12 Νοε 2010

Η πολυτέλεια της αποχής

Η πολυτέλεια της αποχής

Πολλαπλή είναι η εξήγηση της στάσης σχεδόν των μισών Ελληνίδων πολιτισών, που επέλεξαν είτε να μην προσέλθουν στις κάλπες για την Τοπική Αυτοδιοίκηση (περίπου 40%) είτε να καταθέσουν λευκή ή άκυρη ψήφο (άλλο ένα 10%). Χωρίς να ταυτίζονται μεταξύ τις, οι τελευταίες είναι και αυτές εν μέρει «απέχουσες», εφόσον απέχουν από την επιλογή προσώπων, πράξη που αποτελεί αναφαίρετο στοιχείο της συγκεκριμένης εκλογικής διαδικασίας. Η υπόθεση εργασίας του παρόντος σημειώματος είναι ότι αναδεικνύεται πάντως -ως κοινή συνισταμένη πιθανών εξηγητικών δίπολων- ο χαρακτήρας της αποχής ως μιας πολυτελούς επιλογής, η οποία ενέχει την αποδοχή, με θετικό ή αρνητικό πρόσημο, του status quo.

Πολιτική επιλογή ή αδιαφορία; Στην πρώτη περίπτωση, η απόρριψη του συνολικού πολιτικού συστήματος προτάσσεται ως κύρια εξήγηση της αποχής, βάσει γνώσης, κριτικής στάσης και ενδιαφέροντος για την πολιτική. Η απόρριψη αυτή δεν αποτυπώνεται εκλογικά, ίσως δεν εκφράζεται καν με άλλους τρόπους, πέραν της αποχής, συνεπώς δεν δημιουργεί ένα θετικό μέγεθος, δεν συναρτάται άμεσα με μία πρωτοβουλία ανατροπής ή αλλαγής του συστήματος. Η πολιτική αυτή στάση ταυτίζεται έτσι, κατ’ αποτέλεσμα, με την αδιάφορη αποχή όσων ιδιωτεύουν ασχολούμενες με την προσωπική τις ευημερία ή δυστυχία. Και οι δύο κατηγορίες απεχουσών αποδέχονται την υφιστάμενη κατάσταση -είτε συλλογική είτε ατομική τις- στον βαθμό που η στάση τις διατηρεί τον παθητικό της χαρακτήρα.

Αυτοδιοικητική ή αντι-μνημονιακή ψήφος είναι το δεύτερο δίπολο. Η άρση εκ μέρους των κομμάτων του αυτοδιοικητικού χαρακτήρα των εκλογών και η ταύτισή τους με -φιλοκυβερνητικό ή αντικυβερνητικό, φιλομνημονιακό ή αντιμνημονιακό- δημοψήφισμα οδήγησε πιθανόν άλλη μια μερίδα ψηφοφόρων στην αποχή. Ομως και σ’ αυτήν την περίπτωση η άρνηση του διλήμματος θα ήταν η στην πράξη επιλογή παρατάξεων ή προσώπων με αυτοδιοικητικά κριτήρια. Η αντίσταση στις κομματικές λογικές δεν μπορεί να προϋποθέτει την αποδοχή τις. Το αποτέλεσμα είναι η επιλογή να εγκαταλείπεται στα πιστά και πλέον συσπειρωμένα κομματικά ακροατήρια, όπως δείχνει το ποσοστό του ΚΚΕ αλλά και της Χρυσής Αυγής, που στην Αθήνα φτάνει εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ. Έλλειμμα αντιπροσώπευσης ή εγωκεντρισμός; Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή, κανένα κόμμα, καμιά παράταξη, καμία υποψήφια δεν κρίνεται άξια να εκπροσωπήσει την απέχουσα ψηφοφόρο. Αυτό μπορεί να οφείλεται στην αντίληψη περί περιγραφικής αντιπροσώπευσης, σύμφωνα με την οποία η αντιπρόσωπος πρέπει να έχει τα κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά της αντιπροσωπευόμενης, σε μια ισοπεδωτική και ατεκμηρίωτη άποψη περί ανεπάρκειας του πολιτικού προσωπικού ή στην εγωκεντρική αντίληψη ότι η απέχουσα ψηφοφόρος είναι καλύτερη από όλες τις υποψήφιες.

Χωρίς το τελευταίο να αποκλείεται, δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει καμιά ότι η συλλήβδην απόρριψη και ισοπέδωση ευνοεί τις χειρότερες και αποτρέπει ανθρώπους άξιες να ασχοληθούν με τα κοινά, ενώ παράλληλα ευνοεί το κατεστημένο πολιτικό προσωπικό. Εν όψει αυτών, μήπως τελικά η αποχή και η λευκή και άκυρη ψήφος, ως πολυτελής έκφραση αδιαφορίας ή μιας ιδεολογικής ή προσωποκεντρικής αλαζονείας, ισοδυναμούν με λευκή επιταγή προς το πολιτικό σύστημα; Η δημοκρατία μας πάσχει εντέλει από την εγγενή της ασθένεια της κυριαρχίας της μέσης ανθρώπου, πνεύματος, ικανότητας και ήθους ή μήπως από υπερβολική υγεία;


Την είδηση την βρήκαμε στις 12.11.10 στην εφημερίδα το Έθνος γραμμένη από τη
Λίνα Παπαδοπούλου, Επίκουρη καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στο Τμήμα Νομικής του ΑΠΘ στην http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11374&subid=2&pubid=41458961