19 Αυγ 2016

Ο J. Alito μειοψηφεί στην υπόθεση Whole Woman's Health κατά John Hellerstedt 2

Η δεύτερη Επαναδιατύπωση των αποφάσεων, που εκδόθηκε από την ALI το 1982, υιοθέτησε μια νέα προσέγγιση για τον προσδιορισμό του πεδίου εφαρμογής μιας αιτίας αγωγής ή αξίωσης. Στη Nevada κατά United States, 463 U. S. 110 (1983), διαπιστώσαμε ότι οι δύο Επαναδιατυπώσεις διαφέρουν ως προς το θέμα αυτό, αλλά δεν είχαμε την ανάγκη να καθοριστεί ποια ήταν σωστή. Id., στην 130-131, και n. 12. 

Εδώ, η πλειοψηφία θεωρεί απλώς ότι θα πρέπει να ακολουθήσουμε τη δεύτερη Επαναδιατύπωση παρόλο που η Επαναδιατύπωση-στην ανάγνωση του Δικαστηρίου, τουλάχιστον, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι διαφέρει από το συμπέρασμα υπαγορεύεται καθαρά από την πρώτη Επαναδιατύπωση. Εάν η δεύτερη Επαναδιατύπωση υποστήριξε στην πραγματικότητα την απόφαση της πλειοψηφίας, το Δικαστήριο θα είναι σίγουρα υποχρεωμένο να εξηγήσει γιατί επέλεξε να ακολουθήσει την προσέγγιση της δεύτερης Επαναδιατύπωσης. Αλλά εδώ, όπως και στην υπόθεση Nevada, παραπάνω, στην 130-131, η εφαρμογή του κανόνα που ορίζεται στη δεύτερη Επαναδιατύπωση δεν αλλάζει το αποτέλεσμα. Ενώ το Δικαστήριο στηρίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου σε ένα σχόλιο ενός τμήματος της δεύτερης Επαναδιατύπωσης, το Δικαστήριο αγνοεί το γεγονός ότι μια απλή εφαρμογή των διατάξεων της εν λόγω Επαναδιατύπωσης οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δύο πραγματικές αμφισβητήσεις στην υποχρέωση ομολογουμένων προνομίων αποτελούν μία ενιαία αξίωση.

Το τμήμα 19 της δεύτερης Επαναδιατύπωσης καθορίζει τον κανόνα γενικής απαίτησης-αποκλεισμού που ισχύει σε μια υπόθεση όπως αυτή που έχουμε μπροστά μας: "Μια έγκυρη και τελική απόφαση που εκδόθηκε υπέρ της κατηγορουμένης κωλύει άλλη αγωγή από την ενάγουσα για την ίδια αξίωση" Ενότητα 24 (1), στη συνέχεια, εξηγεί το πεδίο εφαρμογής της «απαίτησης» που χάνεται: αυτή "περιλαμβάνει όλα τα δικαιώματα της ενάγουσας να ασκήσει ένδικα μέσα κατά της εναγομένης σε σχέση με το σύνολο ή οποιοδήποτε μέρος της συναλλαγής ή σειράς συνδεομένων συναλλαγών, εκ των οποίων προέκυψε η αγωγή". Ενότητα 24 του Σχόλιο β, με τη σειρά του, ξεκαθαρίζει τον όρο κλειδί «συναλλαγή», η οποία ορίζει ως «φυσική ομαδοποίηση ή κοινό πυρήνα των λειτουργικών γεγονότων". Είτε μια συλλογή γεγονότων αποτελεί μια ενιαία συναλλαγή λέγεται ότι εξαρτάται από την "συγγένεια της στο χρόνο, στο χώρο, στην καταγωγή ή στο κίνητρο, είτε, στο σύνολό τους, αποτελούν μια βολική μονάδα για τους σκοπούς της δίκης». Στο ίδιο. Τόσο η αξίωση που υποστηρίχθηκε στην πρώτη αγωγή των εναγουσών όσο και η τωρινή αξίωση που αναβίωσε από το Δικαστήριο αφορά τον ίδιο "πυρήνα των γενεσιουργών γεγονότων". Πράγματι, συνεπάγονται τα ίδια «λειτουργικά γεγονότα», δηλαδή, η θέσπιση της απαίτησης- ομολογουμένων προνομίων, στα οποία, σύμφωνα με τη θεωρία στηρίζονται οι πραγματικές αξιώσεις των εναγουσών», θα έχουν αναπόφευκτα ως αποτέλεσμα οι κλινικές αμβλώσεων να κλείσουν.

Αυτό είναι ό,τι χρειάζονται οι ενάγουσες ώστε να δείξουν-και τι προσπάθησαν να δείξουν στη πρώτη επίθεση τις: δεν είναι ότι η απαίτηση ομολογουμένων προνομίων, είχε ήδη επιβάλλει μια σημαντική επιβάρυνση στο δικαίωμα των γυναικών του Τέξας να έχουν πρόσβαση σε αμβλώσεις, αλλά μόνο ότι θα έχει αυτό το αποτέλεσμα τον καιρό που οι κλινικές ήταν σε θέση να εκτιμήσουν κατά πόσον θα μπορούσαν στην πράξη να συμμορφωθούν. Η απόφαση του Δικαστηρίου στην Planned Parenthood South-eastern Pa. κατά Casey, 505 U. S. 833 (1992), το καθιστά σαφές. Η Casey έκρινε ότι η υποχρέωση συζυγικής συναίνεσης της Πενσυλβανίας ήταν πράγματι αντισυνταγματική, ακόμη και αν η διάταξη αυτή υιοθετήθηκε πριν από την επιβολή της νομοθεσίας. Δείτε στο, στην 845. Και το Δικαστήριο ακύρωσε τη διάταξη, διότι «θα επιβάλει ένα σημαντικό εμπόδιο". Id., στην 893 - 894 (η υπογράμμιση προστέθηκε). Δείτε επίσης id, στην 893 («Η υποχρέωση συζυγικής συναίνεσης είναι επομένως πιθανό να αποτρέψει σημαντικό αριθμό γυναικών από το να έχουν πρόσβαση στην έκτρωση» (η υπογράμμιση προστέθηκε)), id., στην 894 (Οι γυναίκες “είναι πιθανό να αποθαρρύνονται από την εξεύρεση έκτρωσης» (η υπογράμμιση προστέθηκε)). Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, οι ενάγουσες προσπάθησαν να δείξουν στην πρώτη υπόθεση τις ήταν πως η απαίτηση ομολογουμένων προνομίων θα προκαλέσει κλείσιμο στις κλινικές. Ισχυρίστηκαν ότι τα στοιχεία τις έδειξαν ότι «τουλάχιστον το ένα τρίτο των αδειοδοτημένων παρόχων του Δημοσίου θα σταματήσει την παροχή αμβλώσεων όταν η απαίτηση προνομίων τεθεί σε ισχύ".

Συμφωνώντας με τις ενάγουσες, το Επαρχιακό Δικαστήριο διέταξε την εκτέλεση της απαίτησης, με την αιτιολογία ότι «θα υπάρξουν κλινικές αμβλώσεων που θα κλείσουν. "Abbott, 951 F. Supp. 2d, στο 900 (η υπογράμμιση προστέθηκε). Η Πέμπτη Περιφέρεια διαπίστωσε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία των πιθανών επιπτώσεων των εναγουσών” ήταν ανεπαρκή, δηλώνοντας ότι ενάγουσες δεν κατάφεραν να αποδείξουν ότι «κάθε γυναίκα θα στερείται την εύλογη πρόσβαση σε μια κλινική στο Τέξας Abbott, 748 F. 3d, στην 598 (μερικές υπογραμμίσεις προστέθηκαν, κάποιες εμφάσεις διαγράφηκαν). Η ορθότητα αυτής της απόφασης είναι άνευ σημασίας για τους παρόντες σκοπούς. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι το «γενεσιουργό γεγονός» στην προηγούμενη υπόθεση ήταν η ψήφιση της απαίτησης ομολογουμένων προνομίων, και αυτό είναι ακριβώς το ίδιο γενεσιουργό γεγονός που διέπει την επίθεση των εναγουσών στην υπόθεση που έχουμε ενώπιόν μας. 3


Γ Υπό το φως αυτού του σώματος της αρχής, πώς μπορεί το Δικαστήριο να υποστηρίζει ότι οι πρώτες και οι δεύτερες αξιώσεις είναι πραγματικά δύο διαφορετικές αξιώσεις; Το πρώτο επιχείρημα του Δικαστηρίου είναι ότι οι ενάγουσες δεν φέρουν δύο αξιώσεις, επειδή η καταγγελία τις στην παρούσα υπόθεση επιζητείται μόνο ως εφαρμοζόμενη ελάφρυνση-επικουρία και ήταν το Επαρχιακό Δικαστήριο, όχι οι ενάγουσες, οι οποίες ενέβαλλαν το θέμα της ελάφρυνσης-επικουρίας στην υπόθεση. Παραπάνω, στην 11. (Μετά το Επαρχιακό Δικαστήριο τις έδωσε ελάφρυνση-επικουρία σε όλη την επικράτεια της Πολιτείας, οι ενάγουσες αποδέχθηκαν με χαρά το δώρο και τώρα παρουσιάζουν την αμφισβήτησή τις ως πραγματική. Βλέπε Απαντητική Επιστολή 24-25 ("η [π] ραγματική ακύρωση είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστεί ότι οι απαιτήσεις του Τέξας δεν εξοντώνουν την ελευθερία των γυναικών »).) Η ώθηση του επιχειρήματος του Δικαστηρίου είναι ότι η κρίση μίας δίκης μπορεί να παρακάμψει τους κανόνες αξίωσης αποκλεισμού από τη χορήγηση αρωγής σε μία ενάγουσα σχετικά με τον ισχυρισμό ότι η ενάγουσα έχει αποκλειστεί από το να επαναδιεκδικήσει μια δίκη. Δεν αποτελεί έκπληξη, το Δικαστήριο όντως δεν έχει την εξουσία για αυτή την πρόταση, η οποία θα μπορούσε να υπονομεύσει τα συμφέροντα που το δόγμα της αξίωσης αποκλεισμού έχει σχεδιαστεί για να υπηρετήσει. Ένας "θεμελιώδης κανόνας του κοινού ποινικού δικαίου εκδίκασης είναι ότι ο άπαξ καθορισμός ενός ζητήματος από το αρμόδιο δικαστήριο είναι οριστικός». Arizona κατά California, 460 U. S. 605, 619 (1983). Αυτό το ενδιαφέρον για το αμετάκλητο είναι εξίσου προσβλητικό, ανεξάρτητα από το αν η αποκλεισμένη αξίωση περιλαμβάνεται σε καταγγελία ή εισήχθηκε στην υπόθεση από δικαστίνα. 4

Ένα άλλο επιχείρημα που απέρριψε το Δικαστήριο είναι ότι η απόφαση σχετικά με τα ομολογουμένα προνόμια στην πρώτη υπόθεση δεν έχει αποκλειστική ισχύ, διότι βασίστηκε στο "" πρόωρο του νόμου” ” Δείτε πριν, στην 11-12 (αναφέροντας την (δεύτερη) Επαναδιατύπωση των αποφάσεων §20 (2)). Αλλά αυτό το επιχείρημα κακοχαρακτηρίζει κατάφωρα τη βάση για την απόφαση της πρώτης υπόθεσης. Το Εφετείο δεν έκρινε ότι η αμφισβήτιση ήταν πρόωρη. Έκρινε ότι οι αποδείξεις που προσφέρουν οι ενάγουσες ήταν ανεπαρκής. Δείτε Abbott, 748 F. 3d, συην 598-599, δείτε επίσης n. 9, παρακάτω.


Βρίσκεστε στο Β' μέρος για να βρεθείτε στο Γ' μέρος πατήστε εδώ


Την είδηση την βρήκαμε στις 27.6.2016 στην supremecourt.gov και το μεταφράσαμε από την https://www.supremecourt.gov/opinions/15pdf/15-274_p8k0.pdf


1 Δείτε, π.χ., Σημείωση, Εξελίξεις στο Νόμο: Δεδικασμένο, 65 Harv. L. Rev. 818, 824 (1952), Cleary, Επανεξετασμένα Δεδικασμένα, 57 Yale L. J. 339, 339-340 (1948).

2 Επιιστολή εναγουσών-έφεσης στην Abbott, Νο 13-51008 (CA5), σελ. 5 (Η υπογράμμιση προστέθηκε), δείτε επίσης id., στο 23-24 ("[Α] πό τα ίδια στοιχεία προέκυπτε ότι, ως αποτέλεσμα της απαίτησης ομολογουμένων προνομίων, περίπου το ένα τρίτο των αδειοδοτημένων παρόχων αμβλώσεων στο Τέξας θα σταματήσουν την παροχή αμβλώσεων . . . . Ως αποτέλεσμα, μία στις τρεις Τεξανές θα είναι σε θέση να έχει πρόσβαση σε επιθυμητές υπηρεσίες αμβλώσεων. . . . [Η] άμεση και γενικευμένη μείωση των υπηρεσιών που προκαλείται από την απαίτηση ομολογουμένων προνομίων θα παράγει ένα έλλειμμα στην δυναμικότητα των παρόχων υπηρεσιών να εξυπηρετήσουν όλες τις γυναίκες που επιζητούν μία έκτρωση» (η υπογράμμιση προστέθηκε)).

3 Ακόμη και αν τα "γενεσιουργά γεγονότα" ήταν το πραγματικό κλείσιμο της κλινικής, οι ισχυρισμοί στις δύο υποθέσεις θα εξακολουθούσαν να είναι ίδιοι. Το Δικαστήριο υποδηλώνει ότι πολλές κλινικές έκλεισαν μεταξύ του χρόνου της απόφασης της Πέμπτης Περιφέρειας στην πρώτη υπόθεση και τη στιγμή της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου στην παρούσα υπόθεση, συγκρίνοντας τι είπε το Εφετείο στην Abbott σχετικά με την επίδραση της απαίτησης ομολογουμένων προνομίων και μόνο, 748 F. 3d, σε 598 ("Όλες οι μεγάλες πόλεις του Τέξας . . . συνεχίζουν να έχουν πολλαπλές κλινικές όπου πολλές γιατρίνες θα έχουν ή θα αποκτούν νοσοκομειακά ομολογουμένα-προνόμια”), με ό,τι είπε το Επαρχιακό Δικαστήριο στην υπόθεση σχετικά με τη συνδυασμένη επίδραση της απαίτησης ομολογουμένων προνομίων και η απαίτηση χειρουργικού κέντρου παροχής αυθημερόν χειρουργικής περίθαλψης, 46 F. Supp 3d 673, 680 (WD Tex. 2014) (Ήταν η απαίτηση χειρουργικού κέντρου να τεθεί σε ισχύ την 1η Σεπτεμβρίου 2014, μόνο επτά ή οκτώ κλινικές θα παραμείνουν ανοικτές). Δείτε ανωτέρω, στην 14-15. Προφανώς, η σύγκριση αυτή δεν αποδεικνύει ότι η επίδραση της απαίτησης ομολογουμένων-προνομίων και μόνο ήταν μεγαλύτερη κατά τη στιγμή της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου στην δεύτερη αυτή υπόθεση. Με απλά λόγια, το Δικαστήριο δεν παρουσιάζει κάποιο νέο κλείσιμο κλινικής που να φέρεται ότι προκλήθηκε από την απαίτηση ομολογουμένων προνομίων πέραν εκείνων που ήδη αντιπροσώπευαν την Abbott, όπως θα συζητήσουμε, παρακάτω, στην 15-17, και στις σημειώσεις.

4 Δεν χρειάζεται να εγείρουμε ζητήματα με τις δικαστικές αρχές που αναφέρουν ότι η ελάφρυνση-επικουρία μπορεί μερικές φορές να είναι κατάλληλη ακόμα και όταν την έχει ζητήσει η ενάγουσα μόνο ως εφαρμοζόμενη ελάφρυνση-επικουρία. Πριν, στην 15. Αν υποθέσουμε ότι αυτή είναι γενικά κατάλληλη, αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή μπορεί να γίνει όταν η ενάγουσα έχει αποκλειστεί από την άσκηση αγωγής λόγω δεδικασμένου.