Ψηφοδέλτια και «συμβολικές» υποψηφιότητες
Oι υποψηφιότητες με «ιδιαίτερη συμβολική σημασία», όπως συνηθίζεται να λέγονται, προϋποθέτουν έναν «εθνικό μέσο όρο υποψηφίας-ου» από τον οποίον αποκλίνουν με τρόπο συμβολικό. Ποια-ος είναι αυτή-ος η-ο «μέση-ος υποψήφια-ος»; Διά της εις άτοπον απαγωγής, είναι άνδρας, μεσόκοπος, αρτιμελής, τυπικό δείγμα της πλειονότητας και μάλλον προϊόν κομματικών διεργασιών.
Επομένως, κάθε άλλη υποψηφιότητα, γυναίκας, νέου, καλλιτέχνη, ατόμου με αναπηρία ή μειονοτική καταγωγή αξιολογείται ως συμβολικής βαρύτητας. Και όντως, στα ευρωψηφοδέλτια εντοπίζουμε «υποψηφιότητες-δείγματα»: άτομα με αναπηρίες, μειονοτικές-ους και μετανάστριες-ες, Ελληνίδες-ες της ομογένειας.
Οσφριζόμαστε επίσης μια οικολογική «εσάνς» που προσδίδουν υποψήφιες-οι με περιβαλλοντική δράση.
Είναι όμως ουσιαστική αυτή η πολυσυλλεκτικότητα των ψηφοδελτίων; Ο προβληματισμός δεν έχει να κάνει με την ευγενή πρόθεση της-του κάθε πολίτη να κατέλθει στις εκλογές. Η κάθοδος υποψηφίων με πρόσημο μια ιδιότητα ειδικότερη αυτής της Ελληνίδας-α πολίτισας-η είναι καθ΄ όλα θεμιτή και επιθυμητή. Ένα ψηφοδέλτιο «φιλοδοξεί» να δώσει πρόσωπο στις πολλαπλές όψεις της κοινωνίας, στα επιμέρους προβλήματα και τις διεκδικήσεις για την επίλυσή τους. Η σύγχρονη πολιτική εξάλλου διαμορφώνεται, σε μεγάλο βαθμό, μέσω ποικίλων λόμπι. Επιπλέον, η κλιμακούμενη μέσα στον χρόνο ανάδειξη τέτοιων υποψηφίων είναι δείγμα εξοικείωσης με όψεις της ετερότητας. Από τη σκοπιά αυτή, αξίζει επίσης να σκεφτούμε άλλες όψεις ετερότητας που ακόμα απουσιάζουν από τα ψηφοδέλτια.
Αυτό που προβληματίζει είναι ότι οι συμβολισμοί που σηματοδοτούν αυτές οι υποψηφιότητες συχνά αναιρούνται στην πράξη. Είναι γνωστά τα προβλήματα των τελευταίων ετών στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία, καθώς και ότι οι νέοι όροι ασφαλείας στα καταστήματα τραπεζών αποκλείουν στην πράξη την πρόσβαση ανθρώπων με κινητικά προβλήματα. Αίρονται αυτά με την υποψηφιότητα ενός πολίτη με αναπηρία;
Αν, πάλι, μιλήσουμε για μειονοτικές υποψηφιότητες, ας θυμηθούμε την περίπτωση της κα. Καραχασάν που κατέδειξε την απόλυτη αντίφαση: προϋπόθεση για την εμπλοκή στην πολιτική τελικά αποδεικνύεται η απάρνηση ή έστω «άμβλυνση» της μειονοτικής ταυτότητας από την ίδια-ο την υποψήφια-ο. Άρα, η υποψηφιότητα από μόνη της δεν αποτελεί τεκμήριο μιας άλλης πολιτικής. Τεκμήριο είναι η έμπρακτη καταπολέμηση των διακρίσεων με ουσιαστική και όχι συμβολική αντιπροσώπευση. Και πάλι ένα παράδειγμα: οι διακρίσεις και η αστυνομική αυθαιρεσία εις βάρος των Ρομά καταπολεμούνται, μεταξύ των άλλων, με την ένταξη μελών αυτής της κοινότητας στα Σώματα Ασφαλείας. Αυτή η πρακτική πολλών χωρών αποτελεί και σύσταση διεθνών οργάνων προς τη χώρα μας, αλλά ούτε καν τη συζητάμε.
Το συμβολικό φορτίο της κάθε υποψηφιότητας θωρακίζεται όταν δεν πρόκειται για συγκυριακή και προσωποπαγή κίνηση με ημερομηνία λήξης (ιδίως, αφού κατά τεκμήριο συζητάμε για μη εκλόγιμες θέσεις). Και είναι ευθύνη των ίδιων των υποψηφίων να διαφυλάξουν αυτό το φορτίο, διεκδικώντας δεσμεύσεις για την ενσωμάτωση των προτάσεών τους στο κομματικό πρόγραμμα. Με άλλα λόγια, η πολυσυλλεκτικότητα των υποψηφίων έχει πραγματικό αντίκρυσμα όταν προβάλλεται ευθέως στην ατζέντα του κόμματος, στην καθημερινή άσκηση εξουσίας, κυβερνητικής ή αντιπολιτευτικής. Ειδάλλως, μένει να εξωραΐζει τις κομματικές ισορροπίες και επετηρίδες, τους ανταγωνισμούς τάσεων και «συνιστωσών».
Το άρθρο το βρήκαμε στις 25.5.09 στο http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artid=4518446 γραμμένο από τον Κωστή Παπαϊωάννου, πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.