Πολυμορφία στην ελληνική αστυνομία
μελέτη της νομοθεσίας προσλήψεων, προαγωγών
και εσωτερικής οργάνωσης της ελληνικής αστυνομίας.
Δάφνη Μαυρομμάτη, Αθανάσιος Θεοδωρίδης,
Η μελέτη λόγω του μεγέθους της χωρίστηκε σε 24 μέρη, βρίσκεστε στο 11 μέρος.
Το άρθρο 12 του Διατάγµατος προβλέπει πως η-ο Αρχηγός της Αστυνοµίας είναι αρµόδια-ος για την τελική απόφαση σχετικά µε τη συµµετοχή ή όχι μίας-ενός υποψηφίου στις εξετάσεις. Ο αποκλεισµός από τη συµµετοχή προκύπτει συνήθως είτε από οµόφωνη απόφαση ανικανότητα από τους ανωτέρους της-του υποψήφιας-ου, είτε µετά από διαφωνία περί της ικανότητάς της-του. Άλλοι λόγοι που ενδέχεται να οδηγήσουν σε αποκλεισµό από τις εξετάσεις περιλαµβάνουν τη διάπραξη κάποιου πειθαρχικού εγκλήµατος, το οποίο δείχνει διεφθαρµένο χαρακτήρα, την απρεπή συµπεριφορά ή την αδιαφορία κατά την άσκηση καθηκόντων.
Κατάλογος µε όλες-ους τους υποψήφιες-ους στέλνεται σε όλες τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνοµίας καθώς και στο Υπουργείο Παιδείας.
Σύµφωνα µε την Υπουργική Απόφαση της 11ης Ιουλίου 1995 (44), οι αστυνοµικοί υπάλληλοι που είναι απόφοιτες-οι άλλων πανεπιστηµίων υποβάλλονται στη διαδικασία των εξετάσεων για την εισαγωγή στην Αστυνοµική Ακαδηµία, µε βάση τα παρακάτω θέµατα:
α) Ανάπτυξη Θέµατος.
β) Ουσιαστικό και Δικονοµικό Ποινικό Δίκαιο.
γ) Δηµόσιο Δίκαιο (Συνταγµατικό Δίκαιο και Διοικητικό Δίκαιο).
Οι διδάσκουσες-ες καθηγήτιρες-ες των παραπάνω µαθημάτων διορίζονται ως µέλη της εξεταστικής επιτροπής για αυτήν την ειδική κατηγορία υποψηφίων. Σύµφωνα µε τον Νόµο 2226/1994 (45), οι Αστυφύλακες γενικών καθηκόντων έχουν τη δυνατότητα να προαχθούν σε κενές οργανικές θέσεις ως Αρχιφύλακες γενικών καθηκόντων ύστερα από ειδικές εξετάσεις, εφόσον διαθέτουν τα παρακάτω προσόντα:
α) Έχουν ήδη συµπληρώσει 3 χρόνια υπηρεσίας στο βαθµό αυτόν.
β) Δεν έχουν υπερβεί το 35ο έτος της ηλικίας τους.
γ) Είναι κάτοχοι Απολυτηρίου.
δ) Έχουν ευµενή πρόταση από ιεραρχικά προϊσταµένες-ους τους.
Οι υποψήφιες-οι εξετάζονται στη συγγραφή έκθεσης, στον Ποινικό Κώδικα,
στην Ποινική Διαδικασία, στους Κανονισµούς της Ελληνικής Αστυνοµίας καθώς και προαιρετικά, σε µία ξένη γλώσσα (Αγγλικά, Γαλλικά, Γερµανικά ή Ιταλικά). Οι αστυνοµικοί υπάλληλοι που είναι απόφοιτοι ΑΕΙ ή ΤΕΙ προάγονται στο βαθµό της-του Αρχιφύλακα χωρίς εξετάσεις, ανεξαρτήτως ηλικίας και χρονικού διαστήµατος που παρέµειναν στον προηγούµενο βαθµό.
Σχόλιο
Η διαδικασία εισαγωγής αστυνοµικών υπαλλήλων στην Αστυνοµική Ακαδηµία θα µπορούσε να θεωρηθεί ως µια µορφή προαγωγής. Αυτό σηµαίνει ότι στο στάδιο αυτό θα µπορούσαν να εφαρµοστούν πολιτικές θετικής διάκρισης, οι οποίες να προβλέπουν την αξιολόγηση της πολυµορφίας ως θετικό χαρακτηριστικό για την επιλογή υποψηφίων και άρα µελλοντικών ηγέτιδων-ων. Εντούτοις, δεν υφίσταται νοµική διάταξη που να επιτρέπει την ενθάρρυνση των υποψηφίων που ανήκουν σε µειονότητες να κάνουν αίτηση για µια θέση στην Ακαδηµία. Η σύγχρονη απαίτηση για «ευµενή πρόταση από ιεραρχικά προϊστάµενες-ους» δεν λαµβάνει υπόψη τον παράγοντα της πολυµορφίας.
6.4.Τοποθετήσεις, µεταθέσεις και αποσπάσεις του αστυνοµικού προσωπικού
Το ζήτηµα της τοποθέτησης, µετάθεσης και απόσπασης αστυνοµικού προσωπικού ρυθµίζεται κατά βάση από το Προεδρικό Διάταγµα 69/1997 (46) όπως τροποποιήθηκε από τα Προεδρικά Διατάγµατα 85/1998 (47), 254/2000 (48), 147/2000 (49), 309/2000 (50) και 271/2001 (51).
Σύµφωνα µε τις διατάξεις της τρέχουσας νοµοθεσίας, οι υπάλληλοι της αστυνοµίας διορίζονται ή µετατίθενται σε «µόνιµες οργανικές θέσεις» οι οποίες
αντιστοιχούν στο βαθµό τους και µόνον εφόσον οι θέσεις αυτές είναι κενές ή συµβαίνει να είναι κενές λόγω της µετάθεσης άλλης-ου συναδέλφου. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις µπορεί να τοποθετηθούν ή να µετατεθούν σε θέσεις που αντιστοιχούν σε υψηλότερο βαθµό (σε περιπτώσεις που οι εν λόγω θέσεις δεν καταλαµβάνονται από αξιωµατικούς υψηλότερου βαθµού). Μόνο σε επείγουσες και εξαιρετικές περιπτώσεις µπορούν να υπηρετήσουν σε θέσεις χαµηλότερου βαθµού.
Το Προεδρικό Διάταγµα 69/1997 (52) ορίζει συγκεκριµένα κριτήρια για τις µεταθέσεις υπαλλήλων µέχρι το βαθµό της-του Αστυνόµου Β από τη µία περιοχή στην άλλη. Κάθε αστυνοµικός υπάλληλος συγκεντρώνει κατά τη διάρκεια της καριέρας της-του έναν αριθµό µορίων σύµφωνα µε τα παρακάτω κριτήρια:
Α. Την απόσταση του χώρου εργασίας της-του από «τον τόπο συµφερόντων». Η
έκφραση τόπος συµφερόντων ορίζεται λεπτοµερώς από τον νόµο, και αναφέρεται:
α. στον δήµο ή κοινότητα όπου είναι εγγεγραµµένη-ος εκείνη-ος ή η-ο σύζυγος,
β. στο µέρος στο οποίο υπηρετεί η ίδια-ος ή το µέρος που δουλεύει η-ο σύζυγος
γ. στο µέρος όπου διαµένει η ίδια-ος ή η-ο σύζυγος ή το µέρος όπου ζουν οι γονείς της-του ή οι γονείς της-του συζύγου του.
Β. Τα έτη υπηρεσία σε συγκεκριµένους χώρους εργασίας.
Γ. Την οικογενειακή της-του κατάσταση.
Εάν δύο ή περισσότερα άτοµα συγκεντρώσουν τον ίδιο αριθµό µορίων, προτεραιότητα έχει η πιο υψηλόβαθµη-ος υπάλληλος ή εκείνη-ος που έχει υπηρετήσει µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα στο σώµα. Η απόσταση µεταξύ του χώρου εργασίας και του «τόπου συµφερόντων» υπολογίζεται σε χιλιόµετρα και υπολογίζεται εκ νέου κάθε χρόνο. Παραδείγµατος χάρη, εάν ο χώρος εργασίας μίας-ενός αστυνοµικού και ο «τόπος συµφερόντων της-του» συµπίπτουν ή εάν ο «τόπος συµφερόντων της-του» δεν βρίσκεται σε απόσταση µεγαλύτερη των 15 χλµ. από το χώρο εργασίας της-του, τότε η-ο αστυνοµικός δεν δικαιούται επιπλέον µόρια σε αυτήν την κατηγορία. Εάν πάλι η απόσταση µεταξύ των δύο σηµείων είναι µεταξύ 16 χλµ. και 100 χλµ., τότε η-ο αστυνοµικός δικαιούται ένα µόριο, ενώ εάν η απόσταση κυµαίνεται από 101 έως 600 χλµ. δικαιούται ένα επιπλέον µόριο. Η απόσταση των 600 και πλέον χλµ. Προσφέρει στην-στον αστυνοµικό δυο επιπλέον µόρια.
Εάν μία-ένας υπάλληλος έχει υπηρετήσει στο παρελθόν στο εξωτερικό ή εάν έχει συµµετάσχει στη Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιµόρφωσης, ο αντίστοιχος χρόνος υπολογίζεται σαν να είχε υπηρετήσει στον «τόπο συµφερόντων».
Επιπλέον, μία-ένας αστυνοµικός υπάλληλος κερδίζει ένα µόριο για κάθε έτος υπηρεσίας της-του, εάν όµως το έτος αυτό το είχε υπηρετήσει σε «υπηρεσίες δυσµενούς διαβίωσης», τότε κερδίζει δύο επιπλέον µόρια. Ως «υπηρεσίες δυσµενούς διαβίωσης» ορίζονται από το Προεδρικό Διάταγµα 69/1997 (53) οι υπηρεσίες εκείνες που βρίσκονται σε περιοχές µακριά από µεγάλες πόλεις ή σε µέρη στα οποία η µετάβαση είναι ιδιαίτερα δυσχερής. Δεδοµένης της γεωγραφίας της Ελλάδας (νησιά, βουνά κλπ), τέτοιου είδους περιοχές είναι πολυάριθµες. Εάν, τέλος, μία-ένας αστυνοµικός υπάλληλος είχε στο παρελθόν υπηρετήσει σε περιοχές πολύ κοντά στα σύνορα της χώρα, λαµβάνει µεταξύ δύο και πέντε επιπλέον µόρια.
Η οικογενειακή κατάσταση µπορεί επίσης να αποτελέσει τη βάση επιπλέον µορίων. Τα παντρεµένα άτοµα που δεν έχουν παιδιά λαµβάνουν πέντε επιπλέον µόρια. Τα άτοµα που έχουν παιδιά λαµβάνουν δύο µόρια για το πρώτο παιδί, τέσσερα µόρια για το δεύτερο παιδί και έξι µόρια για κάθε επιπλέον παιδί. Ο παραπάνω κανόνας ισχύει και για τους γονείς που δεν είναι παντρεµένες-οι, ή που έχουν χωρίσει, ή που βρίσκονται εν διαστάσει (άρθρο 2.2γ του Προεδρικού Διατάγµατος 69/1997) (54). Σύµφωνα µε το παραπάνω άρθρο, εάν τα άτοµα που έχουν παντρευτεί υπηρετούν σε απόσταση µεγαλύτερη των 30 χλµ. από το µέρος όπου διαµένει ή εργάζεται η υπόλοιπη οικογένεια, λαµβάνουν πέντε επιπλέον µόρια.
Οι γονείς πολυµελών οικογενειών (πολύτεκνες-οι), τα άτοµα των οποίων ένα µέλος της οικογένειας υποφέρει από κάποια αναπηρία σε ποσοστό ίσο ή µεγαλύτερο του 67% ή µε «ειδικές ανάγκες», αλλά και εκείνες-οι που έχουν χάσει την-τον σύζυγο τους ή είναι χωρισµένες-οι και έχουν την επιµέλεια ανήλικων παιδιών έχουν απόλυτη προτεραιότητα όσον αφορά στην τοποθέτηση ή τη µετάθεσή τους (άρθρο 3, παρ. 4α του Προεδρικού Διατάγµατος 69/1997) (55). Μετά την πραγµατοποίηση του διορισµού ή της µεταθέσεως, όλες οι µονάδες διαγράφονται επίσηµα από τον φάκελο της ενδιαφερόµενης-ου.
6.4.1. Το σύστηµα των τοποθετήσεων
Οι Αστυφύλακες οι οποίες-οι αποφοιτούν από την Σχολή Αστυφυλάκων µπορούν να διοριστούν σε διάφορες υπηρεσίες και τµήµατα της Ελληνικής Αστυνοµίας, µε εξαίρεση εκείνες-ους που επιλέγονται να υπηρετήσουν στο Αρχηγείο της Αστυνοµίας. Ο αριθµός των διαθέσιµων θέσεων καθορίζεται µε απόφαση της-του Αρχηγού της Αστυνοµίας, η οποία ανακοινώνεται στην Αστυνοµική Ακαδηµία καθώς και σε όλα τα τµήµατα που διαθέτουν τέτοιες θέσεις, τουλάχιστον ένα µήνα πριν την αποφοίτηση. Τα τµήµατα, µε τη σειρά τους, πρέπει στη συνέχεια να ειδοποιήσουν τη Διεύθυνση Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνοµίας σχετικά µε τα καθήκοντα που αντιστοιχούν στις υπάρχουσες θέσεις.
Η Αστυνοµική Ακαδηµία κοινοποιεί την απόφαση της-του Αρχηγού σε όλες τις µελλοντικές απόφοιτες-ους και τις-τους παρακινεί να υποβάλλουν αιτήσεις προσδιορίζοντας τις θέσεις της προτίµησής τους κατά σειρά προτεραιότητας. Το κριτήριο το οποίο λαµβάνεται υπόψη για την τοποθέτησή τους από την Διευθύντρια-η της Διεύθυνσης Προσωπικού είναι ο ακριβής χρόνος αποφοίτησης τους. Αυτό σηµαίνει ότι µετά την επιτυχία στις εξετάσεις κάθε νέα-ος αστυνοµικός είναι έτοιµη-ος να διοριστεί. Η διοικητική πράξη της τοποθέτησης επικυρώνεται από την-τον Αρχηγό της Αστυνοµίας. Μόνο κοινωνικά κριτήρια (κριτήρια που έχουν σχέση µε πραγµατικές κοινωνικές ανάγκες) µπορούν να δικαιολογήσουν µια κατ’ εξαίρεση τοποθέτηση σε µία θέση διαφορετική από αυτήν για την οποία αρχικά προοριζόταν η ενδιαφερόµενη-ος.
Η-Ο Αρχηγός της Αστυνοµίας έχει τη διακριτική ευχέρεια να τοποθετήσει σε θέσεις της δικής της-του επιλογής υπαλλήλους οι οποίες-οι έχουν επανέλθει µε νόµιµες διαδικασίες στο αστυνοµικό σώµα ύστερα από παραίτηση ή εκδίωξή τους στο παρελθόν.
Οι ίδιοι διαδικαστικοί κανόνες ισχύουν και για την τοποθέτηση των Υπαστυνόµων Β που αποφοιτούν από τη Σχολή Αξιωµατικών. Όµως, στην περίπτωση αυτή οι εξαιρέσεις είναι περισσότερες, αφού το 5% των Υπαστυνόµων Β εξαιρούνται από τον κανόνα τοποθέτησης σύµφωνα µε τον χρόνο αποφοίτησης (άρθρο 8, παρ. 1 του Προεδρικού Διατάγµατος 69/1997) (56), και επιπλέον υπάρχει µια ειδική διάταξη η οποία επιτρέπει την τοποθέτηση κατά απόλυτη προτεραιότητα των Υπαστυνόµων Β των οποίων οι σύζυγοι είναι αξιωµατικοί του στρατού, αξιωµατικοί της αστυνοµίας ή δικαστές (άρθρο 8, παρ. 4).
Σχόλιο
Η προώθηση της πολυµορφίας και η καταπολέµηση των διακρίσεων δεν λαµβάνονται υπόψη στις τοποθετήσεις. Μια ευνοϊκή µεταχείριση των µειονοτήτων στις τοποθετήσεις θα µπορούσε να αποτελέσει µέσο προσέλκυσής τους στο σώµα.
6.4.2. Οι γενικοί κανόνες του συστήµατα µεταθέσεων
Οι µεταθέσεις χωρίζονται στις τακτικές και στις έκτακτες.
Οι τακτικές µεταθέσεις λαµβάνουν χώρα σε ετήσια βάση µεταξύ 10 Ιουνίου και 31 Αυγούστου, και απαγορεύονται ρητά τον υπόλοιπο χρόνο. Από την άλλη πλευρά οι έκτακτες µεταθέσεις µπορούν να διαταχθούν σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο (άρθρο 17 του Προεδρικού Διατάγµατος 69/1997) (57), όπως τροποποιήθηκε από το Προεδρικό Διάταγµα 309/2000) (58).
Όσον αφορά στις µεταθέσεις εντός της ίδιας γεωγραφικής περιοχής, λαµβάνονται υπόψη τόσο οργανωτικά όσο και κοινωνικά κριτήρια είτε κατόπιν αιτήσεως της ενδιαφερόμενεης-ου, είτε κατόπιν πρωτοβουλίας του ίδιου του Σώµατος.
Η µετάθεση επιτυγχάνεται ευκολότερα εάν στον ίδιο τόπο υπάρχει ήδη µεγάλος αριθµός ισόβαθµων αξιωµατικών.
44 Υπουργική Απόφαση 6500/1-6-ιγ (ΦEK 607B/ 11-07-1995)
45 ΦEK 122 A/ 21-07-1994
46 Προεδρικό Διάταγµα (ΦEK 62A/ 23-04-1997)
47 ΦEK 77A/10-04-1998
48 ΦEK 210A/29-09-2000
49 ΦEK 128A/12-05-2000
50 ΦEK 253/16-11-2000
51 ΦEK 194/29-08-2001
52 ΦEK 62A/ 23-04-1997
53 ΦEK 62A/ 23-04-1997
54 ΦEK 62A/ 23-04-1997
55 ΦEK 62A/ 23-04-1997
56 ΦEK 62A/ 23-04-1997
57 ΦEK 62A/ 23-04-1997
58 ΦEK 194/29-08-2001