Λεκτικές «επιχειρήσεις - σκούπα»
«Πρώτα δανειζόμασταν σαν κύριοι, ενώ τώρα δανειζόμαστε σαν γύφτοι» (Μ. Χρυσοχοΐδης). «Μιλάω τόσο ωραία, ρομαντικά με μια γυναίκα, τι σχέση έχω να μιλάω εγώ με τον πούστη τον Μήτσο τον ηλεκτρολόγο;» (Γ. Γιακουμάτος). «Το βίντεο δείχνει έναν αράπη αντί να δείχνει έναν άνθρωπο» (Γ. Αλογοσκούφης). «Η Ευρώπη δεν έχει μέλλον, αν δεν πάψει να είναι η Φιλιππινέζα των Αμερικανών» (Ν. Κακλαμάνης. Την ίδια χρήση του όρου Φιλιππινέζα συναντάμε και στον λόγο της Αριστεράς).
Πολλές οι φράσεις που αντλούν από τη δεξαμενή των ρατσιστικών στερεοτύπων. Δεν είναι βέβαια όλες του ίδιου ποιού. Άλλες ακροβατούν σε εκείνη την κόψη της ρύμης του λόγου που φανερώνει περισσότερα από όσα κρύβει. Πέφτοντας παρασέρνουν Τσιγγάνους στον γκρεμό της περιφρόνησης και Φιλιππινέζες σε μια πιο ήπια και αφ΄ υψηλού απαξίωση. Εξάλλου, πώς θα ήταν δυνατό να δανείζονται ποτέ σαν κύριοι οι Τσιγγάνοι (ενώ το κράτος πάντοτε τους αντιμετώπιζε με σεβασμό και φερεγγυότητα); Υπηρετεί ποτέ μια Φιλιππινέζα χωρίς οσφυοκαμψία και δουλικότητα (ενώ οι κύριοι και οι κυρίες της ποτέ δεν την υποτίμησαν); Άλλες φράσεις είναι πιο σαφείς, αποτελούν λόγο τελεστικό. Η ίδια η εκφορά τους είναι πράξη συνειδητής απαξίωσης, ένας βίαιος κοινωνικός εξοστρακισμός. Ντύνονται τα κουρέλια του δήθεν χιούμορ αλλά δεν μπορούν να συγκαλύψουν έλλειψη βαθύτερης Παιδείας και μακροχρόνια αποχή από ασκήσεις ευαισθησίας.
Έτσι, ο γκέι γίνεται πούστης κι ο Αφρικανός αράπης, εκφραστικές πιρουέτες που θα προκαλέσουν το γέλιο και την υπόγεια ταύτιση: ο υπουργός μιλάει σαν εμάς. Τα σκώμματά μας έχουν τον ίδιο στόχο, άρα οι λέξεις μάς φέρνουν πιο κοντά. Ο λαϊκισμός της γλωσσικής καραμπόλας.
Πολλά τα παραδείγματα από λόγο πολιτικών, χωρίς βέβαια το φαινόμενο να περιορίζεται εκεί. Υπάρχουν και οι αναφορές Χριστόδουλου στα κουσούρια, ο αντισημιτισμός του Θεοδωράκη, η ισοπεδωτική γενίκευση του Λαζόπουλου, σκληρού προς όλους πλην του ιδίου και ημών, του περιούσιου λαού που αποτελεί το κοινό του. Θα μπορούσαμε να επεκταθούμε και στον δικό μας λόγο που ακολουθεί τα ίδια μονοπάτια. Είναι γνωστό εξάλλου ότι η γλώσσα δεν αποτελεί ουδέτερο μέσο. Ακόμα και η πιο απλή εκφορά μιας λέξης δεν είναι ποτέ αθώα. Γεννιέται μέσα στις κοινωνικές ιεραρχίες και με τη σειρά της τις ενδυναμώνει ή τις υπονομεύει. Οι εξουσιαστικές σχέσεις με τη γλώσσα εξωτερικεύονται και στη γλώσσα αποτυπώνονται. Με την έννοια αυτή, έχουν σημασία τα ρατσιστικά στερεότυπα των πολιτικών, όχι διότι ο λόγος τους αποτελεί a priori γλωσσικό ή άλλο πρότυπο (σε πλείστες περιπτώσεις είναι φτωχός και φτωχαίνει όσους τον παρακολουθούν), αλλά γιατί διαψεύδουν την όποια προσδοκία πως θα εκπέμψουν μηνύματα ισοπολιτείας.
Οι σκέψεις αυτές δεν είναι κυήματα κάποιου λογοκριτικού αυτοματισμού, επιδίωξης μιας πολιτικής ορθότητας που συχνά καταλήγει στην απονεύρωση των νοημάτων και του ίδιου του λόγου. Προέρχονται μάλλον από την απαίτηση μιας στοιχειώδους έστω προσοχής, αφού οι επαγγελματίες της πολιτικής είναι τρόπον τινά και επαγγελματίες του λόγου. Εν τέλει από τον λόγο ζουν. Γνωρίζουν λοιπόν καλά ότι έχουν και οι λέξεις τη σημασία τους. Το βλέπουμε άλλωστε αυτές τις μέρες με τις δηλώσεις για «επιχειρήσεις- σκούπα» οι οποίες «θα καθαρίσουν το ιστορικό κέντρο». Ποια είναι τα σκουπίδια που θα σαρώσουν οι επιχειρήσεις; Μα φυσικά οι μετανάστριες-ες. Οι οποίες-οι πρώτα έχουν σαρωθεί από τις ίδιες τις δηλώσεις.
Ο Κωστής Παπαϊωάννου είναι πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Το άρθρο το βρήκαμε στι 6.6.09 στην εφημερίδα Τα Νέα στο http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artid=4525194