Cyborg: το επόμενο βήμα στη μετεξέλιξη της ανθρώπου
Ολο και περισσότερες έρευνες επικεντρώνονται στη δημιουργία ανθεκτικότερων, παραγωγικότερων και τελειότερων ανθρώπινων όντων. Και ήδη στις μέρες μας η νέα βιοκυβερνητική τεχνολογία -συνδυάζοντας τεχνικές από τις πιο διαφορετικές επιστήμες- φαίνεται ικανή να υλοποιήσει τα πιο τολμηρά φαντασιοκοπήματα των κυβερνοπάνκ συγγραφισών-ων.
Μάλιστα, λόγω της άλογης δημογραφικής και τεχνολογικής ανάπτυξης των ανθρώπων τούς τελευταίους δύο αιώνες, ο πλανήτης μας κινδυνεύει να καταστεί αφιλόξενος για το ανθρώπινο είδος με τη σημερινή του μορφή. Ισως γι' αυτό κάποιες-οι αφελείς μελλοντολόγες-οι αλλά και ορισμένες-οι υπεραισιόδοξες-οι επιστημόνισες έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τις για την επιβίωσή μας, στην οικολογικά κατεστραμμένη Γη του αύριο, στη μετεξέλιξή μας σε... Cyborg.
Πριν από εξήντα δύο χρόνια ο ιδιοφυής μαθηματικός Νόρμπερτ Βίνερ (Ν. Wiener) εξέδωσε το περίφημο βιβλίο του «Cybernetics». Στις σελίδες αυτού του κλασικού επιστημονικού συγγράμματος -που κυκλοφορεί και στα ελληνικά από τις εκδ. Καστανιώτη- εκθέτει και κυρίως θεμελιώνει μαθηματικά τις προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση της Κυβερνητικής, μιας ολότελα νέας επιστήμης η οποία, προγραμματικά, επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στον «έλεγχο και την επικοινωνία στα ζώα και στις μηχανές», όπως δηλώνεται απερίφραστα και στον υπότιτλο του βιβλίου.
Τις επόμενες δεκαετίες η ανάπτυξη και η τεχνολογική μετεξέλιξη των πρωτοποριακών ιδεών του Βίνερ θα οδηγήσουν στη γένεση της ρομποτικής και της τεχνητής νοημοσύνης. Και χάρη σ' αυτές τις δύο πανίσχυρες τεχνοεπιστήμες η ανθρωπότητα θα αρχίσει να ικανοποιεί προοδευτικά τα πιο τρελά τεχνολογικά της όνειρα ή εφιάλτες (ανάλογα με τη σκοπιά που το βλέπει καμιά). Σήμερα, μάλιστα, από τη συνεργασία της πληροφορικής και της τεχνητής νοημοσύνης με τις νευροεπιστήμες προκύπτει ότι, στο άμεσο μέλλον, θα είναι απολύτως εφικτή η δυνατότητα δημιουργίας χιμαιρικών βιο-κυβερνητικών πλασμάτων, των περίφημων «Cyborgs».
Πρόκειται για ζωντανά πλάσματα, των ανθρώπων μη εξαιρουμένων, στο βιολογικό σώμα των οποίων έχουν ενσωματωθεί κάποια επιπρόσθετα τεχνητά μέλη ή όργανα, τα οποία συνεργάζονται αρμονικά με τις υπάρχουσες βιολογικές δομές, προκειμένου να αναπληρώσουν ή και να αυξήσουν σημαντικά τις ικανότητες του οργανισμού.
Το όνειρο της κατασκευής «Cyborgs», δηλαδή βιοκυβερνητικών ή βιονικών οργανισμών, είναι πολύ παλαιό, αλλά μόνο στις αρχές της δεκαετίας του 1960 επαναδιατυπώνεται με αυστηρά επιστημονικούς όρους από τους Manfred Ε. Clynes και Nathan S. Kline. Επηρεασμένοι από τον μεγάλο ενθουσιασμό της εποχής για τις διαστημικές αποστολές, είχαν την έμπνευση να δημιουργήσουν «διαστημικές υπερανθρώπους» που θα ήταν σε θέση να αντιμετωπίζουν τις αντίξοες συνθήκες του εξωγήινου περιβάλλοντος. Με άλλα λόγια, πίστευαν ότι η επιτυχία στελεχωμένων αποστολών για μακρινά ταξίδια στο Διάστημα εξαρτάται από τη δημιουργία «υβριδικών» ανθρώπινων πλασμάτων με υπερανθρώπινες ικανότητες, τις οποίες μόνο η ενσωμάτωση μηχανών στο ανθρώπινο σώμα θα μπορούσε να εξασφαλίσει.
Εκτοτε, η λογοτεχνία και οι ταινίες επιστημονικής φαντασίας με πρωταγωνίστριες υπερανθρώπους Cyborgs θα εξερευνήσουν, θα εκλαϊκεύσουν και, με ή παρά τη θέλησή τις, θα προπαγανδίσουν αυτή τη δήθεν φουτουριστική προοπτική.
Διεπαφές ανθρώπου-μηχανής
Η ιδέα της μόνιμης εγκατάστασης ή, τουλάχιστον, της πρόσκαιρης διασύνδεσης του ανθρώπινου σώματος με υπολογιστικές μηχανές περιγράφεται για πρώτη φορά εκτενώς κατά τη δεκαετία του 1980, σε κάποια διηγήματα επιστημονικής φαντασίας, οι συγγράφισες-εις των οποίων συνήθως αυτοπροσδιορίζονται ως «κυβερνοπάνκ». Τα κείμενα των πιο διάσημων κυβερνοπάνκ συγγραφισών-ων -W. Gibson, R. Rucker, L. Shepard, Β. Sterling- ενδιέφεραν τότε μια μάλλον περιορισμένη κατηγορία αναγνωστριών-ων: από τα συνήθη ροκ φρικιά μέχρι κάποιες-ους εναλλακτικές επιστημόνισες-ες της πληροφορικής.
Πάντως, οι εξελίξεις των δύο τελευταίων δεκαετιών στη βιοπληροφορική, τη βιοκυβερνητική και τη μικροηλεκτρονική φαίνεται πως καθιστούν απολύτως ρεαλιστικά ακόμη και τα πιο ακραία σενάρια επιστημονικής φαντασίας σχετικά με τη δυνατότητα κατασκευής υβριδίων ανθρωπο-μηχανής. Πράγματι, ερευνητικές ομάδες σε όλο τον κόσμο εργάζονται σήμερα πυρετωδώς για την υλοποίηση του τεχνολογικού οράματος της ενσωμάτωσης στο ανθρώπινο σώμα των διάφορων μικρο- και νανο- μηχανών.
Και αξίζει να σημειωθεί ότι όλες αυτές οι έρευνες είναι πάντα διεπιστημονικές: σε αυτές συμμετέχουν απαραιτήτως ερευνήτριες-ες από διαφορετικά επιστημονικά πεδία -μηχανολόγες-οι, πληροφορικοί, βιολόγες-οι και νευρεπιστημόνισες-ες. Η αναγκαιότητα αυτής της διεπιστημονικής προσέγγισης προκύπτει από το ίδιο το αντικείμενο της έρευνας, τη δημιουργία δηλαδή μιας επιφάνειας «διεπαφής» (interface), η οποία θα επιτρέπει την απρόσκοπτη επικοινωνία ενός βιολογικού εγκεφάλου με έναν ψηφιακό υπολογιστή.
Χάρη στη δημιουργία τέτοιων διεπαφών ανθρώπου-μηχανής, οι ερευνήτριες-ες κατάφεραν να μεταφράσουν τα νευρικά σήματα που παράγονται από τους νευρώνες του εγκεφάλου σε ηλεκτρικά σήματα, τα οποία μέσω ενός υπολογιστή μπορούν π.χ. να μετακινούν τους μηχανικούς βραχίονες ενός ρομπότ. Βέβαια, αυτές οι νευροτεχνολογικές έρευνες βρίσκονται ακόμη σε εμβρυϊκό στάδιο. Ομως, η προβλεπόμενη ταχύτατη ανάπτυξή τις στα αμέσως επόμενα χρόνια φαίνεται να οδηγεί αναπόφευκτα στην ευρύτερη μηχανοποίηση της ανθρώπινης ζωής και ίσως, γιατί όχι, στον μεγαλύτερο εξανθρωπισμό των μηχανών.
Σε πειραματικό στάδιο βρίσκονται και άλλα, ακόμη πιο τολμηρά, νευρο-υπολογιστικά υβρίδια: είναι σε θέση να «ακούνε» επιλεκτικά τα νευρικά σήματα που παράγονται στο εσωτερικό του εγκεφάλου και έτσι να επιτρέπουν σε παράλυτες-ους να χειρίζονται, μέσω εγκεφαλικών σημάτων, εξωτερικές συσκευές, όπως οι υπολογιστές. Σε αυτό το πεδίο πρωτοποριακές είναι οι έρευνες του διάσημου Γερμανού νευροεπιστήμονα Niels Birbaumer, ο οποίος κατάφερε να δημιουργήσει μια νευρο-υπολογιστική συσκευή «μετάφρασης της σκέψης», η οποία είναι σε θέση να μετατρέπει τη νευρωνική δραστηριότητα του εγκεφάλου σε κίνηση ενός μεταλλικού βραχίονα!
Οι περισσότερες από τις νευροτεχνολογικές «προθέσεις» που αναφέραμε μέχρι τώρα, είτε βρίσκονται εμφυτευμένες μέσα στα κυκλώματα του εγκεφάλου είτε απλώς συνδέονται και επικοινωνούν μαζί τις εξωτερικά. Ουσιαστικά πρόκειται για συσκευές «παθητικής ανάγνωσης»: ανιχνεύουν και μεταδίδουν ήδη υπαρκτές νευρικές πληροφορίες, χωρίς να μπορούν να παραγάγουν κανένα νέο σήμα. Υπάρχουν όμως και εξωτερικές νευρολογικές προθέσεις «εγγραφής». Αυτές κάνουν ακριβώς το αντίθετο: μεταδίδουν πληροφορίες από το εξωτερικό περιβάλλον προς τον εγκέφαλο και διεγείρουν τα αισθητικά κέντρα, συμβάλλοντας έτσι αποφασιστικά στην παραγωγή αισθητηριακών αντιλήψεων.
Τυπικό παράδειγμα είναι η κοχλιακή συσκευή, που επιτρέπει την ανάκτηση της ακουστικής ικανότητας. Μια ανάλογη προθετική συσκευή για την όραση δημιουργήθηκε στην Καλιφόρνια από ερευνήτριες-ες της Second Sight Medical Products. Η συσκευή είναι σε θέση να μεταδίδει εικόνες καταγεγραμμένες από μια βιντεοκάμερα σε μια σειρά από ηλεκτρόδια τοποθετημένα στον αμφιβληστροειδή χιτώνα του ματιού μιας «τυφλής» ασθενούς. Οι εθελόντριες-ες που το δοκίμασαν κατάφεραν να διακρίνουν κάποια απλά σχήματα και τις διαφορές φωτεινότητας ανάμεσα σε διαφορετικά αντικείμενα.
Οι περισσότερες ειδικές-οι συμφωνούν ότι τα επόμενα πέντε χρόνια οι πιο εξελιγμένες επιφάνειες διεπαφής ανθρώπου-υπολογιστή θα επιτρέψουν σε παράλυτες-ους να σηκώνουν και να πίνουν ένα ποτήρι νερό, ενώ στο απώτερο μέλλον τα ίδια άτομα θα είναι σε θέση να παρακάμψουν, μέσω μηχανών, σχεδόν όλους τους σημερινούς περιορισμούς που τις επιβάλλει η κατάστασή τις.
Αυθεντία ή πειραματόζωο;
Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι τέτοιες εξωτερικές τεχνολογικές «προθέσεις εγγραφής» συνδέονται με περιφερειακά νεύρα, και επομένως δεν μπορούν καθόλου να βοηθήσουν όσες ασθενείς έχουν απολέσει, λόγω ασθένειας ή ατυχήματος, τις κεντρικές διασυνδέσεις ανάμεσα στα εγκεφαλικά κέντρα και τα περιφερειακά όργανα.
Γι' αυτό ορισμένες ερευνήτριες-ες σκέφτηκαν να τοποθετήσουν τα κατάλληλα μικροτσίπ κατευθείαν πάνω στον εγκεφαλικό φλοιό, σε συγκεκριμένα αισθητηριακά κέντρα. Ομως, τόσο η ασύλληπτη πολυπλοκότητα των εγκεφαλικών λειτουργιών όσο και η άγνοιά μας σχετικά με τον ακριβή εγκεφαλικό εντοπισμό αυτών των λειτουργιών εμποδίζουν, για την ώρα, την επίτευξη αυτού του φιλόδοξου ερευνητικού προγράμματος.
Εδώ υπεισέρχονται οι πρωτοποριακές έρευνες του Kevin Warwick, διάσημου Βρετανού καθηγητή Βιοκυβερνητικής στο Πανεπιστήμιο Reading. Ο Warwick αποφάσισε να εφαρμόσει στον ίδιο του τον εαυτό τις αλλόκοτες επιστημονικές ιδέες του. Πράγματι, ήταν ο πρώτος άνθρωπος που το 1998 εγκατέστησε ένα μικροτσίπ στο αριστερό του χέρι, ενώ το 2002, για τις ανάγκες ενός άλλου πειράματος, συνέδεσε καμιά εκατοστή μικροηλεκτρόδια με τις νευρικές απολήξεις του ίδιου χεριού. Επιπλέον, ήταν ο πρώτος ερευνητής-πειραματόζωο ο οποίος συνέδεσε το νευρικό του σύστημα με έναν υπολογιστή ικανό να διοχετεύει στο Διαδίκτυο τη νευρική δραστηριότητά του. Χάρη σ' αυτό τον εναλλακτικό τρόπο κατάφερνε να επικοινωνεί με τη σύζυγό του, να μετακινεί αντικείμενα που βρίσκονταν σε απόσταση χιλιάδων χιλιομέτρων, άρα να βιώνει μέσω της τεχνολογίας ανοίκειες «ψηφιακές» εμπειρίες.
Υποβάλλοντας τον εαυτό του σε αυτά τα εκκεντρικά, και ίσως μαζοχιστικά πειράματα, ο Kevin Warwick έχει κερδίσει δικαίως από τα ΜΜΕ τον τίτλο του πρώτου βιοκυβερνητικού ανθρώπινου πλάσματος. Και για να επιβεβαιώσει και να διατηρήσει τον τίτλο του ως ο πρώτος «Homo Cyborg», προγραμματίζει τη δημιουργία, μέσα στα επόμενα 7 με 10 χρόνια, μιας συσκευής που θα επιτρέπει την απευθείας μη λεκτική επικοινωνία ανάμεσα σε δύο ξεχωριστούς ανθρώπινους εγκεφάλους!
«Αν ήμασταν Cyborg, θα είχαμε μια εντελώς διαφορετική εικόνα του κόσμου που μας περιβάλλει: θα άλλαζαν ριζικά τα εκπαιδευτικά και τα υγειονομικά μας συστήματα και όχι μόνο ο διαπροσωπικός τρόπος επικοινωνίας με τις άλλες-ους». Ετσι περιγράφει ο ίδιος σε μια πρόσφατη συνέντευξη αυτή τη νέα γνωσιακή και επικοινωνιακή κατάσταση. Και συνεχίζει: «Τι σημαίνει να είναι καμιά νυχτερίδα; Στο ερώτημα αυτό, που είχε τεθεί πριν από 40 χρόνια από τον φιλόσοφο Thomas Nagel σε ένα διάσημο κείμενό του, που αποτελεί μια από τις σημαντικότερες παρεμβάσεις στη φιλοσοφία του νου, σήμερα έχω την απάντηση! Εχω βιώσει την αντίληψη των υπερήχων. Και μολονότι τα μάτια μου ήταν καλυμμένα, ήμουν σε θέση να κινούμαι και να γνωρίζω την απόσταση των αντικειμένων από εμένα, χάρη στις ηλεκτρικές ώσεις που διέγειραν τον εγκέφαλό μου εντονότερα όσο περισσότερο πλησίαζα σε αυτά τα αντικείμενα που υπήρχαν μπροστά μου χωρίς να τα βλέπω».
Και καταλήγει στο πικρόχολο σχόλιο: «Μετά την επιτυχία του πρώτου πειράματος, πίστευα ότι πολλά άλλα ανάλογα πειράματα θα πραγματοποιούνταν. Δεν συνέβη αυτό: οι περισσότερες επιστημόνισες-ες είναι εξαιρετικά συντηρητικές-οι».
Ο δρόμος λοιπόν που οδηγεί στη μετεξέλιξη του Homo Sapiens σε Homo Cyborg, των «καταπιεσμένων» ανθρώπων τού χθες στα «ελεύθερα» βιοκυβερνητικά πλάσματα του αύριο, φαίνεται στρωμένος με «ψηφιακά» ροδοπέταλα και χωρίς σοβαρά προβλήματα ή επίπλοκες. Δεν είναι όμως έτσι! Η ζωή στον νέο βιοκυβερνητικό κόσμο θα είναι εξίσου -αν όχι πολύ περισσότερο- επικίνδυνη και απειλητική από τον γνωστό μας κόσμο. Τα βιοκυβερνητικά σήματα που εισρέουν ανεξέλεγκτα στο σώμα και τον εγκέφαλό μας μπορούν να τα «μολύνουν» ανεπανόρθωτα (βλ. πλαίσιο)· μπλοκάροντας ή και καταστρέφοντας όχι απλώς την κυβερνητική αλλά και τη βιολογική μας διάσταση.
Το άρθρο το βρήκαμε στις 5.6.10 από την εφημερίδα Ελευθεροτυπία, γραμμένο από τον Σπύρο Μανουσέλη στην http://www.enet.gr/?i=news.el.episthmh-texnologia&id=169361