5 Μαΐ 2011

H Ladele και o McFarlane κατά Αγγλίας Δ' 51671/10 και 36517/10

Αριθμός υποθέσεων 51671/10 και 36516/10
από την Lillian Ladele και τον Gary McFarlane κατά της Αγγλίας
που κατέθηκε στις 27 Αυγούστου 2010 και 24 του Ιούνη 2010

Έγινε αναφορά στην απόφαση του Εργατικό Εφετείου στην υπόθεση της πρώτης προσφεύγουσας. Το Εργατικό Εφετείο διαπίστωσε ότι τα πραγματικά περιστατικά στην υπόθεση αυτή ήταν πολύ παρόμοια με αυτά της υπό κρίση υποθέσεως, και έκρινε ότι η αιτιολογία στη σκέψη 111 της αποφάσεως αυτής (βλ. παραπάνω), ίσχυε άμεσα στην υπό κρίση υπόθεση, δεν υπήρχε ουσιαστική διάκριση μεταξύ της θέσης τοπικής αρχής και μιας ιδιωτικής οργάνωσης, όπως η Relate. Κατόπιν αυτής της συλλογιστικής, κατέληξε στο συμπέρασμα πως η Relate είχε δικαίωμα να αρνηθεί να φιλοξενήσει-προσαρμόσει απόψεις που αντιτίθενται στις θεμελιώδεις δηλωμένες αρχές της. Υπό αυτές τις συνθήκες, τα επιχειρήματα που αφορούν την πρακτική εφαρμογή του να προσαρμοστεί στις απόψεις του προσφεύγοντος ήταν «εκτός τόπου». Το Εργατικό Εφετείο κατέληξε, στη σκέψη 30, ότι:

"... πρέπει να δικαιολογείται μια οργάνωση στη θέση της Relate να απαιτεί από τις υπαλλήλους της να τηρούν τις ίδιες αρχές που θεωρεί ως θεμελιώδεις για το δικό της ήθος και δεσμεύεται να τις διατηρήσει προς το κοινό, πολύ περισσότερο όπου η παρατήρηση-παρακολούθηση των αρχών αυτών είναι υποχρεωτική από το νόμο. Εάν κρίνει πως ο συμβιβασμός των αρχών αυτών στην εσωτερική ρύθμιση της θα ερχόταν σε αντίθεση με την εξωτερική στάση της, η απόφαση αυτή πρέπει να γίνεται σεβαστή".

Στην αξίωση της άδικης απόλυσης, το Εργατικό Εφετείο έκρινε ότι ως λόγος της απολύσεως του δεύτερου προσφεύγοντος θα έπρεπε καταλλήλως να έχει χαρακτηρισθεί "η συμπεριφορά του ", αντί για "κάποιο άλλο ουσιαστικό λόγο" (βάση της άποψης του άρθρου 98 του Νόμου Εργατικών Δικαιωμάτων), αλλά επικύρωσε την αξίωση απόλυσης του Εργατικού Δικαστηρίου.

Ο δεύτερος προσφεύγων ζήτησε από το Εφετείο την άδεια να ασκήσει έφεση στην απόφαση του Εργατικού Εφετείου. Στις 20 Ιανουαρίου 2010, το Εφετείο απέρριψε την προσφυγή με την αιτιολογία ότι δεν υπήρχε καμία ρεαλιστική προοπτική επιτυχίας της προσφυγής, υπό το πρίσμα του Εφετείου της αποφάσεως του Δεκεμβρίου 2009 στην υπόθεση Ladele. Μετά την άρνηση του Ανωτάτου Δικαστηρίου να επιτρέψει το δικαίωμα άσκησης προσφυγής στη Ladele, ο δεύτερος προσφεύγων ανανέωσε την αίτησή του για άδεια να ασκήσει έφεση στην απόφαση του Εργατικού Εφετείου. Μετά από μια ακρόαση, αρνήθηκαν την αίτηση αυτή εκ νέου στις 29 Απριλίου 2010, με το σκεπτικό ότι, όπως εν προκειμένω, δεν μπορεί λογικά να διαχωριστεί στην Ladele, το επιχείρημα του δεύτερου προσφεύγοντος δεν μπορούσε να επιτύχει. Στη σκέψη 25 της απόφασής του, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Νόμων κατέληξε:

«Δεν υπάρχει μεγαλύτερο περιθώριο εδώ από ό,τι υπήρχε εκεί για οποιαδήποτε οριακή εξισορρόπηση στο όνομα της αναλογικότητας. Για να τεθεί σε ισχύ η θέση της προσφεύγουσας θα υπονόμευε κατ 'ανάγκην την ορθή και νόμιμη πολιτική της Relate".

Β. Σχετική εγχώρια νομοθεσία και πρακτική
1. Οι Κανονισμοί Ισότητας στην Εργασία 2003 (θρησκεία ή πεποιθήσεις)
Ο κανονισμός 3 (1) των Κανονισμών 2003 ορίζει τις άμεσες και έμμεσες διακρίσεις λόγω θρησκείας ή πεποιθήσεων:

"3. (1) Για τους σκοπούς των παρόντων Κανονισμών, ένα πρόσωπο (Α) εφαρμόζει διακρίσεις σε βάρος ενός άλλου προσώπου ("Β"), εάν -

(α) για λόγους θρησκείας ή πεποιθήσεων, η A μεταχειρίζεται την B κατά τρόπο λιγότερο ευνοϊκό από ότι μεταχειρίζεται ή θα μεταχειριζόταν άλλα πρόσωπα, αλλά

(β) η Α εφαρμόζει στη B μια διάταξη-παροχή, κριτήριο ή πρακτική την οποία επίσης εφαρμόζει ή θα εφάρμοζε εξίσου για πρόσωπα όχι της ίδιας θρησκείας ή πεποιθήσεων, με τη B, αλλά -

(i) όπου θέτει ή θα έθετε πρόσωπα της ίδιας θρησκείας ή πεποιθήσεων με την Β σε δυσμενέστερη θέση σε σύγκριση με άλλα πρόσωπα,

(ii) όπου θέτει την Β στη δυσμενέστερη αυτή θέση,

(iii) όπου η Α δεν μπορεί να παρουσιάσει πως είναι ένα μέσο ανάλογο προς επίτευξη θεμιτού-νόμιμου σκοπού».


Σύμφωνα με το άρθρο 2 (1), «θρησκεία ή πεποιθήσεις», σημαίνει κάθε θρησκευτική πεποίθηση ή παρόμοιες φιλοσοφικές πεποιθήσεις.

Ο κανονισμός 6 (2) καθιστά παράνομη μια εργοδοσία πως κάνει διακρίσεις εις βάρος ενός ατόμου για λόγους θρησκείας ή πεποιθήσεων:

«(Α) στους όρους εργασίας και απασχόλησης που η ίδια της παρέχει

... (δ), με την απόλυσή της, ή με την υποβολή σε οποιαδήποτε άλλη ζημία-βάρος. "


2. Νόμος Εργασιακών Δικαιωμάτων 1996
Ο νόμος του 1996 προβλέπει, κατά περίπτωση:

"98. (1) Κατά τον καθορισμό για τους σκοπούς του παρόντος μέρους αν η απόλυση μιας εργαζόμενης-νου είναι δίκαιη ή άδικη, εναπόκειται στην εργοδοσία να αποδείξει:

(α) την αιτία (ή, αν είναι περισσότερες από μία, τη κύρια αιτία) για την απόλυση, και

(β) ότι πρόκειται, είτε για αιτίες που εμπίπτουν στο εδάφιο (2) ή κάποια άλλη σημαντική αιτία του είδους, που να δικαιολογεί την απόλυση μίας εργαζόμενης που υποστηρίζει την θέση που υποστήριξε η εργαζόμενη.

(2) Μία από τις αιτίες που εμπίπτει στο παρόν εδάφιο, αν -

... (β) σχετίζεται με τη συμπεριφορά της εργαζομένης-ου»

3. Κανονισμοί του Νόμου Ισότητας 2007 (σεξουαλικός προσανατολισμός)
Ο κανονισμός 3 των Κανονισμών 2007 ορίζει τις διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού ως εξής:

"3 (1) Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ένα πρόσωπο («Α»), κάνει διακρίσεις σε βάρος άλλου προσώπου («Β»), εάν, για λόγους σεξουαλικού προσανατολισμού της B. .., η A μεταχειρίζεται την B κατά τρόπο λιγότερο ευνοϊκό από ότι μεταχειρίζεται ή θα μεταχειριζόταν άλλες (σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν υλικές διαφορές στις συνθήκες) ...

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ένα πρόσωπο («Α»), κάνει διακρίσεις σε βάρος άλλου προσώπου («Β»), αν η A εφαρμόζει στη B κάποια διάταξη, κριτήριο ή πρακτική-

(α) όπου επίσης εφαρμόζει ή θα εφάρμοζε και σε πρόσωπα που δεν έχουν τον ίδιο σεξουαλικό προσανατολισμό με την Β,

(β) που θέτει τα πρόσωπα του σεξουαλικού προσανατολισμού της Β συγκριτικά σε μειονεκτική θέση σε σχέση με ορισμένα ή όλα τα άλλα πρόσωπα (όπου δεν υπάρχει καμία υλική διαφορά στις σχετικές συνθήκες), και

(γ), που θέτει την Β σε δυσμενέστερη θέση έναντι ορισμένων ή όλων των προσώπων που δεν έχουν τον ίδιο σεξουαλικό προσανατολισμό με την Β (όπου δεν υπάρχουν υλικές διαφορές στις σχετικές συνθήκες), και

(δ) όπου η Α δεν μπορεί ευλόγως να δικαιολογήσει με αναφορά σε άλλα ζητήματα εκτός από τον σεξουαλικό προσανατολισμό της Β».

Ο κανονισμός 8 (1) αναφέρει ότι είναι "παράνομο για μια δημόσια αρχή που ασκεί μια λειτουργία-υπηρεσία να κάνει οποιαδήποτε πράξη η οποία συνιστά διάκριση". Η "Δημόσια αρχή" ορίζεται στον κανονισμό 8 (2) πως περιλαμβάνει "κάθε πρόσωπο που έχει υπηρεσίες δημόσιας φύσης...".
Ο κανονισμός 14 περιλαμβάνει περιορισμένες εξαιρέσεις για οργανώσεις ο σκοπός των οποίων είναι η πρακτική ή προαγωγή θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων.

ΠΑΡΑΠΟΝΑ
Η πρώτη προσφεύγουσα και ο δεύτερος προσφεύγων προσάπτουν πως η εγχώρια νομοθεσία απέτυχε να προστατεύσει επαρκώς το δικαίωμά της-του να εκδηλώνει τη θρησκεία της-του, σε αντίθεση με το άρθρο 9 της Σύμβασης, μεμονωμένα και σε συνδυασμό με το άρθρο 14.

Η πρώτη προσφεύγουσα παραπονείται ότι η εγχώρια νομοθεσία απέτυχε να προσφέρει μια αποτελεσματική νομική αποκατάσταση για παραβίαση της Σύμβασης, κατά παράβαση του άρθρου 13.

Ο δεύτερος προσφεύγων παραπονείται ότι η εγχώρια νομοθεσία απέτυχε να προστατεύσει επαρκώς το δικαίωμά του για δίκαιη δίκη, κατά παράβαση του άρθρου 6 της Σύμβασης. Καταγγέλλει επίσης ότι η εγχώρια νομοθεσία απέτυχε να προστατεύσει επαρκώς το δικαίωμά του στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής, κατά παράβαση του άρθρου 8 της Σύμβασης

ΕΡΩΤΗΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΡΗ
Όσον αφορά την προσφεύγουσα και τον προσφεύγοντα, υπήρξε παράβαση του άρθρου 9, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με το άρθρο 14;

Ladele και McFarlane κατά Αγγλίας - έκθεση των πραγματικών περιστατικών
ΚΑΙ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ


Την είδηση την βρήκαμε στις 2.4.11 και την μεταφράσαμε από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?action=html&documentId=884740&portal=hbkm&source=externalbydocnumber&table=F69A27FD8FB86142BF01C1166DEA398649