28 Μαρ 2016

Μειοψηφίσαντες στην υπόθεση DEBOER, TANCO, OBERGEFELL 1

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ

Αριθ. 14-556, 14-562, 14-571 και 14-574

Στις εντολές αναίρεσης στο δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών
προσφυγές για την έκτη περιφέρεια

[26 Ιουνίου 2015]

Ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου C. J. Roberts, με τον δικαστή Scalia και τον δικαστή
Thomas, εντάχθηκαν στους μειοψηφούντες.

Οι προσφεύγουσες-ντες έχουν ισχυρά επιχειρήματα που οι ρίζες τους βρίσκονται στην κοινωνική πολιτική και τις εκτιμήσεις της δικαιοσύνης. Υποστηρίζουν ότι πρέπει να επιτραπεί στα λεσβιακά ζευγάρια να επιβεβαιώσουν την αγάπη και την αφοσίωσή τους μέσω του γάμου, όπως ακριβώς τα ετερό ζευγάρια. Η θέση αυτή έχει αναμφισβητηθεί με έφεση, τα τελευταία έξι χρόνια, οι ψηφοφόροι και τα νομοθετικά σώματα έντεκα Πολιτειών και της Περιφέρειας της Columbia έχουν αναθεωρήσει τη νομοθεσία τους επιτρέποντας τον γάμο μεταξύ δύο προσώπων που είναι λεσβίες.
Όμως το Δικαστήριο δεν νομοθετεί. Εάν ο γάμος προσώπων που είναι λεσβίες είναι μια καλή ιδέα θα πρέπει να μην ανησυχούμε. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, οι δικαστίνες έχουν την εξουσία να πουν τι είναι νόμος, όχι αυτό που θα έπρεπε να είναι ο νόμος. Οι άνθρωποι επικύρωσαν ως αρμόδια τα Συνταγματικά Δικαστήρια για την άσκηση "ούτε της εξουσίας ούτε της βούλησης, αλλά απλώς της κρίσης". The Federalist *1 αριθ. 78, σελ. 465 (C. Rossiter εκδόθηκε το 1961) (Α. Hamilton) (η κεφαλαιοποίηση μετεβλήθει).


Παρά το γεγονός ότι η πολιτική επιχειρηματολογία για την επέκταση του γάμου σε λεσβιακά ζευγάρια μπορεί να είναι συναρπαστική, η νομική επιχειρηματολογία για την απαίτηση μιας τέτοιας παράτασης, δεν είναι. Το θεμελιώδες δικαίωμα στο γάμο δεν περιλαμβάνει το δικαίωμα να αλλάξει μία Πολιτεία τον ορισμό του γάμου. Και η απόφαση μιας Πολιτείας να διατηρηθεί η έννοια του γάμου που συνεχίστηκε σε κάθε πολιτισμό σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, δύσκολα μπορεί να ονομάζεται παράλογη. Εν ολίγοις, το Σύνταγμά μας δεν θεσπίζει μία οποιαδήποτε θεωρία του γάμου. Οι άνθρωποι της Πολιτείας είναι ελεύθερες να επεκτείνουν το γάμο για να συμπεριλάβει τα λεσβιακά ζευγάρια, ή να διατηρήσουν τον ιστορικό ορισμό.
Σήμερα, ωστόσο, το Δικαστήριο κρίνει το πέρα από τα συνήθη βήματα της εντολής κάθε Πολιτείας να χορηγήσει άδεια και να αναγνωρίσει το γάμο των λεσβιακών ζευγαριών. Πολλές άνθρωποι θα χαίρονται με την απόφαση αυτή, και εγώ δεν φθονώ τη γιορτή τις. Αλλά για εκείνες που πιστεύουν σε μια κυβέρνηση των νόμων, όχι των ανθρώπων, η προσέγγιση της πλειοψηφίας είναι άκρως αποκαρδιωτική. Οι υποστηρίκτριες του γάμου των λεσβιακών ζευγαριών έχουν σημειώσει σημαντική επιτυχία πείθοντας τις συμπολίτισες τις, μέσω δημοκρατικών διαδικασιών, να ενστερνιστούν την άποψή τις. Αυτό τελειώνει σήμερα. Πέντε δικηγορίνες έχουν κλείσει τη συζήτηση και θέσπισαν το δικό τις όραμα για το γάμο ως θέμα του συνταγματικού δικαίου. Το να κλέβουν το θέμα αυτό από την βούληση των ανθρώπων για πολλές ρίχνει ένα σύννεφο πάνω από το γάμο των προσώπων που είναι λεσβίες, δημιουργώντας μια έντονη κοινωνική αλλαγή η οποία είναι πολύ πιο δύσκολο να γίνει αποδεκτή.

Η απόφαση της πλειοψηφίας είναι μια πράξη βούλησης, όχι μία δικαστική απόφαση. Το δικαίωμα που ανακοινώνει δεν έχει καμία βάση στο Σύνταγμα ή στη νομολογία του Δικαστηρίου. Η πλειοψηφία αποποιείται ρητά τη δικαστική “σύνεση” και παραλείπει ακόμη και μια προσποίηση ταπεινοφροσύνης, επικαλούμενη ανοιχτά την επιθυμία της να ανακατασκευάσει την κοινωνία, σύμφωνα με τη δική της "νέα αντίληψη" για την "φύση της αδικίας". Ανωτέρω, στις 11, 23. Ως αποτέλεσμα, το Δικαστήριο ακυρώνει τους νόμους του γάμου σε πάνω από τις μισές Πολιτείες και διατάσσει την μετατροπή ενός κοινωνικού θεσμού που αποτέλεσε τη βάση της ανθρώπινης κοινωνίας για χιλιετίες, για τις Καλαχάρι Βουσμάνες, τις Κινέζες Χαν, τις Καρχηδόνιες και τις Αζτέκες. Ποιές ακριβώς νομίζουμε ότι είμαστε;
Μπορεί να είναι δελεαστικό για τις δικαστίνες να συγχέουμε τις δικές μας προτιμήσεις με τις απαιτήσεις του νόμου. Όμως, όπως το Δικαστήριο έχει υπενθυμίσει σε όλη την ιστορία μας, το Σύνταγμα "γίνεται για ανθρώπους με θεμελιωδώς διαφορετικές απόψεις". Υπόθεση Lochner κατά Νέας Υόρκης, 198 Ην. Πολιτείες 45, 76 (1905) (ο J. Holmes, μειοψήφισε). Κατά συνέπεια, "τα δικαστήρια δεν έχουν σχέση με την σοφία ή την πολιτική της νομοθεσίας". Αυτόθι, στην 69 (ο J. Harlan, μειοψήφισε). Η πλειοψηφία σήμερα αγνοεί την αντίληψη του περιορισμένου ρόλου της δικαστίνας. Κατάσχει για την εαυτή της μία ερώτηση του Συντάγματος αποσύροντας την από την κοινωνία, σε μια εποχή που η κοινωνία συμμετέχει σε μια ζωντανή συζήτηση επί του ζητήματος αυτού. Και οι απαντήσεις της στην ερώτηση δεν βασίζονται σε ουδέτερες αρχές του συνταγματικού νόμου, αλλά στην δική της "αντίληψη του τι είναι ελευθερία και πως πρέπει να πραγματοποιηθεί". Παραπάνω, στο 19. Δεν έχω καμία επιλογή παρά να μειοψηφίσω.

Κατανοώντας καλά το τι είναι μειοψηφία: Το θέμα δεν είναι αν, κατά τη γνώμη μου, ο θεσμός του γάμου θα πρέπει να αλλάξει ώστε να συμπεριλάβει τα λεσβιακά ζευγάρια. Αντιθέτως, είναι σχετικό με το αν, στη Δημοκρατία μας, η απόφαση αυτή θα πρέπει να παραμείνει στα χέρια της κοινωνίας που νομοθετεί μέσω των εκλεγμένων εκπροσώπων, ή σε πέντε δικηγορίνες που τυχαίνει να κατέχουν το αξίωμα που τις εξουσιοδοτεί να επιλύσουν τις νομικές διαφορές σύμφωνα με το νόμο. Το Σύνταγμα δεν αφήνει καμία αμφιβολία για την απάντηση.

Ι
Οι προσφεύγουσες-ντες και η Amici τις βασίζονται στα επιχειρήματά τις σχετικά με το "δικαίωμα στο γάμο" και την επιτακτική ανάγκη της "ισότητας γάμου". Δεν υπάρχει σοβαρή διένεξη, δυνάμει των δεδικασμένων μας, πως το Σύνταγμα προστατεύει το δικαίωμα του γάμου και απαιτούν από τις Πολιτείες να εφαρμόσουν τους νόμους του γάμου τους ισότιμα. Η πραγματική ερώτηση σε αυτές τις υποθέσεις είναι το τι συνιστά το "γάμο", ή -ακριβέστερα- ποια αποφασίζει τι συνιστά το "γάμο";
Η πλειοψηφία αγνοεί σε μεγάλο βαθμό αυτές τις ερωτήσεις, υποβιβάζοντας τα χρόνια της ανθρώπινης εμπειρίας στο γάμο σε μια ή δύο παραγράφους. Ακόμη και αν η ιστορία και τα δεδικασμένα δεν είναι “το τέλος” αυτών των υποθέσεων, παραπάνω, στο 4, δεν θα "εαξαλείψει ό,τι έχει τόσο καιρό διευθετηθεί" χωρίς να δείχνει μεγαλύτερο σεβασμό για όλα όσα προηγήθηκαν ημών. Υπόθεση Πόλη της Ελλάδας κατά Galloway - Town of Greece v. Galloway, 572 U. S. ___, ___ (2014) (Δελτίο γνωμοδότησης, στην 8).

Α
Καθώς η πλειοψηφία αναγνωρίζει πως, ο γάμος "υπάρχει εδώ και χιλιετίες και σε όλους τους πολιτισμούς". Ανωτέρω, σελ. 3. Κατά την διάρκεια αυτών των χιλιετιών, σε όλους αυτούς τους πολιτισμούς, ο "γάμος" αναφέρεται σε μία μόνο σχέση: στην ένωση μιας γυναίκας και ενός άνδρα. Δείτε παραπάνω, στο 4, Ακρόαση Προφορικών Επιχειρημάτων σ
την Ερώτηση 1, στη 12 (οι προσφεύγουσες παραδέχονται ότι δεν γνωρίζουν κάποια κοινωνία που επέτρεπαι το γάμο λεσβιακώνζευγαριών πριν από το 2001). Το Δικαστήριο διευκρίνισε δύο στροφές πριν, "μέχρι τα τελευταία χρόνια, . . . τον γάμο μεταξύ μίας γυναίκας και ενός άνδρα αναμφίβολα τον είχαν σκεφτεί οι περισσότερες άνθρωποι ως ουσιαστικής σημασίας τον ορισμό της έννοιας, τον ρόλο και την λειτουργία του σε όλη την ιστορία του πολιτισμού". Υπόθεση United States κατά Windsor - United States v. Windsor, 570 U. S. ___, ___ (2013) (δελτίο γνωμοδότησης, στην 13).

Αυτός ο συμπαντικός ορισμός του γάμου ως ένωση μίας γυναίκας και ενός άνδρα δεν είναι ιστορική συγκυρία. Ο γάμος δεν ήρθε ως αποτέλεσμα ενός πολιτικού κινήματος, μίας ανακάλυψης, μίας ασθένειας, ενός πολέμου, ενός δόγματος θρησκευτικής πεποίθησης, ή οποιασδήποτε άλλης κινητήριας δύναμης της παγκόσμιας ιστορίας, και σίγουρα όχι ως αποτέλεσμα μίας προϊστορικής απόφασης να αποκλειστούν οι λεσβίες και οι γκέι. Προέκυψε από τη φύση των πραγμάτων να καλυφθεί κάποια ζωτική ανάγκη: η εξασφάλιση ότι τα παιδιά έχουν συλληφθεί από μια μητέρα και έναν πατέρα που έχουν δεσμευθεί να τα αναθρέψουν σε σταθερές συνθήκες στην δια βίου σχέση τους. Δείτε G. Quale, Μία Ιστορία των Συστημάτων του Γάμου 2 (1988), πρβλ. M. Κικέρων, De Officiis *2 57 (μετάφραση W. Miller 1913.) ("Από τότε που το αναπαραγωγικό ένστικτο είναι δώρο της φύσης το κοινό αγαθό όλων των ζωντανών πλασμάτων, ο πρώτος δεσμός της ένωσης είναι μεταξύ της συζύγου και του συζύγου ο επόμενος, μεταξύ γονέων και παιδιών, μετά βρίσκουμε ένα σπίτι, με τα πάντα να είναι από κοινού".).

Οι παραδοχές που υποστηρίζουν αυτή την ιδέα του γάμου είναι τόσο θεμελιώδεις ώστε σπάνια απαιτούν μια διαδικασία διατύπωσης. Η ανθρώπινη φυλή θα πρέπει να αναπαράγεται για να επιβιώσει. Η αναπαραγωγή συμβαίνει μέσω σεξουαλικών σχέσεων μεταξύ μίας γυναίκας και ενός άνδρα. Όταν σεξουαλικές σχέσεις έχουν ως αποτέλεσμα την σύλληψη ενός παιδιού, οι προοπτικές των παιδιών αυτών είναι γενικά καλύτερες εάν η μητέρα και ο πατέρας μείνουν μαζί και δεν ακολουθήσουν χωριστούς δρόμους. Ως εκ τούτου, για το καλό των παιδιών και της κοινωνίας, οι σεξουαλικές σχέσεις που μπορεί να οδηγήσουν στην δημιουργία παιδιών πρέπει να γίνονται μόνο μεταξύ μίας γυναίκας και ενός άνδρα που έχουν δεσμευτεί σε έναν διαρκή δεσμό.

Η κοινωνία έχει αναγνωρίσει αυτόν τον δεσμό, ως γάμο. Και από τους καλύτερους εξαιτίας του status σεβασμού και των υλικών οφελημάτων στα έγγαμα ζευγάρια, η κοινωνία ενθαρρύνει γυναίκες και άνδρες να διεξάγουν σεξουαλικές σχέσεις μέσα στο γάμο παρά έξω από αυτόν. Όπως ένας εξέχων λόγιος το έθεσε, “Ο γάμος είναι μια κοινωνικά διακανονισμένη λύση που λύνει το πρόβλημα του να μείνουν μαζί οι άνθρωποι και να φροντίζουν τα παιδιά επειδή η απλή επιθυμία για παιδιά, και σεξ που δημιουργεί τα παιδιά πιθανά, δεν δίνει την λύση”. J. Q. Wilson, Το Πρόβλημα Γάμος 41 (2002).

Αυτή η αξιοσημείωτη αντίληψη για τον γάμο έχει επικρατήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες σε όλη την ιστορία μας. Η πλειονότητα δέχεται πως "την εποχή της ίδρυσής του Έθνους [ο γάμος] ήταν κατανοητός ως μια εθελοντική σύμβαση μεταξύ μιας γυναίκας και ενός άνδρα". Ανωτέρω, στο 6. Οι πρώιμες Αμερικανίδες-οί ενέπνευσαν σε μεγάλο βαθμό νομικές μελετητήτριες-ές όπως τον William Blackstone, ο οποίος θεωρούσε το γάμο μεταξύ “της συζύγου και του συζύγου” ως μία από τις "θαυμάσιες σχέσεις της ιδιωτικής ζωής", και φιλόσοφοι όπως ο John Locke, ο οποίος περιέγραψε το γάμο ως "εθελοντική σύμβαση μεταξύ γυναίκας και άνδρα" που επικεντρώνεται "πρωτίστως, στην αναπαραγωγή", την "θρέψη και υποστήριξη" των παιδιών. 1 W. Blackstone, Σχόλια * 410, J. Locke, Δεύτερη Πραγματεία της Πολιτικής Διακυβέρνησης §§ 78-79, σ. 39 (J. Gough έκδοση 1947). Για εκείνες-ους που σχεδίασαν και επικύρωσαν στο Σύνταγμα, αυτή την αντίληψη του γάμου και της οικογένειας "ήταν δεδομένη: η δομή του, η σταθερότητα, οι ρόλοι και οι αξίες του αποδεκτές από όλες-ους". Forte, Ιδέα των Συντακτριών-ων για τον Γάμο και την Οικογένεια, στην Έννοια του Γάμου 100, 102 (R. George & J. Elshtain εκδ. 2006).

Το ίδιο το Σύνταγμα δεν λέει κάτι για το γάμο, και έτσι οι Συντάκτριες-ες ανέθεσαν στις Πολιτείες "[τ]ο όλο θέμα των ενδοοικογενειακών σχέσεων της συζύγου και του συζύγου". Υπόθεση Windsor, 570 U. S., στην ___ (δελτίο γνωμοδότησης, στην 17) (παραθέτοντας την υπόθεση Στην εκ νέου Burrus - In re Burrus, 136 U. S. 586, 593-594 (1890)). Δεν αμφισβητείται ότι κάθε Πολιτεία κατά την ίδρυση, και κάθε Πολιτεία μέσα από την ιστορία μας μέχρι δώδεκα χρόνια πριν, όριζε το γάμο κατά τον παραδοσιακό τρόπο, τον τρόπο που έχει ρίζες στην βιολογία. Οι τέσσερεις Πολιτείες σε αυτές τις υποθέσεις είναι χαρακτηριστικές. Οι νόμοι τους, πριν και μετά την κρατική υπόσταση, μεταχειρίστηκαν το γάμο ως την ένωση μιας γυναίκας και ενός άνδρα. Δείτε υπόθεση DeBoer κατά Snyder - DeBoer v. Snyder, 772 F, 3d 388, 396 έως 399 (CA6 2014). Ακόμα και όταν οι νόμοι του κράτους δεν διευκρινίζουν τον ορισμό αυτό ρητά, καμιά δεν αμφέβαλε για το τι εννοούσε. Δείτε υπόθεση Jones κατά Hallahan - Jones ν. Hallahan, 501 S. W. 2d 588, 589 (Ky. App. 1973). Η έννοια του “γάμου” δεν επεξηγείτο.

Φυσικά, πολλές την επεξηγούσαν. Στο πρώτο αμερικανικό λεξικό του, ο Noah Webster όρισε το γάμο ως "τη νόμιμη ένωση της γυναίκας και του άνδρα για ολόκληρη τη ζωή", η οποία υπηρέτησε τους σκοπούς της "πρόληψης της ετερόκλητης χωρίς διακρίσεις επαφής των δύο φύλων, . . . την προώθηση της ενδοοικογενειακής ευτυχίας, και . . . την εγγύηση της συντήρησης και της εκπαίδευσης των παιδιών". 1 Ένα Αμερικανικό Λεξικό της Αγγλικής Γλώσσας (1828). Μια πραγματεία επιρροής του 19ου αιώνα όριζε το γάμο ως “κοινωνικό καθεστώς-status, που υπάρχει μεταξύ μίας γυναίκας και ενός άνδρα οι οποίοι είναι νομικά ενωμένοι για όλη τη ζωή για αυτούς τους ατομικούς και κοινωνικούς σκοπούς που βασίζεται στην διαφορά φύλου”. J. Bishop, Σχόλια για το Δίκαιο του Γάμου και του Διαζυγίου 25 (1852). Η πρώτη έκδοση του Νομικού Λεξικού του Black όριζε το γάμο ως "οικογενειακή κατάσταση μιας γυναίκας και ενός άνδρα που είναι ενωμένοι με το νόμο για όλη τη ζωή". Νομικό Λεξικό Black 756 (1891) (η υπογράμμιση διαγράφεται). Το λεξικό διατήρησε ουσιαστικά το ίδιο ορισμό για τον επόμενο αιώνα.

Δεδικασμένα αυτού του Δικαστηρίου έχουν περιγράψει επανειλημμένα το γάμο με τρόπους που συνάδουν μόνο με την παραδοσιακή του έννοια. Παλαιότερες υποθέσεις σχετικά με το θέμα να αναφέρονται στο γάμο ως "η ένωση μίας γυναίκας και ενός άνδρα για όλη τη ζωή", υπόθεση Murphy κατά Ramsey, 114 U. S. 15, 45 (1885), η οποία αποτελεί "το θεμέλιο της οικογένειας και της κοινωνίας, χωρίς την οποία δεν θα υπήρχε ούτε πολιτισμός ούτε πρόοδος", υπόθεση Maynard κατά Hill, 125 U. S. 190, 211 (1888).
Αργότερα περιγράφεται ο γάμος ως "θεμελιώδους σημασίας για την ίδια την ύπαρξη και την επιβίωση μας", μία αντίληψη που συνεπάγεται κατ' ανάγκη ένα αναπαραγωγικό συστατικό. Υπόθεση Loving κατά Virginia, 388 U. S. 1, 12 (1967), δείτε υπόθεση Skinner κατά Oklahoma ex rel. Williamson, 316 U. S. 535, 541 (1942). Πιο πρόσφατες υποθέσεις έχουν συνδέσει άμεσα το δικαίωμα του γάμου με το "δικαίωμα δημιουργίας παιδιών". Υπόθεση Zablocki κατά Redhail, 434 U. S. 374, 386 (1978).

Όπως σημειώνει η πλειοψηφία, ορισμένες πτυχές του γάμου έχουν αλλάξει με την πάροδο του χρόνου. Οι γάμοι με διακανονισμό έχουν δώσει σε μεγάλο βαθμό την θέση τους στο ζευγάρωμα με βάση την ρομαντική αγάπη. Οι Πολιτείες έχουν αντικαταστήσει την υπανδρεία, το δόγμα με το οποίο μια έγγαμη γυναίκα και ο σύζυγός της γίνονταν μια ενιαία νομική οντότητα, με νόμους που σέβονται την ξεχωριστή οντότητα κάθε συμμετέχουσας-ντος. Οι περιορισμοί λόγω φυλής στον γάμο, οι οποίοι "προέκυψαν ως αποτέλεσμα της δουλείας" για την προώθηση της "λευκής ανωτερότητας", καταργήθηκαν από πολλές Πολιτείες και, τελικά, κατέπεσαν στο Δικαστήριο. Υπόθεση Loving, 388 U. S., στο 6-7.

Η πλειοψηφία παρατηρεί ότι οι εξελίξεις αυτές "δεν ήταν απλώς επιφανειακές αλλαγές" στο γάμο, αλλά μάλλον "επέφεραν βαθιές αλλαγές στη δομή του". Ανωτέρω, στο 6-7. Δεν έδωσε, ωστόσο, ως έργο οποιαδήποτε μετατροπή στον πυρήνα της δομής του γάμου ως ένωση μεταξύ μιας γυναίκας και ενός άνδρα. Αν είχατε ρωτήσει ένα πρόσωπο στο δρόμο πώς ορίζεται ο γάμος, καμιά δεν θα μπορούσε ποτέ να πει, "Γάμος είναι η ένωση μιας γυναίκας και ενός άνδρα, όπου η γυναίκα υπόκειται στην υπανδρεία". Η πλειοψηφία μπορεί να έχει δίκιο πως η "ιστορία του γάμου είναι τόσο συνέχεια όσο και αλλαγή", αλλά ο πυρήνας της έννοιας του γάμου έχει διαρκέσει. Ανωτέρω, στο 6.

B
Αμέσως μετά αφ' ότου αυτό το Δικαστήριο ακύρωσε τους περιορισμούς λόγω φυλής σχετικά με το γάμο στην υπόθεση Loving, ένα λεσβιακό, γκέι ζευγάρι στη Μινεσότα ζήτησε άδεια γάμου. Υποστήριξε ότι το Σύνταγμα απαιτεί οι Πολιτείες να επιτρέψουν τον γάμο μεταξύ προσώπων που είναι λεσβίες

για τους ίδιους λόγους που υποχρεώνει τις Πολιτείες να επιτρέψουν τον γάμο μεταξύ προσώπων από διαφορετικές φυλές. Το Ανώτατο Δικαστήριο της Μινεσότα απέρριψε κατ' αναλογία των ισχυρισμών τους στην υπόθεση Loving, και αυτό το Δικαστήριο απέρριψε με συνοπτικές διαδικασίες την έφεση. Υπόθεση Baker κατά Nelson, 409 U. S. 810 (1972).

Δεκαετίες μετά την υπόθεση Baker, αυξήθηκε ο αριθμός λεσβιών που άρχισαν να ζουν ανοικτά, και πολλές εξέφρασαν την επιθυμία οι σχέσεις τις να αναγνωρίζονται ως γάμοι. Με την πάροδο του χρόνου, περισσότερες άνθρωποι άρχισαν να βλέπουν το γάμο με έναν τρόπο που θα μπορούσε να επεκταθεί και σε αυτά τα ζευγάρια. Μέχρι πρόσφατα, η νέα οπτική του γάμου παρέμεινε μειοψηφική. Μετά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Μασσαχουσέτης το 2003 που ερμήνευσε πως το Πολιτειακό της Σύνταγμα απαιτούσε την αναγνώριση του γάμου προσώπων που είναι λεσβίες, πολλές Πολιτείες-περιλαμβανομένων των τεσσάρων επίμαχων εν προκειμένω, θέσπισαν συνταγματικές τροποποιήσεις που επίσημα ενστερνίστηκαν τον μακροχρόνιο ορισμό του γάμου.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, η κοινή γνώμη μετατοπίστηκε γρήγορα σχετικά με το γάμο. Το 2009, το νομοθετικό σώμα του Βερμόντ, του Νιου Χάμσαϊρ, και της Περιφέρειας της Κολούμπια έγιναν οι πρώτες από το Έθνος που θέσπισαν νόμους που αναθεωρούσαν τον ορισμό του γάμου ώστε να μπεριλάβουν τα λεσβιακά ζευγάρια, ενώ παρείχαν επίσης προσαρμογές για τις πιστές-ους. Το 2011, το Νομοθετικό Σώμα της Νέας Υόρκης ψήφισε παρόμοιο νόμο. Το 2012, οι ψηφοφόροι στο Maine έκαναν το ίδιο, αντιστρέφοντας το αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος που είχε γίνει τρία χρόνια νωρίτερα με το οποίο είχαν δεχθεί το παραδοσιακό ορισμό του γάμου.

Όλες, οι ψηφοφόροι και τα νομοθετικά σώματα έντεκα Πολιτειών και της Περιφέρειας της Κολούμπια έχουν αλλάξει τον ορισμό του γάμου ώστε να συμπεριλαμβάνει τα λεσβιακά, αμφισεξουαλικά ζευγάρια. Τα υψηλότερα Δικαστήρια πέντε Πολιτειών έχουν διακηρύξει το ίδιο αποτέλεσμα στο δικό τους Σύνταγμα. Οι υπόλοιπες Πολιτείες διατηρούν τον παραδοσιακό ορισμό του γάμου.

Οι προσφεύγουσες-ντες άσκησαν αγωγές υποστηρίζοντας ότι η Ρήτρα Νόμιμης 
Διαδικασίας και η Ρήτρα Ισότιμης Προστασίας της Δέκατης Τέταρτης 
Τροποποίησης υποχρεώνει τις Πολιτείες τους να επιτρέψουν και να 
αναγνωρίζουν τους γάμους μεταξύ λεσβιακών ζευγαριών. Σε μία προσεκτικά 
αιτιολογημένη απόφαση, το Εφετείο αναγνώρισε το δημοκρατικό "βασικό 
συστατικό στοιχείο" υπέρ της "επέκτα[σης] του ορισμού του γάμου ώστε 
να συμπεριλάβει τα λεσβιακά ζευγάρια", αλλά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι 
οι προσφεύγουσες δεν είχαν "συνταγματοποιήσει με την υπόθεσή τις τον 
ορισμό του γάμου και δεν αφαίρεσαν το θέμα από την τοποθεσία που 
είχε ιδρυθεί: στα χέρια των  ψηφοφόρων της Πολιτείας". 772 F, 3d, στη 396, 
403. Η απόφαση αυτή ερμήνευσε το Σύνταγμα σωστά, και θα ήθελα να το 
επιβεβαιώσω. 
 
ΙΙ
Οι προσφεύγουσες αρχικά ισχυρίζονται ότι οι νόμοι του γάμου των Πολιτειών τους παραβιάζουν τη Ρήτρα Νόμιμης Διαδικασίας. Η Γενική Δικηγορίνα των Ηνωμένων Πολιτειών, που εμφανίζεται στην υποστήριξη των προσφευγουσών, αποκήρυξε ρητά τη θέση αυτή ενώπιον του Δικαστηρίου. Δείτε Δίκη Προφορικής Επιχειρηματολογίας. Ερώτηση 1 - Tr. of Oral Arg. on Question 1, στην 38–39. Η πλειοψηφία δεν επιλύει λιγότερο τις υποθέσεις αυτές για τις προσφεύγουσες που βασίζονται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην Ρήτρα Νόμιμης Διαδικασίας.

Η πλειοψηφία φιλοδοξεί να εντοπίσει τέσσερις "αρχές-αξίες και παραδόσεις" αυτού του Δικαστηρίου σε δεδικασμένα που αφορούν την Ρήτρα Νόμιμης Διαδικασίας που υποστηρίζουν το θεμελιώδες δικαίωμα να τελούν γάμους τα λεσβιακά ζευγάρια. Ανωτέρω, στο 12. Στην πραγματικότητα, όμως, η προσέγγιση της πλειοψηφίας δεν έχει βάση, σε αρχές ή σε παραδόσεις, εκτός από την χωρίς αρχές παράδοση της δικαστικώς χάραξης πολιτικής η οποία χαρακτηρίζεται από ανυπόληπτες αποφάσεις όπως στην υπόθεση Lochner κατά Νέας Υόρκης - Lochner v. New York, 198 U. S. 45. Απογυμνώθηκε από την λαμπιρίζουσα ρητορική του, το επιχείρημα της πλειοψηφίας ότι είναι η Ρήτρα Νόμιμης Διαδικασίας που δίνει στα λεσβιακά ζευγάρια το θεμελιώδες δικαίωμα του γάμου επειδή θα είναι καλό γι'αυτές και για την κοινωνία. Αν ήμουν νομοθέτης, θα ήθελα να εξετάσω σίγουρα την άποψη αυτή ως θέμα κοινωνικής πολιτικής. Αλλά ως δικαστής, θεωρώ την θέση της πλειοψηφίας αδικαιολόγητη ως ζήτημα του συνταγματικού δικαίου.

Α
Οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται πως το "Θεμελιώδες δικαίωμα" εμπίπτει στην πιο ευαίσθητη κατηγορία των συνταγματικών δικαστικών αποφάσεων. Οι προσφεύγουσες δεν ισχυρίζονται ότι οι νόμοι του γάμου στις Πολιτείες τους παραβίαζουν μια σειρά συνταγματικών δικαιωμάτων, όπως η ελευθερία του λόγου που προστατεύεται από την Πρώτη Τροπολογία. Δεν υπάρχει, τελικά, Ρήτρα "Συντροφικότητας και Κατανόησης" ή "Ευγένειας και Αξιοπρέπειας" στο Σύνταγμα. Δείτε ανωτέρω, στις 3, 14. Αντίθετα, ισχυρίζονται ότι οι νόμοι παραβιάζουν το δικαίωμα που συνεπάγεται η απαίτηση της Δέκατης Τέταρτης Τροποποίησης ότι δεν μπορεί να αποστερείσαι την "ελευθερία" χωρίς "νόμιμη διαδικασία".

Αυτό το Δικαστήριο ερμήνευσε την Ρήτρα Νόμιμης Διαδικασίας ώστε να συμπεριλάβει ένα "ουσιαστικό" συστατικό που προστατεύει ορισμένα συμφέροντα της ελευθερίας ενάντια στην κρατική στέρηση "δεν έχει σημασία ποια διαδικασία παρέχεται". Υπόθεση Reno κατά Flores - Reno v. Flores, 507 U. S. 292, 302 (1993). Η θεωρία είναι ότι ορισμένες ελευθερίες είναι "τόσο ριζωμένες στις παραδόσεις και τη συνείδηση της κοινωνίας μας που κατατάσονται ως θεμελιώδεις", και ως εκ τούτου δεν μπορεί να τις αποστερείται άνευ αποχρώσας αιτιολόγησης. Υπόθεση Snyder κατά Μασαχουσέτης - Snyder v. Massachusetts, 291 U. S. 97, 105 (1934).

Επιτρέποντας σε μη εκλεγμένες ομοσπονδιακές δικαστίνες να επιλέγουν ποια από τα μη απαριθμούμενα δικαιώματα κατατάσσονται ως "θεμελιώδη" -και να καταρρίπτουν τους νόμους της Πολιτείας, βάσει του εν λόγω προσδιορισμού, εγείρει προφανείς ανησυχίες σχετικά με το δικαστικό ρόλο. Ανάλογα δεδικασμένα μας επέμεναν ότι οι δικαστίνες "ασκούν τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή" για την εξακρίβωση έμμεσων θεμελιωδών δικαιωμάτων, "μήπως η ελευθερία που προστατεύεται από τη Ρήτρα Νόμιμης Διαδικασίας της μετατρέπεται διακριτικά σε πολιτική προτιμήσεων των Μελών του Δικαστηρίου". Υπόθεση Ουάσιγκτον κατά Glucksberg - Washington v. Glucksberg, 521 U. S. 702, 720 (1997) (τα εσωτερικά εισαγωγικά παραλείπονται), δείτε Kennedy, Μη Απαριθμούμενα Δικαιώματα και οι Επιταγές του Αυτο-περιορισμού των Δικαστών 13 (1986) (Διεύθυνση στο Στάνφορντ) ("Κάποια μπορεί να συμπεράνει ότι ορισμένα ουσιώδη, ή θεμελιώδη, δικαιώματα θα πρέπει να υφίστανται σε οποιαδήποτε δίκαιη κοινωνία. Αυτό δεν σημαίνει ότι καθένα από τα ουσιώδη δικαιώματα είναι κάτι που εμείς ως δικαστίνες-ές επιβάλουμε, δυνάμει του γραπτού Συντάγματος. Η Ρήτρα Νόμιμης Διαδικασίας δεν είναι εγγύηση για κάθε δικαίωμα που πρέπει να ενυπάρχει σε ένα ιδανικό σύστημα".).

Η ανάγκη για περιορισμό στη χορήγηση ισχυρού φαρμάκου ουσιαστικής νόμιμης διαδικασίας είναι ένα μάθημα που το Δικαστήριο έχει μάθει με σκληρό τρόπο. Το Δικαστήριο εφάρμοσε την πρώτη ουσιαστική νόμιμη διαδικασία για να πατάξει ένα νόμο στην υπόθεση Dred Scott κατά Sandford - Dred Scott v. Sandford, 19 How. 393 (1857). Εκεί, το Δικαστήριο ακύρωσε τον Συμβιβασμό του Μισούρι, με την αιτιολογία ότι η νομοθεσία που περιορίζει τον θεσμό της δουλείας παραβιάζει τα έμμεσα δικαιώματα των ιδιοκτητριών-ων σκλάβων. Το Δικαστήριο στηρίχθηκε στη δική του αντίληψη για την ελευθερία και την ιδιοκτησία πράττοντας με αυτό τον τρόπο. Ισχυρίστηκε ότι "ένα νομοσχέδιο του Κογκρέσου στερεί από την πολίτισα των Ην. Πολιτειών την ελευθερία ή την ιδιοκτησία της, απλά και μόνο επειδή αυτή έφτιαξε ή έφερε την περιουσία-ιδιοκτησία της σε ένα συγκεκριμένο έδαφος των Ηνωμένων Πολιτειών. . . δεν θα μπορούσε να είναι αξιοπρεπής στο όνομα της ορθής εφαρμογής του νόμου". Αυτόθι, στην 450. Σε μια αντιγνωμία που έχει διαρκέσει περισσότερο από την άποψη της πλειοψηφίας, ο Δικαστής Curtis εξήγησε ότι όταν οι "σταθεροί κανόνες που διέπουν την ερμηνεία των νόμων [έχουν] εγκαταλειφθεί, και οι θεωρητικές απόψεις των προσώπων επιτρέπεται να ελέγχουν" την έννοια του Συντάγματος, "δεν έχουμε πλέον ένα Σύνταγμα, βρισκόμαστε υπό την κυβέρνηση της ατομικότητας γυναικών, ανδρών, οι οποίες-οι προς το παρόν έχουν την εξουσία να ορίσουν τι είναι το Σύνταγμα, για το τι θα έπρεπε να σημαίνει σύμφωνα με τις δικές τις απόψεις". Αυτόθι, στην 621.

Η απόφαση στην υπόθεση Dred Scott ακυρώθηκε στα πεδία των μαχών του Εμφυλίου Πολέμου και με συνταγματική τροποποίηση μετά τα όσα συνέβησαν τη πόλη Appomattox, *3 αλλά η προσέγγισή του προς την Ρήτρα Νόμιμης Διαδικασίας επανεμφανίστηκε. Σε μια σειρά υποθέσεων στις αρχές του 20ου αιώνα, με πιο γνωστή την υπόθεση Lochner κατά της Νέας Υόρκης, αυτό το Δικαστήριο ακύρωσε τους νόμους της Πολιτείας που παρουσίαζαν "ενοχλητικές παρεμβολές στα δικαιώματα του ατόμου" και "αδικαιολόγητη προσβολή της ελευθερίας του ατόμου και της ελευθερίας των συμβάσεων". 198 U. S., στην 60, 61. Στην ίδια υπόθεση Lochner, το Δικαστήριο ακύρωσε ένα νόμο της Νέας Υόρκης για τον καθορισμό μέγιστων ωρών για τις εργαζόμενες σε αρτοποιείο, επειδή δεν υπήρχε "κατά την κρίση μας, ένα λογικό θεμέλιο για να κρίνουμε ότι αυτό είναι αναγκαίο ή σκόπιμο, ως νόμος της υγείας". Αυτόθι, στην 58.

Οι διαφωνούσες-ντες δικαστίνες στην υπόθεση Lochner εξήγησαν ότι ο νόμος της Νέας Υόρκης θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια λογική απάντηση στις νομοθετικές ανησυχίες για την υγεία των εργατριών σε αρτοποιείο, ένα θέμα για το οποίο υπήρχε τουλάχιστον "περιθώριο για συζήτηση και για μια ειλικρινή διαφορά απόψεων". Αυτόθι, στην 72 (γνωμοδότηση του John Marshall Harlan). Το αντίθετο συμπέρασμα της πλειοψηφίας απαιτεί για τη θέσπιση συνταγματικού νόμου, "μια οικονομική θεωρία που δεν προβληματίζει ένα μεγάλο μέρος της χώρας". Αυτόθι, σε 75 (γνωμοδότηση του J. Holmes). Όπως ο Δικαστής Holmes αξέχαστα το έθεσε, "Η Δέκατη Τέταρτη Τροποποίηση δεν θεσπίζει την Κοινωνική Στατική του κ. Herbert Spencer", το πρωτοποριακό έργο στη φιλοσοφία του Κοινωνικού Δαρβινισμού. Αυτόθι Το Σύνταγμα "δεν προορίζεται να ενσωματώνει μια συγκεκριμένη οικονομική θεωρία . . . . Έχει κατασκευασθεί για ανθρώπους με ριζικά διαφορετικές απόψεις, και το τυχαίο συμβάν των ευρημάτων μας συγκεκριμένων απόψεων φυσικών και οικείων ή καινούργειων και ακόμη και σοκαριστικών δεν πρέπει να περιλαμβάνονται στην κρίση μας επί του θέματος αν οι νόμοι τα ενσωματώνουν σε σύγκρουση με το Σύνταγμα". Αυτόθι, στην 75 -76.

Στις δεκαετίες μετά την υπόθεση Lochner, το Δικαστήριο ακύρωσε σχεδόν 200 νόμους ως παραβιάσεις της ατομικής ελευθερίας, συχνά ενάντια σε ισχυρές αντιγνωμίες υποστηρίζοντας ότι "[τ]ο κριτήριο της συνταγματικότητας δεν είναι αν πιστεύουμε ότι ο νόμος είναι για το κοινό καλό". Υπόθεση Adkins κατά Νοσοκομείου Παιδιών της DC - Adkins v. Children’s Hospital of D. C., 261 U. S. 525, 570 (1923) (γνωμοδότηση του J. Holmes). Με την ενδυνάμωση των δικαστίνων να ανυψώνουν τις δικές τις πολιτικές κρίσεις στη νομοθεσία της Συνταγματικά προστατευόμενης "ελευθερίας", η γραμμή στην υπόθεση Lochner δεν άφησε "να υπάρχει εναλλακτική στο δικαστήριο ως ένα. . . νομοθετικό σώμα". L. Hand, H Διακήρυξη των Δικαιωμάτων 42 (1958).

Τελικά, το Δικαστήριο αναγνώρισε το λάθος του και ορκίστηκε να μην το επαναλάβει. “Το δόγμα αυτό . . . νόμιμης διαδικασίας εξουσιοδοτεί τα δικαστήρια να κρίνουν τους νόμους αντισυνταγματικούς όταν πιστεύουν ότι το νομοθέτικό σώμα ενήργησε απερίσκεπτα", εμείς αργότερα εξηγήσαμε πως, “έχει προ πολλού απορριφθεί. Έχουμε επιστρέψει στην αρχική συνταγματική πρόταση όπου τα δικαστήρια δεν αντικαθιστούν τις κοινωνικές και οικονομικές πεποιθήσεις τους στην απόφαση των νομοθετικών σωμάτων, τα οποία εκλέγονται για να περνούν νόμους". Υπόθεση Ferguson κατά Skrupa, 372 U. S. 726, 730 (1963), δείτε την υπόθεση Day-Brite Lighting, Inc. κατά Missouri - Day-Brite Lighting, Inc. v. Missouri, 342 U. S. 421, 423 (1952) (“Εμείς δεν καθόμαστε όπως ένα υπερ-νομοθετικό σώμα να ζυγίσουμε τη σοφία της νομοθεσίας"). Έτσι, έχει γίνει αποδεκτός ο κανόνας ότι το Δικαστήριο δεν θα κρίνει τους νόμους αντισυνταγματικούς απλώς και μόνο επειδή θα τους βρει "μη συνετούς, αλόγιστους, ή έξω από την αρμονία μιας συγκεκριμένης σχολής σκέψης". Υπόθεση Williamson κατά Lee Optical of Okla., Inc.,., 348 U. S. 483, 488 (1955). 

Βρίσκεστε στο μέρος 1 για να βρεθείτε στο μέρος 2 πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήκαμε στις 26.6.2015 και την μεταφράσαμε  από την supremecourt.gov στην http://www.supremecourt.gov/opinions/14pdf/14-556_3204.pdf#page=1&zoom=auto,-99,798  

Δικές μας σημειώσεις
*1The Federalist = Εμφανίζονται για πρώτη φορά το 1787 ως μια σειρά επιστολών προς τις εφημερίδες της Νέας Υόρκης οι οποίες προτρέπουν τις ψηφοφόρους να επικυρώσουν το προτεινόμενο Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών. Γίνεται συζήτηση για αυτές ακόμη σήμερα, και είναι ανοικτές συχνά σε αντιφατικές ερμηνείες, τα επιχειρήματα παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά από τρεις Αμερικανούς της πολιτική θεωρίας. Γράφτηκαν κατά τη διάρκεια μιας κρίσιμης στιγμής στην ιστορία της κοινωνίας των Ην. Πολιτειών, παρέχοντας στις αναγνώστριες-ες ένα σύγχρονο ιδεολογικό σχόλιο σχετικά με τα κρίσιμα ζητήματα που αντιμετωπίζει η δημοκρατία.


*2 De Officiis (Τα Καθήκοντα ή Οι Υποχρεώσεις) είναι ένα δοκίμιο του Μάρκους Τούλιους Κικέρωνα- Marcus Tullius Cicero που χωρίζεται σε τρία βιβλία, στα οποία ο Κικέρων αναπτύσσει την αντίληψή του για τον καλύτερο τρόπο του ζείν, του φέρεσθαι, και της τήρησης των ηθικών υποχρεώσεων. Το δοκίμιο αυτό γράφτηκε το 44 Προ Κοινής Χρονολόγησης. Είχε την μορφή επιστολής προς τον γιο του με το ίδιο όνομα, που σπούδασε φιλοσοφία στην Αθήνα. Κρίνοντας από τη μορφή του, είναι ωστόσο πιθανό ότι ο Κικέρων το έγραψε έχοντας ένα ευρύτερο ακροατήριο στο μυαλό του. Το δοκίμιο δημοσιεύθηκε μεταθανάτια.
Το De Officiis έχει χαρακτηριστεί ως μια προσπάθεια να καθορίσει ο Κικέρων τα ιδανικά της δημόσιας συμπεριφοράς. Επικρίνει την τότε πρόσφατη ανατροπή του δικτάτορα Ιουλίου Καίσαρα σε διάφορα σημεία, και της δικτατορίας του ως σύνολο.
Μετά την εφεύρεση της τυπογραφίας, το De Officiis ήταν το επόμενο βιβλίο που τυπώθηκε, μετά την Αγία Γραφή Gutenberg.

*3 Appomattox=Μια πόλη της νότιας κεντρικής Βιρτζίνια. Εκεί ο Ομόσπονδος στρατηγός Robert E. Lee παραδόθηκε στο στρατηγό της Ένωσης Ulysses S. Grant στο κοντινό οικισμό της Appomattox στο Δικαστικό Μέγαρο στις 9 Απριλίου 1865, τελειώνοντας έτσι αποτελεσματικά τον εμφύλιο πόλεμο.