ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΥ
TAKTΙKΗ-ΔΙΑΔΚΑΣΙΑ
Αριθμός απόφασης 114/2009»
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΥ
(821/2008), (1204/200»)
Αποτελούμενο από τις-τους Δικαστές: Μαργαρίτα Νικάκη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Πέτρο Πρέκα, Πρωτοδίκη-Εισηγητή, Αθανασία Παναγιωτακοπούλου, Πρωτοδίκη, και από τη Γραμματέα Φωτεινή Καραγιάννη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στη Ρόδο στις 4 Δεκεμβρίου 2008 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του καλούντος - ενάγοντος: Εισαγγελέως Πρωτοδικών Ρόδου Γεωργίου Οικονόμου, κατοικοεδρεύοντας στη Ρόδο, ο οποίος εμφανίστηκε αυτοπροσώπως.
Των καθ' ων η κλήση - εναγομένων: 1) της Ευαγγελίας Βλάμη, 2) και της Ολ. Κ 3) Αναστασίου Αλιφέρη, Δημάρχου Τήλου Δωδεκανήσου, κατοίκων Τήλου, εκ των οποίων η πρώτη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Βασίλη Χειρδάρη, δικηγόρο Αθηνών, η δεύτερη εμφανίστηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Ν. Σ και ο τρίτος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Φώτη Κωστόπουλο.
Ο ενάγων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 24-6-2008 αγωγή που κατατέθηκε με αριθμό 821/25-6-2008, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 2-10-2008 και γράφτηκε στο πινάκιο Κατά τη δικάσιμο εκείνη η συζήτηση της υπόθεσης ματαιώθηκε λόγω απεργίας των δικαστικών γραμματέων Η υπόθεση επαναφέρεται με την από 6-10-200Κ κλήση του ενάγοντος, που κατατέθηκε με αριθμό 1204/6-10-2008, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα επαναφέρεται με την από 6-10-2008 (αριθμός έκθεσης κατάθεσης
1204/2009) κλήση του ενάγοντος η από 24-6-2009 και με αριθμό κατάθεσης 821/2008 αγωγή του, μετά τη ματαίωση της συζήτησης κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 2-10-2008
Στην κρινόμενη αγωγή ο ενάγων, Εισαγγελέας Πρωτοδικών Ρόδου, εκθέτει ότι οι δύο πρώτες των εναγομένων ζήτησαν και έλαβαν από τον τρίτο εναγόμενο, δήμαρχο της νήσου Τήλου, άδεια για να συνάψουν μεταξύ τους γάμο. Ότι ο τελευταίος στην Τήλο στις 3-6-2008 τέλεσε πολιτικό γάμο μεταξύ των δύο πρώτων εναγομένων, ο οποίος όμως είναι ανυπόστατος διότι δεν μπορεί να τελεσθεί γάμος μεταξύ προσώπων του αυτού φύλου. Με βάση τα παραπάνω εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά, ο ενάγων ζητεί, με την προαναφερόμενη ιδιότητα του η οποία κατά νόμον του δίνει το δικαίωμα να ασκήσει αυτεπαγγέλτως αγωγή για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος να αναγνωρισθεί ότι ο κατά τα ως άνω τελεσθείς γάμος μεταξύ των δύο πρώτων εναγομένων είναι ανυπόστατος, καθώς και να καταδικαστούν οι εναγόμενες-οςστη δικαστική δαπάνη.
Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα, η αγωγή φέρεται αρμοδίως καθ' ύλη και κατά τόπο προς εκδίκαση ενώπιον του δικαστηρίου τούτου, ως εκ του τόπου κατοικίας των εναγομένων (άρθρα 18 αρ 1, 22 Κ.Πολ.Δ), για να δικαστεί κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 598 - 612 του Κ.Πολ.Δ (592 παρ. 1 περ. γ του ίδιου κώδικα) και είναι νόμιμη κατά το μέρος που ασκείται σε βάρος των δύο πρώτων εναγομένων, αφού στηρίζεται σαις διατάξεις των άρθρων 1350, 1367, 1368, 1370, 1372, 1378 ΛΚ και 70, 176 Κ.πολ.Δ. Όσον αφορά όμως στον τρίτο εναγόμενο, η αγωγή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη ελλείψει παθητικής νομιμοποίησης, καθόσον για την έγερση αγωγής για την αναγνώριση της ανυπαρξίας του γάμου νομιμοποιούνται παθητικά, σε περίπτωση άσκησης αυτής από τον Εισαγγελέα, μόνο οι δύο σύζυγοι, οι οποίοι τελούν σχέση αναγκαστικής ομοδικίας (άρθρο 608 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, Βαθρακοκοίλη Κ.πολ.Δ υπό άρθρο 608 αρ. 5). Τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ του ενάγοντος και του εν λόγω εναγομένου, λόγω του δυσερμήνευτου των προαναφερθέντων κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν (άρθρο ) 179 Κ.Πολ.Δ).
Οι εναγόμενες με τις προτάσεις τους, πέραν της ειδικότερης άρνησης της αγωγής, ισχυρίζονται ότι ο ενάγων δεν νομιμοποιείται ενεργητικά στην άσκηση αυτής, αφού, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε Σ Δ Α.), που έχει εισαχθεί στην ελληνική έννομη τάξη με την κύρωση της δυνάμει του Ν.Δ. 53/1974 και έχει υπερνομοθετική ισχύ, απαγορεύεται σε κάθε δημόσια αρχή, εν προκειμένω δε στον εισαγγελέα, να παρεμβαίνει στην ατομική και οικογενειακή τους ζωή Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ, «Ι. Παν πρόσωπον δικαιούται εις τον σεβασμόν της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και της αλληλογραφίας του 2. Δεν επιτρέπεται να ύπαρξη επέμβασις δημοσίας αρχής εν τη ασκήσει του δικαιώματος τούτου, εκτός εάν η επέμβασις αύτη προβλέπεται υπό του νόμου και αποτελεί μέτρον το οποίον, εις μίαν δημοκρατικήν κοινωνίαν, είναι αναγκαίον δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημόσιον ασφάλειαν, την οικονομικήν ευημερίαν της χώρας, την προάσπισιν της τάξεως και την πρόληψιν ποινικών παραβάσεων, την προστασίαν της ' υγείας ή της ηθικής ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων».