Αριθμός Υποθέσεως 12200/08
- Δημοσιεύσεις, έκδοση και διανομή στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, έντυπα, ταινίες και βίντεο και επικοινωνία μέσω Διαδικτύου, πληροφοριών σχετικά με [τη δεύτερη προσφεύγουσα],
- Συμμετοχή στη σύνταξη των νομοθετικών πράξεων που αποσκοπούν στη βελτίωση της προστασίας των ατόμων με μη παραδοσιακό σεξουαλικό προσανατολισμό.
Το παραπάνω συμπέρασμα βασίζεται στις ακόλουθες σκέψεις: η υλοποίηση των στόχων αυτών προϋποθέτει την προπαγάνδα μη παραδοσιακών σεξουαλικών προσανατολισμών.
...
Δραστηριότητες [Της δεύτερης προσφεύγουσας] που σχετίζονται με την προπαγάνδα του μη παραδοσιακού σεξουαλικού προσανατολισμού μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια της Ρωσικής κοινωνίας και του κράτους για τις ακόλουθες αιτίες:
· Θα καταστρέψει τις ηθικές αξίες της κοινωνίας,
· Θα υπονομεύσει την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ρωσικής Ομοσπονδίας, μειώνοντας τον πληθυσμό της.
Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω η προπαγάνδα του μη παραδοσιακού σεξουαλικού προσανατολισμού [η δεύτερη προσφεύγουσα] μπορεί να χαρακτηρισθεί ως εξτρεμιστική δραστηριότητα, διότι η υλοποίηση των προαναφερθέντων στόχων προϋποθέτει όχι μόνο την προστασία των δικαιωμάτων και των νόμιμων συμφερόντων των πολιτισών με μη παραδοσιακό σεξουαλικό προσανατολισμό, αλλά και οι προσπάθειες να αυξηθεί ο αριθμός αυτών των πολιτισών με τη μετατροπή αυτών που, χωρίς τέτοια προπαγάνδα, θα διατηρούσαν τον παραδοσιακό τις σεξουαλικό προσανατολισμό.
Ωστόσο, για να επιβεβαιώσει την παραπάνω διαπίστωση, είναι απαραίτητο να εκτελέσει μια κοινωνιολογική μελέτη ... "
Ο πρώτος προσφεύγων έλαβε αντίγραφο της εν λόγω άποψης των εμπειρογνωνόνων τον Οκτώβριο του 2007.
Στις 29 Δεκεμβρίου 2006, η τοπική αρχή καταχώρησης αρνήθηκε την καταχώρηση της δεύτερης προσφεύγουσας, έκρινε ότι η Επιτροπή παρουσίασε τον κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια της Ρωσίας. Ειδικότερα, θεώρησε ότι η προπαγάνδα του μη παραδοσιακού σεξουαλικού προσανατολισμού ήταν ικανή να "καταστρέψει τις ηθικές αξίες της κοινωνίας και υπονομεύσει την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ρωσικής Ομοσπονδίας, μειώνοντας τον πληθυσμό της". Επίσης, έκρινε ότι οι δραστηριότητες της δεύτερης προσφεύγουσας ενδέχεται να προσβάλλουν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των άλλων, να θέσουν σε κίνδυνο τα συνταγματικά κατοχυρωμένα θεσμικά όργανα της οικογένειας και του γάμου και να ενθαρρύνουν το κοινωνικό και θρησκευτικό μίσος και εχθρότητα. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δεύτερη προσφεύγουσα ήταν μια εξτρεμιστική οργάνωση.
Η τοπική αρχή καταχώρησης σημείωσε επίσης παρατυπίες στο έγγραφο που βεβαιώνει την μίσθωση για το γραφείο της δεύτερης προσφεύγουσας και επέκρινε την πρώτη αίτηση για την καταβολή του τέλους καταχώρησης αρκετές ημέρες πριν η δεύτερη προσφεύγουσα ιδρυθεί.
Η πρώτος προσφεύγουσων ανέθεσε την γνωμάτευση σε ειδικές της δημόσιας ένωσης "Ανεξάρτητο νομικό Συμβούλιο". Όπως προκύπτει από τη γνωμάτευση της 7ης Φεβρουαρίου 2007 ότι η δεύτερη προσφεύγουσα δεν ήταν εξτρεμιστική οργάνωση. Τα άρθρα του καταστατικού της, δεν περιείχαν καμία ένδειξη ότι θα καταφύγει σε προπαγάνδα της λεσβιοσύνης, θα ενθαρρύνει κοινωνικό ή θρησκευτικό μίσος ή εχθρότητα ή θα έθετε σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια.
Στις 10 Μαρτίου 2007, η πρώτη προσφεύγουσα προσέβαλε την απόφαση της 29ης Δεκεμβρίου 2006 πριν από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Εγγραφής Καταχώρησης του Υπουργείου Δικαιοσύνης (στο εξής "ομοσπονδιακή αρχή καταχώρησης"). Ισχυρίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι η ρωσική νομοθεσία προβλέπει πως μια δημόσια ένωση προσώπων - ΜΚΟ θα μπορούσε να κηρυχθεί εξτρεμιστική μόνο με δικαστική απόφαση. Αμφισβήτησε επίσης τις διαπιστώσεις της τοπικής αρχής καταχώρησης, επιβεβαιώνοντας ότι η δεύτερη προσφεύγουσα δεν είχε την πρόθεση να προωθήσει την λεσβιοσύνη ή το γάμο των λεσβιακών ζευγαριών. Οι στόχοι της ήταν να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των λεσβιών και να προωθηθεί η ανοχή της διαφορετικότητας στην κοινωνία. Τέλος, προέσαψε διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού.
Στις 18 Απριλίου 2007, η ομοσπονδιακή υπηρεσία καταχώρησης διαπίστωσε ότι η απόφαση της 29ης Δεκεμβρίου 2006 ήταν νόμιμη.
Στις 15 Αυγούστου 2007, ο πρώτος προσφεύγων άσκησε προσφυγή κατά της αρνήσεως καταχώρησης στο Επαρχιακό Δικαστήριο στην Taganskiy της Μόσχας. Επανέλαβε τα επιχειρήματα που προβάλλονται στην καταγγελία του της 10ης Μαρτίου 2007.
Στις 26 Οκτωβρίου 2007, το Επαρχιακό Δικαστήριο της Taganskiy απέρριψε την καταγγελία του πρώτου προσφεύγοντος. Ετσι, αναφέρεται στη γνωμοδότηση της 31ης Ιουλίου 2006, επανέλαβε κατά λέξη την απόφαση της τοπικής αρχής έκδοσης καταχώρησης της 29ης Δεκεμβρίου 2006 και διαπίστωσε ότι ήταν νόμιμη, εύλογη και δικαιολογημένη. Απέρριψε το επιχείρημα του προσφεύγοντος πως μια δημόσια ένωση προσώπων - ΜΚΟ θα μπορούσε να κηρυχθεί ως εξτρεμιστική μόνο με δικαστική απόφαση, διαπιστώνοντας ότι ο κανόνας αυτός εφαρμόζεται μόνο σε καταχωρημένες δημόσιες ενώσεις προσώπων - ΜΚΟ, ενώ η δεύτερη προσφεύγουσα δεν είχε ποτέ καταχωρηθεί. Το δικαστήριο αρνήθηκε να λάβει υπόψη τη γνώμη των ειδικών της 7ης Φεβρουαρίου 2007, διότι δεν είχε υποβληθεί προς την τοπική αρχή καταχώρησης μαζί με αίτηση καταχώρησης.
Στις 11 Δεκεμβρίου 2007, το Δικαστήριο της Μόσχας επικύρωσε την απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 2007 επί της προσφυγής.
3. Δεύτερη άρνηση καταχώρησης
Στις 2 Μαΐου 2007, ο πρώτος προσφεύγων υπέβαλλε εκ νέου αίτηση για την καταχώρηση της δεύτερης προσφεύγουσας στην τοπική αρχή έκδοσης καταχώρησης.
Την 1η Ιουνίου 2007, η τοπική αρχή έκδοσης καταχώρησης αρνήθηκε την καταχώρηση για δεύτερη φορά, επαναλαμβάνοντας κατά γράμμα τον προηγούμενο συλλογισμό της σχετικά με τη φύση εξτρεμιστικών δραστηριοτήτων της δεύτερης προσφεύγουσας. Σημείωσε, επίσης, ήσσονος σημασίας παρατυπίες στην αίτηση έκδοσης καταχώρησης και στα συνοδευτικά έγγραφα, όπως η αδυναμία να συρραφθεί το έντυπο της αίτησης ή ένα τυπογραφικό λάθος στο όνομα της υπηρεσίας που είχε εκδώσει το διαβατήριο του πρώτου προσφεύγοντος.
Επίσης, αρνήθηκε να δεχτεί τη συμφωνία μίσθωσης του γραφείου της δεύτερης προσφεύγουσας, διαπιστώνοντας ότι δεν είχε συνταχθεί σωστά. Τέλος, η τοπική αρχή έκδοσης καταχώρησης έκρινε ότι τα άρθρα της δεύτερης προσφεύγουσας στο καταστατικό παράνομα παραχωρούσε το δικαίωμα να διαθέτει την περιουσία της στον Πρόεδρο, καθώς και ότι η αρμοδιότητα και η διαδικασία για τον διορισμό διοικητικών οργάνων δεν έχουν καθοριστεί με σαφήνεια.
Στις 25 Αυγούστου 2007, ο πρώτος προσφεύγων προσέβαλε την άρνηση αυτή ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Tsentralniy της Tyumen. Επανέλαβε τα επιχειρήματα που προβάλλονται στην καταγγελία του της 10ης Μαρτίου 2007. Επίσης ανέφερε ότι η δεύτερη προσφεύγουσα ήταν μια υπάρχουσα δημόσια ένωση προσώπων - ΜΚΟ σε λειτουργία χωρίς εκδοση καταχώρησης όπως επιτρέπεται βάσει του ρωσικού νόμου.Οι υφιστάμενες δημόσιες ενώσεις προσώπων -ΜΚΟ θα μπορούσαν να δηλωθούν ως εξτρεμιστικές με δικαστική απόφαση μιας εισαγγελέας. Δεν υπάρχει τέτοια απόφαση για τη δεύτερη προσφεύγουσα και οι δραστηριότητές της δεν έχουν ποτέ χαρακτηριστεί ως εξτρεμιστικές από τις αρμόδιες αρχές.
Την είδηση την βρήκαμε στις 28.3.11 και την μεταφράσαμε από την ιστοσελίδα ECHR στην http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?item=1&portal=hbkm&action=html&highlight=12200/08&sessionid=68720967&skin=hudoc-cc-en