λόγω της εγκληματικής πράξης που διεπράχθη εις βάρος του θύματος.

3α. Οι υπηρεσίες υποστήριξης των θυμάτων και οι υπηρεσίες ειδικής υποστήριξης μπορούν να συγκροτούνται ως δημόσιες ή μη κυβερνητικές οργανώσεις και να οργανώνονται σε επαγγελματική ή σε εθελοντική βάση.

3β. Οι χώρες μέλη επιβεβαιώνουν ότι η πρόσβαση σε υπηρεσίες υποστήριξης θυμάτων δεν εξαρτάται από την υποβολή καταγγελίας για αξιόποινη πράξη σε κάποια αρμόδια αρχή από το θύμα.


Άρθρο 7α
Υποστήριξη παρεχόμενη από τις υπηρεσίες υποστήριξης θυμάτων

1. Οι κατά το άρθρο 7 υπηρεσίες υποστήριξης των θυμάτων παρέχουν τουλάχιστον:

(α) πληροφορίες, συμβουλές και υποστήριξη σχετικά με τα δικαιώματα των θυμάτων, κυρίως όσον αφορά το δικαίωμα πρόσβασης σε συστήματα δημόσιας αποζημίωσης για ζημίες οφειλόμενες σε αξιόποινη πράξη, τον ρόλο τις-τους στην ποινική διαδικασία, καθώς και την προετοιμασία για τη συμμετοχή στη δίκη,

(β) πληροφορίες για τις υπάρχουσες σχετικές υπηρεσίες ειδικής υποστήριξης θυμάτων ή άμεση παραπομπή σε αυτές

(γ) συναισθηματική και, εφόσον υπάρχει, ψυχολογική υποστήριξη,

(δ) συμβουλές σχετικά με οικονομικά και πρακτικά θέματα που ανακύπτουν από την εγκληματική πράξη.

(ε) εκτός αν παρέχονται με άλλο τρόπο από άλλες δημόσιες ή ιδιωτικές υπηρεσίες, συμβουλές σχετικά με τον κίνδυνο αντιποίνων, εκφοβισμού και επαναλαμβανόμενης ή περαιτέρω θυματοποίησης και με τρόπους αποτροπής ή αποφυγής του.

2. Οι χώρες μέλη ενθαρρύνουν τις υπηρεσίες υποστήριξης θυμάτων να εξετάζουν με ιδιαίτερη προσοχή τις ιδιαίτερες ανάγκες των θυμάτων που υπέστησαν σημαντική βλάβη λόγω της σοβαρότητας του εγκλήματος.

3. Εκτός αν παρέχονται με άλλο τρόπο από άλλες δημόσιες ή ιδιωτικές υπηρεσίες, οι υπηρεσίες ειδικής υποστήριξης του άρθρου 7 παράγραφος 3 αναπτύσσουν και παρέχουν τουλάχιστον τα εξής:

(α) κέντρα υποδοχής ή άλλη κατάλληλη προσωρινή στέγαση για θύματα που χρειάζονται ασφαλή τόπο παραμονής λόγω άμεσου κινδύνου αντιποίνων, εκφοβισμού ή επαναλαμβανόμενης ή περαιτέρω θυματοποίησης,

(β) στοχευμένη και ολοκληρωμένη υποστήριξη για τα θύματα με ιδιαίτερες ανάγκες, όπως είναι τα θύματα σεξουαλικής βίας, βίας λόγω βιολογικού φύλου και βίας στο πλαίσιο στενών σχέσεων, συμπεριλαμβανομένης της μετατραυματικής υποστήριξης και συμβουλευτικής.


Για να βρεθείτε στο ένατο μέρος πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήκαμε στις 14.9.12 από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+REPORT+A7-2012-0244+0+DOC+XML+V0//EL

Θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων 9

Κεφάλαιο 3
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΕ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ


Άρθρο 9
Δικαίωμα ακρόασης

1. Οι χώρες μέλη εξασφαλίζουν ότι τα θύματα μπορούν να χαίρουν του δικαιώματος ακρόασης κατά τη διάρκεια ποινικής διαδικασίας και ότι μπορούν προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία. Κατά την ακρόαση παιδιού θύματος λαμβάνονται δεόντως υπόψη η ηλικία και η ωριμότητα του παιδιού.

2. Οι δικονομικοί κανόνες σχετικά με την ακρόαση των θυμάτων κατά τη διάρκεια ποινικής διαδικασίας και την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.


Άρθρο 10
Δικαιώματα σε περίπτωση απόφασης μη άσκησης δίωξης

1. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα, σύμφωνα με το ρόλο τις-τους στο οικείο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, να έχουν το δικαίωμα να ζητούν επανεξέταση της απόφασης να μην ασκηθεί δίωξη για το έγκλημα που διεπράχθη εις βάρος τους. Οι δικονομικοί κανόνες της επανεξέτασης αυτής καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.

1α. Όταν, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ο ρόλος του θύματος στο οικείο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης καθορίζεται μόνο αφού ληφθεί απόφαση για τη δίωξη της δράστριας-η, οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τουλάχιστον τα θύματα σοβαρών εγκλημάτων να έχουν το δικαίωμα επανεξέτασης της απόφασης να μην ασκηθεί δίωξη για το έγκλημα το οποίο διεπράχθη εναντίον τις-τους. Οι δικονομικοί κανόνες της επανεξέτασης αυτής καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.

2. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα να ενημερώνονται χωρίς περιττή καθυστέρηση σχετικά με το δικαίωμά τις-τους να λαμβάνουν, και να λαμβάνουν, εφόσον το ζητήσουν, επαρκείς πληροφορίες προκειμένου να αποφασίσουν αν θα ζητήσουν να επανεξετασθεί η απόφαση μη άσκησης δίωξης.

2α. Όταν η αρχική απόφαση μη άσκησης δίωξης λαμβάνεται από την ανώτατη εισαγγελική αρχή, της οποίας η απόφαση δεν επιδέχεται επανεξέταση βάσει του εθνικού δικαίου, η επανεξέταση δύναται να διενεργηθεί από την ίδια αρχή.

2β. Οι παράγραφοι 1, 2 και 2α δεν εφαρμόζονται όταν η απόφαση της εισαγγελίας να μην ασκήσει ποινική δίωξη συνεπάγεται εξωδικαστικό διακανονισμό, εφόσον το εθνικό δίκαιο προβλέπει αυτή τη δυνατότητα.


Άρθρο 11
Δικαίωμα διασφαλίσεων στο πλαίσιο υπηρεσιών αποκατάστασης δικαιοσύνης

1. Οι χώρες μέλη λαμβάνουν μέτρα για την προφύλαξη του θύματος από εκφοβισμό ή περαιτέρω θυματοποίηση, τα οποία πρέπει να εφαρμόζονται κατά την παροχή ενδεχόμενων υπηρεσιών αποκατάστασης δικαιοσύνης. Με τα μέτρα αυτά διασφαλίζεται ότι το θύμα που επιλέγει να συμμετάσχει σε διαδικασία αποκαταστατικής δικαιοσύνης έχει πρόσβαση σε ασφαλείς και αρμόδιες υπηρεσίες αποκατάστασης δικαιοσύνης και εξασφαλίζεται τουλάχιστον ότι:

(α) οι υπηρεσίες αποκαταστατικής δικαιοσύνης χρησιμοποιούνται μόνο αν είναι προς το συμφέρον του θύματος, με την επιφύλαξη τυχόν ζητημάτων ασφαλείας, και βασίζονται στην ελεύθερη και εν επιγνώσει συναίνεση του θύματος· η συναίνεση αυτή μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή.

(β) το θύμα, πριν συμφωνήσει να συμμετάσχει στη διαδικασία αποκατάστασης, λαμβάνει πλήρεις και αμερόληπτες πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία και τα δυνητικά αποτελέσματα, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίες ελέγχου της εφαρμογής ενδεχόμενης συμφωνίας,

(γ) η δράστρια-ης πρέπει να έχει αναγνωρίσει τα βασικά περιστατικά μιας υπόθεσης,

(δ) κάθε συμφωνία πρέπει να συνάπτεται σε εθελοντική βάση και θα μπορούσε να λαμβάνεται υπόψη σε κάθε μεταγενέστερη ποινική διαδικασία,

(ε) οι συνομιλίες στο στάδιο της αποκατάστασης δικαιοσύνης που δεν διεξάγονται δημοσίως είναι απόρρητες και, κατά συνέπεια, δεν δημοσιοποιούνται, εκτός και εάν υφίσταται σύμφωνη γνώμη των διαδίκων ή εάν απαιτείται από το εθνικό δίκαιο λόγω υπερισχύοντος δημοσίου συμφέροντος.

2. Οι χώρες μέλη διευκολύνουν την παραπομπή υποθέσεων, στις οποίες ενδείκνυται η λήψη τέτοιων μέτρων, σε υπηρεσίες αποκατάστασης δικαιοσύνης, μεταξύ άλλων με τη θέσπιση διαδικασιών ή κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τους όρους παραπομπής.


Άρθρο 12
Δικαίωμα νομικής συνδρομής

Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα να έχουν πρόσβαση σε νομική συνδρομή όταν έχουν την ιδιότητα διαδίκου στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας. Οι όροι ή οι δικονομικοί κανόνες υπό τους οποίους τα θύματα δικαιούνται πρόσβαση σε νομική συνδρομή καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.


Άρθρο 13
Δικαίωμα επιστροφής εξόδων

Οι χώρες μέλη παρέχουν στα θύματα που συμμετέχουν σε ποινική διαδικασία τη δυνατότητα επιστροφής των εξόδων τα οποία πραγματοποίησαν λόγω της ενεργού συμμετοχής τις-τους σε ποινική διαδικασία, σύμφωνα με το ρόλο τις-τους στο οικείο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης. Οι όροι ή οι δικονομικοί κανόνες υπό τους οποίους τα θύματα δικαιούνται επιστροφή των εξόδων τις-τους καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.


Άρθρο 14
Δικαίωμα επιστροφής περιουσιακών στοιχείων

Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε, μετά από απόφαση αρμόδιας αρχής, τα αποδοτέα περιουσιακά στοιχεία τα οποία κατασχέθηκαν κατά την ποινική διαδικασία να επιστρέφονται αμελλητί στα θύματα, εκτός εάν αυτό αντιβαίνει στις επιταγές της ποινικής διαδικασίας. Οι όροι ή οι δικονομικοί κανόνες υπό τους οποίους επιστρέφονται τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.


Άρθρο 15
Δικαίωμα απόφασης για τη χορήγηση αποζημίωσης από την δράστρια-η στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας

1. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα να έχουν το δικαίωμα να ζητούν, στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας, την έκδοση απόφασης για την αποζημίωσή τις-τους από μέρους της δράστριας-η, εντός εύλογης προθεσμίας, εκτός εάν το εθνικό δίκαιο προβλέπει ότι η σχετική απόφαση λαμβάνεται σε άλλη νομική διαδικασία.

2. Οι χώρες μέλη προωθούν μέτρα ώστε να διευκολύνεται η παροχή επαρκούς αποζημίωσης στα θύματα εκ μέρους της δράστριας-η.


Άρθρο 16
Δικαιώματα θυμάτων που κατοικούν σε άλλη χώρα μέλος

1. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές τους να μπορούν να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να μειώσουν τις δυσκολίες που ανακύπτουν όταν το θύμα κατοικεί σε χώρα μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο διαπράττεται η εγκληματική πράξη, ιδίως όσον αφορά την οργάνωση της διαδικασίας. Για τον λόγο αυτόν, οι αρχές της χώρας μέλους στο οποίο διαπράχτηκε η εγκληματική πράξη είναι, ιδίως, σε θέση:

(α) να λάβουν κατάθεση του θύματος αμέσως μετά την καταγγελία της αξιόποινης πράξης στην αρμόδια αρχή,

(β) να χρησιμοποιούν όσο το δυνατό περισσότερο τις διατάξεις περί εικονοτηλεδιάσκεψης και τηλεφωνικής συνδιάλεξης που προβλέπονται στη σύμβαση για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 29ης Μαΐου 2000(16), για την ακρόαση θυμάτων που κατοικούν στο εξωτερικό.

2. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα εγκληματικών πράξεων που διαπράχθηκαν σε χώρα μέλος διαφορετική από εκείνη της κατοικίας τις-τους, να μπορούν να υποβάλουν καταγγελία στις αρμόδιες αρχές της χώρας κατοικίας τις-τους, όταν αδυνατούν να το πράξουν στη χώρα μέλος στο οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα ή, σε περίπτωση σοβαρής εγκληματικής πράξης κατά την έννοια του εθνικού δικαίου εκείνης της χώρας, εάν δεν έχουν εκφράσει αυτή την επιθυμία.

3. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε η αρμόδια αρχή στην οποία κατατέθηκε η καταγγελία να τη διαβιβάζει αμελλητί στην αρμόδια αρχή στην επικράτεια της οποίας τελέσθηκε το έγκλημα, εφόσον δεν έχει ασκηθεί η αρμοδιότητα.


Κεφάλαιο 4
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΜΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


Άρθρο 17
Δικαίωμα προστασίας

Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της υπεράσπισης, οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε να προβλέπονται μέτρα για την προστασία των θυμάτων και των μελών της οικογένειάς τις-τους από καταστάσεις αντιποίνων, εκφοβισμού, επανειλημμένης ή επακόλουθης θυματοποίησης, καθώς και από τους κινδύνους ψυχολογικής ή συναισθηματικής βλάβης και για την προστασία της αξιοπρέπειας των θυμάτων κατά τη διάρκεια της εξέτασης ή της κατάθεσής τις-τους. Εφόσον απαιτείται, το δικαίωμα προστασίας περιλαμβάνει επίσης διαδικασίες καθιερωμένες από το εθνικό δίκαιο για τη σωματική προστασία των θυμάτων και των μελών της οικογένειάς τις-τους.


Άρθρο 17α
Δικαίωμα αποφυγής επαφής μεταξύ θύματος και δράστριας-η

1. Οι χώρες μέλη προβλέπουν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να αποφεύγεται η επαφή μεταξύ των θυμάτων και των μελών της οικογένειάς τους, εφόσον απαιτείται, και των δραστριών-ών στους χώρους διεξαγωγής της ποινικής διαδικασίας, εκτός εάν η επαφή αυτή είναι αναγκαία λόγω της ποινικής διαδικασίας.

2. Οι χώρες μέλη διασφαλίζουν ότι στο σχεδιασμό νέων δικαστικών κτηρίων περιλαμβάνονται χωριστοί χώροι αναμονής για τα θύματα.


Άρθρο 17β
Δικαίωμα προστασίας των θυμάτων κατά την ποινική έρευνα

Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της υπεράσπισης και σύμφωνα με τους κανόνες της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου οι χώρες μέλη εξασφαλίζουν ότι κατά τη διάρκεια της ποινικής έρευνας:

(α) όταν τα θύματα πρόκειται να εξετασθούν, η εξέταση πραγματοποιείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά την καταγγελία του εγκλήματος στις αρμόδιες αρχές,

(β) ο αριθμός εξετάσεων των θυμάτων να περιορίζεται στο ελάχιστο και τα θύματα να εξετάζονται μόνο όταν είναι αυστηρά αναγκαίο για τον σκοπό της ποινικής διαδικασίας,

(γ) τα θύματα μπορούν να συνοδεύονται από την νόμιμη-ο εκπρόσωπό τις-τους ή, κατά περίπτωση, από πρόσωπο της επιλογής τις-τους, εκτός αν έχει ληφθεί αιτιολογημένη απόφαση για το αντίθετο σχετικά με το ή τα πρόσωπα αυτά.

(δ) οι ιατρικές εξετάσεις για τους σκοπούς ποινικής διαδικασίας περιορίζονται στο ελάχιστο και διενεργούνται μόνο όταν είναι αυστηρά αναγκαίο για τους σκοπούς αυτούς.



Άρθρο 17γ
Δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής ζωής

1. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να εγκρίνουν, κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, κατάλληλα μέτρα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής, συμπεριλαμβανομένων προσωπικών χαρακτηριστικών που λαμβάνονται υπόψη κατά την ατομική αξιολόγηση που προβλέπεται στο άρθρο 18, και της εικόνας του θύματος και των μελών της οικογένειάς της-του. Οι χώρες μέλη μεριμνούν επιπλέον ώστε οι αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν κάθε νόμιμο μέτρο για την αποφυγή της διάδοσης οιασδήποτε πληροφορίας που θα μπορούσε να οδηγήσει στην αναγνώριση του παιδιού θύματος.

2. Προκειμένου να προστατευθούν η ιδιωτική ζωή, η προσωπική ακεραιότητα και τα προσωπικά δεδομένα του θύματος, οι χώρες μέλη, στο πλαίσιο του σεβασμού της ελευθερίας του Τύπου και της ελευθερίας έκφρασης, ενθαρρύνουν τα μέσα ενημέρωσης να προβαίνουν σε μέτρα αυτορρύθμισης.


Άρθρο 18
Ατομική αξιολόγηση των θυμάτων για τον προσδιορισμό ιδιαίτερων αναγκών προστασίας

1. Οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε να διενεργείται εγκαίρως ατομική αξιολόγηση των θυμάτων, σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες, για τον προσδιορισμό ιδιαίτερων αναγκών προστασίας και για να αποφασίζεται αν και σε ποιο βαθμό τα θύματα θα μπορούσαν να επωφεληθούν από ειδικά μέτρα κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 21, λόγω ιδιαίτερου κινδύνου να υποστούν επακόλουθη και επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση ή εκφοβισμό.

2. Στην αξιολόγηση αυτή λαμβάνονται κυρίως υπόψη:

(α) τα προσωπικά χαρακτηριστικά του θύματος,

(β) το είδος ή η φύση του εγκλήματος, και

(βα) οι περιστάσεις του εγκλήματος.

2α. Στο πλαίσιο της ατομικής αξιολόγησης δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στα θύματα που υπέστησαν σημαντική βλάβη λόγω της σοβαρότητας του εγκλήματος, στα θύματα εγκλήματος που οφείλεται σε προκαταλήψεις ή διακρίσεις, σε σχέση ιδίως με τα προσωπικά χαρακτηριστικά τους, και στα θύματα τα οποία είναι ιδιαίτερα ευάλωτα λόγω της σχέσης τους με τη δράστρια-η ή της εξάρτησής τις-τους από αυτήν-όν. Σε αυτή τη συνάρτηση, λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα θύματα τρομοκρατίας, οργανωμένου εγκλήματος, εμπορίας ανθρώπων, βίας λόγω βιολογικού φύλου, βίας στο πλαίσιο στενών σχέσεων, σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης, εγκλήματος μίσους και τα θύματα με αναπηρίες.

3. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, τεκμαίρεται ότι τα παιδιά θύματα έχουν πάντα ιδιαίτερες ανάγκες προστασίας λόγω ιδιαίτερου κινδύνου να υποστούν επακόλουθη και επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση ή εκφοβισμό. Για να καθορισθεί αν και σε ποιο βαθμό θα πρέπει να επωφεληθούν από τα ειδικά μέτρα των άρθρων 22 και 23 υποβάλλονται σε ατομική αξιολόγηση κατά την παράγραφο 1.


5. Η έκταση της αξιολόγησης μπορεί να προσαρμοστεί ανάλογα με τη σοβαρότητα του εγκλήματος και τον βαθμό της προφανούς βλάβης που υπέστη το θύμα.

5α. Η ατομική αξιολόγηση διενεργείται με τη στενή συμμετοχή των θυμάτων και λαμβάνει υπόψη τις επιθυμίες τις-τους, μεταξύ άλλων στην περίπτωση που δεν επιθυμούν τη λήψη ιδιαίτερων μέτρων.

5β. Αν τα στοιχεία για τη διενέργεια της ατομικής αξιολόγησης έχουν μεταβληθεί σημαντικά, οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε η κατά την παράγραφο 1 ατομική αξιολόγηση να ενημερώνεται καθ' όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας.


Άρθρο 21
Δικαίωμα προστασίας θυμάτων με ιδιαίτερες ανάγκες προστασίας κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας

1. Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της υπεράσπισης και σύμφωνα με τους κανόνες της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου, οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα που επωφελούνται ειδικών μέτρων τα οποία αποφασίζονται μετά από τη διενέργεια ατομικής αξιολόγησης να μπορούν να επωφελούνται από τα μέτρα των παραγράφων 2 και 3. Η εφαρμογή ειδικού μέτρου που αποφασίσθηκε μετά από την ατομική αξιολόγηση μπορεί να είναι αδύνατη λόγω επιχειρησιακών ή πρακτικών περιορισμών, ή όταν υπάρχει επείγουσα ανάγκη εξέτασης του θύματος και η παράλειψη εξέτασής της-του θα μπορούσε να βλάψει το θύμα, άλλο πρόσωπο ή τη διαδικασία.

2. Κατά τη διάρκεια της ποινικής έρευνας τα θύματα που αναγνωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 έχουν στη διάθεσή τις-τους τα ακόλουθα ειδικά μέτρα:

(α) το θύμα εξετάζεται σε χώρους που έχουν σχεδιαστεί ή προσαρμοστεί εδικά για τον σκοπό αυτό,

(β) η εξέταση του θύματος διεξάγεται από επαγγελματίες καταρτισμένες-ους για τον σκοπό αυτό ή με τη βοήθειά τις-τους,

(γ) κάθε εξέταση του θύματος διεξάγεται από τα ίδια πρόσωπα, εκτός αν αυτό αντίκειται στην ορθή απονομή δικαιοσύνης,

(δ) κάθε εξέταση θυμάτων σεξουαλικής βίας, βίας λόγω βιολογικού φύλου ή βίας στο πλαίσιο στενών σχέσεων, εφόσον δεν διεξάγεται από εισαγγελέα ή δικαστή, διεξάγεται από πρόσωπο του ιδίου φύλου, εφόσον το επιθυμεί το θύμα και εφόσον δεν θίγεται η πορεία της διαδικασίας.

3. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου τα θύματα που αναγνωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 έχουν στη διάθεσή τις-τους τα ακόλουθα μέτρα:

(α) μέτρα προκειμένου να αποφεύγεται κάθε οπτική επαφή μεταξύ θυμάτων και δραστριών-ών, συμπεριλαμβανομένης της κατάθεσης, με τη χρησιμοποίηση των κατάλληλων μέσων, μεταξύ των οποίων και η χρήση της κατάλληλης τεχνολογίας επικοινωνιών,

(β) μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι το θύμα μπορεί να συμμετέχει στην ακροαματική διαδικασία στην αίθουσα του δικαστηρίου χωρίς να είναι παρούσα-ων, κυρίως με τη χρήση της κατάλληλης τεχνολογίας επικοινωνιών,

(γ) μέτρα για να αποφεύγονται οι άσκοπες ερωτήσεις σχετικά με την ιδιωτική ζωή των θυμάτων που δεν έχουν σχέση με την αξιόποινη πράξη, και

(δ) μέτρα που καθιστούν δυνατή τη διεξαγωγή της ακροαματικής διαδικασίας κεκλεισμένων των θυρών.


Άρθρο 22
Δικαίωμα προστασίας θυμάτων παιδικής ηλικίας κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας

1. Εκτός από τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 21, οι χώρες μέλη μεριμνούν ώστε, όταν το θύμα είναι παιδί:

(α) στο πλαίσιο της ποινικής έρευνας, κάθε εξέταση του παιδιού θύματος να μπορεί να καταγράφεται οπτικοακουστικά και οι μαγνητοσκοπημένες αυτές εξετάσεις να μπορούν να χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία κατά την ποινική διαδικασία. Οι δικονομικοί κανόνες για τις μαγνητοσκοπήσεις και τη χρήση τους καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο·

(β) στο πλαίσιο της ποινικής έρευνας και της ποινικής διαδικασίας, σύμφωνα με το ρόλο των θυμάτων στο οικείο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, οι αρμόδιες αρχές να διορίζουν ειδική-ό εκπρόσωπο των παιδιών θυμάτων όταν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, οι δικαιούχοι της γονικής μέριμνας αποκλείονται από την εκπροσώπηση του παιδιού θύματος λόγω σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ αυτών και του παιδιού θύματος ή στην περίπτωση που το παιδί θύμα είναι ασυνόδευτο ή ζει χωριστά από την οικογένειά της-του.

(βα) όταν το παιδί θύμα δικαιούται συνήγορο, δικαιούται να έχει δική-ό της-του συνήγορο ή εκπρόσωπο, η οποία-ος ενεργεί εξ ονόματός της-του, σε διαδικασίες όπου υπάρχει ή θα μπορούσε να υπάρξει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ του παιδιού και των γονέων ή άλλων διαδίκων.

1α. Όταν η ηλικία του θύματος είναι αβέβαιη, και υπάρχουν λόγοι να πιστεύεται ότι πρόκειται για παιδί, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας τεκμαίρεται ότι το θύμα είναι παιδί.


Για να βρεθείτε στο δέκατο μέρος πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήκαμε στις 14.9.12 από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+REPORT+A7-2012-0244+0+DOC+XML+V0//EL