Κριτική παρουσίαση του δημοσιοποιηθέντος την 25.11.2005 νομοσχεδίου για την «ενδοοικογενειακή βία»
Το προτεινόμενο νομοσχέδιο δεν λύνει το πρόβλημα.
Αντίθετα δημιουργεί προβλήματα.
1.-Δεν λύνει το πρόβλημα: Στη σύγχρονη εποχή, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων δεν αρκεί ο κολασμός των άδικων πράξεων. Οι κοινωνικές εξελίξεις και η ανάπτυξη των επιστημών οδήγησαν τους εμπειρογνώμονες και τα επίσημα όργανα της Διεθνούς Κοινότητας στην υιοθέτηση της αρχής σύμφωνα με την οποία, οι νόμοι για να μπορούν να εφαρμοστούν πρέπει να προβλέπουν, εκτός από την καταστολή και την πρόληψη των άδικων πράξεων, την προστασία και στήριξη των θυμάτων -ηθική και υλική- καθώς και την προστασία των μαρτύρων τους. Το προτεινόμενο ΝΣ (νομοσχέδιο) δεν πληρεί καμία από τις προϋποθέσεις ενός σύγχρονου νόμου, δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα και συνεπώς δεν το λύνει.
2.- Αντιθέτως, το προτεινόμενο νομοσχέδιο δημιουργεί πρόβλημα, με το πνεύμα που το διακατέχει γενικά, και ειδικότερα με τη θέσπιση του θεσμού της διαμεσολάβησης. Κατά την παρουσίαση των επί μέρους διατάξεων του ΝΣ. θα αναφερθούμε αναλυτικά σ’ αυτό τον θεσμό.
Η Αιτιολογική Έκθεση: το πνεύμα του νόμου
Το πνεύμα του προτεινόμενου νομοσχέδιο αποτυπώνεται με σαφήνεια στην αιτιολογική του έκθεση. Ήδη με την πρώτη παράγραφο της εισαγωγής αυτής της έκθεσης (Εισαγωγή στ. αριθ.1) οι νομοθετούντες παίρνουν θέση:
«Σκοπός του παρόντος σχεδίου νόμου είναι να αντιμετωπισθεί το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας στη βάση των αρχών της ελευθερίας, της αυτοδιάθεσης και της αξιοπρέπειας του ατόμου, ώστε να ενισχυθεί η αρμονική συμβίωση των προσώπων στο πλαίσιο της οικογένειας.
Με το παρόν σχέδιο νόμου, η Πολιτεία δεν επιδιώκει να παρέμβει στην ιδιωτική ζωή των µελών της οικογένειας και δεν θίγει ήθη, αξίες και αρχές, όπως αυτές διαμορφώνονται στην ελληνική κοινωνία.»
Για να μη μείνει δε καμιά αμφιβολία, στο επόμενο κεφάλαιο της αιτιολογικής έκθεσης (Γενικά χαρακτηριστικά, στ. 2) διευκρινίζεται: «…αφ’ ετέρου δε ο νομοθέτης ανταποκρίνεται προς τις συνταγματικές υποχρεώσεις για παροχή αυξημένης προστασίας στην οικογένεια. Ταυτόχρονα στοιχείται η εσωτερική µας νομοθεσία προς τα ισχύοντα στα κράτη µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»
Δεν εκδηλώνεται κανένα ενδιαφέρον για την κατάσταση της γυναίκας, της οποίας αγνοείται εντελώς η προσωπικότητα, ενώ αντιθέτως δηλώνεται το ενδιαφέρον για τη στήριξη και διατήρηση της οικογένειας υπό οποιουσδήποτε όρους. Ωστόσο είναι γνωστό ότι η οικογένεια είναι ο χώρος διαμόρφωσης των κοινωνικών φύλων και η πηγή της σχέσης εξουσίας ανάμεσά τους. Είναι ο χώρος όπου διαμορφώνονται οι ανθρώπινοι χαρακτήρες. Είναι θεσμός αλλά και μηχανισμός αναπαραγωγής του συστήματος των αξιών της κοινωνίας μας: ο πρώτος εκπαιδευτικός μηχανισμός. Αλήθεια στη διατήρηση ποιας οικογένειας στοχεύει το υπό κρίση ΝΣ; Θυμίζουμε ότι με το νόμο 1439/83 θεσμοθετήθηκε –ισχύει ήδη επί 23 χρόνια- το πρότυπο της συντροφικής οικογένειας.
Αλλά το προτεινόμενο νομοσχέδιο δεν επιθυμεί την αλλαγή των νοοτροπιών, «δεν θίγει ήθη, αξίες και αρχές, όπως αυτές διαμορφώνονται στην ελληνική κοινωνία» κι ας ισχυρίζονται οι συντάκτες του ότι «στοιχείται η εσωτερική µας νομοθεσία προς τα ισχύοντα στα κράτη µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.» Η Διεθνής Κοινότητα έχει αναγνωρίσει τη βία κατά των γυναικών ως μέγιστο παγκόσμιο πρόβλημα.
Ο Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών στην 4η Παγκόσμια Διάσκεψη για τις Γυναίκες (Πεκίνο 1995) αναγνώρισε ότι η βία σε βάρος των γυναικών αποτελεί εμπόδιο για την επίτευξη της ισότητας, της ανάπτυξης και της ειρήνης και ότι καταπατάει και βλάπτει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες τους. (Πρόγραμμα Δράσης παρ. 112) Κάλεσε δε τα Κράτη-Μέλη «να διασφαλίσουν ειδικότερα το δικαίωμα στην ψυχική, σωματική και σεξουαλική ακεραιότητά τους, λαμβάνοντας μέτρα πρόληψης, τιμωρίας και εξάλειψης όλων των μορφών βίας». Επανέλαβε επίσης ότι «δεν πρέπει να ξεχνάμε, ούτε για μια στιγμή, ότι όλες οι μορφές βίας κατά των γυναικών συνιστούν προσβολή των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και της πλήρους ενσωμάτωσής των γυναικών στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη».
Εξάλλου, όλα τα κείμενα της Ε.Ε. (Ευρωπαϊκής Ένωσης) αναγνωρίζουν ότι η βία κατά των γυναικών αποτελεί εμπόδιο για την επίτευξη της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών και συνδέεται με τον καταμερισμό της εξουσίας μεταξύ των δύο φύλων και την εικόνα που έχουν οι άνδρες για τις γυναίκες. Σύμφωνα δε με το προαναφερθέν Πρόγραμμα Δράσης της Παγκόσμιας Διάσκεψης του Πεκίνου (παρ. 118): «Η βία κατά των γυναικών είναι η έκφραση της ιστορικά διαπιστωμένης ανισότητας στις σχέσεις ισχύος μεταξύ γυναικών και ανδρών, που οδήγησε στην κυριαρχία των ανδρών επί των γυναικών και στις διακρίσεις κατά των γυναικών, με αποτέλεσμα την παρεμπόδιση της ανάπτυξής τους». Οι γυναίκες κακοποιούνται λόγω του φύλου τους. Οι άνδρες που βιαιοπραγούν το κάνουν για να επιβάλουν την εξουσία τους. Αναγνωρίζουν ότι ελέγχουν τη βία που ασκούν, λαμβάνοντας υπόψη το πρόσωπο, το χρόνο, το χώρο και τα μέρη του σώματος που χτυπούν.
Μία από τις πιο συνηθισμένες μορφές της πατριαρχίας είναι η ιδέα ότι η οικογένεια είναι "ιδιωτικό" βασίλειο, διακρινόμενο πλήρως από το "δημόσιο" -την εργασία και την πολιτική- ένα βασίλειο όπου ο άνδρας ασκεί την ίδια κυριαρχία και την ίδια εξουσία που ασκεί στη δημόσια ζωή. Και όμως οι συντάκτες του νομοσχέδιο δεν αποδέχονται την εξίσωση του «ιδιωτικού» με το «δημόσιο», σέβονται «το άβατο της οικογένειας» και δηλώνουν ότι «η Πολιτεία δεν επιδιώκει να παρέμβει στην ιδιωτική ζωή των µελών της οικογένειας», επειδή, σύμφωνα με το πνεύμα του ΝΣ, η οικογένεια αποτελεί τον προνομιακά προστατευόμενο από το νόμο θεσμό και χώρο.
Οι επί μέρους διατάξεις: το γράμμα του νόμου
Άρθρο 6. “Με το άρθρο αυτό αντιμετωπίζονται οι σοβαρότερες μορφές ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης.”
Είναι σαφές ότι δεν διώκεται ποινικά ο δράστης της ψυχολογικής βίας. Εξάλλου, στην Εισαγωγή της αιτιολογικής έκθεσης (στ. αριθμ. 2) διευκρινίζεται ότι: «Από τις πράξεις οι οποίες, σύμφωνα µε την διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία, μπορούν να υπαχθούν στην έννοια της ενδοοικογενειακής βίας, επελέγησαν στο παρόν σχέδιο νόμου μόνον οι σοβαρότερες και απεχθέστερες. Αντιθέτως, για τις ήσσονος βαρύτητας συμπεριφορές (λ.χ. για τη λεγόμενη «λεκτική βία» ή για ασήμαντες ή πολύ ελαφρές σωματικές βλάβες) ισχύουν οι κοινές διατάξεις.»
Και να σκεφθεί κανείς ότι στις άλλες χώρες της Ευρώπης, η βία που ασκείται στα πλαίσια της οικογένειας χαρακτηρίζεται ως αυξημένης βαρύτητας και τιμωρείται βαρύτερα, αυτό δε ορίζεται ρητά με διάταξη του οικείου νόμου.
Άρθρο 7. “Τιμωρείται το μέλος της οικογένειας που εξαναγκάζει άλλο μέλος της, κάνοντας χρήση βίας σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή χωρίς το θύμα να υποχρεούται…”
Κατά συνέπεια, αν ο δράστης θεωρεί ότι «το θύμα υποχρεούται σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή» κάποιας πράξης ή συμπεριφοράς του δράστη, τότε νομίμως ασκεί βία σε βάρος του θύματος!!!
Άρθρο 8
Οι συντάκτες του νομοσχεδίου ισχυρίζονται στην αιτιολογική τους έκθεση ότι με το άρθρο αυτό αντιμετωπίζεται ως έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας και ο βιασμός κατά της-του συζύγου.
Ωστόσο η διατύπωση του άρθρου 8 είναι η εξής: “Από το κείμενο της παραγράφου 1 του άρθρου 336 του Ποινικού Κώδικα απαλείφεται η λέξη εξώγαμη”. Αλλά, σε ένα ειδικό νόμο, όπως ο προτεινόμενος, δεν συνιστάται η παραπομπή στις διατάξεις άλλου νόμου, γιατί ευλόγως δημιουργούνται προβλήματα ερμηνείας, όπως για παράδειγμα το με ποια ποινή τιμωρείται το έγκλημα του συζυγικού βιασμού. Είναι αναγκαίο, για το λόγο αυτό, να αναγνωρίζεται ρητά ως αξιόποινη πράξη ο συζυγικός βιασμός και να ορίζεται και η ποινή του, όπως γίνεται και με τις άλλες πράξεις βίας που περιγράφονται στο νομοσχέδιο (άρθρα 6,7,9).
Άρθρα 11-14
Αυτά τα άρθρα αναφέρονται στη λειτουργία του απαράδεκτου θεσμού του διαμεσολαβητή. Ισχυρίζονται οι συντάκτες του νομοσχεδίου ότι µε την εισαγωγή του θεσμού αυτού στη χώρα µας καθίσταται πιο φιλικό το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης για τη συγκεκριμένη κατηγορία των θυμάτων ώστε αυτά, αφενός µεν να έχουν περισσότερα κίνητρα να καταγγέλλουν την πράξη, αφετέρου δε να τους παρέχεται η δυνατότητα να μετάσχουν σε μια διαδικασία που σκοπό θα έχει να τα βοηθήσει να συζητήσουν και να θέσουν τέρμα στις σχετικές συμπεριφορές µε τη βοήθεια ενός αμερόληπτου τρίτου. Το εμφανιζόμενο ως πλεονέκτημα αυτής της διαδικασίας, επειδή δήθεν το θύμα θα έχει το θάρρος να καταγγείλει την πράξη, δείχνει άγνοια της πραγματικότητας. Οι ειδικοί που ασχολούνται με το πρόβλημα, αν ερωτηθούν, θα μας πουν ότι οι γυναίκες που έρχονται να καταθέσουν την κακοποίηση, βρίσκονται κατά κανόνα σε μεγάλη σύγχυση, αγωνία και ανασφάλεια. Αναζητούν βοήθεια και στήριξη και όχι συζήτηση με τον δράστη της βίας.
Η διατύπωση των άρθρων στο σύνολό τους δίνει την εντύπωση ότι ο θεσμός δημιουργήθηκε για να προστατέψει τον δράστη των βίαιων πράξεων. Έτσι, ο αρμόδιος εισαγγελέας για την άσκηση της ποινικής δίωξης κρίνει αν θα ασκηθεί αυτή, δηλ. φροντίζει να αποτρέψει τη δίωξη, και η υπόθεση μπαίνει στο Αρχείο, εφόσον ο δράστης του εγκλήματος δηλώσει ότι είναι πρόθυμος να δώσει το λόγο της τιμής του ότι δεν θα επαναλάβει στο μέλλον τις πράξεις βίας. Γιατί δεν ρωτήθηκαν οι ειδικοί επιστήμονες και οι επαγγελματίες οι ασχολούμενοι με αυτή τη μορφή της βίας; Αυτοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο δράστης της βίας υπόσχεται συνεχώς ότι θα βελτιωθεί. Πόσες φορές δεν έχει πει στο θύμα -τη σύντροφό του- ότι είναι η μόνη ικανή να τον καταλάβει και να τον κάνει να αλλάξει -τόσο που εκείνη καταλήγει να αισθάνεται υπεύθυνη για την ασκούμενη σε βάρος της βία!! Ποια η δυσκολία για να δώσει το «λόγο της τιμής» του, προκειμένου να αποφύγει τη δίωξη. Σχετικές μελέτες, που έγιναν στις ΗΠΑ, διακρίνουν 3 φάσεις στον κύκλο της βίας. Στην 3η φάση ο δράστης εκδηλώνει τύψεις και δίνει κάθε είδους υπόσχεση στο θύμα. Σ’ αυτήν ακριβώς τη φάση ένας μεγάλος αριθμός θυμάτων επιστρέφει στους συντρόφους ελπίζοντας στη μη επανάληψη.
Ανίσχυρος είναι και ισχυρισμός της συμμόρφωσης με τις επιταγές της ΕΕ. Οι συντάκτες του νομοσχεδίου φαίνεται ότι αγνοούν τα ισχύοντα στις άλλες χώρες. Στις χώρες της Ευρώπης δεν ισχύει ο θεσμός της διαμεσολάβησης για την αντιμετώπιση της βίας στην οικογένεια. Αντιθέτως υπάρχει μέριμνα για την ταχεία εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων, ώστε να αποφεύγονται οι δυσμενείς συνέπειες σε βάρος του θύματος και ο κίνδυνος της επανάληψης των βιαιοτήτων.
Στο Ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου της 16.07.1997, με βάση την εισήγηση της ευρωβουλευτού Μ. Errikson για τη βία κατά των γυναικών, διαβάζουμε μεταξύ των άλλων:
-οι περισσότερες περιπτώσεις κακοποίησης δεν καταγγέλλονται στην αστυνομία, ιδίως λόγω της έλλειψης αποτελεσματικών νομικών, κοινωνικών και οικονομικών μέσων για την προστασία των θυμάτων, με αποτέλεσμα η βία κατά των γυναικών να παραμένει σε μεγάλο βαθμό αδίκημα που αποσιωπάται
-οι πράξεις σεξουαλικής βίας που υφίστανται οι γυναίκες έχουν εξαιρετικά επιβλαβείς σωματικές και ψυχικές συνέπειες για αυτές, γι’ αυτό και πρέπει να ενθαρρυνθεί η δημιουργία κατάλληλων μονάδων περίθαλψής τους.
Άρθρα 15-18
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου: «με τα άρθρα αυτά προβλέπεται δέσμη μέτρων για την, όσο το δυνατόν, πληρέστερη, ασφαλέστερη και αποτελεσματικότερη προστασία του θύματος.» Είναι προτιμότερο να μη σχολιάσουμε το κείμενο των σχετικών άρθρων. Θα παρατηρήσουμε μόνο ότι τα όσα περιγράφονται δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως μέτρα προστασίας του θύματος.
Στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε., -με τις νομοθεσίες των οποίων οι συντάκτες αυτού του νομοσχεδίου ισχυρίζονται ότι έχουν εναρμονιστεί- οι σχετικοί νόμοι ορίζουν μέτρα ολοκληρωμένης προστασίας, των οποίων στόχος είναι η πρόληψη, η επιβολή ποινής, και η απόδοση βοήθειας στα θύματα.
Στα μέτρα πρόληψης εντάσσονται οι καμπάνιες πληροφόρησης και ευαισθητοποίησης του κοινωνικού συνόλου σχετικά με αυτή τη μορφή βίας, καθώς και ένα ευρύ πρόγραμμα επιμόρφωσης των επαγγελματιών που εμπλέκονται σε αυτές τις καταστάσεις. Ας σημειωθεί ότι και το Ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου, που προαναφέραμε, υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα της κατάρτισης όλων των ατόμων που ασχολούνται με τις γυναίκες θύματα βίας, είτε στο πλαίσιο της αστυνομίας, του δικαστικού συστήματος και της υγειονομικής περίθαλψης, είτε στις μονάδες στέγασης και στις υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας. Εκτιμά δε ότι η κατάρτιση αυτή πρέπει να είναι υποχρεωτική για τους δικαστές που εκδικάζουν υποθέσεις σεξιστικής βίας. Το πρόγραμμα αυτό ελέγχεται από μια Επιτροπή που έχει συγκροτηθεί ειδικά γι’ αυτό το σκοπό με συμμετοχή εκπροσώπων των γυναικείων ΜΚΟ που ασχολούνται με το θέμα της βίας κατά των γυναικών. Ως προς την εμπλοκή των μη κυβερνητικών ενώσεων και οργανώσεων (ΜΚΟ), πρέπει να θυμίσουμε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επισημάνει “τον σημαντικό ρόλο των γυναικείων ΜΚΟ στον τομέα της αντιμετώπισης του προβλήματος της βίας κατά των γυναικών. Ορισμένες απ’ αυτές τις ΜΚΟ έχουν μεγάλη και μακρόχρονη πείρα στην παροχή πραγματικής προστασίας στα θύματα της βίας: προσφορά φροντίδας ψυχολογικής, κοινωνικής, ιατρικής, αλλά και βοήθειας νομικής και δικαστικής.”
Άρθρο 21.- «Τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας δικαιούνται πλήρη ηθική και την απόλυτα αναγκαία υλική συµπαράσταση από νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που λειτουργούν ειδικά για τους σκοπούς αυτούς υπό την εποπτεία του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.»
Στο άρθρο δεν κατονομάζονται οι φορείς «που λειτουργούν ειδικά για τους σκοπούς αυτούς», αφού έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχουν, ούτε προγραμματίζει τη δημιουργία αυτών των φορέων. Και φυσικά δεν περιγράφει σε τι συνίσταται η αναγκαία υλική συμπαράσταση. Πολύ περισσότερο δεν μιλάει για την δημιουργία του αναγκαίου κονδυλίου που θα διαθέτει τους πόρους για την οικονομική συμπαράσταση των θυμάτων.
Στις χώρες που εφαρμόζουν τις συστάσεις της Ε.Ε. για την ενδοοικογενειακή βία, τα μέτρα βοήθειας των θυμάτων περιλαμβάνουν την πλήρη κοινωνική αρωγή και τη δωρεάν νομική βοήθεια.
Οι γυναίκες θύματα βίας έχουν δικαίωμα στις υπηρεσίες κοινωνικής αρωγής, έκτακτης ανάγκης, στήριξης και ασυλίας, και πλήρους αποκατάστασης. Παραλλήλως, όταν απευθύνονται στις Αστυνομικές Αρχές, πρέπει να τους παρέχονται πλήρης ενημέρωση για τα δικαιώματά τους και συμβουλές σχετικά με την κατάστασή τους και να ειδοποιούνται οι σχετικές υπηρεσίες για την περίθαλψή τους. Το θύμα καταφεύγοντας στην Αστυνομία δεν έχει ιδέα για ό,τι πρόκειται να επακολουθήσει. Αγνοεί όλη τη διαδικασία και δεν καταλαβαίνει τη νομική γλώσσα. Το περιβάλλον του είναι ξένο. Η ενημέρωση θα του δώσει τη δυνατότητα να διεκδικήσει τα δικαιώματά του και οι συμβουλές θα το βοηθήσουν να ξεπεράσει τη δοκιμασία και τον ψυχολογικό τραυματισμό που του προκάλεσε αυτή.
Η δωρεάν Νομική Βοήθεια της γυναίκας-θύματος περιλαμβάνει και το δικαίωμα στη δωρεάν υπεράσπιση και αντιπροσώπευση από Δικηγόρο σε όλες τις αγωγές και τις διοικητικές διαδικασίες που έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με τη βία που υπέστησαν.
Να θυμίσουμε ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν Οικογενειακά Δικαστήρια, οπότε εύλογα γεννιέται το ερώτημα: πώς θα εφαρμοστεί ο ειδικός νόμος για τη βία στην οικογένεια;
Άρθρο 22.- Ευεργέτημα Πενίας
Τα σχόλια περιττεύουν. Είναι ανεπίτρεπτη οποιαδήποτε συζήτηση
Σημείωση
Περιόρισα τις παρατηρήσεις μου στην κριτική του νομοσχεδίου. Οι προτάσεις για ένα νέο νομοσχέδιο θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα της συζήτησης που θα ακολουθήσει, ώστε να εμπλουτιστούν και με άλλα στοιχεία.
Εισήγηση της Καίτης Παπαρήγα–Κωσταβάρα νομικού – κοινωνιολόγου – συντονίστριας Ελληνικού Παρατηρητηρίου «για την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών» Αθήνα 12 Δεκεμβρίου 2005