Σε περίπτωση που η μητέρα δεν έχει το δικαίωμα διακοπής μετά αποδοχών της επαγγελματικής της δραστηριότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, ο άλλος γονέας έχει δικαίωμα διακοπής της σύμβασης εργασίας του για το χρονικό διάστημα που θα αντιστοιχούσε στη μητέρα ,με τρόπο συμβατό με την άσκηση του δικαιώματος που αναγνωρίζεται στο επόμενο άρθρο.
Στις περιπτώσεις πρόωρου τοκετού και στις περιπτώσεις όπου για οποιαδήποτε άλλη αιτία είναι απαραίτητη η συνέχιση της νοσηλείας του νεογνού μετά τον τοκετό, με αίτηση της μητέρας ή, σε περίπτωση αδυναμίας της, του άλλου γονέα , η περίοδος διακοπής μπορεί να αρχίσει να υπολογίζεται από την ημέρα εξόδου από το νοσοκομείο. Από τον υπολογισμό αυτό αφαιρούνται οι έξι εβδομάδες υποχρεωτικής διακοπής της σύμβασης της μητέρας αμέσως μετά τον τοκετό.
Στις περιπτώσεις πρόωρου τοκετού με μικρό βάρος του νεογνού ή σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου λόγω της κλινικής κατάστασης του νεογνού απαιτείται νοσηλεία του μετά τον τοκετό για διάστημα μεγαλύτερο των επτά ημερών, η περίοδος διακοπής παρατείνεται για όσες ημέρες διαρκεί η νοσηλεία του νεογνού με μέγιστο όριο τις δεκατρείς επιπλέον εβδομάδες και σύμφωνα με τις ανά περίπτωση εφαρμοστικές διατάξεις.
Σε περίπτωση υιοθεσίας ή αναδοχής σύμφωνα με το άρθρο 45.1.δ) του παρόντος νόμου, η διακοπή έχει διάρκεια δεκαέξι συνεχείς εβδομάδες με δυνατότητα παράτασης σε περίπτωση πολλαπλής υιοθεσίας ή αναδοχής κατά δύο εβδομάδες για κάθε ανήλικο πέραν του πρώτου. Η διακοπή αυτή αρχίζει να ισχύει με επιλογή του εργαζομένου, μετά από τη δικαστική απόφαση σύστασης της υιοθεσίας ή τη δικαστική ή διοικητική απόφαση οριστικής ή προσωρινής αναδοχής χωρίς να είναι δυνατόν σε καμία περίπτωση ο ίδιος ανήλικος να μπορεί να κατοχυρώσει δικαίωμα διαφόρων περιόδων διακοπής .
Σε περίπτωση που εργάζονται και οι δύο γονείς, η περίοδος διακοπής κατανέμεται κατά τη βούληση των ενδιαφερομένων, που μπορούν να τη λάβουν ταυτόχρονα ή διαδοχικά πάντα σε συνεχείς περιόδους και εντός των αναφερόμενων ορίων.
Σε περίπτωση ταυτόχρονης χορήγησης των περιόδων αδείας, το άθροισμα τους δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δεκαέξι εβδομάδες που προβλέπονται στα προηγούμενα εδάφια ή το χρονικό διάστημα που αντιστοιχεί στην περίπτωση πολλαπλού τοκετού, υιοθεσίας η αναδοχής .
Σε περίπτωση αναπηρίας του φυσικού παιδιού ή του ανήλικου υιοθεσίας ή αναδοχής, η διακοπή της σύμβασης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο παρατείνεται κατά δύο επιπλέον εβδομάδες. Σε περίπτωση που εργάζονται και οι δύο γονείς, το επιπλέον αυτό χρονικό διάστημα κατανέμεται σύμφωνα με τη βούληση των ενδιαφερομένων που μπορούν να το λάβουν ταυτόχρονα ή διαδοχικά πάντα όμως με συνεχή τρόπο.
Τα χρονικά διαστήματα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, μπορούν να χορηγούνται σε καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης μετά από συμφωνία των ενδιαφερόμενων εργαζομένων με τους εργοδότες και σύμφωνα με τις ισχύουσες εφαρμοστικές διατάξεις .
Σε περίπτωση διεθνούς υιοθεσίας, όταν απαιτείται προηγούμενη μετάβαση των γονέων στη χώρα καταγωγής του υιοθετούμενου, η περίοδος διακοπής που προβλέπεται σε κάθε περίπτωση στην παρούσα παράγραφο, μπορεί να αρχίσει έως και τέσσερεις εβδομάδες πριν από τη δικαστική απόφαση σύστασης της υιοθεσίας.
Οι εργαζόμενοι επωφελούνται από κάθε βελτίωση των συνθηκών εργασίας στην οποία θα είχαν δικαίωμα κατά το χρονικό διάστημα διακοπής της σύμβασής τους στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, καθώς και στις προβλεπόμενες από την επόμενη παράγραφο και το άρθρο 48 α».
«5. Σε περίπτωση κινδύνου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή κινδύνου κατά τη διάρκεια του μητρικού θηλασμού, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 26 του νόμου 31/1995, της 8ης Νοεμβρίου, περί Προλήψεως Εργατικών Κινδύνων, η διακοπή της σύμβασης ολοκληρώνεται την ημέρα που αρχίζει η διακοπή της σύμβασης λόγω βιολογικής μητρότητας ή το νεογνό συμπληρώνει εννέα μήνες αντίστοιχα, ή και στις δύο περιπτώσεις όταν παύει να υφίσταται η αδυναμία της εργαζόμενης να επιστρέψει στην προηγούμενη θέση της ή σε άλλη συμβατή με την κατάστασή της ».
Ενδέκατον. Προστίθεται ένα νέο άρθρο 48α, με την ακόλουθη διατύπωση:
«Άρθρο 48α. Διακοπή της σύμβασης εργασίας λόγω πατρότητας.
Σε περίπτωση γέννησης παιδιού, υιοθεσίας ή αναδοχής σύμφωνα με το άρθρο 45.1.δ) του παρόντος νόμου, ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα διακοπής της σύμβασης εργασίας για δεκατρείς συνεχείς ημέρες με δυνατότητα παράτασης σε περίπτωση πολλαπλού τοκετού, υιοθεσίας ή αναδοχής κατά δύο επιπλέον ημέρες για κάθε παιδί πέραν του πρώτου. Η διακοπή αυτή είναι ανεξάρτητη από την από κοινού χορήγηση των περιόδων αδείας λόγω μητρότητας που προβλέπεται στο άρθρο 48.4.
Σε περίπτωση τοκετού, η διακοπή αφορά αποκλειστικά τον άλλο γονέα. Στις περιπτώσεις υιοθεσίας ή αναδοχής, το δικαίωμα αυτό παρέχεται κατά την επιλογή των ενδιαφερομένων μόνο στο ένα εκ των δύο γονέων. Εντούτοις, όταν η περίοδος άδειας που αναφέρεται στο άρθρο 48.4 λαμβάνεται στο σύνολό της από τον ένα εκ των δύο γονέων, το δικαίωμα διακοπής αποκλειστικά λόγω πατρότητας μπορεί να ασκηθεί από τον άλλο.
Ο εργαζόμενος που ασκεί το δικαίωμα αυτό, μπορεί να το πράξει κατά τη διάρκεια της περιόδου που περιλαμβάνεται από την ολοκλήρωση της άδειας λόγω της γέννησης παιδιού που προβλέπεται από το νόμο ή με συμβατικό τρόπο, ή από τη δικαστική απόφαση σύστασης της υιοθεσίας ή από την διοικητική ή δικαστική απόφαση αναδοχής έως τη λήξη της διακοπής της σύμβασης που ρυθμίζεται στο άρθρο 48.4 ή αμέσως μετά τη λήξη της διακοπής αυτής..
Η διακοπή της σύμβασης που αναφέρεται στο παρόν άρθρο μπορεί να χορηγηθεί σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης ή μερικής απασχόλησης κατά 50 τοις 100 κατ’ ελάχιστο, σύμφωνα με τις εφαρμοστικές διατάξεις.
Ο εργαζόμενος οφείλει να κοινοποιήσει έγκαιρα στον εργοδότη την άσκηση του δικαιώματος του, σύμφωνα με τις κατά περίπτωση προβλεπόμενες διατάξεις στις συλλογικές συμβάσεις ».
Δωδέκατον. Τροποποιείται η παράγραφος 4 του άρθρου 53 με την ακόλουθη διατύπωση:
«4. Όταν ο εργοδότης δεν πληρεί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ή η απόφαση απόλυσης εκ μέρους του εργοδότη είχε ως κίνητρο κάποιες από τις αιτίες διάκρισης που απαγορεύονται από το Σύνταγμα ή το νόμο, ή ελήφθη με παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των δημοσίων ελευθεριών του εργαζόμενου, η απόφαση θεωρείται άκυρη και η δικαστική αρχή οφείλει να προβεί αυτεπάγγελτα στη δήλωση ακυρότητας. Η έλλειψη προειδοποίησης δεν ακυρώνει την απόφαση παρόλο που ο εργοδότης ανεξάρτητα από τις άλλες επιπτώσεις που αντιμετωπίζει, είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει τους μισθούς που αντιστοιχούν στο ανωτέρω χρονικό διάστημα. Η μεταγενέστερη τήρηση των απαιτούμενων προϋποθέσεων εκ μέρους του εργοδότη δεν συνιστά σε καμία περίπτωση θεραπεία της πρώτης απόφασης απόλυσης αλλά νέα πράξη απόλυσης με ισχύ από τη συγκεκριμένη ημερομηνία .
Επιπλέον η απόφαση απόλυσης θεωρείται άκυρη στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) όταν πρόκειται για εργαζόμενους κατά τη διάρκεια της περιόδου διακοπής της σύμβασης εργασίας λόγω μητρότητας, κινδύνου κατά την εγκυμοσύνη, κινδύνου κατά το μητρικό θηλασμό, ασθενειών που προκλήθηκαν από την εγκυμοσύνη, τον τοκετό ή το μητρικό θηλασμό, υιοθεσίας , αναδοχής ή πατρότητας όπως αναφέρονται στο στοιχείο δ) της παραγράφου 1 του άρθρου 45, ή όταν η κοινοποίηση έγινε σε ημερομηνία που οδήγησε στη λήξη της περιόδου προειδοποίησης μέσα στην προαναφερόμενη περίοδο .
β) όταν πρόκειται για εγκύους εργαζόμενες, από την ημερομηνία έναρξης της εγκυμοσύνης μέχρι την αρχή της περιόδου διακοπής που αναφέρεται στο στοιχείο α), για εργαζόμενους που έχουν ζητήσει ή έχουν λάβει μια από τις άδειες που αναφέρονται στις παραγράφους 4, 4 α και 5 του άρθρου 37, ή που έχουν ζητήσει ή έχουν λάβει την άδεια που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 46 και για εργαζόμενες θύματα βίας λόγω φύλου επειδή άσκησαν τα δικαιώματα μείωσης ή ανακατανομής του χρόνου εργασίας, γεωγραφικής κινητικότητας, αλλαγής της θέσης εργασίας ή διακοπής της εργασιακής σχέσης σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στον παρόντα νόμο.
γ) Όταν πρόκειται για εργαζόμενους που επέστρεψαν στην εργασία τους μετά το πέρας της περιόδου διακοπής της σύμβασης λόγω μητρότητας, υιοθεσίας αναδοχής ή πατρότητας εφόσον δεν έχει παρέλθει διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών από την ημερομηνία γέννησης, υιοθεσίας ή αναδοχής.
Τα θεσπιζόμενα στα ανωτέρω στοιχεία εφαρμόζονται εκτός και αν δηλώνεται η εγκυρότητα της απόφασης απόλυσης για λόγους που δε συνδέονται με την εγκυμοσύνη ή με την άσκηση του δικαιώματος των προαναφερόμενων αδειών ».
Δέκατον τρίτον. Τροποποιείται το στοιχείο ζ) της παραγράφου 2 του άρθρου 54, ως ακολούθως:
«ζ) Η παρενόχληση για λόγους φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή σεξουαλικού προσανατολισμού, η σεξουαλική παρενόχληση και η παρενόχληση λόγω φύλου εκ μέρους του εργοδότη ή των εργαζομένων στην επιχείρηση ».