Ελευθερία χωρίς ευθύνη
Η τεχνολογία είναι επικράτεια ηθικά ουδέτερη. Γίνεται καλή ή κακή ανάλογα με τη χρήση που της επιφυλάσσουμε, ανάλογα με τους σκοπούς που κάθε φορά υπηρετεί. Οπως το Διαδίκτυο: διαπλέοντας τα αχανή του ύδατα, διασταυρώνεται καμιά με λαμπρές στιγμές ελεύθερου λόγου, ανεξάρτητης σκέψης και υγιούς αντιπαράθεσης, αλλά ταυτόχρονα σκοντάφτει, ολοένα και συχνότερα, σε υφάλους μοχθηρίας, κακεντρέχειας και θρασυδειλίας, μεταμφιεσμένους σε «κριτικό έλεγχο». Περιπλανώμενη ανά τα ιστολόγια, τυχαίνει να βρεθεί, έκθαμβη και σαγηνευμένη, στην καρδιά μιας διακεκαυμένης επικοινωνιακής ζώνης, στον πυρήνα μιας επείγουσας και γι’ αυτό πειστικής ανάγκης κριτικού σχολιασμού, και την αμέσως επόμενη στιγμή να εκτοξευτεί σ’ ένα ζοφερό ποτάμι αμετροέπειας, παραπληροφόρησης, πνευματικής θολούρας, όπου κολυμπούν διαταραγμένοι ψυχισμοί, προβληματικές προσωπικότητες, άνθρωποι στερημένες και στερητικές, χειραγωγημένες και χειραγωγοί.
Δεν λέω ασφαλώς τίποτα πρωτότυπο. Μιλώντας για τις εμμανείς χρήστριες του Διαδικτύου και τις μπλόγκερ ειδικότερα, ο κριτικός Λι Σίγκελ, στο βιβλίο του «Ενάντια στη μηχανή: το να είσαι άνθρωπος στην εποχή του ηλεκτρονικού όχλου» σημείωνε κάτι που επιβεβαιώνεται μέσα στον χρόνο, παρά την υπερβολικά γενικευτική διατύπωσή του συγγραφέα: «Οι χρήστριες του Ιντερνετ γενικά και οι μπλόγκερ ειδικότερα κατοικούν σε έναν εντελώς απομονωμένο κόσμο, μέσα στον οποίο οι άλλες άνθρωποι υπάρχουν ως φασματικές μορφές που υποστασιοποιούνται μέσω της ιδέας που έχουν οι χρήστριες ή οι μπλόγκερ γι’ αυτές». Είναι μια σκέψη που εξηγεί την ασύστολη ρητορική του μίσους που ενσκήπτει σε πολλά ιστολόγια, δοχεία όπου μετακενώνεται κάθε λογής εμπάθεια, εκφάνσεις μιας κατ’ όνομα «ελευθερίας» που απειλεί τη διανοητική (και ενδεχομένως την ψυχική) μας υγεία.
«Είναι ελεύθερη να γράφει καμιά ό, τι θέλει στο Διαδίκτυο σπιλώνοντας πρόσωπα και υπολήψεις ζωντανών και νεκρών, παραβιάζοντας κάθε κανόνα ηθικής δεοντολογίας, ανθρώπινης ευπρέπειας, και φυσικά, τον νόμο; Και σε τι διαφέρει μια τέτοια συμπεριφορά στον “εικονικό” κόσμο του Διαδικτύου από τον πολύ γνωστό μας φασιστοειδή κιτρινισμό του “πραγματικού” κόσμου ορισμένων εφημερίδων και καναλιών; Οι νόμοι για τα αδικήματα του Τύπου δεν είναι ίδιοι και για τις δύο σφαίρες και οι πολίτισες δεν θα πρέπει να προστατεύονται εξίσου και στις δύο; Και επιτέλους, τι νόημα έχει για όλες μας μια ελευθερία χωρίς την ευθύνη που της αναλογεί για την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας;». Τα παραπάνω ερωτήματα, διατυπωμένα από τέσσερις λογοτέχνες (Γιάννης Πατίλης, Τάσος Γαλάτης, Ηρώ Νικοπούλου, Δημήτρης Κανελλόπουλος), θύματα της ψευδώνυμης γραφίδας του ιστολόγου Γιώργου Μίχου (κατά κόσμον Βασίλη Λαλιώτη), καταδεικνύουν τα όρια της ανοχής απέναντι σ’ ένα φαινόμενο που δύσκολα μπορεί πια να αγνοηθεί. Γιατί δεν είναι μόνο οι υβρίστριες τύπου Μίχου· είναι τα συκοφαντικά «δημοσιογραφικά» blogs, είναι οι λειτουργοί της δικαιοσύνης που επιδίδονται σε ρατσιστικά παραληρήματα («Κωλοεβραίες! Μακάρι να τις εξόντωνε τελείως ο Χίτλερ!») από τα ιστολόγιά τους ή εμέσσουν οχετούς εναντίον αντιδίκων τους, όπως κατήγγειλε πρόσφατα η δικηγορίνα Ζωή Κωνσταντοπούλου, είναι και «κάτι παλιόπαιδα με τρυφερές καρδιές», όπως αυτοχαρακτηρίζονται, που θεωρούν δείγμα «αδούλωτου φρονήματος» να διακινούν τις πιο εξωφρενικές διαβολές και κακολογίες. Ολα αυτά μας χαλάνε το κέφι. Ο υπερθερμασμένος τεχνο-ενθουσιασμός με τον οποίο χαιρετίστηκε η «δημοκρατία» του Διαδικτύου, έχει αρχίσει από καιρό να ψυχραίνεται.
Την είδηση την βρήκαμε στις 9.1.11 στην εφημερίδα Καθημερινή γραμμένη από την Κατερίνα Σχινά http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_09/01/2011_427687