Αντονι Γκρέιλινγκ
Φιλόσοφος, δημόσιος διανοούμενος και πολυγραφότατος συγγραφέας, είναι ένας από τους πιο ένθερμους υπερασπιστές των πολιτικών ελευθεριών στην Ευρώπη, τις οποίες, λέει, καλά θα κάνουμε να μη θεωρούμε δεδομένες. Με αφορμή τη συμπλήρωση 150 χρόνων από την έκδοση της πραγματείας του Τζον Στιούαρτ Μιλ «Περί Ελευθερίας», ο Αντονι Γκρέιλινγκ μιλάει για τις ατομικές και συλλογικές ευθύνες μας να περιφρουρήσουμε την ελευθερία και την πρόοδο των κοινωνιών μας.
Ετυχε να μιλήσουμε λίγες μόνον ημέρες πριν ψηφιστεί στη Βουλή η τροπολογία που προβλέπει την ελεύθερη 24ωρη χρήση καμερών σε δημόσιους χώρους και -ακόμη χειρότερα- την υποχρεωτική λήψη δείγματος DNA όταν υπάρχει ένδειξη για τέλεση αδικήματος, που επισύρει ποινή έστω και τριών μηνών -κάτι που ισχύει για σχεδόν όλα τα αδικήματα του Ποινικού Κώδικα. «Ειλικρινά ελπίζω να το αποφύγετε», είχε σχολιάσει ο Γκρέιλινγκ όταν το ανέφερα. «Οταν μια κυβέρνηση συλλέγει και διατηρεί τέτοιου είδους στοιχεία, είναι σαν να λέει ότι οποιαδήποτε, μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ενδιαφέροντος για την Αστυνομία ή τις υπηρεσίες ασφαλείας. Αυτό, όμως, αλλοιώνει τη φύση της σχέσης ανάμεσα στους πολίτες και το κράτος, που μας μεταχειρίζεται ως δυνάμει ύποπτες. Ενώ υπάρχει για να υπηρετεί τις πολίτισες-ες, οι οποίες είναι άνθρωποι ελεύθερες και ανεξάρτητες από το κράτος».
Ο Βρετανός φιλόσοφος μας ευχήθηκε να το αποφύγουμε, αλλά ατυχήσαμε. Μάλιστα την ημέρα της ψήφισης της τροπολογίας, ο Νίκος Δένδιας, από το βουλευτικό έδρανο, θα διατεινόταν ότι «η ασφάλεια είναι το μέγιστο [sic] των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Ο υπουργός Δικαιοσύνης -αν μη τι άλλο, πρωτοτυπώντας- ιεραρχεί το δικαίωμα στην ασφάλεια υψηλότερα από το δικαίωμα στην ελευθερία; Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Γκρέιλινγκ είχε, με μια έννοια, προβλέψει το επιχείρημα που θα επικαλούνταν ο υπουργός. Και το είχε καταρρίψει εύκολα, γρήγορα και προκαταβολικά: «Η πρώτη προτεραιότητα κάθε κυβέρνησης είναι η ελευθερία των πολιτισών. Κι όταν υπάρχει σύγκρουση ανάμεσα στις πολιτικές ελευθερίες από τη μια μεριά, και θέματα ασφάλειας από την άλλη, οπότε πρέπει να βρεθεί μια ισορροπία, οφείλουμε να λάβουμε υπόψη κάτι πολύ σημαντικό -προκειμένου να είμαστε ελεύθερες, να έχουμε την αυτονομία να οικοδομήσουμε τις ζωές που επιθυμούμε κάνοντας τις δικές μας επιλογές, πρέπει να δεχτούμε ότι θα πάρουμε και κάποια ρίσκα. Αυτά, αντλώντας με την ευκαιρία από το έργο του Μιλ».
Ενδεχομένως ο Γκρέιλινγκ προέβλεπε τα επιχειρήματα που θα προέβαλλε η ελληνική κυβέρνηση, γιατί παρόμοια διατυπώνει τα τελευταία χρόνια και η βρετανική. Σε απάντηση, εξέδωσε στις αρχές του καλοκαιριού το βιβλίο του «Liberty in the Age of Terror», όπου ο καθηγητής στο Κολέγιο Birckbeck του Πανεπιστημίου του Λονδίνου διαπιστώνει ότι οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν περίπου ανοίξει πόλεμο στις ελευθερίες των πολιτών. Ο Γκόρντον Μπράουν, πάντως, έχει δηλώσει ότι το διάβασε προσεκτικά.
Εχουμε λόγους να ανησυχούμε για τη διάβρωση των πολιτικών ελευθεριών στο δυτικό κόσμο;
«Ναι. Εγώ ανησυχώ και μάλιστα πολύ. Το τελευταίο βιβλίο μου αφορά την απειλή της τρομοκρατίας, τη χρήση της τεχνολογίας από τις υπηρεσίες ασφαλείας προκειμένου να ελέγχουν πολύ πιο αποτελεσματικά τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και πώς ο συνδυασμός των δύο ενθαρρύνει τις κυβερνήσεις να πάρουν μέτρα που περιορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις ελευθερίες μας. Πρόκειται για εξαιρετικά ανησυχητική τάση. Ωστόσο, τον τελευταίο καιρό τόσο η βρετανική όσο και η αμερικανική κυβέρνηση, αρχίζουν να πατάνε φρένο. Νομίζω ότι αυτό οφείλεται στις επίμονες εκστρατείες για την υπεράσπιση των πολιτικών ελευθεριών. Για παράδειγμα, η ACLU (Αμερικανική Ενωση για τις Πολιτικές Ελευθερίες) δείχνει σχετικά ικανοποιημένη από τις κινήσεις του Ομπάμα. Και στη Βρετανία, τον περασμένο χειμώνα πραγματοποιήθηκε μια εξαιρετική διάσκεψη με θέμα τις πολιτικές ελευθερίες -μια τεράστια διοργάνωση με εκδηλώσεις και συζητήσεις σε ολόκληρη τη χώρα. Το αποτέλεσμα είναι ότι αρκετά στελέχη της κυβέρνησης παραδέχτηκαν ότι το έχουν παρατραβήξει με την παρακολούθηση των πολιτισών. Μάλιστα, η Στέλλα Ρέμιγκτον, η πρώην επικεφαλής της ΜΙ5, δήλωσε ότι πολλοί από τους νέους νόμους και τις διατάξεις πλήττουν σοβαρά τις πολιτικές ελευθερίες. Θεωρώ, λοιπόν, ότι οι διάφορες εκστρατείες είχαν κάποιο αποτέλεσμα. Ωστόσο θα ήταν τεράστιο σφάλμα να συγχαρούμε τις εαυτές-ούς μας και να εφησυχάσουμε. Για την κυβέρνηση και τις υπηρεσίες ασφαλείας είναι μεγάλος ο πειρασμός να κάνουν ό,τι μπορούν για να ενισχύσουν την ασφάλεια».
Υπάρχουν αποδείξεις ότι αυτά τα μέτρα ασφαλείας είναι τουλάχιστον αποτελεσματικά;
«Η πρόσφατη ιστορία δεν δείχνει κάτι τέτοιο. Η περιστολή των πολιτικών ελευθεριών δεν μας κάνει περισσότερο ασφαλείς. Ξέρετε, είμαι μεγάλος θαυμαστής του Βενιαμίν Φραγκλίνου, που είχε πει το περίφημο "αν κάποιος είναι διατεθειμένος να ανταλλάξει την ελευθερία του με λίγη περισσότερη ασφάλεια, τότε δεν του αξίζει ούτε η ελευθερία ούτε η ασφάλεια". Το έθεσε πολύ σωστά. Ας πάρουμε παράδειγμα τη Βρετανία, τη χώρα με τις περισσότερες κάμερες κλειστού κυκλώματος σε δημόσιους χώρους. Πριν από δύο μήνες περίπου, δημοσιεύτηκε μια έρευνα που δείχνει ότι δεν συνέβαλαν καθόλου στη μείωση της εγκληματικότητας. Να σας φέρω άλλο ένα παράδειγμα. Υπάρχει στη χώρα μου ένα μεγάλο πρότζεκτ για την εισαγωγή βιομετρικών ταυτοτήτων, το οποίο δεν είναι καθόλου δημοφιλές. Και η κυβέρνηση έχει έρθει σε πολύ δύσκολη θέση. Το σκεπτικό είναι ότι οι βιομετρικές ταυτότητες είναι σημαντικό εργαλείο για την αντιτρομοκρατική εκστρατεία. Ομως οι τρομοκράτισες που ανατινάζονται σε επιθέσεις αυτοκτονίας, επιδιώκουν να μαθαίνουμε και ποιες-οι ήταν και γιατί έκαναν ό,τι έκαναν. Οπότε θα επιθυμούσαν να βρεθεί βιομετρική ταυτότητα στο πτώμα τους, ώστε να γίνει εύκολα και γρήγορα η αναγνώριση. Συμπέρασμα -οι βιομετρικές ταυτότητες δεν προστατεύουν από τις τρομοκρατικές επιθέσεις».
Φιλόσοφος, δημόσιος διανοούμενος και πολυγραφότατος συγγραφέας, είναι ένας από τους πιο ένθερμους υπερασπιστές των πολιτικών ελευθεριών στην Ευρώπη, τις οποίες, λέει, καλά θα κάνουμε να μη θεωρούμε δεδομένες. Με αφορμή τη συμπλήρωση 150 χρόνων από την έκδοση της πραγματείας του Τζον Στιούαρτ Μιλ «Περί Ελευθερίας», ο Αντονι Γκρέιλινγκ μιλάει για τις ατομικές και συλλογικές ευθύνες μας να περιφρουρήσουμε την ελευθερία και την πρόοδο των κοινωνιών μας.
Ετυχε να μιλήσουμε λίγες μόνον ημέρες πριν ψηφιστεί στη Βουλή η τροπολογία που προβλέπει την ελεύθερη 24ωρη χρήση καμερών σε δημόσιους χώρους και -ακόμη χειρότερα- την υποχρεωτική λήψη δείγματος DNA όταν υπάρχει ένδειξη για τέλεση αδικήματος, που επισύρει ποινή έστω και τριών μηνών -κάτι που ισχύει για σχεδόν όλα τα αδικήματα του Ποινικού Κώδικα. «Ειλικρινά ελπίζω να το αποφύγετε», είχε σχολιάσει ο Γκρέιλινγκ όταν το ανέφερα. «Οταν μια κυβέρνηση συλλέγει και διατηρεί τέτοιου είδους στοιχεία, είναι σαν να λέει ότι οποιαδήποτε, μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ενδιαφέροντος για την Αστυνομία ή τις υπηρεσίες ασφαλείας. Αυτό, όμως, αλλοιώνει τη φύση της σχέσης ανάμεσα στους πολίτες και το κράτος, που μας μεταχειρίζεται ως δυνάμει ύποπτες. Ενώ υπάρχει για να υπηρετεί τις πολίτισες-ες, οι οποίες είναι άνθρωποι ελεύθερες και ανεξάρτητες από το κράτος».
Ο Βρετανός φιλόσοφος μας ευχήθηκε να το αποφύγουμε, αλλά ατυχήσαμε. Μάλιστα την ημέρα της ψήφισης της τροπολογίας, ο Νίκος Δένδιας, από το βουλευτικό έδρανο, θα διατεινόταν ότι «η ασφάλεια είναι το μέγιστο [sic] των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Ο υπουργός Δικαιοσύνης -αν μη τι άλλο, πρωτοτυπώντας- ιεραρχεί το δικαίωμα στην ασφάλεια υψηλότερα από το δικαίωμα στην ελευθερία; Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Γκρέιλινγκ είχε, με μια έννοια, προβλέψει το επιχείρημα που θα επικαλούνταν ο υπουργός. Και το είχε καταρρίψει εύκολα, γρήγορα και προκαταβολικά: «Η πρώτη προτεραιότητα κάθε κυβέρνησης είναι η ελευθερία των πολιτισών. Κι όταν υπάρχει σύγκρουση ανάμεσα στις πολιτικές ελευθερίες από τη μια μεριά, και θέματα ασφάλειας από την άλλη, οπότε πρέπει να βρεθεί μια ισορροπία, οφείλουμε να λάβουμε υπόψη κάτι πολύ σημαντικό -προκειμένου να είμαστε ελεύθερες, να έχουμε την αυτονομία να οικοδομήσουμε τις ζωές που επιθυμούμε κάνοντας τις δικές μας επιλογές, πρέπει να δεχτούμε ότι θα πάρουμε και κάποια ρίσκα. Αυτά, αντλώντας με την ευκαιρία από το έργο του Μιλ».
Ενδεχομένως ο Γκρέιλινγκ προέβλεπε τα επιχειρήματα που θα προέβαλλε η ελληνική κυβέρνηση, γιατί παρόμοια διατυπώνει τα τελευταία χρόνια και η βρετανική. Σε απάντηση, εξέδωσε στις αρχές του καλοκαιριού το βιβλίο του «Liberty in the Age of Terror», όπου ο καθηγητής στο Κολέγιο Birckbeck του Πανεπιστημίου του Λονδίνου διαπιστώνει ότι οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν περίπου ανοίξει πόλεμο στις ελευθερίες των πολιτών. Ο Γκόρντον Μπράουν, πάντως, έχει δηλώσει ότι το διάβασε προσεκτικά.
Εχουμε λόγους να ανησυχούμε για τη διάβρωση των πολιτικών ελευθεριών στο δυτικό κόσμο;
«Ναι. Εγώ ανησυχώ και μάλιστα πολύ. Το τελευταίο βιβλίο μου αφορά την απειλή της τρομοκρατίας, τη χρήση της τεχνολογίας από τις υπηρεσίες ασφαλείας προκειμένου να ελέγχουν πολύ πιο αποτελεσματικά τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και πώς ο συνδυασμός των δύο ενθαρρύνει τις κυβερνήσεις να πάρουν μέτρα που περιορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις ελευθερίες μας. Πρόκειται για εξαιρετικά ανησυχητική τάση. Ωστόσο, τον τελευταίο καιρό τόσο η βρετανική όσο και η αμερικανική κυβέρνηση, αρχίζουν να πατάνε φρένο. Νομίζω ότι αυτό οφείλεται στις επίμονες εκστρατείες για την υπεράσπιση των πολιτικών ελευθεριών. Για παράδειγμα, η ACLU (Αμερικανική Ενωση για τις Πολιτικές Ελευθερίες) δείχνει σχετικά ικανοποιημένη από τις κινήσεις του Ομπάμα. Και στη Βρετανία, τον περασμένο χειμώνα πραγματοποιήθηκε μια εξαιρετική διάσκεψη με θέμα τις πολιτικές ελευθερίες -μια τεράστια διοργάνωση με εκδηλώσεις και συζητήσεις σε ολόκληρη τη χώρα. Το αποτέλεσμα είναι ότι αρκετά στελέχη της κυβέρνησης παραδέχτηκαν ότι το έχουν παρατραβήξει με την παρακολούθηση των πολιτισών. Μάλιστα, η Στέλλα Ρέμιγκτον, η πρώην επικεφαλής της ΜΙ5, δήλωσε ότι πολλοί από τους νέους νόμους και τις διατάξεις πλήττουν σοβαρά τις πολιτικές ελευθερίες. Θεωρώ, λοιπόν, ότι οι διάφορες εκστρατείες είχαν κάποιο αποτέλεσμα. Ωστόσο θα ήταν τεράστιο σφάλμα να συγχαρούμε τις εαυτές-ούς μας και να εφησυχάσουμε. Για την κυβέρνηση και τις υπηρεσίες ασφαλείας είναι μεγάλος ο πειρασμός να κάνουν ό,τι μπορούν για να ενισχύσουν την ασφάλεια».
Υπάρχουν αποδείξεις ότι αυτά τα μέτρα ασφαλείας είναι τουλάχιστον αποτελεσματικά;
«Η πρόσφατη ιστορία δεν δείχνει κάτι τέτοιο. Η περιστολή των πολιτικών ελευθεριών δεν μας κάνει περισσότερο ασφαλείς. Ξέρετε, είμαι μεγάλος θαυμαστής του Βενιαμίν Φραγκλίνου, που είχε πει το περίφημο "αν κάποιος είναι διατεθειμένος να ανταλλάξει την ελευθερία του με λίγη περισσότερη ασφάλεια, τότε δεν του αξίζει ούτε η ελευθερία ούτε η ασφάλεια". Το έθεσε πολύ σωστά. Ας πάρουμε παράδειγμα τη Βρετανία, τη χώρα με τις περισσότερες κάμερες κλειστού κυκλώματος σε δημόσιους χώρους. Πριν από δύο μήνες περίπου, δημοσιεύτηκε μια έρευνα που δείχνει ότι δεν συνέβαλαν καθόλου στη μείωση της εγκληματικότητας. Να σας φέρω άλλο ένα παράδειγμα. Υπάρχει στη χώρα μου ένα μεγάλο πρότζεκτ για την εισαγωγή βιομετρικών ταυτοτήτων, το οποίο δεν είναι καθόλου δημοφιλές. Και η κυβέρνηση έχει έρθει σε πολύ δύσκολη θέση. Το σκεπτικό είναι ότι οι βιομετρικές ταυτότητες είναι σημαντικό εργαλείο για την αντιτρομοκρατική εκστρατεία. Ομως οι τρομοκράτισες που ανατινάζονται σε επιθέσεις αυτοκτονίας, επιδιώκουν να μαθαίνουμε και ποιες-οι ήταν και γιατί έκαναν ό,τι έκαναν. Οπότε θα επιθυμούσαν να βρεθεί βιομετρική ταυτότητα στο πτώμα τους, ώστε να γίνει εύκολα και γρήγορα η αναγνώριση. Συμπέρασμα -οι βιομετρικές ταυτότητες δεν προστατεύουν από τις τρομοκρατικές επιθέσεις».
Πολλές-οί θεωρούν υπερβολικές τις ανησυχίες περί περιστολής των ελευθεριών, επιμένοντας ότι αν δεν έχουν τίποτε να κρύψουν, δεν έχουν και τίποτε να φοβηθούν. Είναι έτσι;
«Φοβάμαι ότι αυτό το πολύ συνηθισμένο επιχείρημα είναι από τα χειρότερα και πιο βλαπτικά που υπάρχουν. Η απάντηση, για όσες-ους θέλουν να την ακούσουν, είναι πολύ απλή - νομίζετε ότι για την ώρα δεν έχετε τίποτε να κρύψετε και γι' αυτό και τίποτε να φοβηθείτε. Ομως σκεφτείτε τι αναπάντεχα προβλήματα μπορεί να αντιμετωπίσετε στο μέλλον, αφού οι απόψεις γύρω από το τι είναι σωστό και αποδεκτό και τι όχι τείνουν να αλλάζουν. Για παράδειγμα, στις δυτικές κοινωνίες αποδεχόμαστε τον λεσβιασμό, την ομοφυλοφιλία, τις ανύπαντρες μητέρες κ.ά. Τι γίνεται αν, στα επόμενα είκοσι ή τριάντα χρόνια, αλλάξουν τα ήθη ή μεταβληθούν οι πολιτικοί συσχετισμοί; Μπορεί τότε πολλές από τις απόψεις που σήμερα είναι αποδεκτές να πάψουν να είναι αποδεκτές. Και τότε πολλές-οί θα έχουμε πολλά να κρύψουμε. Σ' εκείνο το στάδιο όμως, θα έχει ήδη ριζώσει η κουλτούρα της παρακολούθησης, οπότε θα είναι αργά.
Η ιδέα, λοιπόν, ότι οι κυβερνήσεις και οι υπηρεσίες ασφαλείας θα είναι πάντα καλοπροαίρετες και θα υποστηρίζουν πάντα την ασφάλεια με σεβασμό στην ελευθερία, ότι τα προσωπικά στοιχεία, οι βιομετρικές ταυτότητες και τα δείγματα DNA δεν πρόκειται ποτέ να πέσουν σε λάθος χέρια ή να τύχουν κακής χρήσης, ότι δεν πρόκειται ποτέ να κλαπούν από κάποια εγκληματική οργάνωση, ούτε να χαθούν, ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να αμφισβητούμε ή να αμφισβητήσουμε στο μέλλον την επιμέλεια και την αποτελεσματικότητα της κρατικής γραφειοκρατίας, και ακόμη η βεβαιότητα ότι οι αντιλήψεις θα παραμείνουν ως έχουν...α, μα πρέπει καμιά να διαθέτει τεράστια αποθέματα σιγουριάς, ώστε να σκεφτεί ότι μπορεί να εκχωρήσει ένα μέρος των ελευθεριών του».
Την άνοιξη κυκλοφόρησε ένα ακόμη βιβλίο σας, γύρω από τις ιδέες που θα διαμορφώνουν τον κόσμο στον 21ο αιώνα - σε αυτό διατυπώνετε την άποψη ότι στην εποχή μας πρέπει να επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε το πρότυπο του αναγεννησιακού ανθρώπου. Γιατί;
«Η εξειδίκευση είναι και καλή και αναπόφευκτη, αφού ειδικά στο χώρο της επιστήμης μόνο μέσω της εξειδίκευσης μπορεί μια ερευνήτρια-ής να σημειώσει πρόοδο. Ομως είμαι εναντίον της εξειδίκευσης που μας εμποδίζει από το να είμαστε, την ίδια στιγμή, και αναγεννησιακές άνθρωποι. Οι δύο ιδιότητες δεν είναι ασύμβατες. Για παράδειγμα, αν κάποια είναι επιστημόνισα οφείλει να έχει τις γνώσεις που θα της επιτρέπουν να κατανοεί τις εξελίξεις στο χώρο της τέχνης και των γραμμάτων, και μέχρι ενός σημείου να τις παρακολουθεί. Οπως και μια καλλιτέχνιδα-ης δεν μπορεί να είναι επιστημονικά αναλφάβητη. Είναι απολύτως απαραίτητο να εκπαιδεύσουμε τις εαυτές μας για να παρακολουθούμε και να κατανοούμε τις εξελίξεις στο χώρο της επιστήμης».
Γιατί είναι τόσο σημαντικό;
«Η άνθρωπος του 21ου αιώνα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθεί ή να συμμετέχει στη δημόσια συζήτηση που οφείλει να ανοίγει κάθε κοινωνία γύρω από μεγάλα σύγχρονα ζητήματα, που αγγίζουν διαφορετικούς τομείς ταυτόχρονα. Ενα από τα σημαντικότερα αφορά τις εξελίξεις στη βιοϊατρική και ειδικά την έρευνα σε εμβρυϊκά κύτταρα. Πρόκειται για θέμα που έχει προκαλέσει μεγάλο ηθικό σκάνδαλο, κυρίως στις ΗΠΑ. Κι όμως, η έρευνα σε εμβρυϊκά κύτταρα είναι εξαιρετικά σημαντική για την ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου και την πρόληψη γενετικών ανωμαλιών. Μοιάζει εντελώς αλλοπρόσαλλο να υπάρχουν άνθρωποι που ορθώνουν εμπόδια στην έρευνα με το σκεπτικό ότι ένα έμβρυο -απλώς λίγα κύτταρα- θα μπορούσε δυνητικά να εξελιχθεί σε άνθρωπο. Ξεχνώντας ότι την ίδια στιγμή υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες ζωντανές άνθρωποι που υποφέρουν και οι οποίες θα μπορούσαν να βοηθηθούν χάρη στην έρευνα με τη χρήση εμβρυϊκών κυττάρων. Αλλά η δημόσια συζήτηση στρεβλώνεται με την παρέμβαση θρησκευτικών οργανώσεων που δεν χρησιμοποιούν επιστημονικά επιχειρήματα - και μάλιστα πέτυχαν να καθυστερήσει στις ΗΠΑ η έρευνα οκτώ χρόνια, όσο διήρκεσε η διακυβέρνηση Μπους.
Βλέπετε, ποιο είναι τελικά το πρόβλημα; Οτι οι άνθρωποι, στην πλειονότητά τες, πολύ απλά δεν κατανοούν τις επιστημονικές εξελίξεις, δεν καταλαβαίνουν πόση έρευνα απαιτείται, πόσο πολύτιμος είναι ο χρόνος και ποιες είναι οι προοπτικές. Νομίζω ότι και οι επιστημόνισες-ες από την πλευρά τους θα έπρεπε να καταβάλουν μεγαλύτερη προσπάθεια να εξηγήσουν το περιεχόμενο της δουλειάς τους. Από την άλλη, όμως, δεν έχουν την ίδια πρόσβαση στο ευρύ κοινό, που έχουν οι διάφορες-οι θρησκόληπτες-οι που βγαίνουν στην τηλεόραση και λένε ένα σωρό απλοϊκά πράγματα τα οποία όλοι καταλαβαίνουν χωρίς καμιά προσπάθεια - είναι πολύ εύκολο να πεις ότι κάτι είναι ενάντια στη θέληση του Θεού. Γι' αυτό η ευθύνη να παρακολουθούμε τις επιστημονικές εξελίξεις είναι ατομική».
Ποιο θεωρείτε ότι είναι το πιο κρίσιμο ηθικό ζήτημα της εποχής μας;
«Οσο περίεργο και αν ακούγεται, νομίζω ότι το αληθινά κρίσιμο ζήτημα έγγειται στο κατά πόσο θα εξακολουθήσουν πολλές-οί άνθρωποι να έχουν άγνοια πάνω σε ζητήματα που έχουν μεγάλη επίδραση στη ζωή τες. Το βασικό ζήτημα σήμερα είναι η αυτο-εκπαίδευση, η ατομική ευθύνη που φέρει καθεμία-ας από εμάς να συνεχίζει να εκπαιδεύεται, διά βίου. Και το λέω αυτό γιατί στη νέα πραγματικότητα των ηλεκτρονικών μέσων, ο όγκος και η επιρροή των πληροφοριών διαρκώς θα ενισχύονται. Γι' αυτό είναι όλο και σημαντικότερο να μπορούμε να εκτιμήσουμε τις πληροφορίες που παίρνουμε, να αξιολογήσουμε τις πηγές των πληροφοριών, να ξέρουμε αν αξίζουν ή όχι την εμπιστοσύνη μας. Οι πληροφορίες από μόνες τους, ασύνδετες, εκτός πλαισίου, δεν συνιστούν γνώση. Γι' αυτό είναι επείγουσα η ανάγκη κάθε κοινωνίας να έχει μια όσο το δυνατό πολυπληθέστερη κοινότητα ανθρώπων με ευρεία παιδεία και κριτική ικανότητα. Εχουμε ηθικό καθήκον να κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε να είμαστε σε θέση να διαχειριζόμαστε κριτικά τις πληροφορίες που θα μας βομβαρδίζουν ακατάπαυστα». *
i Info:
- «Liberty in the Age of Terror: Α Defence of Civil Society and Enlightenment», Bloomsbury
- «Ideas That Matter: Key Concepts for the 21st Century», Weidenfeld & Nickolson
«Επείγει η εκκοσμίκευση της κοινωνίας»
«Φυσικά δεν πιστεύω ότι μια φιλελεύθερη κοινωνία θα έπρεπε ποτέ να απαγορεύσει τις θρησκευτικές οργανώσεις ή να δοκιμάσει να εμποδίσει οποιαδήποτε, οποιονδήποτε από το να ασκεί τα θρησκευτικά της καθήκοντα.
Αλλά πρέπει η θρησκεία να είναι ιδιωτική υπόθεση. Και εννοείται πως οι Εκκλησίες πρέπει να έχουν το δικαίωμα να λειτουργούν θρησκευτικά σχολεία - αλλά με δικά τους χρήματα, όχι των φορολογουμένων.
Η κοινωνία πρέπει να εκκοσμικευθεί, διότι μας αξίζει να έχουμε ένα δημόσιο χώρο όπου όλες οι απόψεις, οι πεποιθήσεις και οι πολιτικές θέσεις ακούγονται και αναμετρώνται μεταξύ τους για αυτό που είναι - χωρίς να δίνεται προνομιακή θέση σε κάποιες ανάμεσά τους όπως συμβαίνει τώρα με τις απόψεις των θρησκευτικών οργανώσεων. Σήμερα οι θρησκευτικές φωνές έχουν δυσανάλογα μεγάλη απήχηση σε σχέση με το ποσοστό του πληθυσμού που εκπροσωπούν. Και το πρόβλημα είναι ότι τείνουν να λειτουργούν διχαστικά. Επίσης, οι θέσεις τους τείνουν να είναι πολύ οπισθοδρομικές και αντιδραστικές, με αποτέλεσμα να αναστέλλουν την κοινωνική πρόοδο και να στρεβλώνουν την πολιτική συζήτηση - τουλάχιστον στη χώρα όπου ζω εγώ».
Το άρθρο το βρήκαμε την 1.8.09, στην εφημερίδα Ελεθεροτυπία, γραμμένο από την Κατερίνα Οικονομάκου στη http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=68929