2 Νοε 2008

Απόφαση διακστηρίου της Ε.Ε Δ'

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
(πρώτο τμήμα)
της 27ης Νοεμβρίου 2007 (*)


Η απόφαση λόγω του μεγέθους της χωρίστηκε σε πέντε συνολικά αναρτήσεις, βρίσκεστε στο Δ' μέρος.


34 Όσον αφορά το τρίτο σκέλος, ο προσφεύγων φρονεί ότι, στο μέτρο που η βεβαίωση της πρεσβείας των Κάτω Χωρών στο Λουξεμβούργο βεβαιώνει ρητά ότι το samenlevingsovereenkomst αναγνωρίζει σε αυτόν και τη σύντροφό του το καθεστώς τους ως «συντρόφων μη έγγαμης σχέσης συμβίωσης», το έγγραφο αυτό αρκεί για να θεωρηθεί ότι πληρούται η επίμαχη προϋπόθεση και ως προς το τρίτο σκέλος της.

35 Η επιχειρηματολογία αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή από το Δικαστήριο ΔΔ. Το ζήτημα αν δύο άτομα εμπίπτουν στο καθεστώς των «συντρόφων μη έγγαμης σχέσης συμβίωσης», κατά την έννοια του ΚΥΚ, δεν μπορεί να εξαρτάται αποκλειστικώς από την εκτίμηση των εθνικών αρχών ενός κράτους μέλους. Συνεπώς, ειδικότερα το samenlevingsovereenkomst δεν πιστοποιεί το καθεστώς των ενδιαφερομένων ως «συντρόφων μη έγγαμης σχέσης συμβίωσης» αποκλειστικώς επειδή ένα επίσημο έγγραφο αναγνωριζόμενο ως τέτοιο από κράτος μέλος πιστοποιεί την ύπαρξη ενός τέτοιου καθεστώτος. Πράγματι, η σύμβαση συμβίωσης του ολλανδικού δικαίου αποτελεί σύμβαση της οποίας το περιεχόμενο συναποφασίζεται ελεύθερα από τα μέρη υπό την επιφύλαξη της τήρησης των κανόνων περί δημοσίας τάξεως και χρηστών ηθών. Η εν λόγω σύμβαση μπορεί να συναφθεί μεταξύ δύο ή περισσοτέρων προσώπων και δεν υπάρχει νομική υποχρέωση να περιληφθούν σε αυτή δεσμεύσεις ή δηλώσεις σχετικά, μεταξύ άλλων, με την υποχρέωση συμβίωσης. Εξάλλου, η εν λόγω σύμβαση δεσμεύει καταρχήν τα μέρη αποκλειστικώς ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που αυτά προβλέπουν και τα περιορισμένα, εν πάση περιπτώσει, έννομα αποτελέσματά της έναντι των τρίτων απαιτούν ειδικές διαδικασίες και δηλώσεις.

36 Αντιθέτως, πρέπει να γίνει δεκτή, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, ως ένα βαθμό, η θέση της Επιτροπής, καθό μέτρο δέχεται ότι το άρθρο 72 του ΚΥΚ και το άρθρο 12 της κοινής ρύθμισης αφορούν τις σχέσεις συμβίωσης που μπορούν να «εξομοιωθούν» με τον γάμο και ότι μια σχέση συμβίωσης, για να εμπίπτει στις εν λόγω διατάξεις, πρέπει να παρουσιάζει ορισμένες ομοιότητες με τον γάμο.

37 Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο ΔΔ κρίνει ότι το τρίτος σκέλος της επίμαχης προϋπόθεσης πρέπει να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει αθροιστικώς τρεις επιμέρους προϋποθέσεις.

38 Πρώτον, το τρίτο αυτό σκέλος της επίμαχης προϋπόθεσης προϋποθέτει, το δε γράμμα της εφαρμοστέας διάταξης του ΚΥΚ επιβεβαιώνει την ερμηνεία αυτή, ότι οι σύντροφοι σχέσης συμβίωσης πρέπει να αποτελούν «ζεύγος», ήτοι ένωση δύο προσώπων, αντίθετα προς άλλες ενώσεις προσώπων που μπορούν να αποτελούν μέρη της σύμβασης συμβίωσης του ολλανδικού δικαίου. Διαπιστώνεται, χωρίς να το αμφισβητούν οι διάδικοι, ότι περί αυτού πρόκειται στην υπό κρίση υπόθεση.

39 Περαιτέρω, η χρήση του όρου «καθεστώς» αποδεικνύει ότι η σχέση των συντρόφων σχέσης συμβίωσης πρέπει να παρουσιάζει στοιχεία δημοσιότητας και τύπου. Η δεύτερη αυτή επιμέρους προϋπόθεση του τρίτου σκέλους, η οποία συνδέεται εν μέρει με το πρώτο σκέλος της επίμαχης προϋπόθεσης (βλ. σκέψη 32 της παρούσας απόφασης), εκτείνεται πάντως πέρα από την απλή απαίτηση προσκόμισης ενός «επίσημου» εγγράφου. Δεν αμφισβητείται ότι πληρούται στην προκειμένη περίπτωση. Αφενός, η σύμβαση που ρυθμίζει τη συμβίωση του προσφεύγοντος και της συντρόφου του, η οποία καταρτίστηκε ενώπιον συμβολαιογράφου χωρίς να υφίσταται υποχρέωση προς τούτο, αποτελεί δημόσιο έγγραφο αφού έχει περιβληφθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο αφετέρου, ρυθμίζει τη συμβίωση των συντρόφων κατά τρόπο συστηματικό και λεπτομερή ακολουθώντας τον τρόπο διατύπωσης των νομικών κειμένων.

40
Τέλος, η έννοια του όρου «σύντροφοι μη έγγαμης σχέσης συμβίωσης» πρέπει να νοηθεί ως περιλαμβάνουσα μια κατάσταση στην οποία οι σύντροφοι συμβιώνουν κατά τρόπο σταθερό και δεσμεύονται, στο πλαίσιο της συμβίωσης αυτής, από αμοιβαία δικαιώματα και υποχρεώσεις σχετικά με τον κοινό τους βίο.

41 Περί αυτού πρόκειται στην υπό κρίση υπόθεση.

42 Καταρχάς, ο προσφεύγων και η σύντροφός του, στο προοίμιο του samenlevingsovereenkomst που κατάρτισαν, δηλώνουν ρητά ότι συμβιώνουν και έχουν ένα κοινό νοικοκυριό από την 1η Ιουλίου 2004. Επιπλέον, όπως επισήμανε ο προσφεύγων κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το άρθρο 7 της σύμβασης συμβίωσης επιβάλλει στο ζεύγος την υποχρέωση να έχει κοινή κατοικία.

43 Διαπιστώνεται περαιτέρω ότι η σύμβαση συμβίωσης του προσφεύγοντος και της συντρόφου του περιλαμβάνει ευρεία ρύθμιση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σχετικά με τη συμβίωσή τους ως ζεύγους. Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με το άρθρο 3 της σύμβασης, οι σύντροφοι έχουν εξουσιοδοτηθεί αμοιβαίως ως προς τις νομικές πράξεις που πραγματοποιούνται υπέρ του καθημερινού νοικοκυριού. Εξάλλου, το άρθρο 4 της σύμβασης ορίζει ότι τα πράγματα του καθημερινού νοικοκυριού ανήκουν κατά συγκυριότητα και στους δύο, πλην αν τα πράγματα αυτά περιλαμβάνονται στο παράρτημα της σύμβασης ή αν τα μέρη συμφώνησαν διαφορετικώς εγγράφως. Τα κοινά αυτά πράγματα του νοικοκυριού απαριθμούνται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, της σύμβασης. Οι σύντροφοι υπέχουν, βάσει του άρθρου 5 της σύμβασης, αμοιβαία υποχρέωση να συνεισφέρουν μηνιαίως και κατ’ αναλογία των καθαρών εισοδημάτων της εργασίας τους σε κοινό ταμείο ώστε να αντιμετωπίζονται τα έξοδα του καθημερινού νοικοκυριού. Εξάλλου, το άρθρο 8 της σύμβασης ορίζει ότι, σε περίπτωση αμφισβήτησης της κυριότητας ενός πράγματος, τεκμαίρεται ότι αυτή ανήκει και στους δυο εξ αδιαιρέτου. Επισημαίνεται, τέλος, το άρθρο 9 της σύμβασης, κατά το οποίο κάθε σύντροφος ορίζει τον έτερο ως δικαιούχο της «σύνταξης του συντρόφου» σε περίπτωση που οι αντίστοιχοι κανονισμοί των συντάξεών τους αναγνωρίζουν μια τέτοια σύνταξη.

44 Μολονότι ως προς τα τέκνα δεν ρυθμίζει τίποτε η σύμβαση συμβίωσης, από το φυλλάδιο που επισυνάπτεται στο υπόμνημα αντίκρουσης και μνημονεύεται στη σκέψη 5 της παρούσας απόφασης προκύπτει ότι, στην περίπτωση που οι γονείς είναι απλώς σύντροφοι σχέσης συμβίωσης, το ολλανδικό δίκαιο επιτρέπει στον πατέρα του τέκνου, μέσω της αναγνώρισης του τέκνου αλλά και άλλων διαδικασιών, να αποκτήσει τα ίδια δικαιώματα έναντι του τέκνου ως εάν είχε συνάψει γάμο με τη μητέρα του. Μεταξύ άλλων, ασκεί τη γονική μέριμνα από κοινού με τη μητέρα του επιπλέον, το τέκνο αποκτά ενδεχομένως το επώνυμο του πατέρα. Στην προκειμένη περίπτωση, ο προσφεύγων, χωρίς αυτό να αμφισβητείται από την Επιτροπή, δήλωσε ότι έχει αναγνωρίσει το πρώτο τέκνο του από τη γέννησή του, γεγονός που του αναγνωρίζει πλείονα δικαιώματα ως πατέρα.

45 Εξάλλου, αν και η σύναψη σύμβασης συμβίωσης δεσμεύει καταρχήν τις-τους συντρόφους και μόνον (βλ. σκέψη 35 της παρούσας απόφασης), επισημαίνεται ότι στο προαναφερθέν φυλλάδιο, αφού αναφέρεται ότι τα ολλανδικά δικαστήρια αρχίζουν να αντιμετωπίζουν τα ζεύγη που έχουν συνάψει σχέση συμβίωσης όπως τα ζεύγη που έχουν συνάψει καταχωρημένη σχέση συμβίωσης ή γάμο (courts are starting to put couples with a cohabitation agreement on the same footing as married and registered couples), γίνεται ρητά δεκτό ότι μπορούν να αναγνωριστούν υπέρ των ζευγαριών που έχουν συνάψει σύμβαση συμβίωσης συνέπειες έναντι τρίτων, όσον αφορά, ειδικότερα, τις συντάξεις ακριβώς, όπως επισημάνθηκε στο τέλος της σκέψης 43 της παρούσας απόφασης, οι συντρόφισσες-οι, στην υπό κρίση διαφορά, ορίστηκαν αμοιβαίως δικαιούχοι της «σύνταξης της-του συντρόφου» σε περίπτωση που οι αντίστοιχοι κανονισμοί των συντάξεών τους αναγνωρίζουν μια τέτοια σύνταξη.

46 Τα ανωτέρω στοιχεία καθιστούν πρόδηλο ότι, ακόμη και αν οι συνέπειες της σύμβασης συμβίωσης που κατάρτισαν ο προσφεύγων και η σύντροφός του δεν είναι τόσο ευρείες όσο οι συνέπειες του γάμου ή του geregistreerd partnerschap, προσομοιάζουν εν πολλοίς αν, όπως στην προκειμένη περίπτωση, οι σύντροφοι τις ρυθμίζουν συμβατικώς.

47
Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων (σκέψεις 42 έως 46 της παρούσας απόφασης), διαπιστώνεται ότι η τρίτη επιμέρους προϋπόθεση του τρίτου σκέλους της επίμαχης προϋπόθεσης, ήτοι η προϋπόθεση σχετικά με την έννοια του όρου «σύντροφοι μη έγγαμης σχέσης συμβίωσης», όπως καθορίζεται στη σκέψη 40 της παρούσας απόφασης, πληρούται και, ως εκ τούτου, πληρούται επίσης το τρίτο σκέλος της επίμαχης προϋπόθεσης.

48
Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι, στην υπό κρίση υπόθεση, πληρούνται οι τρεις πρώτες προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ και περιλαμβάνονται στο άρθρο 72 του ΚΥΚ.

49
Η ερμηνεία αυτή είναι επιπλέον σύμφωνη με την εξέλιξη των ηθών στην κοινωνία, η σημασία των οποίων για την ερμηνεία του ΚΥΚ επισημάνθηκε με την προπαρατεθείσα απόφαση Reed, που επικαλείται ο προσφεύγων με τα υπομνήματά του. Συναφώς, επισημαίνεται ότι η επέκταση της δυνατότητας υπαγωγής στο ΣΥΑ στον σύντροφο του υπαλλήλου ισχύει επίσης για τον σύντροφο του ιδίου φύλου, αφού έχει γίνει δεκτό από τους συντάκτες του ΚΥΚ ότι μπορούν να αναγνωριστούν νέα δικαιώματα σε πρόσωπα που δεν έχουν συνάψει σύμβαση γάμου. Εξάλλου, και αντίθετα προς τους ισχυρισμούς της Επιτροπής, η ανωτέρω ερμηνεία που έγινε δεκτή από το Δικαστήριο δημόσιας διοίκησης –ερμηνεία που άλλωστε αφορά ειδικότερα τη φιλοσοφία της «σχέσης συμβίωσης»– δεν αντιβαίνει στη νομολογία κατά την οποία ο κοινοτικός δικαστής δεν μπορεί να ερμηνεύσει διασταλτικά την έννοια του «γάμου» (βλ. απόφαση D και Σουηδία, όπ.π., σκέψεις 37 έως 39). Στην υπό κρίση υπόθεση, επισημαίνεται, κατά τα λοιπά, ότι η επέκταση της δυνατότητας υπαγωγής στο ΣΥΑ στον μόνιμο σύντροφο του υπαλλήλου συμβάλλει στην επίτευξη στόχων αλληλεγγύης και κοινωνικής συνοχής που διαφέρουν από τους σκοπούς που επιδιώκουν οι διατάξεις που απονέμουν στους υπαλλήλους καθαρώς χρηματικά πλεονεκτήματα, εν είδει συμπληρώματος του μισθού, όπως, για παράδειγμα, το επίδομα στέγης του συντρόφου του υπαλλήλου που προβλέπει το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ δεν είναι επομένως παράλογο η χορήγηση των εν λόγω πλεονεκτημάτων να υπόκειται σε αυστηρότερες προϋποθέσεις, όσον αφορά τη σχέση μεταξύ του υπαλλήλου και του συντρόφου του μη έγγαμης σχέσης συμβίωσης, συγκριτικά με το πλεονέκτημα της υπαγωγής του συντρόφου αυτού στο ΣΥΑ.

50
Συνεπώς, το Δικαστήριο ΔΔ κρίνει ότι η σύντροφος του προσφεύγοντος μπορεί, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 72 του ΚΥΚ και του άρθρου 12 της κοινής ρύθμισης, να υπαχθεί στο ΣΥΑ στο οποίο εμπίπτουν η-ο «σύντροφος μη έγγαμης σχέσης συμβίωσης υπαλλήλου» και η-ο «αναγνωρισμένη-ος σύντροφος σχέσης συμβίωσης της-του άμεσα ασφαλισμένης-ου».

51
Τα αντίθετα επιχειρήματα που επικαλείται η Επιτροπή δεν μπορούν να καταρρίψουν την άποψη αυτή.