«Κύριοι, ψήφο στις γυναίκες»
Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα μιας ομιλίας που εκφώνησε ο Βρετανός φιλόσοφος Τζον Στιούαρτ Μιλ στο αγγλικό Κοινοβούλιο, στις 20 Μαΐου 1867.
Η πρόταση του Μιλ να δοθεί δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες απορρίφθηκε τότε με 193 ψήφους έναντι 73. Τελικά, το δικαίωμα αυτό κατακτήθηκε στην Αγγλία το 1918.
Τίποτα δεν μπορεί να αποσπάσει την προσοχή μας από ένα απλούστατο ζήτημα, από το αν υπάρχει μια κατάλληλη δικαιολογία για να συνεχίζουμε να αποκλείουμε τη μισή Κοινότητα όχι μόνον από την πρόσβαση αλλά ακόμα και από τις προϋποθέσεις για την πρόσβαση στο συνταγματικό πεδίο. Κύριοι, στο Σύνταγμά μας δεν υπάρχει κανένα άλλο παράδειγμα ενός τόσο απόλυτου αποκλεισμού (...).
Πώς είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι οι γυναίκες που διοικούν ένα κτήμα ή διευθύνουν μιαν επιχείρηση -γυναίκες που πληρώνουν τους φόρους, συχνά με μεγάλα ποσά και για δικά τους κέρδη, πολλές από τις οποίες είναι υπεύθυνες αρχηγοί της οικογένειας και ορισμένες, που εργάζονται ως δασκάλες, διδάσκουν πολύ περισσότερα πράγματα από όσα έχει ποτέ διδαχθεί ένας μεγάλος αριθμός ανδρών εκλογέων-πώς είναι δυνατόν, ρωτώ, να αποδειχθεί ότι δεν είναι ικανές να ασκούν ένα δικαίωμα το οποίο ασκεί κάθε
Ή μήπως φοβόμαστε ότι, αν αποκτήσουν το δικαίωμα ψήφου, θα αλλάξουν επαναστατικά το κράτος ή θα μας στερήσουν ορισμένους από τους πλέον αξιότιμους θεσμούς μας ή και ότι θα φτιάξουν κάκιστους νόμους ή σε κάθε περίπτωση θα έχουμε μια κακή διακυβέρνηση εξαιτίας του γεγονότος ότι θα συμμετέχουν στην ψηφοφορία; Κανείς, κύριοί μου, δεν πιστεύει τέτοια πράγματα (...).
Η δυσκολία που πολλά πρόσωπα αισθάνονται, όταν αντιμετωπίζουν αυτό το ζήτημα, δεν συνδέεται με μια συγκεκριμένη αντίρρηση. Πρόκειται μόνον για μιαν αίσθηση, μιαν αίσθηση ότι είναι κάτι παράξενο. «Αυτή η πρόταση είναι τόσο νέα», σκέφτονται κοντολογίς πολλοί, αλλά κάνουν λάθος. Αυτή πράγματι είναι μια πολύ παλιά πρόταση. Κύριοι, το παράξενο είναι κάτι που χάνεται. Ορισμένα από τα πράγματα που για πολλούς από μας ήταν αρκετά παράξενα πριν από τρεις μήνες, σήμερα δεν είναι πλέον. Όσο για τις καινοτομίες, ζούμε σε έναν κόσμο καινοτομιών.
Η δικτατορία της συνήθειας βρίσκεται ευτυχώς σε παρακμή. Σήμερα δεν αρκούμαστε πλέον στο να γνωρίζουμε το τι είναι ένα πράγμα, αλλά αναρωτιόμαστε αν πρέπει να είναι έτσι ή αλλιώς. Και, τελικά, σε αυτή τη Βουλή, εγώ τείνω να πιστεύω ότι μια τέτοια έκκληση θα προχωρήσει πέρα από την κρίση της συνήθειας, για να υποβληθεί στην κρίση ενός ανώτερου δικαστηρίου, του δικαστηρίου του λόγου (...).
Πιθανόν να σκεφτεί κανείς ότι οι καθημερινές ασχολίες των γυναικών είναι ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο στην κατανόηση των δημόσιων υποθέσεων. Πιθανόν να σκεφτεί ότι εκείνες που ασχολούνται με την ηθική εκπαίδευση των μελλοντικών γενεών δεν είναι σε θέση να διαμορφώσουν γνώμη για τα ηθικά και εκπαιδευτικά ζητήματα ενός λαού. Και ότι εκείνες που έχουν ως καθημερινή ασχολία τους τη συνετή διαχείριση του χρήματος, έτσι ώστε να επιτύχουν το μεγαλύτερο δυνατό αποτέλεσμα με τους μικρότερους δυνατούς οικονομικούς πόρους, δεν έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν τίποτα στα αξιότιμα μέλη αυτού του Κοινοβουλίου, τα οποία κατορθώνουν να παράγουν, με τρόπο τόσο μοναδικό, μικρά αποτελέσματα με μια μεγάλη σπατάλη πόρων.
Τρέφω έναν υψηλό βαθμό εμπιστοσύνης σε αυτή την υπόθεση, τον οποίο δεν θα έτρεφα, αν η πολιτική αλλαγή που πρότεινα δεν βασιζόταν σε μια προηγούμενη κοινωνική αλλαγή. Η ιδέα μιας σαφούς διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα στις γυναικείες και τις ανδρικές ασχολίες ανήκει σε μια μακρινή κατάσταση της κοινωνίας, που χάνεται στο παρελθόν.
Δεν δίνουμε αρκετή προσοχή στο γεγονός ότι γύρω μας έχει ήδη συντελεστεί μια σιωπηλή εσωτερική επανάσταση: Οι άνδρες και οι γυναίκες είναι πρώτη φορά στην ιστορία αληθινά ο ένας σύντροφος του άλλου. Στο παρελθόν ένας άνδρας περνούσε τη ζωή του μαζί με τους άνδρες. Όλες οι φιλίες του, όλες οι εγκάρδιες σχέσεις του ήταν με άνδρες. Η σύζυγος ήταν ένα άθυρμα ή μια σκλάβα πολυτελείας.*Α Όλα αυτά, όμως, μεταξύ των τάξεων με μεγαλύτερη κουλτούρα, τώρα έχουν αλλάξει.
Τα δύο φύλα τώρα περνούν μαζί τη ζωή τους. Οι γυναίκες της οικογένειας ενός άνδρα είναι η συνήθης συντροφιά του. Η σύζυγος είναι η κυριότερη συνεργάτιδά του, η καλύτερη φίλη του και συχνά η πιο έμπιστη σύμβουλός του. Μπορεί σήμερα ένας άνδρας να ελπίζει ότι θα έχει ως πιο κοντινή του συντρόφισσα, της οποίας οι ελπίδες και οι επιθυμίες θα ασκούν μια τόσο ισχυρή πίεση πάνω του, ένα πρόσωπο που δεν θα μπορεί ποτέ να τον βοηθάει να υπηρετεί τα συμφέροντά του και τις πιο ευγενικές επιδιώξεις του; Μπορεί αυτή η στενή και τόσο αποκλειστική συνένωση να συμβαδίζει με έναν τρόπο ύπαρξης των γυναικών που τις κρατάει μακριά από θέματα ευρύτερου ενδιαφέροντος;
Είναι καλό για έναν άνδρα να ζει σε πλήρη ταύτιση σκέψεων και συναισθημάτων με μια γυναίκα που διατηρείται εσκεμμένα σε μια κατάσταση κατωτερότητας σε σχέση με αυτόν, της οποίας τα μοναδικά αναγνωρισμένα ενδιαφέροντα περιχαρακώνονται υποχρεωτικά μέσα στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού και η οποία καλλιεργεί, μαζί με τη χάρη του χαρακτήρα, την άγνοια και την αδιαφορία για τα πιο σημαντικά ζητήματα; Μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι όλα αυτά μπορεί να συμβαίνουν χωρίς έναν ξεπεσμό του χαρακτήρα του άνδρα; οικογενειάρχης άνδρας;
Το άρθρο το βρήκαμε στις 8.3.09 γραμμένο από τον Θανάση Γιαλκέτση στο http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=23450&ref=search.
Η επιχειρηματολογία είναι ίδια αλλά πια χρησιμοποιείται για λεσβίες, αμφισεξουαλικές και τρανς.
*Α Η γυναίκα επίσης ζούσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της με γυναίκες. Ευαγγελία Βλάμη