Μια πορνοταινία στην κλίμακα των αμαρτημάτων
Η σκηνή δεν είχε διαδραματιστεί στο θέατρο, αλλά στον άμεσο κοινωνικό χωροχρόνο: δικηγορικό γραφείο, δεκαετία του εβδομήντα.
Πρόσωπα: δύο δικηγόροι και οι πελάτες τους, σύζυγοι που ήθελαν να χωρίσουν.
Κατά το πολύ γνωστό τότε ισχύον νομικό πλαίσιο, συναινετικό διαζύγιο δεν προβλεπόταν. Η κοινωνική και η δικηγορική τέχνη, όμως, είχαν κατασκευάσει την παρακαμπτήριο: οι σύζυγοι που συμφωνούσαν ότι ήθελαν να χωρίσουν, αντιδικούσαν εικονικά. Ο ένας απέδιδε στον άλλο κλονιστική του γάμου συμπεριφορά (συνήθως εξυβρίσεις). Ο «υπαίτιος» συνομολογούσε σιωπηρά ή έμμεσα και ανταπέδιδε. Το δικαστήριο, αν και καταλάβαινε ή ακριβώς επειδή καταλάβαινε, αποφάσιζε το διαζύγιο, αποδίδοντας ευθύνες αμφιμερώς και συμψηφίζοντας. Πρακτικά, οι συνέπειες δεν απείχαν από εκείνες ενός συναινετικού διαζυγίου.
Στο ιστορούμενο περιστατικό, η συμφωνία βάσης είχε προηγηθεί και απέμενε η σύνταξη των δικογράφων. Ποιες βρισιές θα θεμελίωναν το νόμω βάσιμο των αγωγών των «αντιδίκων»; Πολλοί σύζυγοι δήλωναν στους δικηγόρους τους «εσείς ξέρετε, γράψτε ό,τι συνηθίζεται». Οι σώφρονες δικηγόροι, όμως, αποποιούνταν την πρωτοβουλία και ζητούσαν υπαγόρευση των υβριστικών εκφράσεων, από τους αντιδίκους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση συντασσόταν το δικόγραφο του συζύγου. «Ας γράψετε, ότι δήθεν η σύζυγός σας σάς αποκαλούσε απατεώνα, βάρβαρο και ομοφυλόφιλο», πρότεινε ο δικηγόρος της, χρησιμοποιώντας μάλιστα ένα κακόηχο συνώνυμο του τελευταίου χαρακτηρισμού. «Σύμφωνοι, ας τα γράψουμε», ήταν η στωική ανταπόκριση του συζύγου. «Προσθέστε καμιά λέξη ακόμη, π.χ. ότι σας αποκαλούσε λαπά, και τελειώσαμε», κατέληξε ο δικηγόρος της κυρίας. «Αυτό ποτέ, ξεχάστε το», αναπήδησε από τη θέση του θυμωμένος ο σύζυγος.
Χάρη στον τίτλο του άρθρου ίσως έχει γίνει αντιληπτή η σχέση του αφηγήματος με τα επίκαιρα θέματα. Η τηλεόραση προβάλλει αστυνομικά έργα με βία και σκοτωμούς. «Κανένα πρόβλημα» για τις αστυνομικές Αρχές, τους εισαγγελείς, το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, τους πλείστους τηλεθεατές. Παρακάτω περιγράφει πράξεις διαφθοράς ή παραβίασης θεμελιακών δικαιωμάτων των πολιτών. Στη συνέχεια προβάλλει μοντέλα αμάθειας, ωραιοπάθειας και εύκολου πλουτισμού συμπυκνωμένα στον τρόπο ζωής εφήμερων αστέρων. Ικανά όλα τα παραπάνω να παραδειγματίσουν, λόγω της συχνής ή λαμπερής προβολής τους. «Συνεχίστε, ουδέν πρόβλημα», είναι το εκ της αδράνειας μήνυμα των εξουσιών (σε αυτές και ο συνήθης τηλεθεατής).
Κάποιο κανάλι, όμως, υπερβαίνει τα εσκαμμένα. Δείχνει το ανοίκειο σεξ. Σκηνές από μια «τσόντα» ή ένα ομοφυλοφιλικό φιλί ή ολόγυμνα σώματα. «Ως εδώ», αναπηδούν από τη θέση τους αρμόδιοι και κοινωνοί. «Δεν πάει άλλο».
Δεν έχει σημασία ότι οι ερωτικές σκηνές θα έχουν προβληθεί αργά τη νύχτα, σε χρόνο όπου οι γονείς μονοπωλούν ή πάντως ελέγχουν το τηλεοπτικό θέαμα στο σπίτι. Ιδίως, αδιάφορο μένει το γεγονός ότι οι σκηνές βίας ή διαφθοράς περιγράφουν βαρειές προσβολές συνανθρώπων, ενώ το ερωτικό θέαμα αφορά ενήλικα πρόσωπα που μοιράζονται απολαύσεις ελεύθερα.
Η βία αποτελεί θέαμα ανεκτό, ο ερωτισμός είναι ανυπόφορος. Με την προβολή του θα παρέμβει κατά προτεραιότητα το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, θα επιβάλει πρόστιμα δεκάδων χιλιάδων ευρώ, δύο σύμβουλοί του θα μειοψηφήσουν κρίνοντας ότι τα ποσά θα έπρεπε να είναι υψηλότερα. Αν, εξάλλου, τις ερωτικές σκηνές τις έχουν δείξει παράνομα κανάλια, η αστυνομική παρέμβαση θα έχει πρόσθετη ορμή και κοινωνική στήριξη. Αν εν τω μεταξύ κάποια σταρ γίνει πρωταγωνίστρια πορνοταινίας, άτεγκτες απέναντί της θα προκύψουν οι αποδοκιμασίες ενός κοινωνικού περίγυρου. Οπως στη φυλακή λιντσάρονται οι αιμομίκτες, έτσι στην παρέα των σαθρών αστέρων ανακαλύπτεται επιτέλους ο αποδιοπομπαίος τράγος, η χειρότερη χάρη, στην οποία οι υπόλοιπες διαφέρουν και μπορούν να (αυτο)καταξιώνονται. Τα χρήματα που θα δοθούν από τους καταναλωτές της πορνοταινίας αποτελούν φόρο βλακείας. Ο πονηρός φορομπήχτης εκμεταλλεύθηκε μια οργανωμένη κοινωνία, που αστυνομεύει το ερωτικό θέαμα, ανατιμώντας κατ' αντανάκλαση την εμπορική του αξία. Το είχε εξηγήσει από καιρό ο Μ. Φουκώ στον πρώτο τόμο της «Ιστορίας της σεξουαλικότητας». Ο έλεγχος του σεξουαλικού θεάματος, ως σύστημα, εξυπηρετεί πολλαπλά την εξουσία και την αναψυχή των ελεγχόντων.
Σχήμα οξύμωρο: η ευτέλεια παράγει κέρδη. Αν και αυτονόητο, ας τονιστεί. Ασφαλώς, το θέαμα της πορνοταινίας και των πρωταγωνιστών-πρωταγωνιστριών της χαρακτηρίζεται από άθλια κακογουστιά. Στις φιλελεύθερες Πολιτείες, όμως, η κακογουστιά αντιμετωπίζεται διαχειριστικά και ιδιωτικά, ιδίως με την αποστροφή του βλέμματος κι όχι με τιμωρίες.
Η θεσμική ιεράρχηση των προβαλλομένων θεαμάτων δεν παρακολουθεί μια γήινη κλίμακα αξιών και ανθρωπισμού, ανοδική ή καθοδική. Με ένα προκλητικό παράδειγμα: μια σκηνή ερωτικής αυτοϊκανοποίησης δεν αποτυπώνει εικόνα πρόκλησης βλάβης σε άλλον, σε αντίθεση με μια εικόνα βίας. Η τελευταία είναι εκείνη που εξοικειώνει και διδάσκει τον τραυματισμό των συνανθρώπων, αυτής ακριβώς η απαξίωση θα συνέβαλλε στην προαγωγή της κοινωνικής ειρήνης. Προβάλλεται, όμως, χωρίς ενστάσεις.
Εχω επιχειρήσει συγγραφικά να ταξινομήσω τα συστήματα αστυνόμευσης της ερωτικής ζωής σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Κατά την πρώτη, ο έλεγχος (εκκινεί από τη θέση) ότι η ερωτική πράξη είναι από μόνη της κάτι κακό ή έστω αμαρτωλό. Κατά τη δεύτερη, η ερωτική πράξη στιγματίζεται και ελέγχεται μόνον εφόσον συνδυάζεται με προσβολές αισθητών αξιών, όπως π.χ. συμβαίνει στην περίπτωση ενός βιασμού ή μιας αποπλάνησης ανηλίκου. Ο κατασταλτικός έλεγχος της προβολής μιας πορνοταινίας με ενήλικους συναινούντες πρωταγωνιστές ανήκει στην πρώτη κατηγορία. Στην περίπτωσή της, το εμπόριο ή η κακογουστιά τιμωρούνται μόνον επειδή συνδέονται με την πηγή του αρχέγονου κακού, τον έρωτα. Οπως λοιπόν ο σύζυγος στην εισαγωγική σκηνή καταπίνει τις βαρειές βρισιές ψύχραιμα και αντιδρά σε μια ελαφριά λέξη, έτσι ο σύγχρονος κήνσορας ανέχεται τη βία, αλλά αντιδρά και φωνάζει «ώς εδώ!» ενώπιον του ερωτικού θεάματος. «Ως εδώ» είναι και ο δικός μου, προσωρινός και μάταιος επίλογος.
Το άρθρο το βρήακαμε στις 14.4.10 στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία, γραμμένο από τον Νίκο Παρασκευόπουλο στην http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=14/04/2010&id=151144