10 Φεβ 2010

ΥΠΟΘΕΣΗ ΚΑΤΡΑΜΗ 2

Nο Φ.092.22 / 7674 – 1 / 1 ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ ΥΠΟΘΕΣΗ ΚΑΤΡΑΜΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
(Προσφυγή υπ’ αριθ. 19331/05)
ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ 6 Δεκεμβρίου 2007


13. Στις 9 Απριλίου 2002, η προσφεύγουσα κατεδικάσθη από το Πλημμελειοδικείο Χαλκίδος για συκοφαντική δυσφήμιση σε ποινή φυλακίσεως είκοσι μηνών με αναστολή (απόφαση 2234/2002).

14. Σε μη διευκρινισθείσα ημερομηνία, η προσφεύγουσα κατέθεσε έφεση. Στις 14 Μαΐου 2003, το Εφετείο Αθηνών επεκύρωσε την απόφαση 2234/2002 (απόφαση 4764/2003).

15. Στις 6 Ιουνίου 2003, η προσφεύγουσα κατέθεσε αίτηση αναιρέσεως.

16. Στις 20 Απριλίου 2004, ο Άρειος Πάγος αναίρεσε την προσβαλλόμενη απόφαση ως αναιτιολόγητη. Ειδικότερα, το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι το Εφετείο δεν είχε αναφέρει συγκεκριμένα στοιχεία, ούτε για να θεμελιώσει ότι τα γεγονότα τα οποία περιέγραφε η προσφεύγουσα ήταν αληθή, ούτε για να αποδείξει ότι η προσφεύγουσα είχε συνείδηση αυτών. Η υπόθεση ανεπέμφθη ενώπιον του Εφετείου Αθηνών (απόφαση 781/2004).

17. Κατά τη διαδικασία ενώπιον του Εφετείου, η προσφεύγουσα δήλωσε ότι τα γεγονότα στα οποία βασίζονταν οι ισχυρισμοί της, ήταν αληθή, και ότι είχε υποχρέωση, ως δημοσιογράφος, να ενημερώσει το κοινό για τις παραλείψεις δικαστικών λειτουργών. Προσέθεσε δε ότι οι επίδικες εκφράσεις αποτελούσαν αξιολογικές κρίσεις, με τις οποίες επιθυμούσε να ασκήσει κριτική κατά των παραλείψεων του ανακριτού Λ.Π. σε μία υπόθεση στην οποία ενεπλέκετο η αδελφή της.

18. Στις 14 Ιουλίου 2004, το Εφετείο Αθηνών ανεγνώρισε, κατ’ αρχάς, ότι τα γεγονότα στα οποία ανεφέρετο το εν λόγω δημοσίευμα, δεν ήταν ψευδή, και έκρινε ότι, εν προκειμένω, δεν θεμελιωνόταν το αδίκημα της δυσφημίσεως. Το Εφετείο προέβη, εν συνεχεία, σε επαναχαρακτηρισμό των εν λόγω γεγονότων και κατεδίκασε την προσφεύγουσα για εξύβριση, αφού δέχθηκε ότι οι εκφράσεις «επίορκος» και «καραγκιόζης» ήταν άκρως προσβλητικές και εκδήλωναν περιφρόνηση και αμφισβήτηση της ηθικής, κοινωνικής και επαγγελματικής αξίας του μηνυτή, για να καταλήξει ότι στόχος της προσφευγούσης ήταν να προσβάλει την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος, στόχος ο οποίος επετεύχθη. Η προσφεύγουσα κατεδικάσθη σε φυλάκιση ενός έτους, ποινή με ανασταλτικό χαρακτήρα (απόφαση 7092/2004).

19. Στις 7 Σεπτεμβρίου 2004, η προσφεύγουσα κατέθεσε αίτηση αναιρέσεως. Στις 22 Οκτωβρίου 2004, ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση. Το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι το σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως ήταν επαρκές και εμπεριστατωμένο (απόφαση 1843/2004). Η απόφαση αυτή καθαρογράφηκε και θεωρήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2004.

20. Εν τω μεταξύ, στις 10 Σεπτεμβρίου 2003, ο Λ.Π. ήγειρε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδος αγωγή αποζημιώσεως κατά της προσφευγούσης. Ο ενάγων ζητούσε 150.000 ευρώ για την ηθική ζημία την οποία υπέστη, κατά τους ισχυρισμούς του, λόγω της προσβολής της προσωπικότητάς του με τη δημοσίευση του επίμαχου άρθρου. Οι διάδικοι δεν παρέχουν στοιχεία όσον αφορά την περαιτέρω πορεία της διαδικασίας.

ΙΙ. ΟΙΚΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

21. Το άρθρο 361 του Ποινικού Κώδικα ορίζει τα εξής :
«Εξύβριση
1. Όποια-ος, εκτός από τις περιπτώσεις της δυσφήμησης (άρθρα 362 και 363),
προσβάλλει την τιμή άλλης-ου με λόγο ή με έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο,
τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή. Η χρηματική ποινή
μπορεί να επιβληθεί και μαζί με την ποινή της φυλάκισης.
(…)»

ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Ι. ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΡΟΒΑΛΛΟΜΕΝΗΣ ΑΙΤΙΑΣΕΩΣ ΓΙΑ ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΟΥ
ΑΡΘΡΟΥ 6 § 1 ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ

22. Η προσφεύγουσα παραπονείται ότι ο Άρειος Πάγος προέβη, δια της υπ’ αριθ. 1843/2004 αποφάσεώς του, σε ένα «δικαστικό putsch», ερμηνεύοντας εσφαλμένως και αυθαιρέτως την οικεία νομοθεσία, με αποτέλεσμα την απόρριψη της αιτήσεώς της, την προσβολή της τιμής και της προσωπικότητάς της και την υποχρέωση καταβολής των σχετικών προς τη διαδικασία εξόδων και αμοιβών.
Περαιτέρω, επικαλούμενη την αυτή διάταξη, η προσφεύγουσα παραπονείται ότι ο Άρειος Πάγος δεν διεπίστωσε ex officio, ως όφειλε, την παραγραφή του εν λόγω αδικήματος.

Επικαλείται δε το άρθρο 6 παρ. 1 της Συμβάσεως, το οποίο ορίζει τα εξής σχετικά :
«Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα η υπόθεσή του να δικαστεί δίκαια (…) από
(…) δικαστήριο, το οποίο (…) θα αποφασίσει (…) επί των αμφισβητήσεων επί των
δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του αστικής φύσεως (…)»