Αριθ. Αγωγής 30141/04
22. Η νομοθεσία της Καταχωρημένης Σχέσης Συμβίωσης περιλαμβάνει επίσης μια ολοκληρωμένη σειρά τροποποιήσεων της ισχύουσας νομοθεσίας, ώστε να παρέχει στις συντρόφισες Καταχωρημένης Σχέσης Συμβίωσης το ίδιο καθεστώς με τις (ετερό) συζύγους σε διάφορους άλλους τομείς του δικαίου, όπως είναι το κληρονομικό δίκαιο, το εργασιακό, η κοινωνική και ασφαλιστική νομοθεσία, το φορολογικό δίκαιο, η νομοθεσία σχετικά με τις διοικητικές διαδικασίες, η νομοθεσία περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων και των δημόσιων υπηρεσιών, το διαβατήριο και τα θέματα καταχώρισης, καθώς και η νομοθεσία για τις αλλοδαπές.
23. Ωστόσο, ορισμένες διαφορές μεταξύ του γάμου και της Καταχωρημένης Σχέσης Συμβίωσης παραμένουν, εκτός από το γεγονός ότι μόνο δύο πρόσωπα του ιδίου φύλου μπορούν να εισέλθουν σε μια Καταχωρημένη Συντροφική Σχέση. Οι ακόλουθες διαφορές ήταν το αντικείμενο δημόσιων συζητήσεων πριν από την ψήφιση της Νομοθεσίας της Καταχωρημένης Σχέσης Συμβίωσης: ενώ ο γάμος συνάπτεται στο Υπουργείο θεμάτων Προσωπικής Κατάστασης, οι Καταχωρημένες Συντροφικές Σχέσεις συνάπτονται στην Περιφερειακή Διοικητική Αρχή. Οι κανόνες για την επιλογή του ονόματος διαφέρουν από εκείνους των παντρεμένων ετερό ζευγαριών: για παράδειγμα, η νομοθεσία κάνει λόγο για "επώνυμο", όπου το ζευγάρι της Καταχωρημένης Σχέσης Συμβίωσης επιλέγει ένα κοινό όνομα, αλλά για μιλά για «οικογενειακό όνομα» στην κοινή ονομασία ενός ετερό παντρεμένου ζευγαριού. Οι σημαντικότερες διαφορές, ωστόσο, αφορούν τα γονεϊκά δικαιώματα, σε αντίθεση με ετερό παντρεμένα ζευγάρια, οι Καταχωρημένες συντρόφισες δεν επιτρέπεται να παιδοθετούν, ούτε η παιδοθεσία συγγενών επιτρέπεται, δηλαδή, παιδοθεσία του τέκνου της μιας συντρόφισας από την άλλη συντρόφισα (τμήμα 8 (4)). Εξαιρούνται επίσης από την τεχνική γονιμοποίηση, (άρθρο 2 (1) Νομοθεσία Τεχνητής Αναπαραγωγής - Fortpflanzungsmedizingesetz).
Β. Συγκριτικό Δίκαιο
1. Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
24. Άρθρο 9 της Χάρτας των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία υπεγράφη στις 7 Δεκεμβρίου 2000 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου 2009, έχει ως εξής:
"Το δικαίωμα γάμου και δημιουργίας οικογένειας διασφαλίζονται σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες που διέπουν την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών".
25. Το σχετικό τμήμα των Παρατηρήσεων της Χάρτας των Χωρών ακολουθεί:
«Σύγχρονες τάσεις και εξελίξεις στην εγχώρια νομοθεσία σε πολλές χώρες προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης ειλικρίνιας-διαφάνειας και αποδοχής των λεσβιακών ζευγαριών μολονότι, λίγες χώρες έχουν ήδη δημόσιες πολιτικές ή-και κανονισμούς που απαγορεύουν ρητά την αντίληψη ότι τα λεσβιακά ζευγάρια έχουν το δικαίωμα να νυμφευθούν. Προς το παρόν υπάρχει μια πολύ περιορισμένη νομική αναγνώριση στις σχέσεις των λεσβιακών ζευγαριών με την έννοια ότι ο γάμος δεν είναι διαθέσιμος στα λεσβιακα ζευγάρια. Η εθνική νομοθεσία της πλειονότητας των χωρών προϋποθέτουν, με άλλα λόγια, ότι οι μελλόνυμφες είναι διαφορετικού φύλου. Παρ 'όλα αυτά, σε μερικές χώρες, π.χ., στην Ολλανδία και στο Βέλγιο, *Α ο γάμος μεταξύ προσώπων του ίδιου φύλου είναι νομικά αναγνωρισμένος. Άλλες, όπως οι σκανδιναβικές χώρες, έχουν εγκρίνει την νομοθεσία Καταχώρισης Συμβιωτικής Σχέσης, πράγμα που συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, ότι οι περισσότερες διατάξεις που αφορούν το γάμο, δηλαδή τις νομικές συνέπειές του, όπως η διανομή ιδιοκτησίας, τα δικαιώματα της κληρονομιάς, κλπ., ισχύουν επίσης για αυτές τις Καταχωρημένες Σχέσεις Συμβίωσης.
Την ίδια στιγμή είναι σημαντικό να επισημανθεί πως στη σχέση Καταχωρημένης Συμβίωσης (δηλωμένης συμβίωσης) η ονομασία «εκ προθέσεως δεν επιλέχθηκε να συγχέεται με τον γάμο και έχει ήδη καθιερωθεί ως εναλλακτική μέθοδος της αναγνώρισης των προσωπικών σχέσεων. Αυτός ο νέος θεσμός είναι, κατά συνέπεια, κατ 'αρχήν προσβάσιμος μόνο στα ζευγάρια που δεν μπορούν να τελέσουν γάμο, και η Καταχωρημένη Συμβιωτική Σχέση του ιδίου φύλου δεν έχει την ίδια ισχύ και τα ίδιες παροχές-οφέλη με τον γάμο, δεν αποδίδει-αποφέρει την ίδια κατάσταση status και τις ίδιες παροχές-οφέλη όπως ο γάμος.
Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ποικιλομορφία των εθνικών κανονισμών σχετικά με το γάμο, το άρθρο 9 της Χάρτας αναφέρεται στην εθνική-εγχώρια νομοθεσία. Όπως προκύπτει από την διατύπωσή της, η διάταξη έχει ευρύτερο πεδίο εφαρμογής από ό,τι τα αντίστοιχα άρθρα σε άλλα διεθνή όργανα. Αφ' ότου ότι δεν υπάρχει ρητή αναφορά σε "γυναίκες και άνδρες», όπως στην περίπτωση άλλων οργάνων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορεί να υποστηριχθεί ότι δεν υπάρχει εμπόδιο για την αναγνώριση των των σχέσων των προσώπων του ίδιου φύλου στο πλαίσιο του γάμου. Ωστόσο, δεν απαιτεί ρητώς ότι η εθνική-εγχώρια νομοθεσία πρέπει να διευκολύνει αυτούς τους γάμους. Διεθνή δικαστήρια και επιτροπές μέχρι τώρα δίσταζαν να επεκτείνουν την εφαρμογή του δικαιώματος σύναψης γάμου για τα λεσβιακά ζευγάρια. (…)"
26. Μια σειρά οδηγιών είναι επίσης ενδιαφέρουσες στην προκειμένη περίπτωση:
η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003/86/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης, ασχολείται με τις προϋποθέσεις για την άσκηση του δικαιώματος οικογενειακής επανένωσης οι υπήκοες-οι τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στην επικράτεια των Χωρών Μελών.
Το άρθρο 4, το οποίο φέρει τον τίτλο «μέλη της οικογένειας», προβλέπει τα εξής:
"(3) Οι Χώρες Μέλη μπορούν, με νόμο ή κανονιστική πράξη, να επιτρέπουν την είσοδο και την διαμονή, σύμφωνα με την παρούσα Οδηγία και με προυπόθεση την τήρηση των όρων που προβλέπονται στο κεφάλαιο IV, των εκτός γάμου συντροφισσών, υπηκόου τρίτης χώρας, με τις οποίες η ανάδοχος είναι σε δεόντως αποδεδειγμένη σταθερή μακροχρόνια σχέση, ή η υπηκός τρίτης χώρας η οποία συνδέεται με την ανάδοχο με Καταχωρημένη Σχέση συμβίωσης, σύμφωνα με το άρθρο 5 (2), ... "
Η οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, αφορά το δικαίωμα των πολιτισών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τις να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των χωρών μελών.
Το άρθρο 2 του νόμου περιέχει τον ακόλουθο ορισμό:
"(2) «Μέλος της οικογένειας» νοείται:
(Α) η-ο σύζυγος
(Β) η συντρόφισα με την οποία η πολίτισα της Ένωσης έχει σχέση Καταχωρημένης Συμβίωσης, βάσει της νομοθεσίας μιας Χώρας Μέλους, εφόσον η νομοθεσία της χώρας μέλους υποδοχής αναγνωρίζει τη σχέση Καταχωρημένης Συμβίωσης ως ισοδύναμη προς τον γάμο, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στη σχετική νομοθεσία της χώρας μέλους υποδοχής.
(Γ) οι απευθείας κατιούσες οι οποίες είναι κάτω της ηλικίας των 21 ετών ή είναι συντηρούμενες καθώς και εκείνες της συζύγου ή της συντρόφισας, όπως ορίζεται στο σημείο (β)
(Δ) οι άμεσα συντηρούμενες ανιούσες συγγενείς καθώς και εκείνες της συζύγου ή της συντρόφισας, όπως ορίζεται στο σημείο (β)".
2.Η κατάσταση της σχετικής νομοθεσίας του Συμβουλίου της Ευρώπης των χωρών μελών.
27. Επί του παρόντος έξι από τις σαράντα επτά χώρες μέλη χορηγούν στα λεσβιακά ζευγάρια ίση πρόσβαση στο γάμο, συγκεκριμένα το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Νορβηγία, η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Σουηδία. *Β
28.Επιπλέον, υπάρχουν δεκατρείς χώρες μέλη, οι οποίες δεν παρέχουν σε ΛεΠΑΤ ζευγάρια πρόσβαση στο γάμο, αλλά έχουν περάσει κάποια νομοθεσία που επιτρέπει στα λεσβιακά ζευγάρια να κατοχυρώνουν τις σχέσεις τους: Ανδόρα, Αυστρία, την Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ουγγαρία, Ισλανδία, Λουξεμβούργο, Σλοβενία, Ελβετία και Αγγλία. Εν ολίγοις, υπάρχουν Δεκαεννέα χώρες μέλη, στις οποίες τα ΛεΠΑΤ ζευγάρια έχουν είτε τη δυνατότητα να τελέσουν γάμο ή να εισέλθουν σε μια καταχωρημένη συντροφική σχέση (βλέπε επίσης την επισκόπηση στην υπόθεση Burden κατά Αγγλίας [GC], αριθ. 13378/05, § 26 , ΕΣΔΑ 2008).
29. Σε δύο χώρες μέλη, και συγκεκριμένα στην Ιρλανδία και το Λιχτενστάιν, οι μεταρρυθμίσεις που προτίθενται να δώσουν στα ΛεΠΑΤ ζευγάρια πρόσβαση με κάποια μορφή Καταχωρημένης συμβίωσης εκκρεμούν ή προγραμματίζονται. Επιπλέον, η Κροατία έχει ένα νόμο για τα ΛεΠΑΤ ζευγάρια με Πολιτικές Ενώσεις που αναγνωρίζει τα ΛεΠΑΤ ζευγάρια που συγκατοικούν με περιοριμένους όρους, αλλά δεν προσφέρει τη δυνατότητα καταχώρησης.
30. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαθέτει το Δικαστήριο, η συντριπτική πλειονότητα των εν λόγω χωρών μελών έχουν θεσπίσει τη σχετική νομοθεσία κατά την τελευταία δεκαετία.
31.Οι νομικές συνέπειες της Καταχωρημένης Σχέσης Συμβίωσης ποικίλλουν από σχεδόν ισοδύναμες με το γάμο έως σχετικά περιορισμένα δικαιώματα. Μεταξύ των νομικών συνεπειών των Καταχωρημένων Σχέσεων Συμβίωσης (Συντροφικών Σχέσεων), τρεις κύριες κατηγορίες μπορούν να διακριθούν: υλικές συνέπειες, γονικές συνέπειες και άλλες συνέπειες.
32.Υλικές συνέπειες καλύπτουν τις συνέπειες της Καταχωρημένης σχέσης Συμβίωσης σε διάφορα είδη φόρων, ασφάλισης υγείας, κοινωνικής ασφάλισης και των συντάξεων. Στις περισσότερες από τις ενδιαφερόμενες χώρες οι Καταχωρημένες Συντρόφισες αποκτούν καθεστώς παρόμοιο με του γάμου. Αυτό ισχύει και για άλλες υλικές συνέπειες, όπως είναι οι κανονισμοί σχετικά με την κοινή περιουσία και το δημόσιο χρέος, την εφαρμογή των κανόνων της διατροφής κατά την διάλυση (της σχέσης), το δικαίωμα αποζημιώσεως για άδικο θάνατο της συντρόφισας και τα κληρονομικά δικαιώματα.
33.Όταν πρόκειται για τις γονικές συνέπειες, ωστόσο, οι δυνατότητες για τις Καταχωρημένες Συντρόφισες να υποβληθούν ιατρικώς υποβοηθούμενη γονιμοποίηση ή να παιδοθετήσουν διαφέρουν σημαντικά από τη μία χώρα στην άλλη.*Γ
34. Άλλες συνέπειες περιλαμβάνουν τη χρήση του επωνύμου της συντρόφισας, η δυνατότητα της αλλοδαπής συντρόφισας να αποκτήσει κάρτα διαμονής και ιθαγένειας, η άρνηση να καταθέσουν ως μάρτυρες, να μπαίνουν στην οικγενειακή ασφάλεια για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, συνεχίζεται η ιδιότητα της ενοικιάστριας μετά το θάνατό της συντρόφισας, και είναι νόμιμη η δωρεά οργάνων.
Ο ΝΟΜΟΣ
Ι. ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΝΑ ΔΙΑΓΡΑΦΕΙ Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΙΣΤΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
35. Στις αγορεύσεις της, η Κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι η Νομοθεσία Καταχωρημένης Σχέσης Συμβίωσης επιτρέπει στα ΛεΠΑΤ ζευγάρια να αποκτήσουν το νομικό καθεστώς προσαρμοσμένο όσο το δυνατόν περισσότερο με το καθεστώς που παρέχει ο γάμος ετερό ζευγαριών. Παρατήρησε ότι το θέμα θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επιλυθέν και ότι ήταν δικαιολογημένη η διαγραφή της αίτησης από την λίστα του δικαστηρίου. Η κυβέρνηση στηρίχθηκε στο άρθρο 37 § 1 της Σύμβασης η οποία, μέχρι στιγμής το υλικό, έχει ως εξής:
"1. Το Δικαστήριο μπορεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, να αποφασίσει να διαγραφεί η αίτηση από τον κατάλογο των υποθέσεων (του δικαστηρίου) όπου οι συνθήκες οδηγούν στο συμπέρασμα πως...
(Β) το θέμα έχει επιλυθεί,
...
Ωστόσο, το Δικαστήριο πρέπει να συνεχίσει την εξέταση της αίτησης ως προς το εάν τηρείται ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπου ορίζονται στη Σύμβαση και τα σχετικά Πρωτόκολλα όπως απαιτείται".
36. Εν κατακλείδι πως το άρθρο 37 § 1 (β) της Σύμβασης εφαρμόζεται στην υπό κρίση υπόθεση, το Δικαστήριο πρέπει να απαντήσει σε δύο ερωτήματα με τη σειρά: πρώτον, θα πρέπει να αναρωτηθεί αν οι συνθήκες-περιστάσεις που καταγγέλλουν άμεσα από οι ενάγοντες εξακολουθούν να ισχύουν και, αφετέρου, αν οι επιπτώσεις μιας ενδεχόμενης παραβίασης της σύμβασης λόγω των συνθηκών-περιστάσεων αυτών έχουν επίσης αποκατασταθεί (βλ. Shevanova κατά της Λετονίας (διαγραφή) [GC], αριθ. 58822/00, § 45, 7 Δεκεμβρίου 2007).
37.Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η ουσία της καταγγελίας των εναγόντων είναι ότι, ως ζευγάρι του ίδιου φύλου, δεν έχουν πρόσβαση σε γάμο. Η κατάσταση αυτή έχει επιτευχθεί μετά την έναρξη ισχύος της Νομοθεσίας Καταχωρημένης Συμβιωτικής Σχέσης. Καθώς η ίδια η Κυβέρνηση τόνισε, πως η εν λόγω νομοθεσία επιτρέπει σε ΛεΠΑΤ ζευγάρια να αποκτήσουν ένα καθεστώς μόλις παρόμοιο ή συγκρίσιμο με το γάμο, αλλά δεν τους παρέχει πρόσβαση σε γάμο, ο οποίος παραμένει αποκλειστικά για ετερό ζευγάρια.
38. Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να αφαιρεθεί η υπόθεση από την λίστα του και ως εκ τούτου απέρριψε το αίτημα της Κυβέρνησης.
II.Προβαλλομένη παράβαση του άρθρου 12 της σύμβασης
39. Οι ενάγουσες-ντες κατήγγειλαν ότι η άρνηση των αρχών να τις-τους επιτρέψουν τη σύναψη γάμου παραβίασε το άρθρο 12 της Συμβάσεως, το οποίο ορίζει τα εξής:
"Γυναίκες και άνδρες ικανές για γάμο έχουν το δικαίωμα να συνάπτουν γάμους και να ιδρύουν οικογένεια, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες που διέπουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού".
Η Κυβέρνηση αμφισβήτησε το επιχείρημα αυτό.
Α. Επί του παραδεκτού
40. Το Δικαστήριο παρατηρεί ότι η κυβέρνηση έθεσε το ερώτημα αν η προσφυγή-αιτίαση των εναγόντων εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 12, δεδομένου ότι είναι δύο άνδρες που διεκδικούν το δικαίωμα να τελέσουν γάμο. Η κυβέρνηση δεν υποστηρίζει, ωστόσο, ότι η καταγγελία ήταν λογικώς απαράδεκτη ως ασυμβίβαστη καθ' ύλην. Το Δικαστήριο συμφωνεί ότι το θέμα είναι αρκετά περίπλοκο ώστε να μην είναι επιδέχεται να επιλυθεί κατά το στάδιο του παραδεκτού.
41.Το Δικαστήριο θεωρεί, υπό το φως των ισχυρισμών των διαδίκων, ότι η καταγγελία εγείρει σοβαρά ζητήματα πραγματικά και νομικά στοιχεία σύμφωνα με τη Σύμβαση, ο καθορισμός των οποίων απαιτεί την εξέταση της ουσίας. Το Δικαστήριο καταλήγει επομένως στο συμπέρασμα ότι η προσφυγή αυτή δεν είναι προδήλως αβάσιμη κατά την έννοια του άρθρου 35 § 3 της Σύμβασης. Δεν υπάρχει άλλη αιτία για να κηρυχθεί απαράδεκτη.
Β. Επί της ουσίας
1. Επιχειρήματα των διαδίκων
42.Η Κυβέρνηση αναφερόμενη στην απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου στην υπό κρίση υπόθεση, σημείωσε ότι η τελευταία έλαβε υπόψη τη νομολογία του Δικαστηρίου και δεν διαπίστωσε παράβαση των δικαιωμάτων των εναγόντων βάση της Συμβάσεως.
43. Με προφορικές παρατηρήσεις της ενώπιον του Δικαστηρίου, η Κυβέρνηση υποστήριξε ότι τόσο η σαφής διατύπωση του άρθρου 12 και η νομολογία του Δικαστηρίου, όπως αυτό είχε δηλώσει πως το δικαίωμα του γάμου από τη φύση του περιορίζεται στα ετερό ζευγάρια. Παραδέχτηκε ότι υπήρξαν σημαντικές κοινωνικές αλλαγές στο θεσμό του γάμου, μετά την έγκριση της σύμβασης του γάμου (1842 1822), αλλά δεν υπήρχε ακόμη καμία ευρωπαϊκή συναίνεση για τη χορήγηση στα ΛεΠΑΤ ζευγάρια το δικαίωμα να συνάπτουν γάμο, ούτε θα μπορούσε ένα τέτοιο δικαίωμα να συναχθεί από το άρθρο 9 της Χάρτας των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρά τη διαφορά αυτή στη διατύπωση, η τελευταία παρέπεμψε το θέμα του ΛεΠΑΤ γάμου στην εθνική νομοθεσία.
44.Οι ενάγοντες υποστήριξαν ότι στη σημερινή κοινωνία, ο πολιτικός γάμος είναι η ένωση δύο προσώπων που περιλαμβάνει όλες τις πτυχές της ζωής τις-τους, ενώ η αναπαραγωγή και η εκπαίδευση ανατροφή των παιδιών δεν είναι πια ένα καθοριστικό στοιχείο. Καθώς ο θεσμός του γάμου έχει υποστεί σημαντικές τροποποιήσεις δεν υπάρχει πλέον καμία αιτία-λόγος να αρνηθούν την πρόσβαση των ΛεΠΑΤ ζευγαριών στο γάμο. Η διατύπωση του άρθρου 12 δεν πρέπει αναγκαστικά να ερμηνεύεται με την έννοια ότι οι γυναίκες και οι άνδρες έχουν το δικαίωμα να συνάψουν γάμο μόνο με πρόσωπο του άλου φύλου. Επιπλέον, οι ενάγοντες εκτιμούν ότι η αναφορά στο άρθρο 12, πως η "σχετική εθνική νομοθεσία" δεν θα μπορεί να σημαίνει ότι οι χώρες μέλη έχουν απεριόριστη διακριτική ευχέρεια όσον αφορά τη ρύθμιση του δικαιώματος σύναψης γάμου.
2. Επιχειρήματα των τρίτων διαδίκων
45.Η Κυβέρνηση της Αγγλίας ισχυρίστηκε ότι το Δικαστήριο στη νομολογία, είχε θεωρήσει πως το άρθρο 12, αναφέρεται στον «παραδοσιακό γάμο μεταξύ προσώπων διαφορετικού βιολογικού φύλου» (βλ. Sheffield και Horsham κατά Αγγλίας, 30 Ιουλίου 1998 , § 66, Εκθέσεις των Δικαστίνων-ων και των αποφάσεων 1998-V). Κατά την άποψή τις δεν υπήρχε λόγος να παρεκκλίνει από αυτή τη θέση.
46. Ενώ το Δικαστήριο έχει πολλές φορές τονίσει ότι η Σύμβαση είναι ένα ζωντανό μέσο που πρέπει να ερμηνεύεται με τις τρέχουσες συνθήκες, είχε μόλις χρησιμοποιηθεί αυτή η προσέγγιση για να αναπτύξει τη νομολογία του, όπου είχε γίνει αντιληπτή ως σύγκλιση προτύπων-κριτηρίων μεταξύ των χωρών μελών. Στην υπόθεση της Christine Goodwin κατά της Αγγλίας [GC] (αρ. 28957/95, ΕΔΑΔ 2002-VI), για παράδειγμα, το Δικαστήριο είχε επανεξέτασει τη θέση του όσον αφορά τη δυνατότητα των τρανς που έχουν διορθώσει το φύλο τις-τους να συνάψουν γάμο με πρόσωπο του άλλου φύλου από το επίκτητο φύλου τις-τους, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι στην πλειοψηφία των Συμβαλλομένων Χωρών επιτρέπονται οι γάμοι. Αντίθετα δεν υπάρχει σύγκλιση των προτύπων-κριτηρίων όσον αφορά τον ΛεΠΑΤ γάμο. Κατά τη στιγμή που η τρίτη διάδικος της Κυβέρνησης υπέβαλε τις παρατηρήσεις της, μόνο τρείς Χώρες μέλη επιτρέπουν τον ΛεΠΑΤ γάμο, και δύο άλλες προτάσεις προς αυτή την κατεύθυνση ήταν υπό εξέταση. Το θέμα του ΛεΠΑΤ γάμου αφορά μια ευαίσθητη περιοχή κοινωνικής, πολιτικής και θρησκευτικής διαμάχης. Σε περίπτωση απουσίας συναίνεσης, η Χώρα απολαμβάνει ένα συγκεκριμένο ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως.
47. Οι τέσσερις μη κυβερνητικές οργανώσεις-ΜΚΟ ζήτησαν από το Δικαστήριο να χρησιμοποιήσουν τη δυνατότητα να επέκτασης της πρόσβασης στον ΛεΠΑΤ πολιτικό γάμο. Το γεγονός πως τα ετερό ζευγάρια έχουν τη δυνατότητα να συνάψουν γάμο, ενώ τα ΛεΠΑΤ ζευγάρια δεν την έχουν, συνιστά διαφορετική μεταχείριση με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Αναφερόμενες στην υπόθεση Karner κατά Αυστρίας, (αρ. 40016/98, § 37, ΕΔΔΑ 2003-ΙΧ), ισχυρίστηκαν ότι η διαφορά αυτή θα μπορούσε να δικαιολογηθεί μόνο για "ιδιαιτέρως σοβαρές αιτίες». Κατά τους ισχυρισμούς τις, δεν υπάρχουν τέτοιες αιτίες: ο αποκλεισμός των ΛεΠΑΤ ζευγαριών από τη σύναψη γάμου δεν εξυπηρετεί την προστασία του γάμου ή της οικογένειας με την παραδοσιακή έννοια. Επίσης, το να μην δοθεί σε ΛεΠΑΤ ζευγάρια η πρόσβαση στο γάμο γάμο υποτιμά την παρδοσιακή έννοια του γάμου. Επιπλέον, ο θεσμός του γάμου έχει υποστεί σημαντικές τροποποιήσεις και, όπως το Δικαστήριο έκρινε στην υποθεση της Christine Goodwin (προπαρατεθείσα, § 98), η ανικανότητα αναπαραγωγής παιδιών δεν μπορεί να θεωρηθεί ως per se αφαίρεση του δικαιώματος σύναψης γάμου. Οι τέσσερις μη κυβερνητικές οργανώσεις παραδέχθηκαν ότι η διαφορά μεταξύ της υποθέσεως της Christine Goodwin και της παρούσης υποθέσεως είναι να αποδόσει-θέσει στην χώρα την Ευρωπαϊκή συναίνεση. Ωστόσο, ισχυρίστηκαν ότι, ελλείψει αντικειμενικής και ορθολογικής αιτιολόγησης για τη διαφορετική μεταχείριση, πολύ λιγότερο βάρος πρέπει να δοθεί στην ευρωπαϊκή συναίνεση.
48.Τέλος, οι τέσσερις μη κυβερνητικές οργανώσεις αναφέρθηκαν στις αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Νότιας Αφρικής, στα Εφετεία του Ontario και της British Columbia στον Καναδά, καθώς και του Ανώτατου Δικαστηρίου της Καλιφόρνια, Κονέκτικατ, Αϊόβα και της Μασαχουσέτης στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα οποία είχουν διαπιστώσει πως η άρνηση πρόσβασης ΛεΠΑΤ ζευγαριών στον πολιτικό γάμο εισάγει δυσμενή διάκριση. *Δ
49.3. Εκτίμηση του Δικαστηρίου
α. Γενικές αρχές
49.Σύμφωνα με το Δικαστήριο η θέσπιση της νομολογίας και του άρθρου 12 εξασφάλισε το θεμελιώδες δικαίωμα γυναικών και ανδρών να συνάπτουν γάμους και να ιδρύουν οικογένεια. Η άσκηση αυτού του δικαιώματος οδηγεί σε προσωπικές, κοινωνικές και νομικές συνέπειες. Είναι «με την επιφύλαξη των εθνικών νομοθεσιών των Συμβαλλομένων Χωρών", αλλά οι περιορισμοί-όρια ως εκ τούτου που παρουσιάζουν δεν πρέπει να περιορίζουν ή να μειώνουν το δικαίωμα κατά τέτοιο τρόπο ή σε τέτοιο βαθμό που η ίδια η ουσία του δικαιώματος να είναι μειωμένη (βλ. υπόθεση Β. και L. κατά Αγγλίας, αριθ. 36536/02, § 34, 13 Σεπτεμβρίου 2005, και υπόθεση F. κατά Ελβετίας, της 18ης Δεκεμβρίου 1987, § 32, σειρά A αριθ. 128).
Βρίσκεστε στο Β΄μέρος για να βρεθείτε στο Γ΄μέρος πατήστε εδώ
Την υπόθεση την βρήκαμε και τη μεταφράσαμε από την www.echr.coe, στην
http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?action=html&documentId=863118&portal=hbkm&source=externalbydocnumber&table=F69A27FD8FB86142BF01C1166DEA398649
Οι αστερίσκοι είναι δικοί μας
*Α η Ισπανία, η Νορβηγία, η Ισλανδία, η Σουηδία έχουν νόμο για τον πολιτκό γάμο των λεσβιακών ζευγαριών και σχεδόν όλες επιτρέπεουν την παιδοθεσία
*Β Η Ισλανδία προσφάτως κι η Αγγλία έχει σύμφωνο συμβίωσης που αναγνωρίζει τα ίδια δικαιώματα.
*Γ Μετά την απόφαση στην υπόθεση της ΕΒ κατά της Γαλλίας υπάρχει δεδικασμένο που δικαίωνει όποια-ον θελήσει να παιδοθετήσει ως μόνη λεσβία-μητέρα.
*Δ πρόσφατα το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της καλιφόρνια αποφάνθηκε πως η μη πρόσβαση στην σύναψη γάμου στα λεσβιακά ζευγάρια είναι αντισυνταγματική