«Η Ευρώπη δεν θα δημιουργηθεί δια μιας, ούτε σε ένα συνολικό οικοδόμημα: θα διαμορφωθεί μέσα από συγκεκριμένα επιτεύγματα που θα δημιουργήσουν πρώτα μια πραγματική αλληλεγγύη».
Η φράση αυτή του Robert Schuman, ενός εκ των δύο (μαζί με τον Jean Monnet) «πατέρων» της Ενωμένης Ευρώπης, αναδεικνύεται σήμερα εξίσου επίκαιρη όσο και πριν από 60 χρόνια. Ωστόσο, η φετινή επέτειος της Διακήρυξής του (9.5.1950) φαντάζει μάλλον θαμπή. Η Ευρωπαϊκή Ενωση, απονευρωμένη μετά τη μεγάλη διεύρυνση του 2004 και με τη Γερμανία, κινητήρια δύναμη της ενοποίησης μέχρι πρότινος, να δίνει δείγματα επανεθνικοποίησης της πολιτικής στρατηγικής της, παραμένει διασπασμένη πολιτικά. Το κοινό -για μερικά κράτη της- νόμισμα, το ευρώ, που πριν από λίγο καιρό έδειχνε να μπορεί ακόμη και να απειλήσει το δολάριο ως βασικό νόμισμα σε διεθνείς συναλλαγματικές αγορές και αποθέματα, αποδείχτηκε ευάλωτο, διά των πιο αδύναμων κρίκων του, με πρώτη, αλλά όχι μόνη, την Ελλάδα. Η επίθεση εναντίον του, χρήσιμη ενόσω παρέμενε ελεγχόμενη, καθώς διόρθωνε τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και ενίσχυε την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών προϊόντων, θα μπορούσε να αποβεί μοιραία για το ενοποιητικό εγχείρημα. Η αντίδραση των Ευρωπαίων πολιτικών και η δημιουργία Ευρωπαϊκού Ταμείου Σταθερότητας κατά των κερδοσκοπικών επιθέσεων, ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ, έστω και με συμμετοχή του ΔΝΤ, αποτέλεσε τη σημαντικότερη ίσως απόφαση στην εντεκαετή ιστορία του ευρώ. Αρκεί όμως αυτό;
Οπως και οι αντίστοιχες κινήσεις της Ελλάδας, έτσι και αυτή της Ευρώπης μπορεί να δίνουν μια πίστωση χρόνου και να απομακρύνουν τα χειρότερα, δεν μπορούν, ωστόσο, να αντιμετωπίσουν τα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής και της ευρωπαϊκής οικονομίας και πολιτείας αντίστοιχα. Η -προς το παρόν- υποχώρηση των αγορών δείχνει ότι έχει κερδηθεί απλώς η μάχη, ο πόλεμος, όμως, συνεχίζεται. Και ο πόλεμος αφορά εντέλει τη σχέση μεταξύ πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Η υπερίσχυση της πρώτης δεν είναι ούτε ευκταία από όλες-ους ούτε αυτονόητη. Για όσες-ους την προτιμούν, πάντως, σημαίνει ότι τόσο η Ελλάδα όσο και η Ευρώπη πρέπει να αντιμετωπίσουν μεσο- και μακροπρόθεσμα τα διαρθρωτικά τις προβλήματα (δημογραφικό, χαμηλή ανάπτυξη, υψηλά ελλείμματα) με όρους κοινωνικής και πολιτικής συνοχής και αλληλεγγύης. Ο βαθμός δικτύωσης της σημερινής εποχής δεν επιτρέπει, ούτε σε ατομικό ούτε σε κρατικό επίπεδο, τη λογική της «ελεύθερης αναβάτιδας» (free rider), που θέλει να παίρνει χωρίς να δίνει και χωρίς να δεσμεύεται.
Σε εθνικό επίπεδο, οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι μόνο με όρους κοινής προσπάθειας και ατομικής ευθύνης μπορούμε να πορευτούμε. Σε ενωσιακό, απαιτούνται ουσιαστικά βήματα οικονομικής, δημοσιονομικής και φορολογικής εναρμόνισης και πολιτικής προσέγγισης με υποχώρηση της εθνοκεντρικής αντίληψης. Με άλλα λόγια, εμβάθυνση της πολιτικής ενοποίησης για δυνατότητα τιθάσευσης των αγορών και οικονομικής διακυβέρνησης. Μόνο σε μια δυνατή ευρωπαϊκή μητρίδα μπορούν να επιβιώσουν οι εθνικές πατρίδες. Μόνον έτσι μπορεί να καταστεί η κρίση ευκαιρία. Καθώς, όπως λέει κι ο ποιητής: «Το μαύρο, απ’ τ’ άλλο του μέρος, άσπρο είναι. Δική σου δουλειά να το αντιστρέψεις».
Το άρθρο το βρήκαμε στις 15.5.10 από την εφημερίδα Έθνος, γραμμένο από την κα. Λίνα Παπαδοπούλου, Επίκουρη καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στο Τμήμα Νομικής του ΑΠΘ, στην http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11374&subid=2&pubid=12038955