14 Φεβ 2012
Υπόθεση Vejdeland και άλλων κατά Σουηδίας αριθ. υποθεσ. 1813/07 4
Υπόθεση Vejdeland και λοιπών το κείμενο έχει χωρίσθει σε 9 μέρη, πατήστε εδώ για να βρεθείτε στο πέμτο μέρος
Ο σκοπός των σχετικών τμημάτων των φυλλαδίων θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί χωρίς τις δηλώσεις που προσβάλλουν τις Lgbtiq ως ομάδα. Έτσι, η κατάσταση ήταν εν μέρει διαφορετική από ότι στην υπόθεση NJA 2005 σελ. 805, όπου ένας πάστορας έκανε δηλώσεις ενώπιον του ποιμνίου του σε ένα κήρυγμα που βασίστηκε σε ορισμένα βιβλικά αποσπάσματα. Συνδυαστικά οι παραπάνω λόγοι οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το κεφάλαιο 16, το άρθρο 8 του Ποινικού Κώδικα, ερμηνεύεται σύμφωνα με τη Συνθήκη, και επιτρέπει την καταδικαστική απόφαση, λαμβάνοντας υπόψη τις παρούσες συνθήκες αυτής της υπόθεσης".
16.Η μειοψηφία (δύο από το δικαστικό σώμα) διαπίστωσε ότι η καταδίκη των προσφευγόντων, δεν είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο σκοπό και συνεπώς παραβιάζει το άρθρο 10 της Συνθήκης. Ως εκ τούτου, η μειοψηφία ήθελε να αθωώσει τους προσφεύγοντες, αλλά έδωσε ξέχωρες αιτίες γι' αυτό το συμπέρασμα, τουλάχιστον εν μέρει. Ένας εξ' αυτών ήταν της γνώμης ότι η δίωξη δεν είχε διατυπωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε το Ανώτατο Δικαστήριο θα μπορούσε να θεωρήσει ότι τα φυλλάδια είχαν διανεμηθεί σε σχολεία και απευθύνθηκαν στις μαθήτριες-ες, ενώ ο άλλος θεώρησε φυσικό ότι τα φυλλάδια είχαν στόχο τις μαθήτριες-ες και συμφώνησε με την πλειοψηφία ότι έπρεπε να γίνει συνολική εκτίμηση των συνθηκών.
17. Στους τρείς πρώτους προσφεύγοντες δόθηκε αναστολή των ποινών σε συνδυασμό με πρόστιμα που κυμαίνονται από 1.800 Κορώνες Σουηδίας (περίπου 200 ευρώ) σε 19.000 Κορώνες Σουηδίας (περίπου 2.000 ευρώ) και ο τέταρτος προσφεύγων καταδικάστηκε σε αστυνομική επιτήρηση.
ΙΙ. ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΑ ΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ
Το κεφάλαιο 16, άρθρο 8 του ποινικού κώδικα (Brottsbalken, SFS 1962:700) ορίζει ότι ένα πρόσωπο που, διασπείρει σε μια δήλωση ή μια επικοινωνία, απειλές ή εκφράζει περιφρόνηση για μια εθνική, εθνοτική ή άλλη τέτοια ομάδα προσώπων με νύξη στη φυλή, στο χρώμα, στην εθνική ή στην εθνοτική καταγωγή, στις θρησκευτικές πεποιθήσεις ή στο σεξουαλικό προσανατολισμό, πρέπει να καταδικαστεί για πράξη προσπάθειας να υποκινήσεισει την κοινή γνώμη ενάντια μιας εθνικής ή εθνοτικής ομάδας. Το αδίκημα επισύρει ποινή φυλάκισης έως δύο έτη. Εάν το αδίκημα θεωρηθεί ήσσονος σημασίας, η ποινή είναι πρόστιμο, και αν θεωρηθεί ότι θα επιδεινωθεί η ποινή είναι φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών αλλά όχι άνω των τεσσάρων ετών.
19.Η πράξη προσπάθειας υποκίνησης της κοινής γνώμης κατά των Lgbtiq ως ομάδα έγινε ποινικό αδίκημα με την τροποποίηση του νόμου που τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2003. Σύμφωνα με τις προπαρασκευαστικές εργασίες για την τροποποίηση αυτή, όπως παρουσιάζεται στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης 2001/02: 59 (σελ. 32-33), οι Lgbtiq αποτελούν μια ομάδα που είναι εκτεθημένη, η οποία συχνά υφίσταται εγκληματικές πράξεις, λόγω του σεξουαλικού της προσανατολισμού, καθώς και από εθνικιστές και άλλες ρατσιστικές ομάδες που με πράξεις προσπάθειας υποκινήσουν την κοινή γνώμη εις βάρος των Lgbtiq και της λεσβιακότητας, ομοερωτικότητας ως μέρος της προπαγάνδας τις. Η προπαρασκευαστική εργασία, επίσης, ανέφερε ότι υπήρχαν βάσιμες αιτίες ώστε να αξιώνει ότι η λεσβοφοβική, ομοερωτοφοβική οπτική, είναι αυτή που έκανε ορισμένους παραβάτες να επιτεθούν σε πρόσωπα εξ' αιτίας του σεξουαλικού προσανατολισμού τους, προέρχεται από το μίσος, την απειλή και την εμπρηστική προπαγάνδα εις βάρος των Lgbtiq ως ομάδα που διαδόθηκε από την πλειοψηφία των Ναζιστικών και άλλων ακροδεξιών εξτρεμιστικών ομάδων στη χώρα.
20.Το Ανώτατο Δικαστήριο, στην απόφασή του της 29ης Νοεμβρίου 2005 (υπόθεση NJA 2005 σελ. 805) σχετικά με τις δηλώσεις ενός πάστορα κατά τη διάρκεια κηρύγματος οι οποίες κρίθηκε ότι εξέφρασαν περιφρόνηση για τις Lgbtiq ως ομάδα κατά την έννοια του κεφαλαίου 16, άρθρο 8 του Ποινικού Κώδικα, έκρινε ότι η νομοθεσία ήταν σύμφωνη με τη Συνθήκη. Εντούτοις, το Ανώτατο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, η λέξη «περιφρόνηση» στη διάταξη σχετικά με την υποκίνηση ενάντια σε μια ομάδα έπρεπε να ερμηνευθεί πιο περιοριστικά από ό,τι η προπαρασκευαστική εργασία φάνηκε να υποδεικνύει αν η εφαρμογή αυτών των διατάξεων ήταν σύμφωνη με τη Συνθήκη επρόκειτο να καθιερωθούν. Το Ανώτατο Δικαστήριο διαπίστωσε στη συνέχεια ότι η εφαρμογή της διάταξης που ήταν σύμφωνη με τη Συνθήκη δεν θα επέτρεπε την απόφαση καταδίκης του προσφεύγοντος, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών της υπόθεσης, και απέρριψε τις κατηγορίες.
Την είδηση την βρήκαμε στις 9.2.12 και την μεταφράσαμε από την ιστοσελίδα του Ευρωπ. Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?action=html&documentId=900340&portal=hbkm&source=externalbydocnumber&table=F69A27FD8FB86142BF01C1166DEA398649