4 Φεβ 2013

Υπόθεση Lilian Ladele και σεξουαλικός προσανατολισμός Β'


Η δεύτερη προσφυγή σχετικά με τον σεξουαλικό προσανατολισμό ασκήθηκε από τον κ. Gary McFarlane. Ο κ. McFarlane είχε προσληφθεί από την εταιρεία Relate (που προσφέρει σεξουαλική θεραπεία και συμβουλευτική υπηρεσία) ως σύμβουλος από το 2003 έως το 2008. Κατά την παραμονή του στην Relate, ο κ. McFarlane είχε εκφράσει ανησυχίες ότι η Χριστιανική του άποψη για την λεσβιακότητα, ως εγγενώς αμαρτωλή ήταν σε αντίθεση με την υποχρέωση του να παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε Lbtiq ζευγάρια. Μετά από μια μακρά σειρά επίσημων επικοινωνίας και ανακοινώσεων, o κ. McFarlane απολύθηκε από την εταιρεία Relate για σοβαρά ανάρμοστη συμπεριφορά με βάση το ότι ο ίδιος δεν συμμορφώνεται με τις πολιτκές μη-διακρίσεων της εταιρείας. 

Ο κ. McFarlane κατέθεσε προσφυγή στο Εργατικό Δικαστήριο, υποστηρίζοντας πως υπήρξε άμεση και έμμεση διάκριση, άδικη και καταχρηστική απόλυση. Το δικαστήριο έκρινε ότι ο κ. McFarlane δεν είχε υποστεί άμεση ή έμμεση διάκριση λόγω του ότι δεν είχε απορριφθεί λόγω της πίστης του, αλλά, περισσότερο, γιατί δεν θα συμμορφώθηκε με τις πολιτικές της εταιρείας. Ο κ. McFarlane έκανε ανεπιτυχείς προσφυγές στο Εργατικό Εφετείο και το Εφετείο. Στην προσφυγή του προς το ΕΔΑΔ, ο κ. McFarlane παραπονέθηκε σύμφωνα με το άρθρο 9 της ΕΣΑΔ μεμονωμένα εκλαμβανόμενο και σε συνδυασμό με το άρθρο 14. Ισχυρίστηκε ότι η προσήλωση του στην Ιουδαιο-χριστιανική σεξουαλική ηθική θα πρέπει να προστατεύεται από το άρθρο 9, ότι η εργοδοσία του θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει λιγότερο περιοριστικά μέσα για να πετύχει το σκοπό της στη μη διάκριση με το πηγαίνουν οι Lbtiq πελάτισες σε άλλες συμβούλους, καθώς και ότι η απόλυσή του από την εργασία και η βλάβη στην επαγγελματική φήμη του ήταν δυσανάλογη. 

Απόφαση του ΕΔΑΔ 
Όσον αφορά την προσφυγή της κας Ladele, το ΕΔΑΔ εφάρμοσε τέσσερα «τεστ» για τις καταγγελίες του άρθρου 14. Κατ 'αρχάς, κατά την εξέταση του αν το άρθρο 14 έχει εφαρμογή, το ΕΔΑΔ αποφάσισε ότι η ένσταση της προσφεύγουσας να μην συμμετέχει σε καταχωρήσεις Lbtiq συμφώνου συμβίωσης άμεσα υποκινείται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της και, επειδή αυτό συμπίπτει με το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 9, το άρθρο 14 έχει εφαρμογή. 

 Δεύτερον, το Δικαστήριο εξέτασε κατά πόσον η κα. Ladele ήταν σε ανάλογη κατάσταση με άλλη ομάδα προσώπων που έχουν ευνοϊκότερη μεταχείριση και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η σχετική σύγκριση ήταν οι υπάλληλοι καταχώρησης με καμία θρησκευτική αντίρρηση για τα Lbtiq ζευγάρια. 

Τρίτον, το ΕΔAΔ εξέτασε αν ο τρόπος μεταχείρησης προς την προσφεύγουσα επιδίωκε θεμιτό-νόμιμο σκοπό και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο στόχος της διασφάλισης της ισότητας με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό ήταν νόμιμος. Τέλος, το ΕΔΑΔ πλησίασε τότε το κρίσιμο ζήτημα της αναλογικότητας.

Όσον αφορά την αναλογικότητα, το ΕΔΑΔ σημείωσε: 
Το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι οι συνέπειες για την προσφεύγουσα ήταν σοβαρές: δεδομένης της ισχύος των θρησκευτικών πεποιθήσεων της, έκρινε ότι δεν είχε καμία επιλογή από το να αντιμετωπίσει τις πειθαρχικές κυρώσεις παρά να χαρακτηριστεί ως ληξιάρχος Lbtiq συμφώνου συμβίωσης και, τελικά, έχασε τη δουλειά της. Επιπλέον, δεν μπορεί να ειπωθεί ότι, όταν τέθηκε σε σύμβαση εργασίας, η προσφεύγουσα παραιτήθηκε ειδικά από το δικαίωμα να εκδηλώνει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της βάσει των οποίων αντιτίθεται στην συμμετοχή συμφώνου συμβίωσης, δεδομένου ότι η απαίτηση αυτή εισήχθη από την εργοδοσία της, σε μεταγενέστερη ημερομηνία. Από την άλλη πλευρά, όμως, η πολιτική της τοπικής αυτοδιοίκησης έχει στόχο να διασφαλίσει τα δικαιώματα των άλλων που επίσης προστατεύονται από τη Σύμβαση. 

Αφού εξέθεσε τα ζητήματα, το ΕΔΑΔ δεν παρέχει στη συνέχεια ανάλυση της αναλογικότητας, αλλά, μάλλον, φυγοδίκησε στο δόγμα της διακριτικής ευχέρειας – περιθωρίου εκτιμήσεως, δηλώνοντας: 
Το Δικαστήριο επιτρέπει γενικά στις εθνικές αρχές ευρεία διακριτική ευχέρεια, όταν πρόκειται για την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ ανταγωνιστικών δικαιωμάτων της Σύμβασης [...] Σε όλες τις περιστάσεις, το Δικαστήριο δεν θεωρεί ότι οι εθνικές αρχές, όπως η τοπική αρχή εργοδοσίας που επέφερε την πειθαρχική διαδικασία και, επίσης, τα εθνικά δικαστήρια που απέρριψαν τον ισχυρισμό των διακρίσεων της προσφεύγουσας, υπερέβησαν την δικαριτική ευχαίρεια - περιθώριο εκτιμήσεως που διαθέτουν. 

Εξαιτίας αυτού, το ΕΔΑΔ έκρινε, με πέντε ψήφους έναντι δύο, ότι η κα. Ladele είχε δεν υποστεί καμία παραβίαση των δικαιωμάτων της σύμφωνα με το άρθρο 14 σε συνδυασμό με το άρθρο 9. 

Όσον αφορά την καταγγελία του κ. McFarlane, το ΕΔΑΔ είχε μια παρόμοια προσέγγιση. Το ΕΔΑΔ, δήλωσε ότι δέχεται την ένσταση του κ. McFarlane να παρέχει υπηρεσίες άμεσα σε Lbtiq ζευγάρια υποκινείται από τις χριστιανικές πεποιθήσεις του και ότι μια συμβαλλόμενη χώρα έχει θετική υποχρέωση βάσει του άρθρου 9 για να εξασφαλίσει αυτές τις πεποιθήσεις. 

Η ερώτηση, λοιπόν, ήταν το κατά πόσον μια δίκαιη ισορροπία είχε επιτευχθεί μεταξύ του προσφεύγοντος και των ανταγωνιστικών συμφερόντων της εταιρείας. Προσεγγίζοντας το ζήτημα της αναλογικότητας, το ΕΔΑΔ έκρινε ότι «ο πιο σημαντικός παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι ότι η δράση της εργοδοσίας είχε ως στόχο να εξασφαλίσει την εφαρμογή της πολιτικής της για την παροχή υπηρεσιών χωρίς διακρίσεις» και, εξαιτίας αυτού, «[οι] αρχές της χώρας ως εκ τούτου επωφελούνται από ένα ευρύ περιθώριο εκτίμησης- διακριτικής ευχαίρειας στο να αποφασίσουν πού θα βρεθεί η ισορροπία ανάμεσα στο δικαίωμα του κ. McFarlane να εκδηλώνει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του και το ενδιαφέρον της εργοδοσίας για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των άλλων». Εξαιτίας αυτού, το ΕΔΑΔ έκρινε ομόφωνα ότι η χώρα δεν είχε υπερβεί την διακριτική ευχαίρεια - περιθώριο εκτιμήσεως και η προσφυγή του κ. McFarlane δεν εγείρει παραβίαση του άρθρου 9, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με το άρθρο 14. 

Η έλλειψη ηθικής αιτιολόγησης 
Αν και η απόφαση για την κα. Ladele και τον κ. McFarlane μπορεί να είναι ευπρόσδεκτη από μερικές (συμπεριλαμβανομένου και εμού), η πλήρης έλλειψη αιτιολογίας σε σχέση με την αναλογικότητα και την εξάρτησή της από το δόγμα της διακριτικής ευχαίρειας - περιθωρίου εκτίμησης την καθιστά προβληματική. Είναι προβληματική, διότι το ΕΔΑΔ μπορεί (και έχει τακτικά) να έχει την ίδια προσέγγιση για να απορρίψει αξιώσεις από σεξουαλικές μειονότητες σχετικά με τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων της ΕΣΑΔ. Για το λόγο αυτό, αν και η διακριτική ευχαίρεια - περιθώριο εκτιμήσεως που είναι μία από τις βασικές μεθόδους που χρησιμοποιούνται από το ΕΔΑΔ στην επανεξέταση των καταγγελιών-προσφυγών, η χρήση του σε αυτές τις περιστάσεις θα πρέπει να τεθεί υπό αμφισβήτηση. 

Το δόγμα της διακριτικής ευχέρειας χρησιμοποιείται από το ΕΔΑΔ στην υπόθεση Eweida με δύο τρόπους ώστε: πρώτον, να καθοριστεί η έκταση της εξουσίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να παρέμβει ως δικαστήριο που λειτουργεί βάσει της αρχής της επικουρικότητας ("Το Δικαστήριο επιτρέπει γενικά στις εθνικές αρχές ευρεία διακριτική ευχαίρεια - περιθώριο εκτίμησης"), και, δεύτερον, ως ερμηνευτική διάταξη σε σχέση με τα θέματα ουσίας που εμπλέκονται («σε όλες τις περιστάσεις»). Η χρήση της διακριτικής ευχέρειας με τους δύο από αυτούς τους τρόπους έχει προσελκύσει πολύ σημαντικές και συνεχείς επικρίσεις. Ο Singh, για παράδειγμα, έχει υποστηρίξει ότι είναι «αβάσιμοι νομικοί χαρακτηρισμοί, οι οποίοι χρησιμεύουν μόνο για να συγκαλύψουν την πραγματική βάση πάνω στην οποία [το ΕΔΑΔ] αποφασίζει κατά πόσον ή όχι η παρέμβαση σε μια συγκεκριμένη υπόθεση είναι δικαιολογημένη». Ή, όπως ο Λόρδος Lester του Herne Hill πιο πεζά το θέτει, η «έννοια της διακριτικής ευχέρειας έχει γίνει τόσο ολισθηρή και φευγαλέα σαν χέλι» και χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο μιας συνεκτικής νομικής ανάλυσης των θεμάτων που διακυβεύονται». Όπως Λόρδος Lester ισχυρίζεται επίσης: “Το πρόβλημα με την επίκληση, εκ μέρους του Δικαστηρίου, της διακριτικής ευχέρειας είναι ότι εξαλείφει την ανάγκη το Δικαστήριο να ξεκαθαρίσει και να εξηγήσει τα κριτήρια που αρμόζουν σε συγκεκριμένα προβλήματα”.


Βρίσκεστε στο Β' μέρος για να βρεθείτε στο Γ' μέρος πατήστε εδώ

Την είδηση την βρήκαμε στις 21.1.13 και την μεταφράσαμε από την echrblog.blogspot.gr γραμμένη από τον Paul Johnson στην http://echrblog.blogspot.gr/2013/01/eweida-and-others-judgment-part-i.html?spref=tw