2 Οκτ 2009

Έκθεση του Αυγούστου Σάντερ

Ο πορτρετίστας της Γερμανίας, που ενόχλησε τις-τους ναζί

Και να που το Παρίσι οργανώνει επιτέλους μια σημαντική έκθεση για έναν από τους σημαντικότερους φωτογράφους του 20ού αιώνα: τον Αύγουστο Σάντερ. Το αφιέρωμα με τίτλο «Βλέπω, παρατηρώ και σκέφτομαι» (πρόκειται για μια φράση του ίδιου του Σάντερ) εγκαινιάστηκε στο Ιδρυμα Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν με τη συνεργασία της Φωτογραφικής Συλλογής της Κολωνίας, όπου βρίσκεται συγκεντρωμένο το μεγαλύτερο μέρος του έργου του, που διασώθηκε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η έκθεση, την οποία επιμελείται η διευθύντρια της Συλλογής Γκαμπριέλε Κόνραθ-Σκολ, συμπυκνώνει με εξαιρετικό τρόπο τις διαφορετικές πτυχές της πολύχρονης δραστηριότητας του φωτογράφου, στον οποίο χρωστάμε το πληρέστερο πορτρέτο της γερμανικής κοινωνίας στα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.

Πέρα από ορισμένα πρώιμα οικογενειακά πορτρέτα, όπως αυτό της γυναίκας του τη στιγμή της γέννησης των δίδυμων παιδιών του (μόνο το ένα θα επιζήσει) με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Μεταξύ χαράς και λύπης» (1911), το ίδρυμα παρουσιάζει μια επιλογή (τα περισσότερα τυπώματα εποχής) από τα περίφημα πορτρέτα που περιλαμβάνονταν το 1927 στην έκθεση «Ανθρωποι του 20ού αιώνα». Αποτέλεσμα άμεσης παρατήρησης του περιβάλλοντός του, αλλά και μιας σοφά μελετημένης σύνθεσης, η φωτογραφική πινακοθήκη του Σάντερ προκάλεσε αίσθηση όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στην Κολωνία. Στον πρόλογο του λευκώματος, που κυκλοφόρησε δύο χρόνια αργότερα με τον τίτλο «Το πρόσωπο μιας εποχής», ο γνωστός συγγραφέας Αλφρεντ Ντέμπλιν κάνει λόγο για μια μοναδική μελέτη της πολιτισμικής, οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας της Γερμανίας.

Στο μεγαλόπνοο αυτό πρότζεκτ (το λεύκωμα θα απαγορευτεί στη συνέχεια από τους ναζί), ο Σάντερ παρουσιάζει επτά συνολικά κοινωνικές ομάδες, ξεκινώντας από την χωρική-ο, την άνθρωπο που είναι δεμένη-ος με τη γη του, και φτάνοντας ώς τις-τους ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο της κοινωνίας. Φωτογραφίζει ανθρώπινους τύπους χωρίς να τους εξιδανικεύει και, προπαντός, χωρίς να τους απομονώνει από τον περιβάλλοντα χώρο τους. Το φόντο, για παράδειγμα, δεν είναι ποτέ διακοσμητικό αλλά επιλεγμένο με επιστημονική σχεδόν ακρίβεια, προκειμένου να μας δώσει, υπαινικτικά και χωρίς συναισθηματισμούς, το μέγιστο των πληροφοριών για το πρόσωπο που εικονίζεται. Αυτό που τον απασχολεί είναι να κάνει ένα πορτρέτο της εποχής του ή όπως έγραφε αργότερα ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, έναν «άτλαντα συμπεριφορών» με τρόπο ανάλογο εκείνου των κορυφαίων σκηνοθετών του σοβιετικού κινηματογράφου, Αϊζενστάιν και Πουντόβκιν.

Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της παρισινής έκθεσης εντοπίζεται ωστόσο στη συνύπαρξη των «Ανθρώπων του 20ού αιώνα» με δύο λιγότερο γνωστές όψεις του έργου του Σάντερ: τα «πορτρέτα» χεριών και τις βοτανολογικές μελέτες, στις οποίες επιδίδεται στη δεκαετία του 1930, καθώς και τα τοπία με τα οποία ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά στη διάρκεια του πολέμου, όταν είχε βρει καταφύγιο σε ένα μικρό χωριό έξω από την Κολωνία. Σκοτεινά, με βαριά σύννεφα και χωρίς το παραμικρό ανθρώπινο ίχνος, τα τοπία του μας δίνουν την εντύπωση ότι συμπυκνώνουν όλη τη φρίκη του πολέμου αλλά και την προσωπική οδύνη του φωτογράφου, που χάνει, το 1944, τον γιο του μέσα στη φυλακή. Ξεχωριστή θέση στο εξαιρετικό αυτό πανόραμα κατέχει ένα συγκλονιστικό (μοναδικό) πορτρέτο του Σάντερ από τις αρχές του πολέμου, όπου διακρίνουμε τη μοναχική σιλουέτα του να ατενίζει από ψηλά την κοιλάδα του Ρήνου.(Φωτογραφία)

Διάρκεια ώς 20 Δεκεμβρίου.


Το άρθρο και την φωτογραφία τα βρήκαμε στις 23.9.09 στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία, γραμμένο από την Κάτια Αρφαρά στην http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=85137