Πολυμορφία στην ελληνική αστυνομία
μελέτη της νομοθεσίας προσλήψεων, προαγωγών
και εσωτερικής οργάνωσης της ελληνικής αστυνομίας.
Δάφνη Μαυρομμάτη, Αθανάσιος Θεοδωρίδης,
Η μελέτη λόγω του μεγέθους της χωρίστηκε σε 24 μέρη, βρίσκεστε στο 8 μέρος.
4.1.2. Το ζήτηµα των αρνητικών ποσοστώσεων
Η Υπουργική Απόφαση της 2ης Φεβρουαρίου 1995 (22), που εκδόθηκε από κοινού από το Υπουργείο Δηµόσιας Τάξης και το Υπουργείο Παιδείας «τακτοποίησε» το ζήτηµα που προέκυψε από τη συντριπτική επιτυχία γυναικών υποψηφίων στις γενικές πανελλαδικές εξετάσεις, θεσπίζοντας αρνητικές ποσοστώσεις για την είσοδό τους στην Αστυνοµική Ακαδηµία. Η Απόφαση αυτή προέβλεπε ότι «το ποσοστό των ιδιωτών γυναικών που θα εισαχθούν στις Σχολές Αστυφυλάκων και Αξιωµατικών Ελληνικής Αστυνοµίας κατά το έτος 1995 καθορίζεται σε 10% του αριθµού των εισαγόµενων» (άρθρο 1, παρ. 1). Η Προκήρυξη της 4ης Μαΐου 2000 (23) σχετικά µε την επιλογή των φοιτητριών-ων της Αστυνοµικής Ακαδηµίας αύξησε το ανώτατο ποσοστό των γυναικών που θα γίνονταν τελικά δεκτές στην Αστυνοµική Ακαδηµία στο 15% των υποψηφίων.
Παρόλα αυτά, το 2001 ψηφίστηκε στην Ελλάδα µία σηµαντική συνταγµατική τροποποίηση. Το νέο άρθρο 116 του Ελληνικού Συντάγµατος όχι µόνο απαγορεύει κάθε εξαίρεση στον κανόνα της ισότητας, πράγµα το οποίο ίσχυε και στο προηγούµενο Σύνταγµα, αλλά επιπλέον εισάγει την έννοια των θετικών δράσεων για την προώθηση της ισότητας των δύο φύλων, ορίζοντας ότι αυτού του είδους οι θετικές δράσεις δεν αποτελούν διάκριση λόγω φύλου υπέρ των γυναικών. Σύµφωνα µε αυτήν την συνταγµατική τροποποίηση, κάθε περιορισµός που βασίζεται στο φύλο είναι αυτοµάτως άκυρος, ως εκ τούτου, οποιαδήποτε πολιτική που πηγάζει από την προκατάληψη πως το γυναικείο φύλο είναι ανίκανο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις συγκεκριµένων εργασιών είναι συνταγµατικά απαράδεκτη. Μόνο ατοµικά και ανεξαρτήτως φύλου µπορεί καμιά-εις να εξαιρεθεί, αν αποτύχει σε συγκεκριµένες εξετάσεις.
Σε µια προσπάθεια να παρακάµψει την νέα συνταγµατική διάταξη, η Ελληνική Κυβέρνηση εξέδωσε πρόσφατα το Προεδρικό Διάταγµα 90/2003 (24), το οποίο τροποποίησε το Προεδρικό Διάταγµα 4/1995 (25), προβλέποντας πως τόσο το ύψος των γυναικών όσο και το ύψος των ανδρών υποψηφίων θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 1,70 µ.» (άρθρο 1 παρ. 1). Η διάταξη αυτή οδήγησε ήδη στον αποκλεισµό ικανού αριθµού γυναικών υποψηφίων. Υπάρχουν όµως κι άλλες διατάξεις που έχουν επίσης σαν στόχο τον εσκεµµένο αποκλεισµό γυναικών υποψηφίων. Σύµφωνα µε το νέο Διάταγµα, η σωµατική ικανότητα των υποψηφίων (γυναικών και ανδρών) όσον αφορά στις αθλητικές τους επιδόσεις, εξετάζεται µε τον ακόλουθο τρόπο:
α) Άλµα σε µήκος µε φόρα τουλάχιστον 3,50 µ. (επιτρέπονται τρεις προσπάθειες).
β) Άλµα σε ύψος µε φόρα τουλάχιστον 1 µ. (επιτρέπονται τρεις προσπάθειες).
γ) Δρόµος 1.000 µ. σε 4 λεπτά και 20 δευτερόλεπτα (επιτρέπεται µία προσπάθεια).
δ) Δρόµος 100 µ. σε 15 δευτερόλεπτα (επιτρέπεται µία προσπάθεια).
ε) Ρίψη σφαίρας βάρους 7,275 χλγ. σε απόσταση τουλάχιστον 1,50 µ. πρώτα µε το δεξί και µετά µε το αριστερό χέρι (επιτρέπονται τρεις προσπάθειες για κάθε χέρι).
Το Υπουργείο Δηµόσιας Τάξης, σε αντίθεση µε το Υπουργείο Εθνικής Άµυνας,
δεν προτίθεται να προσαρµόσει την πολιτική του στη νέα συνταγµατική διάταξη.
Σχόλιο
Οι αρνητικές ποσοστώσεις που προβλέπονται από την Υπουργική Απόφαση
της 2ης Φεβρουαρίου 1995 (26) αποτελούν άµεση διάκριση κατά των γυναικών και παραβιάζουν το Άρθρο 3 της Οδηγίας 2000/78 της Ε.Ε., το οποίο προβλέπει πως οι διατάξεις της Οδηγίας εφαρµόζονται στις συνθήκες πρόσβασης στην απασχόληση συµπεριλαµβανοµένων των κριτηρίων επιλογής, ανεξαρτήτων από τη δηµόσια ή ιδιωτική φύση του επαγγέλµατος.
Από την άλλη πλευρά, οι διατάξεις του Προεδρικού Διατάγµατος 90/2003 (27)
που προβλέπουν εξίσωση των απαιτούµενων σωµατικών προσόντων µεταξύ γυναικών και ανδρών αποτελούν έµµεση διάκριση κατά των γυναικών και ως εκ τούτου παραβιάζουν επίσης το Άρθρο 3 της ίδιας Οδηγίας.
Άλλες διατάξεις που µπορεί να έχουν ως αποτέλεσµα τον αποκλεισµό των
γυναικών από την Ελληνική Αστυνοµία περιέχονται στο Προεδρικό Διάταγµα
426/1984 (28) στο οποίο προσδιορίζονται τα «νοσήµατα» και οι «σωµατικές ατέλειες» που µπορεί να έχουν ως αποτέλεσµα τον αποκλεισµό κάποιας-ου υποψήφιας-ου από τις αστυνοµικές δυνάµεις. Ανάµεσα στις ασθένειες αυτές, υπάρχει µια ειδική κατηγορία µε τον τίτλο «Γυναικολογικά Νοσήµατα», η οποία περιλαµβάνει φαινόµενα όπως «Έντονη υπερτρίχωση οφειλοµένη σε ενδοκρινολογικά αίτια».*1
Σχόλιο
Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχει συγκεκριµένη κατηγορία γυναικολογικών νοσηµάτων, ενώ δεν υπάρχει αντίστοιχη ανδρική κατηγορία. Το γεγονός αυτό θα µπορούσε να εκληφθεί ως πολιτική διακρίσεων που έχει σαν στόχο τον περιορισµό του αριθµού των γυναικών και, ως εκ τούτου, απαγορεύεται µε βάση την Οδηγία 2000/78 της Ε.Ε., αλλά και τη «Διεθνή Σύµβαση για την εξάλειψη των διακρίσεων εναντίον των γυναικών».
4.2. Προσλήψεις στη Συνοριακή Αστυνοµία
Ο Νόµος 2800/2000 (29) σχετικά µε την ανασυγκρότηση της Ελληνικής Αστυνοµίας και ο Νόµος 2622/1998 (30) µε τον οποίο ιδρύεται η Συνοριακή Αστυνοµία, ρυθµίζουν την ανάπτυξη και τη λειτουργία της επονοµαζόµενης Συνοριοφυλακής.
Το προσωπικό της Συνοριακής Αστυνοµίας θεωρείται µια ιδιαίτερη κατηγορία της Ελληνικής Αστυνοµίας. Πρακτικά, αυτό σηµαίνει πως οι υπάλληλοι της προσλαµβάνονται για µια περίοδο πέντε χρόνων, ανανεώσιµης µέχρι τη συµπλήρωση συνολικά 35 ετών υπηρεσίας και, οπωσδήποτε µέχρι τη συµπλήρωση του 55ου ετών ηλικίας τους. Υποχρεούνται από το νόµο να παραµείνουν στην υπηρεσία για µια περίοδο τουλάχιστον δύο χρόνων σε κάθε ανανέωση της πενταετούς σύµβασής τους, ο δε µισθός τους είναι ίσος µε εκείνον μιας-ενός χαµηλόβαθµης-ου αστυνοµικού υπαλλήλου.
Η πρωταρχική αποστολή της Συνοριακής Αστυνοµίας είναι η φύλαξη των συνόρων της χώρας από πιθανές παράνοµες εισόδους. Εντούτοις, παρά τον τίτλο και την αποστολή της, η Συνοριακή Αστυνοµία στην πραγµατικότητα είναι µάλλον µια «αστυνοµία µετανάστευσης», αφού λειτουργεί όχι µόνο στις περιοχές των συνόρων, αλλά σε ολόκληρη την Ελλάδα και ειδικότερα στα αστικά κέντρα.
Το Προεδρικό Διάταγµα 311/1998 (31), µετά την τροποποίηση του από το Προεδρικό Διάταγµα 371/1998 (32), καθορίζει τα προσόντα, τα κριτήρια και τη διαδικασία πρόσληψης των υπαλλήλων της Συνοριακής Αστυνοµίας. Το Προεδρικό Διάταγµα 168/2002 (33) αύξησε τον αριθµό των θέσεων της Συνοριακής Αστυνοµίας.
Βασιζόµενη στο παραπάνω νοµικό πλαίσιο, καθώς και στο άρθρο 2 του Νόµου 2640/1998 (34) που καθορίζει την τεχνική και επαγγελµατική εκπαίδευση της Συνοριακής Αστυνοµίας, η ετήσια Προκήρυξη της 2ης Ιουλίου 2002 ορίζει τις λεπτοµέρειες σχετικά µε τις προσλήψεις του προσωπικού της Συνοριακής Αστυνοµίας.
Σχόλιο
Τα µέλη αυτού του σώµατος δεν λαµβάνουν την τυπική αστυνοµική εκπαίδευση στην Αστυνοµική Ακαδηµία και δεν είναι δηµόσιοι υπάλληλοι, αλλά η σχέση εργασίας τους στηρίζεται σε ιδιωτικές συµβάσεις ορισµένου χρόνου, εφόσον δεν επιλέγονται όπως οι αστυνοµικοί της ΕΛ.ΑΣ. µέσω των γενικών εξετάσεων.
Συνεπώς, όπως έχουν επανειληµµένως καταγγείλει και οι συνδικαλιστικοί φορείς των αστυνοµικών υπαλλήλων, δεν µπορούν να θεωρηθούν κατάλληλα εκπαιδευµένες-οι ώστε να χειρίζονται περίπλοκες καταστάσεις και λεπτά ζητήµατα όπως για παράδειγµα εκείνο των παράνοµων µεταναστριών-ων, των λαθρεµπόρων ή των αιτουσών-ων άσυλο. Παράλληλα, το γεγονός ότι δεν προστατεύεται η εργασιακή τους σχέση, όπως αυτή των δηµοσίων υπαλλήλων αστυνοµικών µπορεί να θεωρηθεί ως παράγοντας επιρροής της απόδοσης και αµεροληψίας τους.
Το άρθρο 1 της παραπάνω Προκήρυξης προέβλεπε πως µόνο το 10% των θέσεων πρέπει να καταλαµβάνεται από γυναίκες και το 90% από άνδρες στη Συνοριακή Αστυνοµία, και επιπλέον, πως το 20% των ατόµων που θα προσληφθούν απαλλάσσονται επισήµως από την υποχρέωση κατοχής απολυτηρίου Δευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης. Τα απαραίτητα προσόντα των υποψηφίων είναι να ακόλουθα:
1) Οι γυναίκες υποψήφιες να µην υπερβαίνουν το 26ο έτος της ηλικίας τους και οι άνδρες το 32ο.*2
2) Να κατοικούν την τελευταία διετία ή να κατοικούσαν από γεννήσεώς τους και
µέχρι τη συµπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους, στο Νοµό Αττικής, όπου
ιδρύθηκαν και λειτουργούν Τµήµατα Δίωξης Λαθροµετανάστευσης.
3) Να είναι απόφοιτες-οι Ελληνικού Λυκείου οιουδήποτε τύπου (Εκκλησιαστικά, Ναυτικά κτλ. Λύκεια που υπάγονται στην κατηγορία των Γενικών Λυκείων).
4) Να έχουν υγεία και άρτια σωµατική διάπλαση διαπιστούµενη από την αρµόδια Υγειονοµική Επιτροπή Κατάταξης, σύµφωνα µε τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις για τη σωµατική ικανότητα των υποψηφίων δοκίµων Αστυφυλάκων.
5) Να έχουν πίστη στο Σύνταγµα, αφοσίωση στην Πατρίδα και να µην πρεσβεύουν θρησκευτικές δοξασίες που εµποδίζουν την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
6) Να έχουν ανάστηµα τουλάχιστον 1,65 µ. οι γυναίκες και 1,70 µ. οι άνδρες.
7) Να έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις οι άνδρες κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης πρόσληψης, χωρίς να έχουν απαλλαγεί νόµιµα απ’ αυτές.
8) Να µην έχουν καταδικασθεί για τέλεση ή απόπειρα κακουργήµατος ή των
εγκληµάτων ανυποταξίας, λιποταξίας, προσβολών του πολιτεύµατος, προδοσία της χώρας, προσβολών κατά της πολιτειακής εξουσίας, κατά της ελεύθερης άσκησης των πολιτικών δικαιωµάτων, παραχάραξης, κιβδηλείας, πλαστογραφίας, ψευδορκίας, ψευδούς καταµήνυσης, ψευδούς ανώµοτης κατάθεσης, απιστίας περί την υπηρεσία, παράβαση καθήκοντος, ανθρωποκτονίας εκτός της προερχόµενης από αµέλεια, κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονοµικής εκµετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, συκοφαντικής δυσφήµισης, κλοπής, υπεξαίρεσης, εκβίασης, απάτης, απιστίας, επαιτείας, αλητείας, δωροδοκίας, καταπίεσης, ναρκωτικών, ζωοκλοπής, ζωοκτονίας, λαθρεµπορίας ή οποιουδήποτε άλλου εγκλήµατος από δόλο τελεσθέντος, για το οποίο επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τριών τουλάχιστον µηνών. Υποψήφιες-οι οι οποίες-οι έχουν παραπεµφθεί σε δίκη µπορούν να συµµετάσχουν στις εξετάσεις, αλλά δεν κατατάσσονται στο Σώµα, αν µέχρι το χρόνο έκδοσης της εντολής κατάταξης δεν έχει εκδοθεί αµετάκλητη αθωωτική απόφαση. Ο όρος καταδίκη περιλαµβάνει και την καταδίκη σε ποινικό σωφρονισµό για τα παραπάνω εγκλήµατα.
9) Να µην έχουν στερηθεί οποτεδήποτε των πολιτικών δικαιωµάτων τους, έστω και αν έχει λήξει ο χρόνος που ορίστηκε η στέρησή τους.
10) Να µην έχουν τεθεί σε δικαστική συµπαράσταση.
22 Προεδρικό Διάταγµα 6500/2/4-z (ΦΕΚ 70 B/ 02-02-1995)
23 Υπουργείο Δηµόσιας Τάξης, Αρ. Πρωτ. 6000/2/897-ε
24 Προεδρικό Διάταγµα 90/2003 (ΦΕΚ 82A/ 13-04-2003)
25 ΦΕΚ 1A/10-01-1995
26 Προεδρικό Διάταγµα 6500/2/4-z (ΦΕΚ 70 B/ 02-02-1995)
27 Προεδρικό Διάταγµα (ΦΕΚ 82A/ 13-04-2003)
28 ΦEK 150A/03-10-1984
29 ΦEK 41Α/29-02-2000
30 ΦEK 138A/25-06-1998
31 ΦEK 215A/17-09-1998
32 ΦEK 253A/13-11-1998
33 ΦEK 155A/01-07-2002
34 ΦEK 206A/03-09-1998
*1 Αντίστοιχα για παράδειγμα υπάρχει η γυναικομαστία αλλά δεν βλέπουμε να θεωρείται νόσος καίτοι πολλοί άνδρες καταλήγουν σε χειρουργεία για να απαλλαγούν από την γυναικομαστία. Υπάρχει λοιπόν διάκριση
*2 Η διαφορετική ηλικία μεταξύ γυναικών και ανδρών είναι ακόμη μια διάκριση. Ευαγγελία Βλάμη