16 Σεπ 2012

Θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων εγκληματικών πράξεων 3

(8) Η παρούσα οδηγία ορίζει τους ελάχιστους κανόνες. Οι χώρες μέλη μπορούν να επεκτείνουν τα δικαιώματα που ορίζονται στην παρούσα οδηγία προκειμένου να παράσχουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας.

(8α) Τα δικαιώματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία δεν θίγουν τα δικαιώματα της δράστριας-η. Ο όρος «δράστρια-ης» χρησιμοποιείται με την επιφύλαξη του τεκμηρίου αθωότητας και αφορά τις ύποπτες-ους και τις κατηγορουμένες-ους όταν αναφέρεται σε στάδια πριν από την ενδεχόμενη ομολογία της ενοχής ή την καταδίκη. Καλύπτει πάντως επίσης την περίπτωση κατά την οποία ένα πρόσωπο έχει καταδικασθεί για τη διάπραξη εγκλήματος.

(8β) Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις αξιόποινες πράξεις που διαπράττονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ποινικές διαδικασίες που διεξάγονται στην Ένωση. Παρέχει δικαιώματα στα θύματα αξιόποινων πράξεων που έχουν διαπραχθεί σε τρίτες χώρες μόνο σε σχέση με ποινικές διαδικασίες που διεξάγονται στην Ένωση. Οι καταγγελίες προς αρμόδιες αρχές εκτός της Ένωσης, όπως πρεσβείες, δεν δημιουργούν υποχρεώσεις δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

(8γ) Κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, πρωταρχικό κριτήριο πρέπει να είναι το ύψιστο συμφέρον των παιδιών, σύμφωνα με την Χάρτα των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα των παιδιών. Τα παιδιά θύματα θα πρέπει να θεωρούνται και να αντιμετωπίζονται ως πλήρεις κάτοχοι των δικαιωμάτων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και θα πρέπει να δικαιούνται να ασκούν τα δικαιώματα αυτά κατά τρόπο ο οποίος να λαμβάνει υπόψη την ικανότητά τους να διαμορφώνουν τις δικές τους απόψεις.

(8δ) Κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, οι χώρες μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα θύματα με αναπηρίες απολαύουν πλήρως των δικαιωμάτων που προβλέπει η παρούσα οδηγία σε ίση βάση με τις λοιπές-ούς, μεταξύ άλλων διευκολύνοντας την πρόσβασή τις-τους στους χώρους διεξαγωγής της ποινικής διαδικασίας, καθώς και την πρόσβασή τις-τους στην ενημέρωση.

(8ε) Τα θύματα τρομοκρατίας έχουν υποστεί επιθέσεις των οποίων απώτερος σκοπός είναι να βλάψουν την κοινωνία. Ενδέχεται λοιπόν να χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή, υποστήριξη και κοινωνική αναγνώριση λόγω της ιδιάζουσας φύσης του εγκλήματος που διεπράχθη εις βάρος τις-τους. Τα θύματα τρομοκρατίας μπορεί να βρεθούν στο επίκεντρο της δημόσιας προσοχής και συχνά χρειάζονται κοινωνική αναγνώριση και σεβασμό στην αντιμετώπισή τις-τους από την κοινωνία. Οι χώρες μέλη θα πρέπει επομένως να αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στα θύματα τρομοκρατίας, και να προστατεύουν την αξιοπρέπεια και την ασφάλειά τις-τους.

(8στ) Η βία που στρέφεται κατά προσώπου λόγω βιολογικού φύλου, ταυτότητας ή έκφρασης του φύλου ή θίγει δυσανάλογα πρόσωπα συγκεκριμένου φύλου νοείται ως βία λόγω φύλου. Ενδέχεται να προκαλέσει σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονομική βλάβη ή ταλαιπωρία του θύματος. Η βία λόγω βιολογικού φύλου νοείται ως μορφή διάκρισης και ως παραβίαση των θεμελιωδών ελευθεριών του θύματος και περιλαμβάνει τις ακόλουθες μορφές βίας χωρίς να περιορίζεται σε αυτές: βία στο πλαίσιο στενών σχέσεων, σεξουαλική βία (συμπεριλαμβανομένων του βιασμού, της σεξουαλικής επίθεσης και της σεξουαλικής παρενόχλησης), εμπορία ανθρώπων και δουλεία και διάφορες μορφές βάρβαρων πρακτικών όπως οι αναγκαστικοί γάμοι, ο ακρωτηριασμός των σεξουαλικών οργάνων των γυναικών και τα λεγόμενα εγκλήματα "τιμής". Οι γυναίκες που υπήρξαν θύματα βίας λόγω φύλου και τα παιδιά τις συχνά απαιτούν ιδιαίτερη υποστήριξη και προστασία λόγω υψηλού κινδύνου επαναλαμβανόμενης θυματοποίησης και εκφοβισμού σε αυτού του είδους τα εγκλήματα.

(8ζ) Όταν η βία διαπράττεται στο πλαίσιο στενής σχέσης, δράστρια-ης είναι πρόσωπο το οποίο είναι ή υπήρξε σύζυγος ή συντρόφισα-ος του θύματος, ή είναι άλλο μέλος της οικογενείας της-του, ασχέτως αν μοιράζεται ή έχει μοιρασθεί την ίδια στέγη με το θύμα. Η βία αυτή μπορεί να καλύπτει σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονομική βία και να προξενεί σωματική ή ψυχική βλάβη, συγκινησιακή δοκιμασία ή οικονομική ζημία. Η βία στο πλαίσιο στενών σχέσεων αποτελεί σοβαρό και συχνά συγκεκαλυμμένο κοινωνικό πρόβλημα που μπορεί να προκαλεί συστηματικό ψυχολογικό και σωματικό τραυματισμό με σοβαρές συνέπειες διότι διαπράττεται από πρόσωπο το οποίο ευλόγως έχει την εμπιστοσύνη του θύματος. Τα θύματα βίας στο πλαίσιο στενών σχέσεων ενδέχεται επομένως να χρειάζονται ιδιαίτερα μέτρα προστασίας. Οι γυναίκες θίγονται δυσανάλογα από αυτή τη μορφή βίας και η κατάσταση μπορεί να είναι πιο σοβαρή αν η γυναίκα είναι εξαρτημένη από το δράστη οικονομικά, κοινωνικά ή όσον αφορά το δικαίωμα διαμονής της.

(9) Η ιδιότητα του θύματος θα πρέπει να αναγνωρίζεται ασχέτως του εντοπισμού, της σύλληψης, της δίωξης ή της καταδίκης της δράστριας-η καθώς και της οικογενειακής σχέσης μεταξύ δράστριας-η και θύματος. Μέλη της οικογενείας των θυμάτων ενδέχεται επίσης να βλάπτονται λόγω του εγκλήματος. Αυτό ισχύει ειδικότερα για τα μέλη της οικογενείας προσώπου του οποίου ο θάνατος προκλήθηκε άμεσα από εγκληματική ενέργεια. Επομένως, βάσει της παρούσας οδηγίας, δύνανται να τυγχάνουν προστασίας και τα έμμεσα θύματα. Ωστόσο, οι χώρες μέλη μέλη μπορούν να θεσπίζουν διαδικασίες για τον περιορισμό του αριθμού των μελών της οικογενείας του θύματος που μπορούν να επωφελούνται από τα δυνάμει της παρούσας οδηγίας δικαιώματα. Εφόσον το θύμα είναι παιδί, το ίδιο το παιδί ή η-ο δικαιούχος της γονικής μέριμνας εξ ονόματος του παιδιού θα πρέπει να δικαιούται να ασκεί τα δικαιώματα που παρέχει η παρούσα οδηγία εκτός αν αυτό δεν είναι προς το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις εθνικές διοικητικές διαδικασίες και διατυπώσεις για την επιβεβαίωση ενός προσώπου ως θύματος.

(9α) Ο ρόλος των θυμάτων στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης και η δυνατότητά τις-τους να συμμετέχουν ενεργά στην ποινική διαδικασία ποικίλλουν στις χώρες μέλη, αναλόγως του εθνικού συστήματος, καθορίζονται δε βάσει ενός εκ ακόλουθων κριτηρίων: το εθνικό σύστημα προβλέπει νομικό καθεστώς διαδίκου στη ποινική διαδικασία, το θύμα υπέχει νομική υποχρέωση ή καλείται να συμμετάσχει ενεργά στην ποινική διαδικασία, λ.χ. ως μάρτυρας, ή και το θύμα δικαιούται δυνάμει του εθνικού δικαίου να συμμετάσχει ενεργά στην ποινική διαδικασία και επιδιώκει την άσκηση του δικαιώματός της-του, όταν το εθνικό σύστημα δεν προβλέπει νομικό καθεστώς διαδίκου στην ποινική διαδικασία. Οι χώρες μέλη θα πρέπει να προσδιορίζουν ποιο από τα κριτήρια αυτά εφαρμόζεται για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής των δικαιωμάτων που προβλέπονται δυνάμει των άρθρων, όταν υπάρχουν αναφορές στο ρόλο του θύματος στο οικείο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης.

(9β) Οι πληροφορίες και συμβουλές που παρέχονται από τις δημόσιες αρχές, τις υπηρεσίες υποστήριξης θυμάτων ή τις υπηρεσίες αποκατάστασης δικαιοσύνης θα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να λαμβάνουν διάφορες μορφές, ώστε να γίνονται κατανοητές από το θύμα. Οι εν λόγω πληροφορίες και οι συμβουλές θα πρέπει να παρέχονται σε γλώσσα απλή και κατανοητή. Επίσης, θα πρέπει να εξασφαλίζεται ότι το ίδιο το θύμα μπορεί να γίνεται κατανοητό κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Ως προς αυτό, πρέπει να εξετάζεται εάν το θύμα γνωρίζει τη γλώσσα που χρησιμοποιείται για την παροχή πληροφοριών, η ηλικία της-του, η ωριμότητα, οι πνευματικές και συναισθηματικές της-του ικανότητες, το επίπεδο στοιχειώδους εκπαίδευσης και κάθε νοητική ή φυσική ανεπάρκεια, όπως για παράδειγμα σε σχέση με την όραση ή την ακοή. Θα πρέπει να λαμβάνονται ιδιαιτέρως υπόψη οι δυσκολίες κατανόησης ή επικοινωνίας που μπορεί να οφείλονται σε κάποιου είδους αναπηρία, όπως προβλήματα ακοής ή ομιλίας. Επίσης, κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ενδεχόμενες αδυναμίες επικοινωνίας του θύματος.

(9γ) Ο χρόνος υποβολής της καταγγελίας θα πρέπει να θεωρείται ότι εμπίπτει στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Αυτό περιλαμβάνει και τις περιπτώσεις αυτεπάγγελτης κίνησης της ποινικής διαδικασίας από τις αρχές συνεπεία εγκληματικής πράξης κατά του θύματος.

(9δ) Πληροφορίες για την επιστροφή των εξόδων μπορούν να παρέχονται, από τη στιγμή της πρώτης επαφής με αρμόδια αρχή, π.χ. σε φυλλάδιο που περιλαμβάνει τους βασικούς όρους. Οι χώρες μέλη δεν υποχρεούνται, σε αυτό το πρώιμο στάδιο της ποινικής διαδικασίας, να αποφασίσουν αν το εν λόγω θύμα πληροί τους όρους επιστροφής των εξόδων.

(9ε) Όταν τα θύματα καταγγέλλουν αξιόποινη πράξη, θα πρέπει να λαμβάνουν έγγραφη βεβαίωση της αστυνομίας, στο οποίο αναφέρονται τα βασικά στοιχεία του εγκλήματος, όπως το είδος του εγκλήματος, ο χρόνος και ο τόπος τέλεσης, η προκληθείσα ζημία και βλάβη κλπ. Η βεβαίωση θα πρέπει να αναφέρει αριθμό φακέλου και το χρόνο και τόπο καταγγελίας του εγκλήματος προκειμένου να χρησιμεύσει ενδεχομένως ως τεκμηρίωση της καταγγελίας, π.χ. σε σχέση με ασφαλιστικές αξιώσεις.

(9στ) Με την επιφύλαξη των κανόνων περί παραγραφής, η καθυστερημένη καταγγελία αξιόποινης πράξης λόγω φόβου αντιποίνων, ταπείνωσης ή στιγματισμού δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την άρνηση βεβαίωσης της καταγγελίας του θύματος.

(10) Κατά την παροχή πληροφοριών θα πρέπει να δίδονται επαρκείς λεπτομέρειες ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα θύματα αντιμετωπίζονται με σεβασμό και ότι είναι σε θέση να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις σχετικά με τη συμμετοχή τις-τους στη διαδικασία. Ως προς αυτό, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τις-τους παρέχονται πληροφορίες ώστε να γνωρίζουν την εκάστοτε κατάσταση κάθε διαδικασίας. Επίσης, είναι σημαντικό να παρέχονται στα θύματα πληροφορίες που τις-τους δίνουν τη δυνατότητα να αποφασίσουν κατά πόσο θα ζητήσουν να επανεξεταστεί απόφαση μη δίωξης. Εάν δεν απαιτείται ρητά, οι πληροφορίες που κοινοποιούνται στο θύμα μπορούν να παρασχεθούν προφορικά ή γραπτά, μεταξύ άλλων με ηλεκτρονικά μέσα.

(10α) Οι πληροφορίες προς το θύμα θα πρέπει να αποστέλλονται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση αλληλογραφίας ή στα ηλεκτρονικά στοιχεία επικοινωνίας που έχουν δοθεί στην αρμόδια αρχή από το θύμα. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, π.χ. λόγω του μεγάλου αριθμού θυμάτων σε μια υπόθεση, οι πληροφορίες μπορούν να παρέχονται μέσω του τύπου, μέσω της επίσημης ιστοσελίδας της αρμόδιας αρχής ή άλλου ανάλογου διαύλου επικοινωνίας.

(10β) Οι χώρες μέλη δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν πληροφορίες, όταν η αποκάλυψη των πληροφοριών θα μπορούσε να επηρεάσει τον ορθό χειρισμό μία υπόθεσης ή να βλάψει συγκεκριμένη υπόθεση ή συγκεκριμένο πρόσωπο, ή αν η χώρα μέλος θεωρεί ότι αντιβαίνει στα ουσιώδη συμφέροντα της εθνικής της ασφάλειας.

(10γ) Οι οικείες αρμόδιες αρχές θα πρέπει να μεριμνούν ώστε τα θύματα να λαμβάνουν ενημερωμένα στοιχεία επαφής προκειμένου να επικοινωνούν όσον αφορά την υπόθεσή τους, εκτός αν το θύμα έχει εκφράσει την επιθυμία να μη λαμβάνει τις πληροφορίες αυτές.

(10δ) Η αναφορά σε «απόφαση», στο πλαίσιο του δικαιώματος ενημέρωσης, μετάφρασης και διερμηνείας θα πρέπει να ερμηνεύεται μόνο ως αναφορά τη διαπίστωση της ενοχής ή την κατ’ άλλο τρόπο περάτωση της ποινικής διαδικασίας. Οι λόγοι της απόφασης αυτής μπορούν να γνωστοποιηθούν στο θύμα είτε μέσω αντίγραφου του εγγράφου το οποίο περικλείει την απόφαση είτε μέσω σύντομης περίληψής τους.

(10ε) Το δικαίωμα ενημέρωσης σχετικά με το χρόνο και τον τόπο διεξαγωγής δίκης συνεπεία καταγγελίας αξιόποινης πράξης κατά του θύματος ισχύει επίσης για την ενημέρωση σχετικά με το χρόνο και τον τόπο διεξαγωγής ακρόασης που αφορά έφεση ασκηθείσα κατά απόφασης στη συγκεκριμένη υπόθεση.

(10στ) Θα πρέπει να παρέχονται στα θύματα συγκεκριμένες πληροφορίες για την αποφυλάκιση ή την απόδραση της δράστριας-η εφόσον έχουν εκφράσει σχετική επιθυμία, τουλάχιστον όταν υπάρχει ενδεχόμενος ή διαπιστωμένος κίνδυνος βλάβης των θυμάτων, εκτός εάν υπάρχει διαπιστωμένος κίνδυνος βλάβης της δράστριας-η λόγω της κοινοποίησης των πληροφοριών. Όταν υπάρχει διαπιστωμένος κίνδυνος βλάβης της δράστριας-η λόγω της κοινοποίησης των πληροφοριών, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλους τους κινδύνους κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με τις ενδεδειγμένες ενέργειες. Η αναφορά σε «διαπιστωμένο κίνδυνο βλάβης των θυμάτων» θα πρέπει να καλύπτει παράγοντες όπως η σοβαρότητα ή η φύση του εγκλήματος και ο κίνδυνος αντιποίνων. Κατά συνέπεια, δεν θα πρέπει να ισχύει σε περιπτώσεις ησσόνων εγκλημάτων με μικρή πιθανότητα βλάβης του θύματος.

(10ζ) Τα θύματα θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με οιοδήποτε δικαίωμα έφεσης κατά απόφασης αποφυλάκισης της δράστριας-η, εφόσον προβλέπεται το δικαίωμα αυτό στο εθνικό δίκαιο.


Για να βρεθείτε στο τέταρτο μέρος πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήκαμε στις 14.9.12 από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+REPORT+A7-2012-0244+0+DOC+XML+V0//EL