Ο Χατζιδάκις και η ήττα του δημόσιου λόγου
Πολύτιμος ο δημόσιος λόγος όταν είναι κριτικός και ανατρεπτικός, δεν χαϊδεύει αυτιά, αποδομεί βεβαιότητες και βολή από χρόνια κατακτημένες. Όχι όμως με την ευκολία μιας αντιεξουσιαστικής εξουσιαστικότητας που όλο και συχνότερα κυριαρχεί, ανταγωνιζόμενη σε λαϊκισμό και αυταρχισμό την εξουσιαστική δίδυμη αδελφή της. Αυτός λοιπόν ο πολύτιμος δημόσιος λόγος έχει ηττηθεί κατά κράτος. Εξακολουθεί να αρθρώνεται αλλά έχει ηττηθεί. Είναι κι αυτή μια από τις αιτίες που παραμένει έντονη η απουσία του Μάνου Χατζιδάκι, συμβολικού για πολλούς φορέα ενός τέτοιου λόγου, αν και απείχε πολύ από τον “τυπικό” διανοούμενο. Λείπει η ποιητική αγρυπνία της καθημερινής αμφισβήτησης, στην οποία τόσο ασκήθηκε. Αφορμή για τις σκέψεις αυτές το ντοκιμαντέρ “Είδωλο στον καθρέφτη” που φωτίζει πολλές πλευρές του συνθέτη αλλά υποβαθμίζει τον πολίτη και δημοσιολογούντα Χατζιδάκι.
Με όλες τις αντιφάσεις του, ο Χατζιδάκις παρέμεινε πιστός της σύγκρουσης. Οι επιλογές του στο Τρίτο Πρόγραμμα έκαναν τον γενικό διευθυντή να ωρύεται, υπουργούς να τρέμουν για τη θέση τους, αγανακτισμένες-ους πολίτες να ζητάνε το κεφάλι του. Συγκρούστηκε με την κυρίαρχη συλλογική αντιστασιακή μας αυταρέσκεια.
Όπως έγραψε ο ίδιος, “το ΄74 άρχιζε η εποχή των γηπέδων και των μεγάλων λαϊκών εκτονώσεων. Κράτησα την ψυχραιμία μου και δεν εχόρεψα εθνικούς και αντιστασιακούς χορούς στα γυμναστήρια και στα γεμάτα από νέες-ους γήπεδα”. Αντ΄ αυτού δήλωνε, σχεδόν με άγνοια κινδύνου, ότι το ΄66 βρέθηκε στην Αμερική και έμεινε εκεί έξι χρόνια για λόγους καθαρά φορολογικούς.
Συγκρούστηκε με τον υφέρποντα φασισμό της “Αυριανής” στα χρόνια της παντοδυναμίας της, τη δεκαετία του ΄80. Ενώ πολλές-οι σιωπούσαν, εκείνος μίλησε ανοιχτά εναντίον της διείσδυσης του αυριανισμού στην κυβερνητική πρακτική και δέχτηκε τόνους κίτρινης λάσπης. Συγκρούστηκε με την κρατική αυθαιρεσία και στήριξε τις μειοψηφίες της αμφισβήτησης. Έκπληκτες-οι οι εξεγερμένες-οι βρήκαν στο πρόσωπο του “δεξιού” Χατζιδάκι έναν συμπαραστάτη που έγραφε το ΄86 για την “Μοβ σκιά Μαΐου που ξάπλωσε στον τόπο”.
Συγκρούστηκε και με τον ίδιο τον παλαιό εαυτό του αλλά παρέμεινε ο διαρκής προβοκάτορας που υπονόμευε την πατριδοκαπηλία παίζοντας τον ύμνο της Βέρμαχτ την 28η Οκτωβρίου και μιλούσε για τη γραφικότητα μιας Παράδοσης που είναι “ο εγωισμός των απελθόντων και η ενοχή, ο συμβιβασμός των επιζώντων”.
Απεχθανόταν τον δημοφιλή ρόλο του μεμψίμοιρου δημογέροντα, θεματοφύλακα μιας εν κινδύνω ελληνικότητας, και δεν κολάκεψε την εθνική μας αναδελφοσύνη. Αρνήθηκε πεισματικά να εκπροσωπήσει ποτέ κανέναν άλλον πέρα από τον εαυτό του και δεν μίλησε ποτέ για “τον λαό του”, όπως δυστυχώς κορυφαίοι ομότεχνοί του που αποζητούν σε βαθιά γεράματα με τρόπο θλιβερό την παλλαϊκή λατρεία.
Ο πολίτης Χατζιδάκις μιλούσε αδιαφορώντας για τις αντιδράσεις, γνωρίζοντας πως δεν μπορεί να υπάρξει λόγος αμφισβήτησης που υπολογίζει τα νούμερα των δημοσκοπήσεων. Μπορεί γι΄ αυτό να νιώθουν έντονη την απουσία του όσες-οι ανέπτυξαν μια προσωπική σχέση με το έργο και το πρόσωπό του. Εκείνες-οι που βιώνουν την έλλειψη της ρωμαλέας χατζιδακικής διαρκούς ευαισθησίας στην καθημερινότητά τους.
Το άρθρο το βρήκαμε στην εφημερίδα Τα Νέα -Επιφυλλίδα στις 9.2.09 γραμμένο από τον Κωστή Παπαϊωάννου http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artid=4501129
Ο Κωστής Παπαϊωάννου είναι πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα της-του Ανθρώπου.