17 Φεβ 2013

Υπόθεση Eweida: Λαμβάνοντας την Ελευθερία των θρησκευτικών πεποιθήσεων πιο σοβαρά Β'

Στην υπόθεση της κας. Eweida, το Δικαστήριο αναχωρεί από αυτή τη σκέψη και μετακινεί την ερώτηση εκεί που από πάντα θα έπρεπε ανήκει: στην αναλογικότητα: 

Δεδομένης της σημασίας σε μια δημοκρατική κοινωνία της ελευθερίας των  θρησκευτικών πεποιθήσεων, το Δικαστήριο κρίνει ότι, όταν ένα πρόσωπο παραπονιέται για περιορισμό της ελευθερίας των θρησκευτικών πεποιθήσεων στο χώρο εργασίας, παρά κρίνοντας ότι η δυνατότητα αλλαγής της εργασίας θα αναιρέσει οποιαδήποτε παρέμβαση στο δικαίωμα, η καλύτερη προσέγγιση θα ήταν να σταθμίσει αυτό το ενδεχόμενο στη συνολική ισορροπία όταν εξετάζει αν ο περιορισμός ήταν ανάλογος ή όχι (παράγραφος 83). 

Έτσι, όπως και οι δικαστές Bratza και Thór Björgvinsson το έθεσαν, ο περιορισμός σχετικά με την εκδήλωση των θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων στο χώρο εργασίας "απαιτεί να δικαιολογείται ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία η εργαζόμενη αποδέχεται εθελοντικά μια εργασία ή ρόλο που δεν μπορεί να φιλοξενήσει την εν λόγω πρακτική ή όπου υπάρχουν άλλα μέσα ανοικτά για το πρόσωπο να ασκήσει ή να τηρήσει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της, όπως, για παράδειγμα, με την παραίτηση από την εργασία ή την ανάληψη μιας νέας θέσης" (παράγραφος 2 (β)). [1

Αυτή η προσέγγιση δεν μπορεί παρά να επικροτηθεί: αναγνωρίζει τη σημασία των θρησκευτικών πεποιθήσεων και αρνείται να θεωρήσει τα δικαιώματα του άρθρου 9 διαφορετικά – και ως λιγότερο σημαντικά από ό,τι τα δικαιώματα των – Άρθρων 8, 10 ή 11. 

Αναλογικότητα: 
Ισχυρό Βάρος για το τι διακυβεύεται για τις προσφεύγουσες. Στην υπόθεση της κας. Eweida, το Δικαστήριο έκρινε ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν στάθμισαν αρκετά τα εμπλεκομένα συμφέροντα: από τη μία πλευρά της ζυγαριάς ήταν επιθυμία της προσφεύγουσας να εκδηλώνει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της και να είναι σε θέση να ανακοινώνει τη πίστη σε άλλες-ους, από την άλλη πλευρά της ισορροπίας, ήταν η επιθυμία της εργοδοσίας της να προβάλει μια συγκεκριμένη εταιρική εικόνα. Για το Δικαστήριο, η επιθυμία της εταιρείας, ενώ σίγουρα είναι θεμιτή, δόθηκε απλώς πάρα πολύ βάρος. Διάφοροι παράγοντες οδήγησαν το Δικαστήριο στο συμπέρασμα αυτό: ο σταυρός ήταν «διακριτικός» και δεν θα μπορούσε να αποσπάσει την προσοχή από την επαγγελματική εμφάνιση της κας. Eweida και οι εργαζόμενες είχαν το δικαίωμα να φορούν άλλα θρησκευτικά σύμβολα (π.χ., τουρμπάνια και μαντήλες) χωρίς να υπάρχουν ενδείξεις για τυχόν αρνητικές επιπτώσεις, του να φορούν τέτοια σύμβολα, στο εμπορικό σήμα ή την εικόνα της εργοδοσίας. Το συμπέρασμα ήταν, επομένως, ότι η εξισορρόπηση θα έπρεπε να κλίνει υπέρ της προσφεύγουσας. [2

Στην υπόθεση Chaplin, από την άλλη πλευρά, το Δικαστήριο έκρινε ότι η αιτία για την οποία ζητείται από την προσφεύγουσα να αφαιρέσει το σταυρό της, δηλαδή η προστασία της υγείας και της ασφάλειας σε ένα θάλαμο νοσοκομείου, ήταν εγγενώς πολύ μεγαλύτερης σημασίας (στο νοσοκομείο υπάρχει πιθανή ζημία και κίνδυνοι μόλυνσης, αν οι ασθενείς τράβηξουν την αλυσίδα ή εάν ο σταυρός έρθει σε επαφή με ένα ανοιχτό τραύμα). Η ευρεία διακριτική ευχαίρεια που χορηγείται στο πεδίο αυτό διαδραμάτισε επίσης ρόλο: «Οι διευθύνσεις του νοσοκομείου ήταν σε καλύτερη θέση για να λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με την ασφάλεια της κλινικής από ό, τι ένα δικαστήριο, ιδιαίτερα ένα διεθνές δικαστήριο που δεν έχει ακούσει-λάβει καμία άμεση απόδειξη". Ο περιορισμός του δικαιώματος της κας. Chaplin ήταν επομένως αναλογικός. 

Μια πτυχή που βρίσκω αξιοσημείωτη σε αυτό το τμήμα της σκέψης είναι ότι το Δικαστήριο αναγνωρίζει τι είναι αυτό που πραγματικά διακυβεύεται για τις προσφεύγουσες και ζυγίζει σε μεγάλο βαθμό στην ισορροπία. Το Δικαστήριο αναφέρει για παράδειγμα στην υπόθεση της Eweida: Στη μία πλευρά της ζυγαριάς ήταν η επιθυμία της κας. Eweida να εκδηλώνει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, αυτό είναι ένα θεμελιώδες δικαίωμα: γιατί μια υγιής δημοκρατική κοινωνία πρέπει να ανέχεται και να διατηρήσει την πολυφωνία και την ποικιλομορφία, αλλά και λόγω της αξίας που έχουν για ένα πρόσωπο οι θρησκευτικές πεποιθήσεις αποτελεί κεντρικό δόγμα της ζωής της-του να είναι σε θέση να κοινωνεί αυτές τις πεποιθήσεις σε άλλες-ους (παράγραφος 94). 

Το Δικαστήριο θέτει έτσι την ισορροπία αμφοτέρως στην κοινωνική και στην ατομική αξία της ελευθερίας των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Ο θεμελιώδης ρόλος της ελευθερίας των θρησκευτικών πεποιθήσεων στην πλουραλιστική και δημοκρατική κοινωνία έχει αγκαλιάσει συχνά την νομολογία του Δικαστηρίου από την υπόθεση Κοκκινάκη και μετά, κυρίως σε υποθέσεις που αφορούν τη συλλογική διάσταση της ελευθερίας των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Η άλλη πλευρά - ο κεντρικός ρόλος της της ταυτότητας των πιστών - δεν αναγνωρίστηκε πάντα αποτελεσματικά. [3] Οι υποθέσεις Eweida και Chaplin ως εκ τούτου είναι αξιοσημείωτες από αυτή την άποψη: το Δικαστήριο δίδει στα συμφέροντα των προσφευγουσών τη σημασία που τους αξίζει στην αρχή της αναλογικότητας. Φυσικά, θα μπορεί να υπάρχουν πάντα ισχυρά αντισταθμιστικά συμφέροντα, όπως δείχνει η υπόθεση της κας. Chaplin. Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι το βάρος του τι διακυβεύεται για τις προσφεύγουσες δεν έχει αγνοηθεί ή υποτιμηθεί. 

Συμπέρασμα 
Τμήματα της απόφασης της υπόθεσης της Eweida και της Chaplin δεν απέφυγαν μερικά από τα πιο δύσκολα ζητήματα που τέθηκαν στις υποθέσεις, αλλά τα αντιμετώπισαν ανοιχτά, σε όλη τη διαδρομή μέχρι το τελευταίο στάδιο της ανάλυσης. Επιπλέον, τα συμφέροντα και των δύο προσφευγουσών αναγνωρίστηκαν και εξισορρόπησαν στη ζυγαριά. Το γεγονός ότι οι προσφεύγουσες είναι "εκεί" έχει μεγάλη σημασία, κατά την άποψή της υπάρχουσας νομολογίας του Στρασβούργου σχετικά με την εκδήλωση των θρησκευτικών πεποιθήσεων μέσω θρησκευτικών συμβόλων στα δημόσια σχολεία και μέσω άλλων μορφών στο χώρο εργασίας. Δεν ήταν πάντα εύκολο για αυτές τις προσφεύγουσες να κάνουν όλη τη διαδρομή προς την αρχή της αναλογικότητας. Το Δικαστήριο παραδέχεται στην υπόθεση Eweida ότι δεν έχει εφαρμόσει μια παρόμοια περιοριστική προσέγγιση στο στάδιο της παρεμβολής "σε σχέση με τις κυρώσεις της εργαδοσίας που επιβάλλονται σε πρόσωπα ως αποτέλεσμα της άσκησης άλλων δικαιωμάτων τις που προστατεύονται από τη Σύμβαση". Συνολικά, επομένως, και ανεξάρτητα από την έκβαση όλων των υποθέσεων που θα εκδικάζονται στο δικαστήριο (τρεις από τις τέσσερις προσφεύγουσες-ντα έχασαν την υπόθεση), η αιτιολόγηση στην υπόθεση Eweida και Chaplin φέρνει την νομολογία της ελευθερίας των θρησκευτικών πεποιθήσεων σε ένα άλλο επίπεδο.


[1] Οι διαφωνούσες δικαστίνες-ές εγκρίνουν αυτή τη γενική αρχή και αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία σε αυτή.
[2] Για μια διαφορετική ανάγνωση της εξισορρόπησης που πραγματοποιήθηκε από τα εθνικά δικαστήρια, δείτε τη μειοψηφούσα γνώμη των δικαστών και Bratza και Thór Björgvinsson.
[3] Δες π.χ., την υπόθεση Martinez Torron "Η (Μη) Προστασία του Ατομικής θρησκευτικής Ταυτότητας στη νομολογία του Στρασβούργο", Εφημερίδα Δικαίου και Θρησκευμάτων της Οξφόρδης (2012), σσ. 1-25.


Βρίσκεστε στο Β' μέρος για να βρεθείτε στο Α' μέρος πατήστε εδώ.


Την είδηση την βρήκαμε στις 17.1.13 και την μεταφράσαμε από την strasbourgobservers γραμμένη από την Lourdes Peroni στην http://strasbourgobservers.com/2013/01/17/eweida-and-others-v-the-united-kingdom-part-i-taking-freedom-of-religion-more-seriously/