4 Ιουλ 2014
Yπόθεση της Τ.Μ. και της C.Μ. κατά Μολδαβίας, αριθ. υποθέσεως 26608/11 Α'
Σκεπτικό για την Ευπάθεια και την Οικονομική κακοποίηση στην Ενδοοικογενειακή Βία: υπόθεση της TM και της C.Μ. κατά Μολδαβίας
Η υπόθεση της Τ.Μ. και της C.Μ. κατά Μολδαβίας είναι μια από τις πιο πρόσφατες περιπτώσεις παθητικότητας των εγχώριων αρχών για την προστασία των γυναικών από την ενδοοικογενειακή βία. Στη ρίζα αυτής της παθητικότητας βρίσκεται η αποτυχία να κατανοήσουν τη σοβαρότητα και την έκταση του προβλήματος των διακρίσεων στις γυναίκες. Αυτό αποτυπώνεται και στις παρανοήσεις σχετικά τόσο με τη φύση της ενδοοικογενειακής βίας όσο και με την πραγματικότητα των πολλών γυναικών-κοριτσιών θυμάτων της.
Για την αντιμετώπιση αυτής της αποτυχίας, το Δικαστήριο εξέδωσε μια ισχυρή απόφαση: (i) αναζωογονεί τον ορισμό της ενδοοικογενειακής βίας ανανεώνοντας την προσοχή σε μη σωματικές μορφές, κυρίως οικονομικής εκμετάλλευσης και (ii) βελτιώνει τις σχέσεις μεταξύ ευπάθειας των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας και το περιεχόμενο των θετικών υποχρεώσεων της χώρας.
Γεγονότα
Οι προσφεύγουσες είναι μια γυναίκα (πρώτη προσφεύγουσα) και η κόρη της (δεύτερη προσφεύγουσα). Μετά από διαμαρτυρίες αρκετές φορές στην αστυνομία για εξύβριση και σωματική επίθεση από τον πρώην σύζυγό της, αρκετές ιατρικές εκθέσεις παρήχθησαν. Οι εκθέσεις έδειξαν ότι και οι δύο προσφεύγουσες είχαν υποστεί βία. Η πρώτη προσφεύγουσα υπέβαλε αίτηση για την έκδοση διαταγής προστασίας, αλλά οι αρχές αρχικά χρειάστηκαν ένα μεγάλο χρονικό διάστημα για να εξετάσουν την αίτησή της και στη συνέχεια απέτυχαν να στείλει την εντολή για εκτέλεση της αίτησης.
Ως αποτέλεσμα αυτών και άλλων αποτυχιών, ο θύτης δεν απομακρύνθηκε από το σπίτι και οι προσφεύγουσες αναγκάστηκαν να μετακινηθούν σε ένα καταφύγιο κακοποιημένων γυναικών. Η εισαγγελία απέρριψε την αίτηση της πρώτης προσφεύγουσας να ξεκινήσει μια ποινική έρευνα εναντίον του πρώην συζύγου της.
Το επιχείρημα ήταν ότι τα τραύματα δεν ήταν αρκετά σοβαρά ώστε να αποδεικνύουν ενδοοικογενειακή βία.
Η κρίση
Το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΑΔ. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εθνικές αρχές δεν κατάφεραν να λάβουν αποτελεσματικά μέτρα κατά του δράστη, παρά τις γνώσεις τους για τον κίνδυνο της περαιτέρω βίας.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε επίσης παραβίαση του άρθρου 14 της ΕΣΑΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της ΕΣΑΔ: ο συνδυασμός μιας σειράς παραγόντων (π.χ., η αδυναμία τις να δώσουν εντολή για την επιβολή προστασίας, η αποτυχία τις να ξεκινήσουν μια ποινική έρευνα, και η αποτυχία τις να εξετάσουν τα μέτρα προστασίας πριν την υποβολή επίσημης προσφυγής) ανήλθαν σε επιδοκιμασία της βίας και αντικατοπτρίζει τη δυσμενή μεταχείριση έναντι της πρώτης προσφεύγουσας ως γυναίκα. σχόλια 1.
Αποτυχία να ευρεθεί η ευπάθεια των Θυμάτων Βίας στην Οικογένεια
Το Δικαστήριο, όπως οι αναγνώστριες ίσως γνωρίζουν, έχει αναγνωρίσει όλο και περισσότερο την ευπάθεια των γυναικών-κοριτσιών θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας. Η αναγνώριση αυτή έχει κυμανθεί από μια πιο εξατομικευμένη και πλαισιωμένη εκτίμηση της τρωτότητας των συγκεκριμέων θυμάτων (π.χ., υπόθεση της Opuz κατά Τουρκίας, παράγραφος 160 και υπόθεση της Eremia κατά Μολδαβίας, παράγραφος 61) έως τις πιο κατηγορηματικές δηλώσεις των γυναικών-κοριτσιών θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας που είναι ιδιαίτερα ευάλωτες, όπως στις υποθέσεις (π.χ.,της Bevacqua και S. κατά Βουλγαρίας, παράγραφος 65, της Hajduová κατά Σλοβακίας, σκέψεις 41 και 46, και της Eremia κατά Μολδαβίας, παράγραφος 73). [1]
Σχόλια
Στις τρεις τελευταίες υποθέσεις, το Δικαστήριο σημειώνει τις γενικές αρχές του, την ανάγκη οι χώρες να εμπλακούν ενεργά στην προστασία των γυναικών-θυμάτων.
Στην υπόθεση της Hajduová, το Δικαστήριο γίνεται πιο συγκεκριμένο: "λόγω της ιδιαίτερης ευπάθειας των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας ... οι εθνικές αρχές θα έπρεπε να έχουν ασκήσει ακόμα μεγαλύτερη επαγρύπνηση στην παρούσα υπόθεση" (παραγραφος 50).
Η υπόθεση της Τ.Μ. και της C.Μ. είναι σίγουρα μέρος αυτών των εξελίξεων. Το Δικαστήριο επισημαίνει για άλλη μια φορά την ιδιαίτερη ευαισθησία των θυμάτων της ενδοοικογενειακής βίας, αλλά στη συνέχεια πηγαίνει βαθύτερα στις σχέσεις μεταξύ αυτής της ευπάθειας και του περιεχομένου των θετικών υποχρεώσεων της χώρας.
Στην ανάλυση του άρθρου 3 της ΕΣΑΔ, αφού διαπίστωσε ότι η αστυνομία γνώριζε τις καταγγελίες για βία, το Δικαστήριο αναφέρει: 46 .... αυτό ήταν το καθήκον της αστυνομίας, να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως την ανάγκη για δράση προκειμένου να αποφευχθεί η ενδοοικογενειακή βία, να θεωρήσει ότι συνήθως τα θύματα της ενδοοικογενειακής βίας είναι ευάλωτα. Και στο σκεπτικό για το άρθρο 14 της ΕΣΔΑ, το Δικαστήριο κρίνει: 60 .... Λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερα ευάλωτη κατάσταση των γυναικών-κοριτσιών θυμάτων της ενδοοικογενειακής βίας, που συχνά δεν καταφέρνουν να αναφέρουν τα περιστατικά (βίας), είναι οι αρχές που οφείλουν να ελέγχουν κατά πόσον η κατάσταση δικαιολογεί μια πιο σθεναρή αντίδραση του κράτους και να ενημερώσει τουλάχιστον την πρώτη προσφεύγουσα για τα υπάρχοντα προστατευτικά μέτρα.
Το Δικαστήριο διατύπωσε τις παρατηρήσεις αυτές, αφού διαπίστωσε την αποτυχία των εγχώριων αρχών (i) να εξετάσουν τα μέτρα προστασίας πριν από την επίσημη υποβολή της προσφυγής ή (ii) να ξεκινήσουν μια ποινική έρευνα πριν γίνει η επίσημη καταγγελία. Το μήνυμα, σε κάθε περίπτωση, είναι σαφές: οι εγχώριες αρχές θα έπρεπε να έχουν λάβει μέτρα με δική τους πρωτοβουλία, ανεξάρτητα από τις επίσημες προσφυγές των γυναικών θυμάτων [2]
Αυτή η προσέγγιση είναι σωστή για διάφορους λόγους. Για παράδειγμα, αναγνωρίζει την πραγματικότητα των πολλών γυναικών, κοριτσιών θυμάτων της ενδοοικογενειακής βίας, που δεν μπορούν να προβούν σε επίσημες καταγγελίες από φόβο περαιτέρω βίας ή επειδή απειλούνται με μη υποβολή καταγγελιών (στη Μολδαβία, για παράδειγμα, ένας από τους λόγους για τους οποίους κάποιες γυναίκες δεν αναφέρουν ενδοοικογενειακή βία είναι λόγω του φόβου και της ντροπής [TM και CM, παράγραφος 26]).
Επιπλέον, η πραγματικότητα στη Μολδαβία είναι ότι πολλά από τις γυναίκες-κορίτσια θύματα δεν έχουν καν επίγνωση του νόμου κατά της ενδοοικογενειακής βίας (υπόθεση TM και CM, εδάφιο 26). Έτσι, ζητώντας από τις εγχώριες αρχές να είναι πιο ενεργές, το Δικαστήριο εξουδετερώνει, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, κάποιους ευρύτερους περιορισμούς στην καταγελία της ενδοοικογενειακής βίας.
Όπως και στις προηγούμενες υποθέσεις, ωστόσο, το Δικαστήριο δεν διευκρινίζει πραγματικά γιατί βλέπει πως οι γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας είναι ιδιαίτερα ευάλωτες. Το Δικαστήριο θα μπορούσε πιθανότατα λοιπόν να ξεδιπλώσει τους λόγους αυτούς στο μέλλον νομολογία. Αυτό είναι σημαντικό διότι, όπως η Ειδική ισηγήτρια-ης του ΟΗΕ για τη βία κατά των γυναικών έχει σημειώσει, μία από τις κοινές παρανοήσεις σχετικά με τη βία κατά των γυναικών είναι ότι οι γυναίκες-κορίτσια θύματα είναι «εγγενώς ευάλωτες γυναίκες που χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας» (βλέπε υπόθεση Eremia, εδάφιο 37). Κατά τον χαρακτηρισμό των γυναικών θυμάτων της ενδοοικογενειακής βίας ως ιδιαίτερα ευάλωτων, το Δικαστήριο θα πρέπει, επομένως, να είναι προσεκτικό ώστε να μην δώσει την εντύπωση ότι συνδέει την ευπάθεια αποκλειστικά με κάτι έμφυτο στις γυναίκες-κορίτσια θύματα. Μια προσέγγιση αυτού του είδους θα κινδύνευε να υποκρύπτει την άποψη πιο δομικών παραγόντων ή των βαθύτερων αιτιών της βίας.
Η είδηση έχει χωριστεί σε δύο μέρη για να βρεθείτε στο Β' μέρος πατήστε εδώ
Την είδηση την βρήκαμε στις 24.2.14 γραμμένη από την Lourdes Peroni και την μεταφράσαμε από την strasbourgobservers.com στην http://strasbourgobservers.com/2014/02/26/vulnerability-and-economic-abuse-in-domestic-violence-reasoning-t-m-and-c-m-v-moldova/