29 Δεκ 2009

Σύμφωνο Συμβίωσης Βουλή 3719/2009 1

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ ΙΒ΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΣΥΝΟΔΟΣ Β΄
ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΘΕΡΟΥΣ 2009
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΛΣΤ΄ Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009

Αθήνα, σήμερα στις 3 Σεπτεμβρίου 2009, ημέρα Πέμπτη και ώρα 9.44΄ συνήλθε στην Αίθουσα συνεδριάσεων του Βουλευτηρίου το Τμήμα Διακοπής Εργασιών της Βουλής (Β΄ Σύνθεση) για να συνεδριάσει υπό την προεδρία του Α΄ Αντιπροέδρου αυτής κ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΟΥΡΛΑ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Δημήτριος Σιούφας): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αρχίζει η συνεδρίαση.
(ΕΠΙΚΥΡΩΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ: Σύμφωνα με την από 2 Σεπτεμβρίου 2009 εξουσιοδότηση του Τμήματος επικυρώθηκαν με ευθύνη του Προεδρείου τα Πρακτικά της ΛΕ΄ Συνεδριάσεώς του της Τετάρτης 2 Σεπτεμβρίου 2009 σε ό,τι αφορά την ψήφιση στο σύνολο των σχεδίων νόμου:
[...]

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εισερχόμαστε στην ημερήσια διάταξη της
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου της πρότασης νόμου αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης: «Σύμφωνο Συμβίωσης».
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η πρόταση αυτή εμπίπτει στους περιορισμούς της παραγράφου 3 του άρθρου 73 του Συντάγματος. Θέλω να υπενθυμίσω στους κυρίους συναδέλφους ότι σύμφωνα με τη διάταξη αυτή του άρθρου 73 παράγραφος 3 δεν εισάγεται για συζήτηση η πρόταση νόμου, εφόσον συνεπάγεται εις βάρος του δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δαπάνες ή ελάττωση εσόδων ή της περιουσίας τους για να δοθεί μισθός ή σύνταξη ή γενικά όφελος σε κάποιο πρόσωπο.

Πρέπει να σας πω ακόμη ότι η πρακτική, την οποία ακολουθούμε όλα αυτά τα χρόνια, είναι να συζητούμε αυτές τις προτάσεις νόμου χωρίς να προχωρούμε σε ψηφοφορία. Τις εισάγουμε, γιατί με τη συζήτηση στη Βουλή δίνεται η δυνατότητα στα Κόμματα, σε όλους τους Βουλευτές, αλλά και στην Κυβέρνηση να πάρουν θέση σε σοβαρά ζητήματα, στα οποία αναφέρονται και επιχειρούν να ρυθμίσουν οι προτάσεις νόμου, όπως κάνει και η παρούσα πρόταση.

Το λόγο έχει η Εισηγήτρια του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κυρία Ευδοξία Καϊλή για δεκαπέντε λεπτά.

ΕΥΔΟΞΙΑ (ΕΥΑ) ΚΑΪΛΗ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα να ευχηθώ και εγώ με τη σειρά μου «Καλή δύναμη» και να έχουμε ένα δίκαιο αγώνα.

Θα ήταν ιδιαίτερη χαρά για μένα να αρκούσε μια απλή νομοτεχνική παρουσίαση της πρότασης νόμου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για το Σύμφωνο Συμβίωσης, με την οποία ο καθένας θα έβλεπε ότι η πρόταση αυτή στοχεύει να αποκαταστήσει την ισοπολιτεία τόσο στο επίπεδο των οικογενειακών σχέσεων όσο και στο επίπεδο της κοινωνικής ασφάλισης, της συνταξιοδότησης και της κληρονομικής διαδοχής, μέσω ενός πλήρους πλέον νομοθετικού κειμένου που έχει ως τελικό σκοπό την εξομοίωση από πλευράς κυρίως νομικών συνεπειών της θεσμοθετημένης -πλέον, μέσω του Συμφώνου- σχέσης ετερόφυλων και ομόφυλων ζευγαριών με τη σχέση των συζύγων από γάμο, βάζοντας τέλος σε δυσμενείς διακρίσεις αναφορικά με τα στοιχειώδη δικαιώματά τους και στις οποίες υπόκεινται επί μακρόν συμβιούντες συμπολίτες μας.

Δυστυχώς, ωστόσο, από τη συζήτηση στην Επιτροπή φαίνεται πως υπάρχουν ακόμη αντιλήψεις, αλλά και απόψεις που αντιπροσωπεύουν μία συντηρητική φιλοσοφία για τον τρόπο με τον οποίο ο νομοθέτης παρακολουθεί τις κοινωνικές εξελίξεις και θα έπρεπε αντιθέτως να φροντίζει, ώστε να μην τον καθιστούν αναχρονιστικό. Δείχνουν, όμως, ότι και στο ίδιο το επίπεδο των κοινοβουλευτικών αντιπροσώπων υπάρχει μία λανθασμένη και ξεπερασμένη εικόνα για την ελληνική κοινωνία και τη δυνατότητά της να προχωρήσει εμπράκτως στην ουσιαστική καθιέρωση της ισοπολιτείας.

Θα ήθελα να σταθώ κατ’ αρχήν στο εξής, πριν μπω στην ουσία. Η Εισηγήτρια της Πλειοψηφίας, σε μια προσπάθεια να υπερασπιστεί τις ισχύουσες διατάξεις του Συμφώνου Συμβίωσης, ανέφερε ότι ο κύριος λόγος που οδήγησε σε αυτές ήταν η προστασία παιδιών που γεννιούνται σε ελεύθερες ενώσεις και των οποίων ο αριθμός αυξάνει και στη χώρα μας. Αυτό είναι δεκτό και κατανοητό. Το θέμα σίγουρα δεν τελειώνει εδώ.

Η ίδια στο τέλος της εισήγησης ανέφερε ότι πρέπει να συζητηθεί και να πάρουμε τις νομοθετικές πρωτοβουλίες που είναι απαραίτητες να ληφθούν, προκειμένου να λυθούν μια σειρά από ζητήματα κληρονομικά, συνταξιοδοτικά, τα οποία να ρυθμίζουν μία σειρά από σχέσεις τέτοιου περιεχομένου και που δε μπορούν να τύχουν της απόλυτης επίλυσής τους, λόγω του μη υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου.

Η απάντηση, λοιπόν, είναι απλή. Αυτό ακριβώς προσφέρει η παρούσα πρόταση νόμου. Δεν καταλαβαίνω πώς από τη μια, αναγνωρίζεται στην ίδια εισήγηση το κενό και από την άλλη, η εισήγηση της Νέας Δημοκρατίας εξαντλήθηκε σε σχολιασμό της αιτιολογικής έκθεσης, παραβλέποντας και μη σχολιάζοντας ουσιαστικά καμία από τις συγκεκριμένες προτάσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ.

Το επιχείρημα ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. από τη μια λέει ότι δεν απολαμβάνει καθεστώς ισότητας και υποχρεώσεων σε σύγκριση με τους λοιπούς πολίτες, τα ομόφυλα ζευγάρια, ενώ από την άλλη, παραδεχόμαστε ότι υπάρχει μια σειρά δεσμευτικών ήδη για τη χώρα μας ρυθμίσεων που απαγορεύουν τις διακρίσεις με βάση το σεξουαλικό προσανατολισμό στους χώρους εργασίας, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, από μόνο του ουσιαστικά λέει πως στους χώρους εργασίας απαγορεύονται οι διακρίσεις. Η συμβίωση, όμως, δεν είναι χώρος εργασίας.

Όσο και αν φαίνεται, λοιπόν, περίεργο υπάρχουν δικαιώματα που πρέπει να καθιερωθούν. Η αναφορά στο νόμο, λοιπόν, έγινε για να δείξουμε ότι υπάρχει αυτή τη στιγμή ένα momentum, μια αντίληψη δικαίου και όχι να ισχυριστούμε ότι όλα τα ζητήματα έχουν λυθεί.

Ακριβώς, λοιπόν, επειδή υπάρχουν κενά, καταθέτουμε αυτή την πρόταση και καλύτερα η κριτική να είναι σε αυτά τα επίπεδα, οπότε προχωράω και εγώ στο άρθρο 4, που είναι ίσως και η σημαντικότερη διάταξη της πρότασης, καθώς καθορίζει τις έννομες συνέπειες που συνεπάγεται η σύναψη του Συμφώνου. Η παράγραφος 1 έρχεται να θεμελιώσει την πραγματική εξομοίωση του Συμφώνου Συμβίωσης με την έγγαμη συμβίωση και να καλύψει τα κενά και να διορθώσει τις ατέλειες που υπάρχουν από τις ισχύουσες διατάξεις. Ορίζεται ότι το

Σύμφωνο όσο είναι σε ισχύ έχει και για τους συμβιούντες όλες τις προσωπικές και περιουσιακές συνέπειες που παράγει ο γάμος. Ειδικότερα για τις περιουσιακές σχέσεις πρέπει να τονιστεί ότι πλέον έρχεται σε εφαρμογή ο ίδιος ο Αστικός Κώδικας. Δεν ρυθμίζονται με το ίδιο το Σύμφωνο ή με μεταγενέστερο συμβολαιογραφικό έγγραφο, όπως ορίζουν οι ισχύουσες διατάξεις, ενισχύοντας έτσι την ασφάλεια δικαίου, αλλά και εξομοιώνοντας τη συμβίωση, σε ό,τι αφορά τις συνέπειές της, με το γάμο.

Εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 1386, 1416 του Αστικού Κώδικα αναφορικά με τη σχέση των συζύγων από το γάμο, φέρνοντας στο επίπεδο της συμβίωσης ρυθμίσεις, όπως αυτή της από κοινού ρύθμισης θεμάτων του συζυγικού βίου, της κοινής συμβολής στις

Εφαρμόζεται το άρθρο 1442 επίσης, για τη διατροφή μετά το διαζύγιο. Εδώ είναι ιδιαίτερα σημαντικό το ότι ανατρέχουμε στις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, καθώς με το ισχύον καθεστώς, σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης, η διατροφή αφορά μόνο εφόσον έχει προβλεφθεί ουσιαστικά, συμβατικά, από τους συμβαλλόμενους και μόνο εφόσον ο δικαιούχος δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες του από το εισόδημα ή την περιουσία του.

Με αυτόν τον τρόπο ουσιαστικά προδικάζεται και η λύση της σχέσης, δεν προστατεύεται το αδύναμο μέλος της συμβίωσης και σίγουρα δεν τίθενται ορθά θεμέλια για κοινή ζωή. Με την αναλογική, λοιπόν, εφαρμογή των διατάξεων του Αστικού Κώδικα για τη διατροφή μετά το διαζύγιο, τα ζητήματα αυτά επιλύονται.

Η ολοκλήρωση έρχεται και με την εφαρμογή των άρθρων 1820, 1821, 1824 και 1825 του Αστικού Κώδικα, αναφορικά με τη θεμελίωση της κληρονομικής διαδοχής και της νόμιμης μοίρας και με την εφαρμογή των σχετικών ρυθμίσεων της ισχύουσας φορολογικής, εργατικής, κοινωνικοασφαλιστικής και συνταξιοδοτικής –ουσιαστικά δηλαδή το δικαίωμα στη σύνταξη του θανόντα συντρόφου- νομοθεσίας.

Κατά λογική ακολουθία, η παράγραφος 2 ορίζει ότι, ενώ απαιτείται η συγκατάθεση του ενός συζύγου για να επέλθουν έννομες συνέπειες στο πρόσωπο του άλλου, οι σχετικές ρυθμίσεις εφαρμόζονται για τη συγκατάθεση του συμβιούντος.

Η παράγραφος 1β΄ του άρθρου έρχεται να συμβάλλει στη νομική κατοχύρωση που είναι και το πιο σημαντικό, αν θέλετε και το πιο ευαίσθητο σημείο και την προστασία πλέον των παιδιών που γεννιούνται στα πλαίσια ενός Συμφώνου Συμβίωσης. Τα τέκνα, ασχέτως προσωπικών συμφωνιών, τυγχάνουν πλέον της απόλυτης προστασίας που επιφυλάσσει ο Αστικός Κώδικας για παιδιά που είναι γεννημένα σε γάμο, με ανάλογη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων των άρθρων 1465, 1513 και 1485. Ουσιαστικά δηλαδή τεκμήριο καταγωγής από γάμο, γονική μέριμνα και ρύθμιση της μετά από λύση ή ακύρωση του Συμφώνου Συμβίωσης, καθορισμός επωνύμου του τέκνου, διατροφή εκ του νόμου μεταξύ ανιόντων και κατιόντων.

Στο πνεύμα της όλης ρύθμισης και στην παράγραφο 3, η συγκεκριμένη διάταξη δείχνει και πάλι την ανάγκη ελαστικότητας και δυνατότητας κοινωνικής προσαρμοστικότητας των νομοθετικών προβλέψεων. Αναγνωρίζεται η έννοια της οικογένειας του θύματος, λόγω ψυχικής οδύνης από το θάνατο οικείου του. Συμπεριλαμβάνεται πλέον, λοιπόν και ο σύντροφος και όχι μόνο οι συγγενείς πρώτου και δεύτερου βαθμού.

Με αυτή τη διάταξη, λοιπόν, ενσωματώνονται τα συμπεράσματα προοδευτικών αποφάσεων ήδη της γενικής νομολογίας που έχουν κάνει διασταλτικές ερμηνείες της διάταξης αυτής του Αστικού Κώδικα και αποτρέπονται έτσι αδικίες που βλέπουμε να συμβαίνουν, καθώς και ο σύντροφος πλέον δύναται να λαμβάνει τη σχετική αποζημίωση που ίσως και να δικαιούται πολύ περισσότερο και από τυχόν συγγενείς του θανόντα.

Για το συγκεκριμένο θέμα, καλό θα είναι η κριτική να αφορά νομοτεχνικές ατέλειες, γιατί η πρόταση νόμου έρχεται να καλύψει σχεδόν τα πάντα και όλα τα κενά που υπήρχαν. Δεν νομίζω ότι υπάρχουν ζητήματα που δεν έχουν καλυφθεί. Δεν μπορούμε να κατηγορηθούμε, όπως έγινε και στη Διαρκή Επιτροπή, κύριε Υπουργέ, για βιασύνη, προχειρότητα, χωρίς επί της ουσίας ενός αντεπιχειρήματος και δυστυχώς, με την πρόχειρη κριτική ότι ο μόνος λόγος για να εξισωθεί το Σύμφωνο Συμβίωσης με ένα γάμο είναι όταν αφορά παιδιά. Δεν είναι απαραίτητο. Με αυτή τη λογική δεν θα είχαμε γάμους, αν δεν μπορούσαν να κάνουν παιδιά τα ετερόφυλα ζευγάρια.

Εδώ μου φαίνεται ότι παλεύουμε ακόμα και για το αυτονόητο. Μπορεί κάποιος να μη θέλει να παντρευτεί, να θέλει το Σύμφωνο Συμβίωσης και αυτό φυσικά θα μπορέσει να τον προστατεύσει και στην κοινωνία.