1 Νοε 2008

Ορκοδοσία

Δηλώνω στην τιμή και στη συνείδησή μου

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου εξέτασε πρόσφατα την υπόθεση Αλεξανδρίδη κατά Ελλάδος και έκρινε ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας. Ο προσφεύγων δεν επιθυμούσε να δώσει τον θρησκευτικό όρκο για να πάρει τη δικηγορική άδεια και αναγκάστηκε να αποκαλύψει ενώπιον δικαστηρίου ότι δεν ήταν ορθόδοξος χριστιανός. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης περιλαμβάνει την ελευθερία επιλογής, διατήρησης, αλλαγής ή εγκατάλειψης μιας συγκεκριμένης θρησκείας, καθώς και της επιλογής ή εγκατάλειψης της θρησκείας εν γένει, της αθρησκείας ή της αθεΐας. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η θρησκευτική ελευθερία «είναι ένα από τα πιο βασικά στοιχεία για την ταυτότητα των πιστών και τις αντιλήψεις τες για τη ζωή, αλλά είναι επίσης πολύτιμη για τις άθεες, τις αγνωστικίστριες, τις σκεπτικίστριες και τις αδιάφορες». Κατοχυρώνεται ακόμα το δικαίωμα να διατηρεί κάποια μυστικές τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της και να μη δίνει σε κανέναν λόγο για το είδος και τον αριθμό των θρησκειών τις οποίες πρεσβεύει ή την εκκλησία και τη θρησκεία στην οποία ανήκει. Με βάση τα ανωτέρω δεν μπορεί να θεωρηθεί συνταγματικά επιτρεπτή η επιβολή της υποχρέωσης δήλωσης των θρησκευτικών πεποιθήσεων κατά την ορκοδοσία.
Για τους λόγους αυτούς, η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (και άλλοι φορείς) έχει επανειλημμένα προτείνει την κατάργηση του θρησκευτικού όρκου και την αντικατάστασή του από τον πολιτικό, όπου προβλέπεται ορκοδοσία. Ενδεικτικά: το άρθρο 408 (όρκος μάρτυρα) του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας να αντικατασταθεί ως εξής: Πριν εξετασθεί, η μάρτυρας οφείλει να δώσει τον ακόλουθο όρκο: «Δηλώνω στην τιμή και στη συνείδησή μου ότι θα πω όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσω ούτε να κρύψω τίποτε».
Εντέλει, γιατί καλείται μια μάρτυρας ενώπιον του δικαστηρίου; Καλείται για να προσφέρει όσα γνωρίζει για την εκδικαζόμενη υπόθεση. Με τον όρκο διαβεβαιώνει προκαταβολικά το δικαστήριο πως θα πει την αλήθεια και θα ανταποκριθεί στη σπουδαιότητα της διαδικασίας. Όμως, ποιο τεκμήριο ειλικρίνειας και εντιμότητας οποιασδήποτε χρειάζεται ένα φιλελεύθερο δημοκρατικό κράτος, αν όχι την επίκληση της ιδιότητας του υπεύθυνου μέλους του συνόλου, της πολίτισας με την πιο ευρεία και βαθιά έννοια του όρου; Με αυτή την ιδιότητα συμμετέχει στη διαδικασία απονομής δικαιοσύνης, όχι με την ιδιότητα της πιστής (ή της μη πιστής).

ΥΓ: Ειδικότερες ημών υποστηρίζουν ότι η ορκοδοσία απαγορεύεται από τη χριστιανική θρησκεία, με βάση χωρία από το Ευαγγέλιο, τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας και Εγκύκλιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Άρα, όταν ορκίζονται οι ορθόδοξες χριστιανές ενεργούν κατά τρόπο που παραβιάζει τις επιταγές της θρησκείας τες και τη θρησκευτική τες συνείδηση. Κατά συνέπεια, μολονότι αποτελούν την πλειονότητα, θίγονται εξίσου από την υποχρεωτικότητα του θρησκευτικού όρκου, καθώς για να τον αποφύγουν θα έπρεπε να δηλώσουν ετερόδοξες.


Το άρθρο το βρήκαμε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ στις 23.6.2008
Γράφτηκε από τον Κωστή Παπαϊωάννου που είναι πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου