10 Φεβ 2012

Υπόθεση Vejdeland και άλλων κατά Σουηδίας αριθ. υποθεσ. 1813/07 8


Υπόθεση Vejdeland και άλλων κατά Σουηδίας, το κείμενο έχει χωρίσθει σε 9 μέρη, πατήστε εδώ για να βρεθείτε στο ένατο μέρος

2. Η εκτίμηση του ΕΔΑΔ
47. Το ΕΔΑΔ διαπιστώνει ότι, και αυτό δεν αμφισβητείται μεταξύ των διαδίκων, ότι η καταδίκη των προσφευγόντων ισοδυναμεί σε παρέμβαση στην ελευθερία της έκφρασης όπως κατοχυρώνεται από το άρθρο 10 § 1 της Συνθήκης.
48. Μια τέτοια παρέμβαση θα παραβιάζει τη σύμβαση, εάν δεν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 10 § 2. Επομένως, πρέπει να διαπιστωθεί κατά πόσον ήταν “προβλεπόμενη από το νόμο", εάν επιδιώκονται ένας ή περισσότεροι από τους θεμιτούς-νόμιμους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή και αν είναι «αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία» για την επίτευξη των σκοπών αυτών.

(α) Νομιμότητα και νόμιμος σκοπός
49. Το ΕΔΑΔ παρατηρεί ότι οι προσφεύγοντες είχαν καταδικαστεί για πράξη προσπάθειας να υποκινήσουν την κοινή γνώμη κατά μίας εθνικής ή εθνοτικής ομάδας, σύμφωνα με το κεφάλαιο 16, το άρθρο 8 του Ποινικού Κώδικα της Σουηδίας (Δείτε παράγραφο 18 ανωτέρω), στην οποία κατά τη στιγμή του ισχυριζόμενου εγκλήματος περιλαμβάνονται δηλώσεις απειλών ή η εκδήλωση περιφρόνησης προς μια ομάδα ανθρώπων σε σχέση με τον σεξουαλικό προσανατολισμό τις. Το ΕΔΑΔ θεωρεί ως εκ τούτου, ότι η επίδικη επέμβαση ήταν επαρκώς σαφής και προβλέψιμη και, συνεπώς, "προβλέπεται από το νόμο" κατά την έννοια της Συνθήκης. Το ΕΔΑΔ θεωρεί περαιτέρω ότι η επέμβαση εξυπηρέτησε νόμιμο σκοπό, δηλαδή την "προστασία της υπόληψης και των δικαιωμάτων των άλλων”, κατά την έννοια του άρθρου 10 § 2 της Συνθήκης.

(β) Η αναγκαιότητα της παρέμβασης
50. Απομένει το Δικαστήριο να εξετάσει αν η παρέμβαση ήταν «αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία».

51. Η δοκιμή-τεστ της «αναγκαιότητας σε μια δημοκρατική κοινωνία» απαιτεί από το Δικαστήριο να καθορίσει αν η καταγγελθείσα παρέμβαση αντιστοιχεί σε «επιτακτική κοινωνική ανάγκη». Από την άποψη αυτή, οι Χώρες μέλη της Συνθήκης διαθέτουν περιθώριο εκτιμήσεως προκειμένου να κρίνουν κατά πόσον υφίσταται τέτοια ανάγκη, αλλά συμβαδίζει με την ευρωπαϊκή εποπτεία, η οποία περιλαμβάνει τόσο τη νομοθεσία και τις αποφάσεις που την εφαρμόζουν, όσο και εκείνες που προκύπτουν από ανεξάρτητο δικαστήριο. Το Δικαστήριο έχει επομένως την εξουσία να εκδώσει την τελική απόφαση για το αν ένας «περιορισμός» συμβιβάζεται με την ελευθερία της έκφρασης, όπως προστατεύεται από το άρθρο 10 (Δείτε, μεταξύ άλλων αρχών, υπόθεση Pedersen και Baadsgaard κατά Δανίας [GC], αριθ. 49017/99, § 68, ECHR 2004-XI).

52. Κατά την επανεξέταση, δυνάμει του άρθρου 10, οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τις εθνικές αρχές σύμφωνα με το περιθώριο εκτιμήσεώς τις, το Δικαστήριο πρέπει να καθορίσει, υπό το πρίσμα της υπόθεσης στο σύνολό της, περιλαμβανομένου του περιεχομένου των παρατηρήσεων που πραγματοποιήθηκαν εναντίον των προσφευγόντων και το πλαίσιο στο οποίο το έκαναν, αν η παρέμβαση στο θέμα ήταν «αναλογική» προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο-θεμιτό σκοπό και αν οι λόγοι που επικαλούνται οι ίδιοι δικαιολογούν την επέμβαση ως «λυσιτελή και επαρκή» (Δείτε, μεταξύ άλλων αρχών, την προαναφερθείσα υπόθεση, Pedersen και Baadsgaard, § § 69 και 70, και Kobenter και Standard Verlags GmbH κατά Αυστρίας, αριθ. 60899/00, § 29, 2 Νοεμβρίου 2006).

53. Το ΕΔΑΔ επαναλαμβάνει περαιτέρω ότι η ελευθερία της έκφρασης ισχύει όχι μόνο για «πληροφορίες» ή «ιδέες» που γίνονται ευμενώς δεκτές ή θεωρούνται αβλαβείς ή αδιάφορες, αλλά και για εκείνες που προσβάλλουν, σοκάρουν ή ενοχλούν. Όπως ορίζεται στο άρθρο 10, η ελευθερία αυτή υπόκειται σε εξαιρέσεις, οι οποίες πρέπει, ωστόσο, να ερμηνεύονται στενά, και η ανάγκη για περιορισμούς πρέπει να θεμελιώνεται πειστικά, (Δείτε, μεταξύ άλλων αρχών, υπόθεση Pedersen και Baadsgaard, παρατίθεται ανωτέρω, § 71).

54.Το ΕΔΑΔ σημειώνει ότι οι προσφεύγοντες διένειμαν τα φυλλάδια με σκοπό να ξεκινήσει μια συζήτηση για την έλλειψη αντικειμενικότητας της εκπαίδευσης στα σουηδικά σχολεία. Το ΕΔΑΔ συμφωνεί με το Ανώτατο Δικαστήριο ότι ακόμη και αν αυτός είναι ένας αποδεκτός στόχος, πρέπει να δίδεται προσοχή στη διατύπωση των φυλλαδίων. Το ΕΔΑΔ παρατηρεί ότι, σύμφωνα με τα φυλλάδια, η λεσβιακότητα, ομοερωτικότητα ήταν “αποκλίνουσα σεξουαλική ροπή" που είχε "ηθικά καταστροφικές επιπτώσεις επί της ουσίας της κοινωνίας". Τα φυλλάδια ισχυρίστηκαν επίσης ότι η λεσβιακότητα, ομοερωτικότητα ήταν μία από τις κύριες αιτίες όπου το HIV και το AIDS είχε κερδίσει μια θέση και ότι το «Lgbtiq λόμπι» επιχείρησε να υποβαθμίσει την παιδοφιλία. Κατά τη γνώμη του ΕΔΑΔ παρόλο που οι δηλώσεις αυτές δεν συνιστούν άμεσα στις πολίτισες-ες να διαπράξουν πράξεις μίσους, είναι ισχυρισμοί σοβαρής προκατάληψης.


Την είδηση την βρήκαμε΄στις 9.2.12 και την μεταφράσαμε από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?action=html&documentId=900340&portal=hbkm&source=externalbydocnumber&table=F69A27FD8FB86142BF01C1166DEA398649